Οικονομία

Aκρίβεια και φτώχεια συνθλίβουν τους Ελληνες

Aκρίβεια και φτώχεια συνθλίβουν τους Ελληνες
ViberViber MessengerMessenger WhatsAppWhatsApp
Ακούστε το άρθρο

Η φτώχεια χτυπάει την πόρτα των Ελλήνων. Ηδη σε κατάσταση εκτάκτου ανάγκης βρίσκονται οι φτωχοί Ελληνες και πολύ δύσκολα τα βγάζουν πέρα. Μάλιστα με το κύμα ακρίβειας αναμένεται να βρεθούν σε αδιέξοδο και οι ελλείψεις θα εκτοξευτούν στα ύψη. Ηδη το 96,7% των φτωχών νοικοκυριών και το 40,8% των μη φτωχών αδυνατούσαν, σύμφωνα με την έρευνα της ΕΛΣΤΑΤ για το 2020, να καλύψουν αναγκαίες δαπάνες 395 ευρώ το μήνα, που σημαίνει ότι ή δεν κάλυπταν τις ανάγκες ή χρησιμοποιούσαν χρήματα από τις καταθέσεις που είχαν στις τράπεζες.

Επίσης, το 43,7% των νοικοκυριών που έχουν λάβει καταναλωτικό δάνειο για αγορά αγαθών και υπηρεσιών, δυσκολεύεται πάρα πολύ στην αποπληρωμή και το 50,1% των φτωχών νοικοκυριών δυσκολεύεται στην έγκαιρη πληρωμή πάγιων λογαριασμών, όπως αυτών του ηλεκτρικού ρεύματος, του νερού, του φυσικού αερίου, κ.λπ. Και όπως γίνεται αντιληπτό ύστερα από τη εκτόξευση των τιμών του ρεύματος, του φυσικού αερίου και άλλων αγαθών, το πρόβλημα θα πάρει τεράστιες διαστάσεις και οι ελλείψεις αγαθών και υπηρεσιών θα γίνουν καθημερινό και αξεπέραστο φαινόμενο. Ειδικά το χειμώνα που θα χρειαστούν χρήματα για θέρμανση.

Πρόσθετο στοιχείο της δυσκολίας των νοικοκυριών είναι η μείωση του εισοδήματος. Πιο συγκεκριμένα το 21,8% των ελληνικών νοικοκυριών είδε το τελευταίο δωδεκάμηνο πριν από την έρευνα τα εισοδήματά του να μειώνονται και με το λοκντάουν του 2021 η κατάσταση επιδεινώθηκε, που σημαίνει ότι οι κίνδυνοι για τα φτωχά νοικοκυριά μεγαλώνουν και γίνονται αξεπέραστοι.

Πιο συγκεκριμένα σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ τα ελληνικά νοικοκυριά δυσκολεύονται στην πληρωμή έκτακτων οικονομικών αναγκών, στην κάλυψη εξόδων για διακοπές μίας εβδομάδας το χρόνο, στη διατροφή που να περιλαμβάνει κάθε δεύτερη ημέρα κοτόπουλο, κρέας ή ψάρι, στην πληρωμή για ικανοποιητική θέρμανση της κατοικίας, ενώ παρουσιάζουν έλλειψη βασικών αγαθών, όπως πλυντήριο ρούχων, έγχρωμη τηλεόραση, τηλέφωνο και αυτοκίνητο. Παράλληλα, εμφανίζουν αδυναμία αποπληρωμής δανείων ή αγορών με δόσεις, δυσκολίες στην πληρωμή πάγιων λογαριασμών όπως αναφέρει η ΕΛΣΤΑΤ.

Στο 28,9% του πληθυσμού της χώρας (3.043.869 άτομα) ανέρχονταν πέρυσι (εισοδήματα 2019) ο πληθυσμός που βρίσκεται σε κίνδυνο φτώχειας ή κοινωνικό αποκλεισμό, παρουσιάζοντας μείωση σε σχέση με το 2019 κατά 1,1 ποσοστιαίες μονάδες (3.161.936 άτομα που αντιστοιχούσαν στο 30% του πληθυσμού).

Το μέσο ισοδύναμο ατομικό διαθέσιμο εισόδημα ανήλθε σε 10.041 ευρώ, αυξημένο κατά 7% σε σύγκριση με το προηγούμενο έτος. Το 5,9% των νοικοκυριών δήλωσε ότι το εισόδημα του αυξήθηκε κατά τους τελευταίους δώδεκα μήνες, ενώ το 21,8% ότι μειώθηκε και το 72,3% ότι παρέμεινε το ίδιο.

Σύμφωνα με τη σχετική έρευνα της ΕΛΣΤΑΤ, το 14,5% δήλωσε ότι ο κύριος λόγος αύξησης ή μείωσης του εισοδήματος ήταν η πανδημία, εκ των οποίων το 2,9% δήλωσε ότι αυξήθηκε το εισόδημα του και το 13% ότι μειώθηκε.

Το κατώφλι της φτώχειας ανέρχεται στο ποσό των 5.269 ευρώ ετησίως ανά μονοπρόσωπο νοικοκυριό και σε 11.064 ευρώ για νοικοκυριά με δύο ενήλικες και δύο εξαρτώμενα παιδιά ηλικίας κάτω των 14 ετών, και ορίζεται στο 60% του διάμεσου συνολικού ισοδύναμου διαθέσιμου εισοδήματος των νοικοκυριών, το οποίο εκτιμήθηκε σε 8.781 ευρώ, ενώ το μέσο ετήσιο διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών της χώρας εκτιμήθηκε σε 17.263 ευρώ.

Το 2020, το 17,7% του συνολικού πληθυσμού της χώρας ήταν σε κίνδυνο φτώχειας. Τα νοικοκυριά που βρίσκονται σε κίνδυνο φτώχειας εκτιμώνται σε 701.405 σε σύνολο 4.115.678 νοικοκυριών και τα μέλη τους σε 1.856.081 στο σύνολο των 10.514.769 ατόμων του εκτιμώμενου πληθυσμού της χώρας.

Ο κίνδυνος φτώχειας για παιδιά ηλικίας 0-17 ετών (παιδική φτώχεια) ανέρχεται σε 20,9% σημειώνοντας πτώση κατά 0,2 ποσοστιαίες μονάδες σε σχέση με το 2019, ενώ για τις ομάδες ηλικιών 18- 64 ετών και 65 ετών και άνω ανέρχεται σε 18,4% και 13%, αντίστοιχα.

Σε 5 περιφέρειες (Ιόνια Νησιά, Αττική, Κρήτη, Νότιο Αιγαίο και Ήπειρος) καταγράφονται ποσοστά κινδύνου φτώχειας χαμηλότερα από αυτό του συνόλου της χώρας, ενώ σε 8 περιφέρειες (Θεσσαλία, Στερεά Ελλάδα, Πελοπόννησος, Βόρειο Αιγαίο, Κεντρική Μακεδονία, Δυτική Μακεδονία, Ανατολική Μακεδονία και Θράκη και Δυτική Ελλάδα) τα αντίστοιχα ποσοστά είναι υψηλότερα.

Χαρακτηριστικό είναι ότι το 96,7% των φτωχών νοικοκυριών και το 40,8% των μη φτωχών δηλώνει οικονομική δυσκολία να καλύψει έκτακτες, αλλά αναγκαίες δαπάνες ύψους περίπου 395 ευρώ.

Τα νοικοκυριά που αντιμετωπίζουν ελλείψεις βασικών ανέσεων στην κύρια κατοικία κατατάσσονται, κατά καθεστώς ιδιοκτησίας, ως εξής:

  • το 6,2% των νοικοκυριών διαθέτει ιδιόκτητη κατοικία με οικονομικές υποχρεώσεις (δάνειο, υποθήκη, κ.λπ.),
  • το 4,9% διαθέτει ιδιόκτητη κατοικία χωρίς οικονομικές υποχρεώσεις (δάνειο, υποθήκη, κ.λπ.),
  • το 8,6% διαμένει σε ενοικιασμένη κατοικία,
  • το 8,1% διαμένει σε δωρεάν παραχωρημένη κατοικία.

Το ποσοστό του πληθυσμού που διαβιεί σε κατοικία με στενότητα χώρου ανέρχεται σε 29% για το σύνολο του πληθυσμού, σε 25,8% για τον μη φτωχό πληθυσμό και σε 43,9% για τον φτωχό πληθυσμό. Το ποσοστό του πληθυσμού που διαβιεί σε κατοικία με στενότητα χώρου είναι μεγαλύτερο στην περίπτωση της ηλικιακής ομάδας έως και 17 ετών και ανέρχεται σε 43,2% για το σύνολο του πληθυσμού, σε 38,4% για τον μη φτωχό πληθυσμό και σε 61,2% για τον φτωχό πληθυσμό.

Το 45,8% των φτωχών νοικοκυριών δηλώνει ότι στερείται διατροφής που περιλαμβάνει κάθε δεύτερη ημέρα κοτόπουλο, κρέας, ψάρι ή λαχανικά ίσης θρεπτικής αξίας, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό των μη φτωχών νοικοκυριών εκτιμάται σε 5,3%.

Το ποσοστό των νοικοκυριών που δηλώνουν οικονομική αδυναμία να έχουν ικανοποιητική θέρμανση τον χειμώνα ανέρχεται σε 17,1%, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό για τα φτωχά νοικοκυριά είναι 39,1% και για τα μη φτωχά νοικοκυριά 12,4%.

Περιβαλλοντικά προβλήματα από παρακείμενη βιομηχανία ή προβλήματα από την κυκλοφορία αυτοκινήτων δηλώνει ότι αντιμετωπίζει το 20,2% των νοικοκυριών, ενώ ποσοστό 18,1% των νοικοκυριών αναφέρει ως πρόβλημα τους βανδαλισμούς και την εγκληματικότητα στην περιοχή του.

Το ποσοστό των νοικοκυριών που δηλώνουν επιβάρυνση από το κόστος στέγασης ανέρχεται σε 33,3%, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό για τα φτωχά νοικοκυριά είναι 83,4% και για τα μη φτωχά νοικοκυριά 22,5%.

Το 43,7% των νοικοκυριών που έχουν λάβει καταναλωτικό δάνειο για αγορά αγαθών και υπηρεσιών, δηλώνει ότι δυσκολεύεται πάρα πολύ στην αποπληρωμή αυτού ή των δόσεων.

Το 50,1% των φτωχών νοικοκυριών δηλώνει δυσκολία στην έγκαιρη πληρωμή πάγιων λογαριασμών, όπως αυτών του ηλεκτρικού ρεύματος, του νερού, του φυσικού αερίου, κ.λπ.

Το 71,6% των φτωχών νοικοκυριών αναφέρει μεγάλη δυσκολία στην αντιμετώπιση των συνήθων αναγκών του με το συνολικό μηνιαίο ή εβδομαδιαίο εισόδημά του.

Το ελάχιστο μέσο καθαρό μηνιαίο εισόδημα για την αντιμετώπιση των αναγκών των νοικοκυριών της χώρας ανέρχεται, κατά δήλωσή τους, σε 2.000 ευρώ. Τα φτωχά νοικοκυριά χρειάζονται 1.915 ευρώ, ενώ τα μη φτωχά νοικοκυριά 2.018 ευρώ.

Το 19,7% των φτωχών νοικοκυριών, το 6,5% των μη φτωχών νοικοκυριών και το 8,8% του συνόλου των νοικοκυριών δεν διαθέτουν ένα τουλάχιστον ΙΧ επιβατηγό αυτοκίνητο, ενώ το 9% των φτωχών νοικοκυριών, το 1,8% των μη φτωχών και το 3% του συνόλου των νοικοκυριών δεν διαθέτουν προσωπικό ηλεκτρονικό υπολογιστή, αν και τον χρειάζονται, λόγω οικονομικής αδυναμίας.

Ολες οι Ειδήσεις

Ειδήσεις Top Stories
X