Ελλάδα

Eretiki κριτική της ταινίας El Reino/The Realm (O Έκπτωτος)

Eretiki κριτική της ταινίας El Reino/The Realm (O Έκπτωτος)
ViberViber MessengerMessenger WhatsAppWhatsApp
Ακούστε το άρθρο

Σενάριο της ταινίας El Reino/The Realm (O Έκπτωτος) .Ο Manuel Lopez-Vidal ζει πλουσιοπάροχα με την οικογένειά του στη Μαδρίτη. Αποτελεί ηγετικό στέλεχος του λαϊκού, ισπανικού κόμματος και ουσιαστικά ένα είδος βετεράνου πολιτικού. Τα τελευταία 15 χρόνια εκμεταλλεύτηκε την πολιτική του “εγκατάσταση”, με την κατάχρηση μεγάλων ποσών, τα οποία του προσέφεραν εικονικά με νόμιμο τρόπο αρκετά ακίνητα και γενικώς διάφορα περιουσιακά στοιχεία, που θεμελιώθηκαν εις βάρος των Ισπανών φορολογουμένων. Όλοι σε αυτή την παράταξη έκαναν περιουσίες, όμως ο Manuel αναμίχθηκε εν γνώση του σε αρκετές οικονομικές, σαθρές συμφωνίες, όπως με την υπόθεση της “persica.” Υπήρξε πραγματικά αχόρταγος…

 

Όταν ο Paco, πολιτικός σύμμαχος και φίλος, εξέτισε την ποινή του, βγαίνοντας  από τη φυλακή, όλα φαίνονταν να είναι εντάξει πλέον. Οι γνωστοί τον υποδέχονται, κάνοντας διακοπές σε γιοτ. Μα σύντομα κάποια παλαιότερα πολιτικά, οικονομικά σκάνδαλα θα αναδυθούν στην επιφάνεια…

 

Η στρατηγική του κόμματος είναι να επωμιστεί ο Manuel την ευθύνη της πολιτικής απάτης, που αφορά την άπληστη, χρηματική αρπαγή σε παλιότερη υπόθεση, μέσω μιας επερχόμενης, εκτυφλωτικής αποκάλυψης στο φως της δημοσιότητας. Η δυναμική Ceballos, ανιπρόεδρος του συγκεκριμένου κόμματος, ταπεινώνει τον προβληματισμένο Lopez-Vidal ενώπιον όλων των παρευρισκομένων στην επείγουσα σύσκεψη της δογματικής συνάθροισης… Ο Paco, o Cabrera, ο Alvarado και οι υπόλοιποι θα συμφωνήσουν με αυτή τη στάση. Όμως δεν είναι μόνο πλασματική αυτή η επίπληξη, αν και η ίδια ως ηγετικό στέλεχος τον διαβεβαίωσε για το αντίθετο. Ο “Manou,” όπως τον αποκαλούσαν χαϊδευτικά οι επιστήθιοι συνεργάτες, βρίσκεται ξαφνικά σε μια διαφορετική θέση από ό,τι έχει συνηθίσει. Η πολιτική του περσόνα αποφαίνεται ως πρώην αγαπημένου στελέχους της παράταξης. 

 

Έτσι ο ίδιος ξεκινά εναγωνίως μια προσπάθεια απεγκλωβισμού από την πολιτική και κοινωνική ισοπέδωση. Ο Frias, πρόεδρος των κομματικών μελών, γυρνά την πλάτη στο κάποτε αγαπημένο “παιδί” των ομοϊδεατών του, εκφράζοντας δημοσίως λύπη για το άτομο του Manuel. Ο σεβασμός είναι κάτι, που ανήκει στο παρελθόν για τον ευκατάστατο Ισπανό. Όλοι οι συνεργάτες και υπάλληλοι του σχετικού κτιρίου δείχνουν πια απάθεια για εκείνον. Ακόμη και ο bartender της καφετέριας του κόμματος.        

 

Οι αστυνομικές αρχές εισβάλλουν στην κατοικία Lopez-Vidal και ανακαλύπτουν, παρουσία της οικογενείας, αποδεικτικά στοιχεία ενοχοποίησης (σε συσκευή usb) του εν ταραχή, βαθύπλουτου, πολιτικού προσώπου. Μια σύντομη, νομική καταδίκη με σωτήρια καταβολή εγγύησης λαμβάνει χώρα. Ο Manuel υπό περιορισμούς αγωνίζεται, ώστε να επανακτήσει εξουσιαστικό έδαφος, προσφέροντας ανταλλάγματα σε νέους συμμάχους. Ο συνεργάτης Alvarado είναι ο πρώτος. Το επόμενο χαρτί αποτελεί η διακεκριμένη, αλαζονική δημοσιογράφος, Amaia Marin. Η φήμη της πολιτικής περσόνας έχει πια αμαυρωθεί.

 

Ο Frias προσφέρει μια μονόδρομη λύση στο λαβωμένο εγωισμό του Manuel… Ο τελευταίος, αν και βρίσκεται σε δυσμενή θέση, καθώς από εδώ και στο εξής απειλείται η ζωή του, δεν εγκαταλείπει τη μάχη της επιβίωσης, αλλά ούτε και της επανάκτησης ισχύος στο επικίνδυνο βασίλειο της εξουσίας… 

 

Γενικά στο έργο:

 

Θα παρακολουθήσουμε μια σωστά σχεδιασμένη ταινία, σχετική με την έκθεση της οπτικής γωνίας ενός αμετανόητου οπαδού της ευμάρειας και χλιδής, τις οποίες του προσέφερε το λασπώδες μονοπάτι της πολιτικής.

 

Στο έργο υπάρχει μια μεθοδευμένη δομή σκηνοθεσίας και σεναρίου, ώστε με προοδευτικούς ρυθμούς να λάβει χώρα η αποκάλυψη της δυσμενούς θέσης του πρωταγωνιστή ενώπιον: Των πολιτών, των συνεργατών και της οικογενείας του. Η δράση λοιπόν αρχικώς θα “σιγοβράζει” με τη μορφή της προσωπικής ανησυχίας του Manuel και της επίπληξης κάποιων συνεργατών προς εκείνον.  Έπειτα, από τη μέση του έργου θα γίνει ορατή στον κόσμο των θεατών. Αλλάζοντας την ατμόσφαιρα σε πιο αγχώδη και περιπετειώδη. Η αλλαγή αυτή θα πραγματοποιηθεί άψογα!

 

Το περιβάλλον του ήρωα/αντιήρωα περιγράφεται στο μεγαλύτερο μέρος της ταινίας βάσει των πολιτικών του συνεργατών. Σημαντικά πρόσωπα όπως η αντιπρόεδρος Ceballos και ο πρόεδρος του κόμματος, Frias, θα αποδώσουν με τη σύντομη, αλλά κρίσιμη παρουσία τους την ιεραρχία της λαβωμένης, από την υπερέκθεση του σκανδάλου, παράταξης.

 

Η οικογένεια του Manuel θα αφηγηθεί οπτικά την προσωπική του ζωή. Περισσότερος κινηματογραφικός χρόνος θα δοθεί στην  κόρη του, Nati και λιγότερο στη σύζυγο Ines. 

 

Υπάρχει μια ενδιαφέρουσα διαμοίραση μικρών ενοτήτων ετεροχρονισμένα στο έργο, οι οποίες μέσω της προσωποποίησης σημαντικών χαρακτήρων συνιστούν την εξέλιξη καθοριστικών γεγονότων: 

 

-Φερειπείν, ο συνάδελφος και φίλος Cabrera μιλά χαλαρά στο ξεκίνημα του έργου στον Manuel για μια δουλειά με κάποιους Κινέζους συνεργάτες. Αργότερα, μόλις ο “Manou” βρίσκεται σε απειλητική θέση για την καριέρα του, παρατηρούμε τον Cabrera να τονίζει αγχωμένος, ότι σε πέντε λεπτά έχει ραντεβού με τους ίδιους συνεργάτες. 

 

-Το μπάνιο στη θάλασσα με την κόρη, Nati, αρχικώς μοιάζει σαν μια ευχάριστη διαδικασία για τον πρωταγωνιστή. Αργότερα όμως εκεί ο ήρωας ανησυχεί για τη σωματική ακεραιότητα και των δύο, λόγω πιθανής, απειλητικής παρακολούθησης. 

 

-Οι Ceballos και Frias συμμετέχουν επίσης με ουσιώδη τρόπο σε αυτές τις –κατά συνέχειες– ενότητες. 

 

-Ακόμα, η διακεκριμένη, μα υπερόπτης δημοσιογράφος, Amaia Marin, εμφανίζεται στο έργο σε τρία διαφορετικά, χρονικά διαστήματα, με μεγαλύτερο χρόνο συμμετοχής στην τελευταία σκηνή. 

 

Το El Reino, για αυτούς και για περισσότερους λόγους, όπως θα δούμε παρακάτω, εντάσσεται σαν μια από τις πιο ευχάριστες, κινηματογραφικές εκπλήξεις της σαιζόν! 

 

Επιπροσθέτως, η τόλμη της σύμπραξης σεναρίου και σκηνοθεσίας για τη θεματική πολιτικών σκανδάλων, κατακρίνοντας όλα τα σχετικά, κοινωνικά πρόσωπα (δημοσιογράφους, πολιτικούς) δημιουργεί μέσω μιας διεθνούς ματιάς απόλυτη ταύτιση σε εκατομμύρια πολιτών του κόσμου, που βιώνουν τέτοιες καταστάσεις επί σειρά ετών.   

 

Βλέποντας το έργο, εν τέλει οι θεατές θα προβληματιστούν, θα αισθανθούν πως ακούστηκαν μακροχρόνιες σκέψεις τους και ότι “ίσως” καλό -αν όχι απαραίτητο- θα είναι σε κάποια μελλοντική γενιά να λυθούν επιτέλους αυτά τα προβλήματα. 

 

Θεμελιώδεις αρχές του έργου:

 

Το σενάριο γράφτηκε από τους Isabel Peña και Rodrigo Sorogoyen (είχαν συνεργαστεί και πάλι ως σεναριογράφοι στην ταινία Στοκχόλμη {2013}). Ο τίτλος El Reino ή στα αγγλικά The Realm αντιπροσωπεύει την έννοια του βασιλείου, το οποίο στη συγκεκριμένη πλοκή αποβάλλει τον κινηματογραφικό αντιήρωα. Η γλώσσα που χρησιμοποιήθηκε, ήταν τα ισπανικά.

 

Η θεματική είναι πανίσχυρη, διότι αφορά ένα παγκόσμιο πρόβλημα: Την επανάπαυση πολιτικών προσώπων, που αποκαλούν τους εαυτούς τους ως καριερίστες, σε ιδιωτικά, οικονομικά ασφαλή βάθρα, σπέρνοντας τη διαφθορά.

 

Ο ήρωας/αντιήρωας εξαιτίας της παρελθοντικής και παροντικής δράσης του εξοργίζει το κοινό, όμως κερδίζει με τη μερική ειλικρίνειά του έναν απομονωμένης μορφής σεβασμό, καθότι δεν ήταν ο μόνος υπαίτιος σε αυτόν τον πολιτικό ιστό.  

 

Σε ό,τι αφορά την πλοκή του σεναρίου, αναφέρουμε, πως επάξια αυτή κεντρίζει το ενδιαφέρον. Διότι περιγράφει την επιμονή του πρωταγωνιστή με μανιώδη τρόπο, όχι μόνο προκειμένου εκείνος να εξασφαλίσει την ελευθερία του αποφεύγοντας τη φυλακή, ούτε απλά αποσκοπώντας στο να διατηρήσει την κοινωνικοοικονομική του υπόσταση. Μα συν τοις άλλοις, επιχειρώντας να επανακάμψει πολιτικώς τάχιστα, καταστρέφοντας με αποδεικτικά στοιχεία τους υπολοίπους. Επίσης είναι απρόβλεπτες οι στιγμές, που βιώνει τρεμάμενος ο πρωταγωνιστής του έργου, όσο απειλούνται η κοινωνική, αλλά και η σωματική του πλέον οντότητα.

 

Οι ενέργειες των προσώπων γίνονται ένα με τις ανάλογες στιχομυθίες. Η αντιπρόεδρος Ceballos θα μιλήσει σαν άντρας ιδιωτικά στον Manuel, επιδεικνύοντας τη δύναμή της. Όμως ο διάλογος που θα εντυπωσιάσει περισσότερο, είναι κατά τη διάρκεια της ζωντανής, τηλεοπτικής κάλυψης του πολιτικού Manuel Lopez-Vidal με τη γνωστή δημοσιογράφο Amaia Marin. Ο ένας ξεμπροστιάζει τον άλλο, αφήνοντας άφωνο το κοινό!

 

Τη σκηνοθεσία πραγματοποίησε ο Rodrigo Sorogoyen. Ο δημιουργός χρησιμοποιεί με εμπιστοσύνη συνεργάτες από το παρελθόν σε μοντάζ και φωτογραφία. Παρατηρούμε γενικώς μια διακριτική, προοδευτική εστίαση του μέσου (κάμερα) στους/στις ήρωες/ηρωίδες. Υπάρχουν πολλά μεσαία πλάνα. Ο σκηνοθέτης χρησιμοποιεί μια ολοκληρωμένη αφήγηση εν εξελίξει στο έργο. Όσο το φιτίλι της κινηματογραφικής δράσης δεν έχει πυροδοτήσει ακόμα την καταστροφική έκρηξη της φήμης και καριέρας του Manuel Lopez-Vidal, το μοντάζ λειτουργεί ως καλλιτεχνικός σύμμαχος διατήρησης μιας ζωντάνιας στους θεατές. Πράγματι, στο ξεκίνημα του έργου ενόσω δεν αποκαλύπτεται ακόμη η δυσχερής θέση του πολιτικού και το αντίστοιχο κυνήγι της επιβίωσης, το μοντάζ δημιουργεί μια αφύπνιση στο κοινό, εξαιτίας των πολλών γρήγορων και εύστοχων εναλλαγών των σκηνών. Μοντέρ υπήρξε ο Alberto Del Campo

 

Μετά τη σύσκεψη των στελεχών και την ταπείνωση του πρωταγωνιστή από την Ceballos, ακολουθεί η ανάλογη εγκατάλειψή του από τον Frias. Κατόπιν, η αγωνία του ήρωα συναντά την πραγματικότητα, με την αποκάλυψη της απάτης στα φώτα της δημοσιότητας. Από τότε τα γεγονότα της καταστροφικής πορείας του αναδύονται στην επιφάνεια, ξεκινώντας με την εισβολή της αστυνομίας στην πολυτελή κατοικία Lopez-Vidal και την κατάσχεση ορισμένων, περιουσιακών στοιχείων. Εκεί με πολύ έξυπνο τρόπο ο σκηνοθέτης θα μας δείξει τον πλούτο του σπιτιού απλά και μόνο με τη λήψη στην -διαστάσεων μικρού δωματίου- ντουλάπα/γκαρνταρόμπα του κατηγορούμενου, πολιτικού προσώπου.

 

Τότε ο Manuel, πληρώνοντας εγγύηση στη δικαστική εκπρόσωπο, κερδίζει προσωρινώς την ελευθερία του και ξεκινά να διεκδικεί συμμάχους. Προσέξτε, πόσο όμορφα συνδυάζεται το σενάριο με την τέχνη της σκηνοθεσίας, όταν ο ήρωας προτείνει μυστική συνεργασία στον Alvarado. Η κίνηση των δύο χαρακτήρων προσδιορίζει την εξέλιξη της ιστορίας. Στο ιδιωτικό μπαρ ο Alvarado όσο δεν πείθεται από τα επιχειρήματα του Manuel, φεύγει από τη θέση του bartender και κάθεται σε μια καρέκλα, μακριά από το συνομιλητή του. Αμέσως μόλις ο έκπτωτος πολιτικός αποκαλύπτει μια πληροφορία για την υγεία του προέδρου Frias, πηγαίνει και κάθεται κοντά στη θέση του έκπληκτου Alvarado. Τον έχει ήδη πείσει!

 

Η φωτογραφία επισημαίνει τις άθλιες προθέσεις του απελπισμένου ήρωα, μα και την κρισιμότητα των ελάχιστων, εναπομεινασών πιθανοτήτων πολιτικής διαφυγής εκείνου. Καθώς οι ραδιουργίες του πρωταγωνιστή συνεχίζονται, η απόπειρα εξαπάτησης του Cabrera ξεμπροστιάζεται από τον Paco. Ο Manuel φεύγει από το πολυτελές μέγαρο πανικόβλητος και εκτεθειμένος και το εκτυφλωτικό φως της ημέρας αποκαλύπτει τις ύπουλες προθέσεις του. Η εξαιρετική, δραματική ανάβαση και κατάβαση των ορόφων του σπιτιού της Lucia περιγράφει ιδανικά την υπέρβαση των πολιτισμένων ορίων του απεγνωσμένου “Manou.” Διευθυντής φωτογραφίας υπήρξε ο Alejandro De Pablo.  

 

Η απόλυτη κορύφωση της απομονωμένης, περιπετειώδους φύσης του έργου αναπαρίσταται με δόση τρόμου στον αυτοκινητόδρομο. Όμως η τηλεοπτικά ζωντανή συνομιλία μεταξύ της δημοσιογράφου και του πρωταγωνιστή αποτελεί μια ορθή κλιμάκωση της ταινίας και μια ειλικρινή, καλλιτεχνική διαμαρτυρία/θέση από το δημιουργό. Οι δύο χαρακτήρες εκτός ορίων ξεγυμνώνουν την εισβολή της δηλητηριώδους, κοινωνικής πραγματικότητας των “ανωτέρων” στρωμάτων του δυτικού πολιτισμού. Επιπλέον ο Manuel καταθέτει δημοσίως τα τετράδια του σφετερισμού των χρημάτων! 

 

Παράμετροι ανάδειξης της κινηματογραφικής ατμόσφαιρας: 

 

Το Casting συνιστά μια ισχυρή μονάδα βελτίωσης στο συγκεκριμένο έργο. Υπεύθυνη υπήρξε η Arantza Vélez. Οι επιλογές της είναι πραγματικά εύστοχες! Οι συμμετοχές των Antonio de la Torre (Manuel Lopez-Vidal), Luis Zahera (Cabrera), Ana Wagener (Ceballos), Josep Maria Pou (Frias) και φυσικά της ταλαντούχας Bárbara Lennie (Amaia Marin) δικαιολογούν τη σωστή δουλειά της υπεύθυνης.

 

Η μουσική γράφτηκε από τον Olivier Arson. Η μουσική, κινηματογραφική οντότητα συνίσταται από την ηχητική διάσταση ενός ενιαίου, elecro – ρυθμικού παλμού. Η επιτυχία της μουσικής οφείλεται, στο ότι εκείνη συνδράμει ποιοτικά σύμφωνα με την αγωνιώδη ύπαρξη του πρωταγωνιστή! Αρχικά όσο η κοινωνική του θέση είναι ασφαλής, ο παλμός της μουσικής βρίσκεται σε χαμηλή ένταση, σαν να μας προϊδεάζει για κάτι… Όταν η Ceballos αγνοεί τα αιτήματα προστασίας του Manuel (δηλαδή μόλις ο ίδιος κατανοεί, ότι οι ακραίες ανησυχίες του θα συναντήσουν την πραγματικότητα) τότε η ένταση και ο ρυθμός της μουσικής ανεβαίνουν κατακόρυφα.

 

Η σκηνογραφία. Αρμόδια ήταν η Ana Muñiz. Η σκηνογραφία έχει λειτουργήσει πολύ έξυπνα στο έργο. Προκειμένου να περιγραφεί η πολυτέλεια της κατοικίας του Frias τοποθετήθηκαν απλώς δύο καρέκλες και ένα τραπέζι στον κήπο εκείνου, ενόσω ο πρόεδρος συζητούσε τετ α τετ με τον Manuel. Η αναπαράσταση του υπό κατασκευή μεγάλου σπιτιού της Lucia, με διάφορα αντικείμενα στις άκρες κάθε ορόφου ή τη διακόσμηση αρχειοθέτησης του δωματίου που αναζητούσε εναγωνίως ο πρωταγωνιστής, μαρτυρούν την πολύ καλή δουλειά της υπεύθυνης.

Ερμηνείες: 

 

Antonio de la Torre: Υποδυόμενος τον ταραχώδη, διεφθαρμένο πολιτικό, Manuel Lopez-Vidal. Έναν άνθρωπο που, παρά τις αντιξοότητες, δεν εγκαταλείπει το βάθρο της εξουσίας.

 

Ξεκινώντας, ακούει τον Cabrera να του μιλά για τους Κινέζους συνεργάτες και χαμογελά εντελώς ανέμελος. Ο ερμηνευτής ως Manuel υποτάσσεται δυσανασχετώντας ενώπιον της αντιπροέδρου και των υπολοίπων μελών, κατά τη διάρκεια της κομματικής σύσκεψης. Αργότερα αγωνιά συνεχώς για κάθε υπόθεση, που αναμένεται ή ενδέχεται να αποκαλυφθεί. Μόλις τον αγνοούν σε μια παρουσίαση με προτζέκτορα κάποιοι συνεργάτες του, ξεσπά αισθανόμενος έναν επικίνδυνο παραγκωνισμό.

 

Στον έλεγχο των αστυνομικών αρχών επιχειρεί με μυστικοπάθεια να κρύψει το usb. Έχοντας ψύχραιμο λόγο επιχειρηματολογεί, ώστε να πείσει Alvarado και Amaia Marin. Έπειτα συγκρούεται με ακραίο θυμό ενάντια σε ένα άθλιο κλεφτρόνι στην παραλία. Κατόπιν υποδύεται ένα ρόλο μέσα στο ρόλο, προσποιούμενος ως Manuel ότι γνωρίζει, πως υπάρχουν μικρόφωνα στο γραφείο του Cabrera και στο μπαλκόνι επινοεί γεγονότα. 

 

Στην ανάβαση και κατάβαση στο σπίτι της Lucia ο ηθοποιός αλλάζει αρκετά συναισθήματα. Η υποκριτική προσέγγιση αρχικά πραγματοποιείται με πολιτισμένο διάλογο και κατανόηση στις ατασθαλίες των παρευρισκομένων. Μετά, μιλώντας για σοβαρή υπεράσπιση της “δουλειάς.” Εν συνεχεία έχοντας σαν όπλο την αυτοπεποίθηση και τελικά η διαπραγμάτευση ολοκληρώνεται μέσω απειλών. Οι τελευταίες γίνονται με επιθετικό ή πιο εγκεφαλικό τρόπο (π.χ. ο Manuel απειλεί πως θα καλέσει την αστυνομία, καταγγέλλοντας ναρκωτικές ουσίες και ερωτικές συνευρέσεις με ανήλικες στο party).

 

Στο διάλογο με τη δημοσιογράφο εκφράζει τη μερική ειλικρίνεια ενός ανθρώπου που ρισκάρει πραγματικά τα πάντα, προκειμένου να γλιτώσει τη ζωή του.

 

Bárbara Lennie: Ενσαρκώνοντας τη φιλόδοξη, αλλά και υπεροπτική δημοσιογράφο, Amaia Marín.  

 

Έχουμε πει ξανά μέσα στη χρονιά, ότι η συγκεκριμένη ηθοποιός εξελίσσει την υποκριτική της όλο και περισσότερο όσο περνά ο καιρός. Αλλάζοντας μάλιστα διαρκώς ερμηνευτικό περιβάλλον και θέση πρωταγωνιστικών ή δευτερευόντων ρόλων με αρκετή ευκολία. Πλέον η Barbara Lennie έχει τη δυνατότητα, ακόμη και αν εμφανιστεί μόνο τρεις φορές στο έργο να αφήσει την υποκριτική της συνδρομή, βελτιώνοντας ένα καλλιτεχνικό εγχείρημα. Είναι μια πραγματικά ποιοτική ηθοποιός τουλάχιστον του Ευρωπαϊκού κινηματογράφου!

 

Την πρώτη φορά σε μια αίθουσα αναμονής αποδίδει την υπερηφάνεια της αρίστης, επαγγελματία δημοσιογράφου. Έπειτα στο δωμάτιο του ξενοδοχείου συμβιβάζεται, χάριν μιας αποκαλυπτικής πληροφορίας, που αναμένεται να της προσφέρει ο Manuel.

 

Στις τελευταίες σκηνές, με σαφώς μεγαλύτερο χρόνο συμμετοχής, εκφράζει την αστείρευτη, εγωιστική αυτοπεποίθηση της παρουσιάστριας πολιτικών ειδήσεων. Επιτίθεται μιλώντας στο συνομιλητή της και δείχνει να ελέγχει με αυθάδεια την πορεία του τηλεοπτικού διαλόγου. Όμως όταν όλα βγαίνουν εκτός ορίων, εκείνη “παγώνει.” Τελικώς θέλει να έχει την ικανοποίηση του αυθόρμητου επιλόγου

 

Οι αντιδράσεις της ερμηνεύτριας κόβουν την ανάσα του θεατή, μεταδίδοντας την αύρα μιας συνομιλήτριας που μάχεται, για να υποστηρίξει τη συμφεροντολογική (και μη) θέση της. Η ηθοποιός για ακόμη μία φορά απέδωσε εξαιρετικά!  

 

Luis Zahera: Στο ρόλο του ανυποψίαστου Cabrera.

 

Τον ερμηνευτή αναδεικνύει εκείνη η σκηνή, στην οποία ο Manuel τον έχει πείσει για την (εν αγνοία του) “μυστική,” δόλια εγκατάσταση μικροφώνων. Έτσι λοιπόν στο μικρό μπαλκόνι του μεγάρου ο ηθοποιός ως Cabrera νιώθει αρχικά αδύναμος και ετοιμάζεται να βάλει τα κλάματα. Στην πορεία ακούει με προσοχή και ακραία ανησυχία τα λεγόμενα του συνομιλητή του, φοβούμενος μήπως καταλήξει μαζί του στη φυλακή. Και τέλος, αποδίδει έναν αυξανόμενο θυμό, φουσκώνοντας σιγά σιγά και κοκκινίζοντας οργισμένος! Ισορροπώντας υποκριτικά ανάμεσα σε μένος και θρήνο, επειδή νομίζει, ότι τον πρόδωσαν λόγω της καταγωγής του.

 

Συνεπώς:

 

Ο σκηνοθέτης Rodrigo Sorogoyen μας παρουσιάζει μια ταινία με θεματική πολιτικής διαλεύκανσης, στην οποία ο ήρωας “θέλει να πάρει μαζί του,” όσους επιχείρησαν να τον καθαιρέσουν από το βασίλειο της εξουσίας.

 

Έτσι χρησιμοποιώντας:

 

-Ένα φλέγον, διεθνές, πολιτικοοικονομικό θέμα, που αφορά διάφορους κοινωνικούς ρόλους, οι οποίοι σφυρίζοντας με “αθωότητα” ρίχνουν αλάτι στις πληγές του.

 

-Τη μεθοδευμένη, σκηνοθετική δομή ανάδειξης της αποκάλυψης του πολιτικού κουτιού της Πανδώρας. 

 

-Την επιτυχή έκφραση της προσωπικής, αγχώδους οπτικής γωνίας του πρωταγωνιστή.

 

-Ηθοποιούς που απογειώνουν την αύρα των περσόνων.

 

Επιτυγχάνει να μας δημιουργήσει μια έντονη διάθεση προβληματισμού, για το ποια είναι όντως η λύση στην πραγματική ζωή, στα συγκεκριμένα θέματα διαφθοράς.

 

Μια διανομή των Rosebud.21/Seven films

 

O Eretikos κριτικός Γιάννης Κρουσίνσκυ

Ολες οι Ειδήσεις

Ειδήσεις Top Stories
X