Επιλογές

~Η Κυρά του Κάστρου~

~Η Κυρά του Κάστρου~
ViberViber MessengerMessenger WhatsAppWhatsApp
Ακούστε το άρθρο

Μέρος Πρώτο

“Ο μικρός Νικολής μας ζει σ’ έναν κόσμο γεμάτο παραμύθια!» έλεγαν όσοι με ήξεραν.
Και πράγματι! Ώρες ολόκληρες χανόμουν σκυμμένος σε παλιά βιβλία ή έκανα ατέλειωτες συζητήσεις με τις ηλικιωμένες γυναίκες του χωριού μου. Εκείνες με κερνούσαν γλυκό σταφύλι και μου διηγούνταν ιστορίες για γενναίους πολεμιστές που νικούσαν τον εχθρό, για χαμένους θησαυρούς και θρύλους για νεράιδες που κατοικούσαν στα ποτάμια και μάγευαν τα παλικάρια με την ομορφιά και το χορό τους.
Εγώ ρουφούσα όλα αυτά που μου έλεγαν και τις νύχτες καθόμουν δίπλα στο φως του κεριού κι έγραφα…έγραφα…έγραφα.
Και τα χρόνια πέρασαν.
Απόψε που είμαι μόνος στο γραφείο μου, το μυαλό μου πηγαίνει αρκετά πίσω τότε που 20χρονο παιδί, δευτεροετής της φιλολογίας, με μια φθαρμένη τσάντα στον ώμο, ένα ξεθωριασμένο σημειωματάριο και ένα μισοφαγωμένο μολύβι που γρατζουνούσε συνεχώς, ταξίδευα από τόπο σε τόπο και κατέγραφα τα ήθη και τα έθιμά του.
Μέσα από τα ταξίδια μου γνώρισα πολλούς ανθρώπους. Καθένας είχε το δικό του μοναδικό στίγμα, κανείς όμως δεν ήταν σαν Εκείνη.
«Κύριε Πολίτη!» η φωνή του βοηθού μου διέκοψε απότομα τις σκέψεις μου.
Του έκανα νόημα να φύγει.
Θέλω να ταξιδέψω πίσω στο όνειρο.

Οι καστροπολιτείες του Μοριά είχαν πάντα μια ξεχωριστή θέση στην καρδιά μου, καθώς όλο και κάποιον θρύλο ή παραμύθι έβρισκα να καταγράψω.
Στη Μεθώνη, όμως, με περίμενε μια έκπληξη.
«Αν δεν γνωρίσεις την κυρά του κάστρου, δεν είδες τίποτα!» μου είπαν οι ντόπιοι με το που πάτησα το πόδι μου εκεί.
«Ποια είναι αυτή; Μήπως κανένα ξωτικό;» ρώτησα μισοαστεία-μισοσοβαρά.
«Είναι ο ζωντανός μας άγγελος και η ελπίδα μας!» μου εξήγησε ο καπεταν-Παναγής, που με φιλοξενούσε στο σπίτι του.
Τον κοίταξα με απορία.
«Όπου πόνος και αρρώστια, είναι δίπλα μας η κυρά να μας ανακουφίσει, όπου γέλιο και χαρά, και πάλι δίπλα μας για να χαρεί! Συχνά μαζεύει τα μικρά παιδιά στο σπίτι της και τους λέει διάφορα παραμύθια!», συνέχισε.
«Καλά, δεν έχει όνομα αυτή η…κυρά;» ξαναρώτησα εγώ.
«Στα νιάτα της την έλεγαν Ελπίδα!»
«Μόνο αυτό;»
«Μόνο αυτό!»
Η κυρά του κάστρου ζούσε σ’ ένα μικρό σπιτάκι, σχεδόν κολλημένο στα ερειπωμένα τείχη του παλιού φρουρίου. Μικρό και φτωχικό ήταν-μια κουζινούλα και δυο μικρές κάμαρες όλο κι όλο-αλλά καθαρό και περιποιημένο.
Εκείνη θα’ταν πάνω-κάτω 65 χρονών, ψηλή, με μαύρα μαλλιά, που μόλις είχαν αρχίσει να γκριζάρουν, μαζεμένα στην κορυφή του κεφαλιού και καστανά αμυγδαλωτά μάτια. Οι κινήσεις της και ο τρόπος που μιλούσε έδειχναν λεπτότητα, ευγένεια και αρχοντιά.
Ήταν μυστήριο πώς μια τέτοια αρχόντισσα είχε ξεπέσει εκεί! Οι ντόπιοι είχαν πλάσει γι’ αυτή κι από μια ιστορία. Άλλοι έλεγαν πως ήταν μαγεμένη βασιλοπούλα, άλλοι ότι ήταν μια καλή μάγισσα που προστάτευε τον τόπο τους κι άλλοι-ίσως οι πιο λογικοί!- ότι απλώς ήταν μια γυναίκα ολομόναχη, χωρίς δική της οικογένεια και συγγενείς, που ανακούφιζε τη μοναξιά της προσφέροντας αγάπη και βοήθεια στους γύρω της.
Με καλοδέχτηκε, με κέρασε γλυκό σταφύλι και κάθισα μαζί της ν’ αγναντεύουμε το πέλαγος.
«Έμαθα ότι σ’ αρέσουν τα παραμύθια!» μου είπε κάποια στιγμή.
Χαμογέλασα δίχως να της δώσω απάντηση.
«Τη βλέπεις;» μου ξανάπε δείχνοντας με το χέρι της τη θάλασσα. «Άλλοτε ήρεμη και γαλήνια, άλλοτε φουρτουνιασμένη…κάπως έτσι ήμουν κι εγώ…»
Από ένστικτο έπιασα το σημειωματάριο μου στα χέρια μου.
«Γράψε!» μου είπε χαμογελώντας. «Γράψε το παραμύθι που θα σου πω!»
«Παραμύθι;» τη ρώτησα απορημένος.
«Ναι, παραμύθι! Όμως θα είναι εντελώς διαφορετικό απ’ αυτά που ήξερες μέχρι τώρα, γιατί είναι το δικό μου παραμύθι!»

Σμαραγδή Μητροπούλου
(συνεχίζεται)

Επιμέλεια Ενότητας:Αυγουστάτου Σόφη

Ολες οι Ειδήσεις

Ειδήσεις Top Stories
X