Eretiki Κριτική

Eretiki κριτική της ταινίας “Επαγγελματίας Υπνοβάτης”

Eretiki κριτική της ταινίας “Επαγγελματίας Υπνοβάτης”
ViberViber MessengerMessenger WhatsAppWhatsApp
Ακούστε το άρθρο

Από τον Eretiko κριτικό Γιάννη Κρουσίνσκυ

Μεταδίδεται στον θεατή η Διαπάλη και Αγάπη, που διαθέτει ο Ραΐσης και οι συνεργάτες του για την συνυπάρχουσα λεκτική και οπτική φύση του Κινηματογράφου.

Πολλή ευχάριστη κινηματογραφική μελωδία του ελληνικού Σινεμά μέσα στη σεζόν! Κυρίως όμως, για τους Σινεφίλ που ψάχνουν πάντοτε ακομπλεξάριστα για ενδιαφέρουσες, εκκεντρικές προτάσεις.

Εκεί που νομίζεις, ότι φλερτάρει ξαφνικά το έργο με τον σεξισμό και τη φτήνια του σκυλάδικου, ξαφνικά μετατρέπει τα πάντα στον αμόλυντο, πικρό αστεϊσμό κάθε αληθινού Καλλιτέχνη. Η κατ’ εξαίρεση απενοχοποιημένη κυνικότητα συνταιριάζει με τον αφοριστικό αστεϊσμό.

Ανάλυση

Γενικώς…

Σαφώς και φέρει ενδιαφέρουσα ταυτότητα το εν λόγω έργο. Αποτελεί ένα τόσο αξιοπρόσεκτο σημείο ελληνικής ταινίας μέσα στην κινηματογραφική σεζόν, που θα ήταν προκλητικά άδικο το να περάσει αυτό απαρατήρητο! Ένα έργο γεμάτο με δημιουργικές αντιθέσεις και στρωτά σημεία κινηματογραφικών παραμέτρων (σενάριο, σκηνοθεσία, μοντάζ, διεύθυνση φωτογραφίας, ερμηνείες κτλ), που μετατρέπονται από κοινού σε καλλιτεχνικά εφόδια. Μην ψάχνετε εδώ για θεματική, προβληματική ή καλλιτεχνικό/νοηματικό άξονα. Εδώ αντιθέτως, όλα τα καθορίζουν οι κινηματογραφικές παράμετροι και η διακύμανση της Ψυχαγωγίας του έργου. Τα συστατικά συνδεσιμότητάς τους είναι έξυπνα. Χιούμορ, Ρομαντισμός, Μυστήριο. Ισορροπημένη Φαντασία και Καλπάζων Ρεαλισμός. Συγκρατημένη Κωμωδία στην κυρίαρχη ατμόσφαιρα και προσεκτικό Δράμα ως αλατοπίπερο στις ψυχές των ρόλων.

Όλα αυτά συμβαίνουν, μεθοδικά και αχαλίνωτα, ταυτοχρόνως. Ξεχάστε λοιπόν στιγμιαία τις γνώριμες λέξεις. Διότι, για να περιγράψεις κινηματογραφικά με δύο εύστοχες λέξεις την ταινία Επαγγελματίας Υπνοβάτης” του Βασίλη Ραΐση, οφείλεις πρώτα να κατανοήσεις την μόνιμη αντίφαση στον επικοινωνιακά μη καθημερινό παλμό, που η ίδια θαρραλέα εκπέμπει. Και για να το κάνεις αυτό, οφείλεις αντιστοίχως να μετατραπείς στιγμιαία σε λεξιπλάστη. Επομένως, χάριν κατάλληλου υφολογικού προσδιορισμού, θα λέγαμε, πως οι εξωγήινα σύνθετοι χαρακτηρισμοί “ΚωμικοΜυστηριώδης” και “ΜελοΔραμαΡομαντικός” (αν και αδόκιμες σε σχέση με την καθομιλουμένη) θα μπορούσαν εν προκειμένω να αποτελούν τις αρμόζουσες επεξηγηματικές λέξεις, ως προς τη βέλτιστη νοηματική απόδοση, για το εκρηκτικό κινηματογραφικό μοτίβο της ταινίας “Επαγγελματίας Υπνοβάτης” (2023).

Η σκηνοθεσία του Βασίλη Ραΐση θα βρει τους απαραίτητους δρόμους καλλιτεχνικής επικοινωνίας στο σενάριο συνδημιουργίας του ιδίου με τον Γαβριήλ Ευσταθίου, καθ’ όλη τη διάρκεια του έργου. Πολύ σημαντικό πρόσωπο της υπόθεσης είναι η μητέρα του κεντρικού ήρωα, Άγγελου. Η μητέρα του ήταν εκείνη, η οποία απαξίωνε τις καθιερωμένες συγκεντρώσεις ποίησης μετά φαγητού, που έκανε τελετουργικά ο γιος της με τους τρεις φίλους του. Η μητέρα στην πορεία προσαρμόζεται άμεσα, μόλις ο Άγγελος γίνεται θύμα σοβαρού τροχαίου ατυχήματος! Η ίδια τότε τον περιθάλπει απτόητη, μεταδίδοντάς του ανεκτίμητη ασφάλεια. Αυτή η κρίσιμη προσαρμογή αρχικώς απαλύνει και τον πόνο του τραγικού ατυχήματος από το μυαλό του θεατή, εν αγνοία του. Και παρομοίως εν αγνοία του τον οδηγεί με αντίστοιχη ασφάλεια στο επερχόμενο απενοχοποιημένο κωμικό μοτίβο (κάτι το οποίο δεν ήταν καθόλου δεδομένο, αν σκεφτούμε, τι σημαίνει τροχαίο δυστύχημα).

Βεβαίως, υπάρχει και ο κωμικός ρόλος του απερίσκεπτου οδηγού, ο οποίος μολονότι έφταιγε για το τρακάρισμα με τον Άγγελο, μιλά περί ανέμων και υδάτων για ζώδια. Η μουσική και το σκοπίμως απότομο-συντομευμένο μοντάζ τότε βάζουν επίσης τα θεμέλια για την καθοριστική αυτή μετάβαση. Όμως χωρίς την μητέρα αυτή, δεν θα μπορούσε ποτέ ο θεατής να ξεπεράσει ψυχολογικά το ατύχημα του Άγγελου και να αγκαλιάσει το συνεχές κωμικό μοτίβο. Ιδίως ο Έλληνας θεατής, που διαθέτει καθοριστική σχέση με τη μητέρα του…Εδώ ο Ραΐσης πολύ διακριτικά έπιασε ψυχολογική φλέβα…Αυτό το λέω για την εξακολουθητική υποστηρικτική φροντίδα από τη μητέρα του κεντρικού ήρωα και όχι για την ίδια τη στιγμή της μεταβατικής περίθαλψης.

Έτσι μπορεί έπειτα το έργο πολύ πιο εύκολα και απενοχοποιημένα να εισέλθει με οπτικοποιημένο μυστήριο στην εγκεφαλική μεταμόρφωση η οποία προτάσσει το υποσυνείδητο του Άγγελου, που διαθέτει μαντικές-ενσυναισθητικές-τελετουργικές ικανότητες. Πράγματι, ο Ραΐσης παίζει συνεχώς μεταξύ Φιλοσοφίας-Ψυχολογίας-θρησκείας. Αλλά και στη σφαίρα της Μυθολογίας. Ο ρόλος της μητέρας εκμεταλλεύεται τα χάπια για την θεραπεία του γιου της, όταν εκείνη ανακαλύπτει, πως αυτά τα χάπια τον μεταμορφώνουν σε εκσυγχρονισμένη αρσενική Πυθία.

Το κείμενο διατηρεί σε πολλά σημεία έμμετρο λόγο, διότι φυσικά κάτι τέτοιο συνάδει με την πορεία των περσόνων-φίλων ποιητών. Μα επιπλέον, αυτό το έμμετρο στοιχείο υποστηρίζει και την “αχνή” αρχαιοελληνική επιρροή, μετατρέποντας τον κεντρικό ήρωα Άγγελο σε εκσυγχρονισμένη μορφή Πυθίας μέσα από αρσενική εκφραστικότητα, που παράλληλα όμως πείθει τελετουργικά και τον σημερινό φιλότεχνο θεατή. Η αλλαγμένη χροιά της φωνής ταυτίζεται τόσο με την Πυθία, όσο και με το απελευθερωμένο υποσυνείδητο του ρόλου Άγγελου.

Η έννοια του χρησμού διατηρείται εδώ, με τον Άγγελο να είναι ο χρησμοδότης και η απίθανη μητέρα του να βρίσκεται ενίοτε σε ρόλο χρησμολόγου. Να ερμηνεύει δηλαδή, το οργανωμένο παραλήρημα του γιου της. Κάθε πελάτης είναι ο χρησμοδόχος των πληροφοριών. Σαφέστατα, καλύτερη οπτικοποίηση στην μυσταγωγία της προφητικής αύρας είναι η μετακίνηση των τριών φίλων, του Άγγελου και της μητέρας του, στα υποτιθέμενα ιαματικά λασπόλουτρα. Οι τρεις φίλοι Φώτης, Κλέων και Γιάννης μοιάζουν αρχικώς με ισότιμους ποιητές ή και μάντεις στην πορεία ζωής του Άγγελου. Λειτουργούν αντιρατσιστικά στη ζωή τους (δεν τους πειράζει, ότι ο ένας διαθέτει αλλιώτικη σεξουαλικότητα) και λατρεύουν να χρησιμοποιούν την Ποίηση σχεδόν τελετουργικά, ακόμη και σε καταστάσεις που προκαλούν αμηχανία σε άλλους ανθρώπους.

Ωστόσο, εν εξελίξει ο Άγγελος διαπερνά σε βαθύ πνευματικό-ποιητικό επίπεδο και τους ξεπερνά. Εκείνοι τον παραδέχονται. Για αυτό το λόγο και έχουν ιδιαίτερες απαιτήσεις ύστερα από εκείνον, στο θέμα αντισυμβατική Τέχνη. Εκείνος τους απογοητεύει. Και εδώ είναι το εκπληκτικό! Εκεί που νομίζεις, ότι φλερτάρει ξαφνικά το έργο με τον σεξισμό και τη φτήνια του σκυλάδικου, ξαφνικά μετατρέπει τα πάντα στον αμόλυντο, πικρό αστεϊσμό κάθε αληθινού Καλλιτέχνη, που απλώς αναγκάζεται να γράψει στη ζωή του περιστασιακά ορισμένες ανοησίες, για να βιοπορίζεται…Η κατ’ εξαίρεση απενοχοποιημένη κυνικότητα συνταιριάζει με τον αφοριστικό αστεϊσμό. Από τον κεντρικό ήρωα Άγγελο, στον σκηνοθέτη και φυσικά στον θεατή.

Η σκηνοθεσία του Ραΐση χρησιμοποιεί υποκειμενικά πλάνα μέσα από τη ματιά του Άγγελου, αλλά παράλληλα τότε ακριβώς δίνει πρωταγωνιστική δυναμική σε άλλους ρόλους (απρόσεκτος οδηγός, τραγουδίστρια, διάφοροι πελάτες). Η εστίαση ή διακριτική αφοσίωση στα πόδια του ανάπηρου Άγγελου ακολουθεί διαρκώς τον θεατή, υποδεικνύοντάς του ότι υπάρχει πιθανή βελτίωση στην πορεία της υγείας του χαρακτήρα. Αυτό κορυφώνεται, μόλις εκείνος φλερτάρει και περπατά (έστω και άτολμα) μαζί με την ερωτεύσιμη γιατρό του. Η βωμολοχία έρχεται μόνο σε σπάνια σημεία του έργου, με αποτέλεσμα η χρήση της από τον Άγγελο να εκπλήσσει, αποκτώντας ένα πιο πανοραμικό ενδιαφέρον, που μάλλον συνιστά καθρεπτισμένη παρατήρηση στην ανερμήνευτη ζωή όλων των Καλλιτεχνών.

Η σκηνογραφία του έργου από την Ανθή Πολίτη είναι έκτακτη! Ο χώρος της Χρύσας την κάνει να φαίνεται σαν την κακομαθημένη πριγκίπισσα ενός σύγχρονου παραμυθιού. Το δε δωμάτιο του μάντη εν υπνώσει, ποιητή Άγγελου, αποτελεί μια επίσης υπέροχα τακτοποιημένη, οπτική ενημέρωση ψυχοσύνθεσης. Με πολλές θεότητες να κοσμούν τον τοίχο μεταξύ σοβαρού και αστείου (σοβαρού για τους πελάτες και ιδιωτικού αστείου για τον Άγγελο με τη μητέρα του). Το ποιοτικό σύνολο στη μουσική της ταινίας την καθιστά πιο ατμοσφαιρική, πιο ρομαντική και συνεπώς πιο διεθνιστική.

Η αφύπνιση του Άγγελου αφορά τη συσχέτιση με τη συνειδητή και ασυνείδητη περσόνα του, καθώς και με τη βελτίωση-αποκατάσταση στο περπάτημά του. Συνολικά εδώ γίνεται ένα απρόβλεπτο παιχνίδι μεταξύ εκμεταλλεύσιμης ψυχολογικής ανισορροπίας και αναζήτησης Ηθικής. Θα συνοδεύσει τον Σινεφίλ μέχρι το τέλος, χωρίς διδακτισμούς. Επιπροσθέτως, η διατήρηση της ισορροπίας ανάμεσα σε σενάριο και σκηνοθεσία επέτρεψε στον οργανωτικό Διαμαντή Τάσση να πάρει *ωφέλιμες αποφάσεις, αντιστοίχως σε διεύθυνση φωτογραφίας και μοντάζ. Γενικώς, αυτό το τετραπλό σχήμα σκηνοθεσία-σενάριο-μοντάζ-διεύθυνση φωτογραφίας φαίνεται σε όλη την αφήγηση του έργου.

Συμπερασματικά

Αυτό που με κάνει το “Επαγγελματίας Υπνοβάτης” να σκέφτομαι μετά την παρακολούθησή του, είναι ότι περιλαμβάνει Αγάπη για το Παρελθόν. Με εξαίρεση την κάμερα πίσω από τις εικόνες (κάμερα με μάτια Ιησού), δεν θυμάμαι να είδα κάποιο άλλο τεχνολογικό στοιχείο της σημερινής εποχής να πρωταγωνιστεί. Έτσι τελικά, διακρίνεται στο προσκήνιο η διαχρονικότητα των Τεχνών στη Ζωή (φερειπείν Ποίηση-Συγγραφή, Ζωγραφική και ένα φλερτάκι με τη γενική Θέαση ταινίας και αλληλένδετης Κινηματογράφησης ηρώων, που κλείνει το μάτι στον θεατή).

Οι δε έντονες κινηματογραφικές επιρροές του δημιουργού Ραΐση συνοψίζονται στην πασιφανή Αγάπη του για το Δράμα και την Κωμωδία, το κείμενο και την προβολή, τη συνέργεια μεταξύ σεναρίου και σκηνοθεσίας, καθώς και για τα δίπολα διαπάλης χαρακτήρων, σε τρεις ενδιαφέρουσες στιγμές εντός της ταινίας του. Η πρώτη, γίνεται στα λασπόλουτρα, όπου ο Γιάννης (ένας εκ των φίλων ποιητών του Άγγελου) μιλά για τη ρυθμιστική προβολή, που έφτιαξε η μητέρα του κεντρικού ήρωα στον χώρο “δουλειάς.” Μα τότε ο Άγγελος υποστηρίζει, ότι αντιθέτως τα ποιήματά του είναι εκείνα, τα οποία έχουν μεγάλη σημασία.

Η δεύτερη στιγμή, κατ’ εμέ, είναι πιο σημαντική όμως. Πρόκειται φυσικά για τη λεκτική διαμάχη μεταξύ Άγγελου και Χρύσας (η “φτασμένη” συγγραφέας που απολάμβανε ενυπόγραφα τη δόξα, ενόσω ο Άγγελος με το αζημίωτο μεν, αλλά άδοξα, την ξελάσπωνε). Τότε λοιπόν τα στοιχεία που χρησιμοποιεί ο Ραΐσης και οι συνεργάτες του σε σκηνοθεσία, σενάριο, μοντάζ και διεύθυνση φωτογραφίας έχουν μια περίτεχνη μικρή δόση, αλμοδοβαρικής και μελμπρουξικής μίξης! Ο Ραϊσης ενώνει τότε σενάριο και σκηνοθεσία, Δράμα και Κωμωδία, με την αλμοδοβαρική αποστασιοποίηση-παρατήρηση της δραματικής σύγκρουσης και με την οπτικά απλοϊκή, μελμπρουξική κωμικότητα!

Δεν με πιστεύετε; Θυμάστε καλά το “Δράκουλας: Νεκρός και Μ’ Αρέσει”; Οι στιγμές με την επιστροφή του αντιλόγου Δράκουλα και Βαν Χέλσινγκ κατά τον διεκδικηθέντα επιθυμητό τελευταίο λόγο, με ξεκαρδιστικά παιδιαρίσματα ακόμη και έξω από το παράθυρο, εδώ διανθίζονται. Όχι. Ο Ραΐσης δεν αντιγράφει…Παίρνει την επιρροή του από δύο κορυφαίους αλλιώτικους δημιουργούς και φτιάχνει κάτι όχι κορυφαίο, αλλά αναμφισβήτητα ποιοτικού βεληνεκούς για την τέρψη και σκέψη του θεατή! Εδώ η Χρύσα εμφανίζεται από δεξιά και αριστερά αιφνιδιαστικά έξω από τα παράθυρα πολλές φορές, θέλοντας να έχει εκείνη τον επιβλητικό τελευταίο λόγο. Με μελμπρουξική ανάδειξη παλιμπαιδισμού. Και η επαγγελματική σχέση της με τον Άγγελο απαξιώνεται τότε αισθαντικά, έχοντας αλμοδοβαρικό πάθος. Επίσης, το “κράξιμο” δεν είναι ομοφοβικό εδώ, μα σαρκαστικό προς κάθε σεξουαλικότητα, επουλώνοντας πληγές επί τόπου (π.χ. αντίδραση Άγγελου).

Η τρίτη στιγμή, αφορά τον εκδότη και τον Άγγελο. Το πλάνο μέσα από τη βέσπα μάς δείχνει εικονοποιημένα, ότι τιμόνι (Άγγελος γράφων) και αναπαυτικό κάθισμα (εκδότης)συναντώνται” κάπου στη μέση. Αυτό το κάπου προσδιορίζεται αργότερα νοηματικά, δια των ανάλογων στιχομυθιών: Άγγελος: “Πώς κοιμάσαι τα βράδια, ενώ εκδίδεις τέτοια πράγματα”; Εκδότης: “Σαν πουλάκι!” Εκδότης: “Εσύ πώς κοιμάσαι τα βράδια, ενώ γράφεις τέτοια πράγματα;” Άγγελος: “…Με χάπια.”

Να σημειώσουμε ακόμη, ότι η σκηνοθεσία οριοθετεί την σταθερή πορεία της δομημένης αφήγησής της, με αρχή, μέση και τέλος, επαναληπτικά: στην ποίηση-σύσκεψη στα λασπόλουτρα, στην παρουσία του εκδότη, και στην προχωρημένη σχέση του Άγγελου με τους πελάτες του. Εν κατακλείδι, η ουσία είναι ότι μεταδίδεται στον θεατή η Διαπάλη και Αγάπη, που διαθέτει ο Ραΐσης και οι συνεργάτες του για την συνυπάρχουσα λεκτική και οπτική φύση του Κινηματογράφου. Πολλή ευχάριστη κινηματογραφική μελωδία του ελληνικού Σινεμά μέσα στη σεζόν! Κυρίως όμως, για τους Σινεφίλ που ψάχνουν πάντοτε ακομπλεξάριστα για ενδιαφέρουσες, εκκεντρικές προτάσεις.

Σκεπτικό…

*Νοηματικά Ρυθμισμένη Θέαση

Σαν σε αντίστροφο Rear Projection, ο Διαμαντής Τάσσης μέσα από τη διεύθυνση φωτογραφίας, με ρυθμισμένη θέαση, βελτιώνει την αφήγηση, κάνοντάς την να ανήκει πλήρως στην νοηματική απόδοση του έργου. Η εικόνα κινείται με εστίαση στους πελάτες (πιο μπροστά στο πλάνο) και θόλωση στο δωμάτιο (σαν αινιγματικό και ανιχνευτικό φόντο). Ιδανική ρύθμιση!

Έτσι ο θεατής αρχίζει ενστικτωδώς να κατανοεί αργά τη μυσταγωγική ύπνωση του Άγγελου στη σχέση με το υποσυνείδητό του και με τους πελάτες. Έχει γίνει ένα, με τον δίχως διαύγεια Άγγελο, ο θεατής τότε. Εξαιρετικό! Παράλληλα και στο μοντάζ, ο Τάσσης δίνει αισθαντικότητα ακόμη και σε τριγμούς του ανάπηρου Άγγελου, πυροδοτώντας παράλληλα την αποκάλυψη του σεναρίου (συμπληρωματική θέαση σε ροδιές του αμαξιδίου που κατευθύνει η μητέρα, αποφεύγοντας πελάτισσες τις οποίες ο ίδιος ο Άγγελος εν υπνώσει του είχε εξυπηρετήσει).

Αλλά να τα λέμε όλα. Αντιθέτως, το προηγούμενο στιλ Rear Projection με τη βέσπα λίγο προτού τρακάρει ο Άγγελος, δεν ήταν καθόλου καλό. Το φόντο φαινόταν εντελώς ψεύτικο…Κακή στιγμή…Αλλά εντάξει, δεν επηρεάζει σε καμία περίπτωση κάτι τέτοιο την όλη εξαιρετική δουλειά.

Πιο Αναλυτικά…

Ερμηνείες

Μιχάλης Καλιότσος (Άγγελος)

Αυτό το απότομο, σκυθρωπό ύφος ταιριάζει στην ψυχοσύνθεση του Άγγελου. Ενός ανθρώπου που μισούσε τη δουλειά του και έπειτα ταράχτηκε λόγω του ατυχήματος, μα μέσα στην εσωστρέφειά του, δεν το έδειχνε. Οι εκφράσεις του ηθοποιού εμπλουτίζονται στην πορεία και τούτο αποδεικνύει, πως υπήρχε μεθοδολογία εξαρχής. Ο ερμηνευτής παίζει και με την αλλαγμένη φωνή στην πορεία. Το μοτίβο σκυθρωπότητας και ρομποτικών απαντήσεων αρχίζει και διαφοροποιείται ωφέλιμα, ολοένα και πιο εκφραστικά, όσο ο Άγγελος διαβλέπει αλλιώτικα τη ζωή. Είναι μια ενδιαφέρουσα ερμηνεία!

Ελένη Γερασιμίδου (Μητέρα Άγγελου)

Η πολύπειρη ερμηνεύτρια φέρνει μια έντονη δυναμική στην περσόνα της μητέρας! Η αυστηρότητα, η πονηριά, η τρυφερότητα, η χειραγώγηση είναι βασικά στοιχεία με τα οποία η ηθοποιός επιβάλλεται στην κάμερα ως μητέρα του Άγγελου. Το μεγάλο κέρδος είναι πως παραμένει πιστή στην απρόβλεπτη γνησιότητα του χαρακτήρα. Πότε εξαιτίας της ανεξάρτητης σοβαρότητας φέρνει την κωμικότητα στο έργο αβίαστα και πότε κατακτά τη συμπάθεια του θεατή, παίζοντας πιο θεατρικά με τις επικριτικές ρίμες προς τους ποιητές φίλους του γιου της. Ήταν άκρως απαραίτητη για το μοτίβο του έργου!

Καλλιρρόη Μυριαγκού (Χρύσα)

Προσωποποίησε στον θεατή, αυτό που κάνει διαρκώς το έργο. Την απαιτητική φόρμα του κωμικοτραγικού στοιχείου. Αξιοποιεί τον θυμό της Χρύσας, όταν προετοιμάζεται να εκραγεί και τελικά παρεκτρέπεται στον “μετασεισμικό” τσακωμό με τον Άγγελο.

Μια διανομή της New Star

Συντελεστές

Σενάριο: Βασίλης Ραΐσης, Γαβριήλ Ευσταθίου. Σκηνοθεσία: Βασίλης Ραΐσης. Μοντάζ: Διαμαντής Τάσσης. Διεύθυνση Φωτογραφίας: Διαμαντής Τάσσης. Πρωταγωνιστούν/συμμετέχουν: Μιχάλης Καλιότσος, Ελένη Γερασιμίδου, Γιάννης Στεφόπουλος, Φώτης Θωμαϊδης, Στέλιος Ιακωβίδης, Κώστας Βασαρδάνης, Μαρία Κεχαγιόγλου, Καλλιρρόη Μυριαγκού, Μπέτυ Νικολέση, Μανώλης Μαυροματάκης, Κώστας Φλοκατούλας, Άριελ Κωνσταντινίδη κ.ά. Σκηνογραφία: Ανθή Πολίτη. Ενδυματολογία: Μαρία Ντάρμου. Μακιγιάζ: Ζέτα Χετζάκη. Βοηθός Σκηνοθέτη: Μαρία Ντάρμου. Μουσική: Γιάννης Αντωνόπουλος. Κάμερα: Γιάννης Αντωνόπουλος, Διαμαντής Τάσσης. Ηχοληψία: Πέγκυ Εξάρχου-Δημούδη, Άννα Γιαννακοπούλου (Σαρλότ Μιχαλισλή). Σχεδιασμός Ήχου: Κώστας Χρυσόγελος.

Ολες οι Ειδήσεις

Ειδήσεις Top Stories
X