Επιλογές

~Θρύλοι και παραμύθια,της Πολυξένης Ζαρκαδούλα~

~Θρύλοι και παραμύθια,της Πολυξένης Ζαρκαδούλα~
ViberViber MessengerMessenger WhatsAppWhatsApp
Ακούστε το άρθρο

Ήταν ένα ηλιόλουστο απόγευμα.
Περπατούσε για ώρες,είχε ανάγκη να ξεδιψάσει το μυαλό και την καρδιά του.
Η σκέψη του ήταν θολή,ο αέρας ένοιωθε πως λιγόστευε στο δωμάτιο…
Από τότε που έφυγε εκείνη, δεν άντεχε να κάθεται στο σπίτι…
Ένοιωθε το άρωμά της παντού,πλημμύριζε το δωμάτιο από τις εικόνες της, την μορφή της…
Πήγαινε στο σαλόνι και την έβλεπε να κάθεται στην τηλεόραση,
πήγαινε στην κουζίνα και τη σκεφτόταν να του μαγειρεύει,
πήγαινε στο υπνοδωμάτιο και τη φανταζόταν να ξαπλώνει στο κρεβάτι και να της κάνει έρωτα…
Ένοιωθε την ανάσα της καυτή στο μαξιλάρι να τον αγκαλιάζει,τα σεντόνια είχαν πάρει την μορφή του κορμιού της, κάθε φορά που κοίταζε στον καθρέφτη το πρόσωπό του συναντούσε το δικό της να του χαμογελάει και να τον καλεί στ’ άδυτα του έρωτά της…
Έτσι,πήρε απόφαση να φύγει από το σπίτι,είχαν περάσει ήδη δύο μήνες από την ημέρα που τον εγκατέλειψε κι ακόμα δεν συγχωρούσε τον εαυτό του,αυτός έφταιγε,τον είχε προειδοποιήσει πολλές φορές πως δεν άντεχε άλλο αυτή την μίζερη ζωή…
Καθώς τριγυρνούσε στους δρόμους του νησιού, συναντούσε τα βλέμματα των ανθρώπων και μέσα τους καταλάβαινε τον οίκτο που ένοιωθαν για εκείνον…
Κάποιοι δεν τολμούσαν ούτε να του πουν ένα απλό γεια…
Το νησί ήταν φανερό πως δεν τον σήκωνε άλλο,το θέμα της εξαφάνισης της συζύγου του μονοπωλούσε το ενδιαφέρον στα πηγαδάκια των φίλων,των συγγενών,των γνωστών…
Ήταν μια μικρή κοινωνία χωρίς πολλά ενδιαφέροντα…
Έκατσε σ’ ένα καφενείο, παρήγγειλε λίγο κρασί κι ύστερα χάθηκε στις σκέψεις του.
Δύο συνάδελφοι που ήρθαν έκατσαν απέναντί του,του έριξαν δυο ματιές και κάτι ακατάληπτα λόγια σιγομουρμούριζαν, ήταν εμφανές πως μιλούσαν για την Έλενα…
Ήπιε δύο ακόμη μικρά ποτηράκια κόκκινο κρασί βιαστικά και βγήκε έξω…
Ερινύες τον κυνηγούσαν και φίδια τυλίγονταν γύρω από τον λαιμό του,τον έπνιγαν,
ζητούσαν να του πάρουν τη ζωή,προσπάθησε να τα λύσει από τον λαιμό του αλλά δεν τα κατάφερνε, έβγαζαν την δηλητηριώδη γλώσσα τους κι απεγνωσμένα ρουφούσαν τις τελευταίες του ανάσες…
Έτρεξε όσο πιο μακριά μπορούσε,στ’ αυτιά του έφταναν τα τελευταία λόγια της Έλενας ξανά και ξανά: “Αντώνη,δεν αντέχω άλλο…Λυπάμαι πολύ”!
Πέρασε το τελευταίο γεφυράκι χωρίς να το καταλάβει.Είχε ήδη αρχίσει να νυχτώνει!Τα βήματά του,αν και βαριά,τον έφτασαν μέχρι το ποτάμι…
Εκεί που ο θρύλος μίλαγε για νεράϊδες κι εξωτικά,εκεί που το δάσος πύκνωνε από άγρια βλάστηση,εκεί που η φύση συναντούσε νεραϊδόμορφες γυναίκες που τρέλαιναν τους άνδρες με τα θέλγητρά τους…
Τις νύχτες πλανιόντουσαν αερικά στο δάσος κοντά στο ποτάμι…
Από την πολλή κούραση ακούμπησε σ’ έναν κορμό ενός δέντρου να ξαποστάσει το κουρασμένο του κορμί από το τρέξιμο και το πολύ ποτό.
Ήταν φανερό πως είχε κουραστεί, παρόλο το νεαρό της ηλικίας του η τελευταία δοκιμασία τον είχε καταβάλει.
Ένοιωθε τόσο πολύ κουρασμένος που νόμιζε πως άκουγε διάφορους ήχους…Τα νερά από το ποτάμι δίπλα του κυλούσαν ήρεμα και σα να τον νανούριζαν…
Ξαφνικά,ένοιωσε θυμό,κάποιος τολμούσε να χαλάσει την ησυχία του…Γέλια ηχούσαν από μακριά…Το κεφάλι του όλο και πιο πολύ έγερνε…Τα βλέφαρά του ήταν τόσο βαριά που θόλωναν την όρασή του…Δεν μπορεί να ήταν δυνατόν αυτό που αντίκρυζε: το μυαλό του έπαιζε παιχνίδια…Πέντε όμορφες λυγερές γυναίκες πλησίαζαν προς το μέρος του,φορούσαν αραχνούφαντα,μακριά φορέματα σε κόκκινο,μπλε,πράσινο,ροζ και μωβ χρώμα. Ήταν όμορφες και χαρούμενες,χόρευαν και γελούσαν…Από κάπου μακριά έπαιζε μια γλυκιά μελωδία… Μόλις τον είδαν κοντοστάθηκαν για λίγο,είπαν κάτι και μ’ ένα νεύμα μεταξύ τους,ήρθαν προς το μέρος του…Τον περικύκλωσαν κι άρχισαν να χορεύουν όλες μαζί γύρω γύρω….
Ο άντρας δεν πίστευε στα μάτια του αλλά ούτε και στ’ αυτιά του!Ονειρευόταν με τα μάτια ανοιχτά!
Πήγε στο ποτάμι κι έπλυνε το πρόσωπό του,ήπιε λίγο νερό με την χούφτα του να ξεδιψάσει το μυαλό του.Για μια στιγμή έκανε το σταυρό του, η μία νεράϊδα τού χαμογέλασε και τον πλησίασε,του έστειλε ένα πεταχτό φιλί κι έκατσε σιμά του…
Εκείνος πήγε να την αγγίξει,μα ο μύθος έλεγε πως αν τολμούσε κάποιος να τους μιλήσει ή να τις ακουμπήσει,θα τρελαινόταν…
Τότε κι εκείνες εξαφανίστηκαν με ανάλαφρες κινήσεις και γέλια ηχηρά…
Ο άντρας κουρασμένος, αποκοιμήθηκε μέσα στο δάσος…
Την επόμενη ημέρα όλα ήταν ίδια…
Η ζωή ακολούθησε τους ρυθμούς της κι εκείνος δεν θυμόταν τίποτα μόνο κάποια γέλια άκουγε κάθε που είχε πανσέληνο…

Πολυξένη Ζαρκαδούλα
Επιμέλεια Ενότητας:Αυγουστάτου Σόφη

Ολες οι Ειδήσεις

Ειδήσεις Top Stories
X