Αναλύσεις

Τι σημαίνουν για την Ελλάδα οι υπόγειες κόντρες Κομισιόν με ΔΝΤ

Τι σημαίνουν για την Ελλάδα οι υπόγειες κόντρες Κομισιόν με ΔΝΤ
ViberViber MessengerMessenger WhatsAppWhatsApp
Ακούστε το άρθρο
Σε πορεία ρήξης βρίσκονται η Κομισιόν με ΔΝΤ για τα μάτια… της Ελλάδας. Αιτία οι διαφορετικές προσεγγίσεις για την μετά την έξοδο από τα μνημόνια εποχή και προπαντός για τις εκτιμήσεις σχετικά με την πορεία και τις επιδόσεις της ελληνικής οικονομίας.
Οι αξιωματούχοι στις Βρυξέλλες δύσκολα κρύβουν τη… δυσανεξία τους για τις θέσεις του ΔΝΤ, θέσεις οι οποίες αν υιοθετηθούν, τότε δεν αποκλείεται να φέρουν νωρίτερα τη μείωση του αφορολόγητου, προκαλώντας έτσι τη μέγιστη δυνατή πολιτική αστάθεια στην Ελλάδα (δηλαδή εκλογές το Φθινόπωρο), πράγμα που οι Ευρωπαίοι θεωρούν καταστροφή για την ελληνική υπόθεση.
Εξάλλου, πυκνώνουν οι φωνές στις Βρυξέλλες ότι δεν υπάρχει ανάγκη παρουσίας στην Ευρώπη του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου. Μάλιστα, όπως είπε ο Πρόεδρος της Κομισιόν Ζαν Κλοντ Γιούνκερ την εβδομάδα που πέρασε, η Κομισιόν μαζί με τον ESM (που θα μετατραπεί σε Ευρωπαϊκό Νομισματικό Ταμείο) έχουν την ικανότητα και την τεχνογνωσία να αναλάβουν το έργο του ελέγχου και της εποπτείας της Ελλάδας (να υπενθυμίσουμε ότι ο Ζαν Κλοντ Γιούνκερ ποτέ δεν είδε με καλό μάτι την παρουσία του ΔΝΤ στην Ευρώπη).
Ετσι, την ώρα που βήμα – βήμα προχωρά η συμφωνία για την επόμενη μέρα μετά την ολοκλήρωση του τρίτου προγράμματος, έρχονται στην επιφάνεια νέα δεδομένα και διαφωνίες. Τα «νέα» στοιχεία στην διαδικασία αυτή είναι αφ’ ενός η αλλαγή στάσης της Ευρωζώνης απέναντι στο ΔΝΤ, όπως προείπαμε και αφ’ ετέρου η συνεργασία των δύο ευρωπαϊκών θεσμών ESM και Κομισιόν για την συγκρότηση των όρων που θα πρέπει να καλύπτει η τελική συμφωνία.
Κοινοτικός αξιωματούχος διευκρινίζοντας τα δύο αυτά στοιχεία την εβδομάδα που πέρασε στις Βρυξέλλες, έκανε φανερή την αλλαγή στάσης έναντι του ΔΝΤ αλλά και των όρων που θα πρέπει να τηρηθούν σε περίπτωση αποχώρησής του.
Οι διαφορές μεταξύ Κομισιόν και ΔΝΤ όσο αφορά τις εκτιμήσεις για την πορεία της ελληνικής οικονομίας τα αμέσως επόμενα χρόνια παραμένουν μεγάλες. Μόνο που τώρα υπάρχει μία ειδοποιός διαφορά. Αυτή τη φορά και ενόψει της ολοκλήρωσης του προγράμματος, στην Κομισιόν ετοιμάζονται να επιμείνουν στις δικές τους (περισσότερο αισιόδοξες) εκτιμήσεις για την πορεία της ελληνικής οικονομίας το 2019 και κυρίως τη δυνατότητα επίτευξης του πρωτογενούς πλεονάσματος 3,5% και να απορρίψουν ενδεχόμενο βέτο του ΔΝΤ, το οποίο ενδέχεται να ζητήσει την εφαρμογή του μειωμένου αφορολόγητου από τον επόμενο χρόνο με ταυτόχρονη ακύρωση των αντίμετρων που θέσπισε η ελληνική κυβέρνηση.
Στον… καυγά Κομισιόν με ΔΝΤ παίρνουν θέση διακριτικά και στελέχη του Υπουργείου Οικονομικών στην Αθήνα. Στηριζόμενα στην πολύ καλή μέχρι τώρα εκτέλεση του προϋπολογισμού, που παρουσιάζει πρωτογενές πλεόνασμα 2,7 δις. Ευρώ τους δύο πρώτους μήνες, λένε ότι θα είναι εξαιρετικά δύσκολο στο ΔΝΤ να πείσει για την ακρίβεια των προβλέψεών του, όταν θα έχουν δημοσιοποιηθεί τα οριστικά στοιχεία του 2017 και το πρώτο τρίμηνο του 2018, που θα διαψεύδουν έμπρακτα τις εκτιμήσεις του Ταμείου. Δηλαδή περί τα τέλη Απριλίου, όταν αναμένεται να γίνει η συζήτηση.
Για το ΔΝΤ υπάρχει και μία άλλη μομφή. Όπως λένε στην Κομισιόν αρνείται να δημοσιοποιήσει τα μοντέλα και την μέθοδο των υπολογισμών του, ώστε να γίνει διασταύρωση για την εφκυρότητα των μετρήσεων που κάνει.
Μάλιστα, αυτή τη φορά στην Κομισιόν λένε ότι δεν θα μείνουν με τα χέρια σταυρωμένα μπροστά στην αδιανόητη επιμονή του ΔΝΤ. Θα προχωρήσουν πολλά βήματα μπροστά, αφού έχουν αποφασίσει να προβάλουν με τρόπο που είχαν αποφύγει μέχρι τώρα τα επανειλημμένα λάθη των εκτιμήσεων του Δ.Ν.Τ τα προηγούμενα χρόνια, που τόσο κακό και πόνο προκάλεσαν στους Ελληνες με τη λήψη σκληρών μέτρων.
Σε περίπτωση που το ΔΝΤ αποφασίσει να μην ενεργοποιήσει τη ρήτρα συμμετοχής του στο πρόγραμμα για το εναπομείναν μικρό διάστημα των 2-3 μηνών μέχρι το τέλος του προγράμματος, τότε το εναλλακτικό πλαίσιο – το οποίο έχει απαιτήσει με ανελαστικό τρόπο από η γερμανική κυβέρνηση – προβλέπει να ενισχυθεί το πλαίσιο ελέγχου και εποπτείας με ρήτρες μη αναστρεψιμότητας των μεταρρυθμίσεων, που θα έχουν συμφωνηθεί στη διάρκεια του τρίτου προγράμματος, δηλαδή πριν από τον Αύγουστο.
Οι ρήτρες αυτές θα πρέπει αφ’ ενός να υιοθετούνται με την λογική της σταθερής δέσμευσης στο αναπτυξιακό πρόγραμμα που θα πρέπει να καταθέσει η κυβέρνηση τον Απρίλιο ή στις αρχές Μαΐου και αφ’ ετέρου να διασφαλίζεται ο έλεγχος της εφαρμογής τους από το πλαίσιο της ενισχυμένης εποπτείας, που επεξεργάζεται ήδη ο ESM και η Κομισιόν και το οποίο θα ενεργοποιηθεί υπό την αναθεωρημένη μορφή του Συμφώνου Σταθερότητας.
Όπως εξήγησαν αρμόδιοι κοινοτικοί αξιωματούχοι στις Βρυξέλλες δεν πρόκειται για ένα νέο πρόγραμμα, αφού άλλωστε δεν θα συμπεριλαμβάνει χρηματοδότηση, αλλά θα καλύπτεται όσο αφορά τον έλεγχο και την εποπτεία από όλα τα διαθέσιμα εργαλεία.
Στο πλαίσιο αυτό εξετάζεται το ενδεχόμενο να ενταχθεί η ενεργοποίηση των υπολοίπων χρημάτων του δανείου (περί τα 27 δισ. ευρω) για την υλοποίηση του πακέτου των μεσοπρόθεσμης διάρκειας μέτρων παρέμβασης για την περαιτέρω ελάφρυνση του χρέους όπως είχε αποφασισθεί στο Eurogroup του Ιουνίου 2017.
Το πακέτο αυτό έχει στόχο να οδηγήσει σε περαιτέρω ελάφρυνση του χρέους κατά 25% του ΑΕΠ. Αυτό θα γίνει με την πρόωρη εξόφληση του δανείου του ΔΝΤ, με την επιμήκυνση της διάρκειας λήξης του δανείου από τον EFSF και την διασφάλιση επιτοκίου της τάξης του 1% περίπου.
Σε κάθε περίπτωση, όπως αναφέρεται αρμοδίως, όλα τα μέρη από την πλευρά της Ευρωζώνης στοχεύουν στην ομαλή ολοκλήρωση του προγράμματος έγκαιρα με ή χωρίς το ΔΝΤ αλλά με την προϋπόθεση ότι η ελληνική οικονομία θα λειτουργήσει τα επόμενα χρόνια υπό την ασφυκτική ρήτρα εποπτείας για τις ήδη ψηφισμένες μεταρρυθμιστικές αλλαγές.
Τα τελευταία σημαίνουν επίσης, όπως αναφέρουν και στις Βρυξέλλες, έξοδο από το πρόγραμμα, χωρίς πιστοληπτική γραμμή, θέση που αποτελεί μομφή για την ΕΚΤ και το διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδας Γιάννη Στουρνάρα, ο οποίος λανθασμένα επιμένει στην υιοθέτηση πιστοληπτικής γραμμής.
Μάλιστα δεν λείπουν και εκείνοι που εκφράζουν έντονες απορίες για το λόγο που ο Γιάννης Στουρνάρας επιμένει στη θέση του. Και οι λόγοι είναι δύο.
Ο πρώτος είναι το «μαξιλάρι» των 20 δις. Ευρώ, το οποίο εξασφαλίζει τη χρηματοδότηση της ελληνικής οικονομίας ως το τέλος του 2019.
Το δεύτερο το μηδαμινό κόστος για τις τράπεζες από το δανεισμό. Κόστος που κυμαίνεται από 37 ως 75 εκατομμύρια ευρώ το χρόνο, όπως απέδειξε με άρθρο του ο Μιχάλης Σάλλας.
Θανάσης Λυρτσογιάννης

Ολες οι Ειδήσεις

Ειδήσεις Top Stories
X