Οικονομία

Καταιγίδα ακρίβειας στα τρόφιμα – Πρωταθλήτρια στην Ευρώπη η Ελλάδα

Καταιγίδα ακρίβειας στα τρόφιμα – Πρωταθλήτρια στην Ευρώπη η Ελλάδα
ViberViber MessengerMessenger WhatsAppWhatsApp
Ακούστε το άρθρο

Το αποτυπώνουν τα επίσημα στοιχεία της Eurostat και της ΕΛΣΤΑΤ, ενώ το βιώνουν καθημερινά οι καταναλωτές. Παρά τη σημαντική επιβράδυνση του ονομαστικού πληθωρισμού λόγω της πτώσης των τιμών ενέργειας, οι τιμές των τροφίμων εξακολουθούν να αυξάνονται μήνα με τον μήνα με αποτέλεσμα μάλιστα η χώρα μας να έχει τα αρνητικά «πρωτεία» στην Ευρωπαϊκή Ένωση με αυξήσεις των τιμών κατά 3,3% τον Ιούνιο σε σχέση με τον Μάιο.

Και η κατάσταση αυτή δεν αναμένεται να αλλάξει σύντομα, καθώς ο συνδυασμός παραγόντων όπως η κλιματική αλλαγή και οι γεωπολιτικές εντάσεις με τις χρόνιες αδυναμίες και στρεβλώσεις της ελληνικής οικονομίας δημιουργούν ένα ανοδικό σπιράλ τιμών χωρίς ορατό τέλος. Νωρίτερα φέτος παράγοντες του κλάδου εκτιμούσαν ότι θα βλέπαμε μια αποκλιμάκωση στις τιμές κατά το δεύτερο μισό της χρονιάς, πλέον οι ελπίδες μεταφέρονται για το 2024. Από τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ προκύπτει αύξηση των τιμών τον Ιούνιο στις 52 από τις συνολικά 60 κατηγορίες τροφίμων που μετρούνται με τις μεγαλύτερες αυξήσεις να σημειώνονται στα νωπά φρούτα (41,15% το πρώτο εξάμηνο), άλλα προϊόντα διατροφής (17,20%), στα παρασκευάσματα με βάση το κρέας (12,19%), στα δημητριακά για πρωινό (11,05%). Ακόμη μεγάλες είναι ανατιμήσεις σημειώνονται σε άλλα βασικά είδη διατροφής, όπως στο χοιρινό κρέας (8,29%), στο ελαιόλαδο (8,25%), στις πατάτες (7,47%), στις παιδικές τροφές (6,20%) και στο ρύζι (5,96%).

Κλιματική κρίση και γεωπολιτικές εντάσεις

Η μεγάλη εξάρτηση της ελληνικής οικονομίας από τις εισαγωγές πρώτων υλών, την καθιστά ιδιαίτερα ευάλωτη στις διεθνείς αναταραχές. Μια χαρακτηριστική εικόνα της κατάστασης δίνει η 3 άλφα (Αφοι Κ. Καραγεωργίου) που αγοράζει όσπρια και ρύζι από το εξωτερικό στην οικονομική της έκθεση για το 2022. Η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία σε συνδυασμό με τις δυσμενείς καιρικές συνθήκες που επικράτησαν την προηγούμενη χρονιά είχαν ως αποτέλεσμα την αύξηση των τιμών των οσπρίων και του ρυζιού σε ποσοστό από 20% έως και 60%.

Για το 2023 η εταιρεία σημειώνει πως οι προκλήσεις παραμένουν ενώ πρόσθετοι επιβαρυντικοί κλιματικοί παράγοντες που περιορίζουν τις παραγόμενες ποσότητες οσπρίων αποτελούν οι εκτενείς ξηρασίες που παρατηρούνται και διαρκούν όλο και περισσότερο σε όλες τις περιοχές που παραδοσιακά καλλιεργούνται όσπρια ανεξαρτήτως ηπείρου. Αντίστοιχα τα ρύζια επηρεάζονται αρνητικά κυρίως από ακραίες βροχοπτώσεις και πλημμύρες με αντίστοιχη συνέπεια την μείωση της παραγωγής και την αύξηση των τιμών. Στο πλαίσιο αυτό η εταιρεία προχώρησε στα μέσα Μαρτίου σε νέες ανατιμήσεις.

Η κλιματική αλλαγή επηρεάζει ακόμη και τα προϊόντα στα οποία η χώρα μας διαθέτει ουσιαστικά αυτάρκεια, αλλά αυτή τη φορά από την ανάποδη. Αυτό γίνεται για παράδειγμα με το ελαιόλαδο, οι τιμές του οποίου έχουν εκτοξευθεί ως αποτέλεσμα της μείωσης της παραγωγής στην Ισπανία λόγω της ξηρασίας. Για να καλύψει τις ανάγκες της η Ισπανία στράφηκε σε άλλες χώρες συμπεριλαμβανομένης και της Ελλάδα και έτσι παραγωγοί αλλά ακόμη και τυποποιητές πούλησαν στο εξωτερικό πολύ μεγάλες ποσότητες σε αυξημένες τιμές.

Εκτός από την κλιματική αλλαγή, η κρίση που προκάλεσε ο πόλεμος στην Ουκρανία εξακολουθεί να υφίσταται και αυτό ήρθε να μας το υπενθυμίσει η αποχώρηση της Ρωσίας από τη συμφωνία της Μαύρης Θάλασσας που όπως αναμένεται θα βάλει ξανά φωτιά στις τιμές των σιτηρών με τους ειδικούς να αναμένουν νέες ανατιμήσεις στα δημητριακά το επόμενο διάστημα, σε όλη την Ευρώπη και τη χώρα μας.

Οι τιμές «πέφτουν σαν το φτερό»

Αυτή είναι η μία όψη του νομίσματος. Η άλλη έχει να κάνει με την λειτουργία της αγοράς. Για παράδειγμα οι τιμές των δημητριακών και των αλεύρων δεν έχουν υποχωρήσει παρά τις μειώσεις των τιμών στις διεθνείς αγορές, ως ένα ακόμη δείγμα του φαινομένου που θέλει τις τιμές να «εκτοξεύονται σαν πύραυλος και να πέφτουν σαν φτερό». Όπως αναφέρουν εκπρόσωποι του κλάδου τροφίμων οι συνθήκες δεν ευνοούν την αποκλιμάκωση των τιμών, ενώ οι ανατιμήσεις συνεχίζονται καθώς πολλές μεταποιητικές επιχειρήσεις έχουν ακόμη αποθέματα πρώτων υλών που αγοράστηκαν σε υψηλές τιμές. Στο «κάδρο» βέβαια έχει μπει και ο λεγόμενος «πληθωρισμός της απληστίας», καθώς πολλές επιχειρήσεις παρουσιάζουν ολοένα και πιο υψηλά περιθώρια κέρδους. Τη χώρα μας δεν βοηθά ο χαμηλός ανταγωνισμός αλλά και στρεβλώσεις σε σχετικές με το εμπόριο δραστηριότητες όπως τα logistics που συμβάλουν στην διόγκωση των τιμών. Επιβαρυντικά λειτουργεί και η άνοδος του κόστους δανεισμού που περιορίζει την ρευστότητα ειδικά στον πρωτογενή τομέα και τις πιο μικρές επιχειρήσεις.

Ολες οι Ειδήσεις

Ειδήσεις Top Stories
X