Διεθνή

Η Οξφόρδη πήρε πίσω το βραβείο που είχε δώσει στην ηγέτιδα της Μιανμάρ το 1997 (pics)

Η Οξφόρδη πήρε πίσω το βραβείο που είχε δώσει στην ηγέτιδα της Μιανμάρ το 1997 (pics)
ViberViber MessengerMessenger WhatsAppWhatsApp
Ακούστε το άρθρο

«Όταν η Αούνγκ Σαν Σου Κι έλαβε το βραβείο Freedom of the City το 1997 ήταν επειδή ενσάρκωνε τις αξίες της ανεκτικότητας και του διεθνισμού, που εκπροσωπεί η Οξφόρδη», ανέφερε σε ανακοίνωσή του το δημοτικό συμβούλιο της πόλης.

«Σήμερα λάβαμε την άνευ προηγουμένου απόφαση να αποσύρουμε την ανώτατη τιμή που μπορεί να απονείμει πόλη εξαιτίας της καταπίεσης της μειονότητας των Ροχίνγκια», πρόσθετε η ανακοίνωση, που εκδόθηκε έπειτα από ομόφωνη απόφαση του δημοτικού συμβουλίου της Οξφόρδης χθες.

Στα τέλη Σεπτεμβρίου το πανεπιστήμιο της Οξφόρδης αποφάσισε να κατεβάσει από τους τοίχους του το πορτρέτο της Σου Κι, πρώην σπουδάστριάς του.

Η βραβευμένη με Νόμπελ ηγέτιδα της Μιανμάρ δέχεται σφοδρές επικρίσεις για την αδράνεια που επιδεικνύει μπροστά στις διώξεις που υφίστανται οι Ροχίνγκια από τον στρατό της χώρας.

Περίπου 900.000 μέλη της μουσουλμανικής αυτής μειονότητας της Μιανμάρ έχουν καταφύγει στο νότιο Μπανγκλαντές, στον μεγαλύτερο καταυλισμό προσφύγων του κόσμου. Από αυτούς περίπου 620.000 εγκατέλειψαν τις εστίες τους μετά τα τέλη Αυγούστου έπειτα από μια επιχείρηση του στρατού.

Στο μεταξύ το Συμβούλιο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του ΟΗΕ αναμένεται να συγκαλέσει μια ειδική συνεδρίαση για τους φόνους, τις δολοφονίες και τα άλλα εγκλήματα που διαπράττονται εναντίον των Ροχίνγκια, δήλωσαν πηγές από τον οργανισμό.

«Θα υπάρξει μια ειδική συνεδρίαση στις 5 Δεκεμβρίου», εξήγησαν οι πηγές αυτές.

  • Ποιά είναι η Αούνγκ Σαν Σου Κι, η νομπελίστρια, ακτιβίστρια και πολιτικός

Γεννήθηκε στις 19 Ιουνίου 1945 στη Ρανγκούν της Μιανμάρ και ήταν κόρη του στρατηγού και εθνικού ήρωα Αούνγκ Σαν. Φοίτησε σε αγγλικό καθολικό σχολείο.

Οι διπλωματικές βλέψεις της μητέρας της θα φέρουν την οικογένεια στο Νέο Δελχί το 1960, (ακολούθησε την μητέρα της στην Ινδία όταν αυτή διορίστηκε πρέσβης της Μιανμάρ εκεί) με την Αούνγκ Σαν να φοιτά στο κολέγιο και να παίρνει το πρώτο της πτυχίο στις Πολιτικές Επιστήμες το 1964.

Μετακομίζει κατόπιν στη Βρετανία για να συνεχίσει τις σπουδές της στην Οξφόρδη: το 1969 ολοκληρώνει τη φοίτηση και παίρνει πτυχίο στη Φιλοσοφία, τα Οικονομικά και τις Πολιτικές Επιστήμες. Μετά την αποφοίτηση, περιπλανιέται για λίγο στον κόσμο και εγκαθίσταται για σύντομο διάστημα στη Νέα Υόρκη, δουλεύοντας για τρία χρόνια στον ΟΗΕ.

Στα τέλη του 1971 έρχεται ο γάμος της με τον Dr. Michael Aris, με τον οποίο αποκτά δύο παιδιά (το 1973 και το 1977). Η οικογένεια περνά τις δεκαετίες του ’70 και του ’80 στην Αγγλία, την Ινδία και τις ΗΠΑ, ακολουθώντας τις επαγγελματικές υποχρεώσεις του συζύγου αλλά και της ίδιας: εργάζεται σε οργανισμούς την ίδια ώρα που ολοκληρώνει το μεταπτυχιακό της δίπλωμα στη λογοτεχνία της Βιρμανίας.

Το 1988, χρονιά ιδιαιτέρως καθοριστική για την ίδια, η Αούνγκ Σαν επιστρέφει στη Βιρμανία για να φροντίσει την ετοιμοθάνατη μητέρα της, με τη ζωή της να παίρνει μια δραματική τροπή…

Συμπτωματικά λοιπόν η Αούνγκ Σαν επιστρέφει στη Βιρμανία από το εξωτερικό το 1988 και βρίσκει κλίμα φρίκης: αιματοκύλισμα και σφαγές διαδηλωτών, με τον λαό να βγαίνει μαζικά στους δρόμους (9 Αυγούστου 1988) αξιώνοντας δημοκρατία και τη χούντα να καταπνίγει στο αίμα τις κραυγές απελπισίας. Χωρίς ιδιαίτερη σκέψη, η Αούνγκ Σαν εμπλέκεται αμέσως στα γεγονότα, μιλώντας ανοιχτά εναντίον του καθεστώτος, με πρόταγμα τα ανθρώπινα δικαιώματα και τη δημοκρατική φυσικά διακυβέρνηση.

Πολιτική δράση

Το 1988 επέστρεψε στη Μιανμάρ (Βιρμανία) και συμμετείχε ενεργά στις λαϊκές εξεγέρσεις του 1988. Σύντομα αναδείχθηκε σε ηγέτρια υπερ της δημοκρατίας. Στις 20 Ιουλίου1989 της επιβλήθηκε κατ’ οίκον περιορισμός. Της προσφέρθηκε η ελευθερία στην περίπτωση που θα εγκατέλειπε τη χώρα αλλά αρνήθηκε.

Στις γενικές εκλογές του 1990 η Αούνγκ Σαν Σου Κι εξελέγη Πρωθυπουργός της Βιρμανίας, ηγούμενη του Εθνικού Συνδέσμου για τη Δημοκρατία, το στρατιωτικό καθεστώς όμως αρνήθηκε να παραδόσει την εξουσία θέτοντας εκτός νόμου το κόμμα της Σαν Σου Κι. Τον ίδιο χρόνο της απονεμήθηκε και το βραβείο Ράφτο. Κατά τη διάρκεια της σύλληψής της τιμήθηκε με το Βραβείο Ζαχάρωφ για την Ελευθερία της Σκέψης για την ελευθερία της σκέψης και το 1991 με το βραβείο Νόμπελ ειρήνης.

Και τα δύο βραβεία τα παρέλαβαν οι δύο γιοι της ενώ τα χρηματικά έπαθλα χρησιμοποιήθηκαν στον τομέα της υγείας και της εκπαίδευσης. Το 1995 το στρατιωτικό καθεστώς απελευθέρωσε την Σαν Σου Κι διαμηνύοντάς της ότι αν εγκατέλειπε τη χώρα δεν θα της επέτρεπε να επιστρέψει.

Το 1997 διαγνώστηκε ότι ο σύζυγός της, Michael Aris, Άγγλος πολίτης, έπασχε από καρκίνο του προστάτη. Παρόλα αυτά δεν του επιτράπηκε να επισκεφθεί την σύζυγό του και έτσι τον Μάρτιο του 1999 απεβίωσε στο Ηνωμένο Βασίλειο χωρίς να τον επισκεφθεί.

Τον Σεπτέμβριο του 2000 της επιβλήθηκε ξανά κατ’ οίκον περιορισμός και δύο χρόνια αργότερα αφέθηκε ελεύθερη.

Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος δήλωσε τότε ότι την άφησαν επειδή ήταν πεπεισμένοι ότι οι δύο πλευρές μπορούν να έχουν αμοιβαία εμπιστοσύνη ενώ η Σαν Σου Κι δήλωσε ότι μια νέα αυγή για τη χώρα ξεκινάει. Όμως στις 30 Μαΐουτου 2003 ένας χρηματοδοτούμενος από τη δικτατορική κυβέρνηση όχλος επιτέθηκε στην αυτοκινητοπομπή της Σαν Σου Κι στο Βόρειο Μιανμάρ σκοτώνοντας πολλούς υποστηρικτές της ενώ αυτή μόλις που διασώθηκε.

Αμέσως μετά η κυβέρνηση συνέλαβε την Σαν Σου Κι και την φυλάκισε. Αφού υποβλήθηκε για ιατρικούς λόγους σε υστερεκτομή, δηλαδή σε αφαίρεση της μήτρας της, τέθηκε και πάλι σε κατ’ οίκον περιορισμό. Με απόφαση των Ηνωμένων Εθνών η κράτησή της θεωρήθηκε παράνομη και αδικαιολόγητη, παρόλα αυτά η κυβέρνηση της Μιανμάρ δεν έλαβε αυτή την απόφαση υπόψιν της.

Στις μεγάλες διαδηλώσεις το Σεπτέμβριο του 2007 οι Βουδιστές Μοναχοί πλησίασαν συμβολικά πολλές φορές το σπίτι όπου κρατείται. Τον Μάϊο του 2008 Αμερικανός ακτιβιστής κατάφερε να εισέλθει στο σπίτι της και να φιλοξενηθεί σε αυτό για 48ώρες παραβιάζοντας έτσι τους όρους κράτησής της σε κατ’οίκον περιορισμό με αποτέλεσμα να προσαχθεί σε δίκη. Ύστερα από διεθνείς πιέσεις, το στρατιωτικό καθεστώς της Μιανμάρ δέχθηκε να διεξαχθεί ανοιχτή δίκη. Στις 13 Νοεμβρίου 2010 αφέθηκε εκ νέου ελεύθερη.

Στις επαναληπτικές εκλογές του Απριλίου 2012 εξελέγη βουλευτής. Το κόμμα της Κι, ο Εθνικός Σύνδεσμος για τη Δημοκρατία, κέρδισε την απόλυτη πλειοψηφία στις ιστορικές γενικές εκλογές του 2015, κάτι που μεταφράζεται σε ποσοστό άνω του 70% των εδρών του κοινοβουλίου.

Κριτική

Μετά την ανάδειξη της ως η φυσική ηγέτης της χώρας, το 2017 δέχτηκε αιχμηρή παγκόσμια κριτική ακόμα και από σημαντικές διεθνείς φυσιογνωμίες των ανθρωπίνων δικαιωμάτων οι οποίοι υπήρξαν θαυμαστές της όπως ο Ντέσμοντ Τούτου, για την σιωπηρή στάση της ως προς την καταδίωξη της εθνοτικής ομάδας των μουσουλμάνων Ροχίνγκυα (Rohingya) και την διεξαγωγή εθνοκάθαρσης της πληθυσμιακής αυτής ομάδας από τις κυβερνητικές δυνάμεις, κάτι που φάνηκε να υποστηρίζει ενώ και αρνήθηκε να τους παραχωρηθεί υπηκοότητα παρότι αποτελούν κατοίκους της χώρας.

Παράλληλα αρνήθηκε να παραστεί στην συνάντηση του γενικού συμβουλίου του ΟΗΕ σχετικά το ζήτημα επικαλούμενη υποχρεώσεις για την αντιμετώπιση των τρομοκρατών (Ροχίνγκυα) στην Μιανμάρ. Συνέπεια των παραπάνω εξελίξεων ήταν μέσω της συλλογής εκατοντάδων χιλιάδων διαδικτυακών υπογραφών στον ιστότοπο Change.org να τεθεί θέμα πρότασης αφαίρεσης του Νόμπελ Ειρήνης που έλαβε το 1991.

(Πληροφορίες από wikipedia για την Αούνγκ Σαν Σου Κι)

 

Ολες οι Ειδήσεις

Ειδήσεις Top Stories
X