Επιστήμη

Επιστήμονες υπολόγισαν πότε και πώς θα εξαφανιστεί ο άνθρωπος από τη Γη

Επιστήμονες υπολόγισαν πότε και πώς θα εξαφανιστεί ο άνθρωπος από τη Γη
ViberViber MessengerMessenger WhatsAppWhatsApp
Ακούστε το άρθρο

Ενας συνδυασμός αύξησης των θερμοκρασιών και μετατόπισης των ηπειρωτικών τμημάτων της Γης στο κέντρου πλανήτη (Η Απώτατη Παγγαία) θα επιφέρει την επόμενη μαζική εξαφάνιση ειδών συμπεριλαμβανομένου ίσως του ανθρωπίνου είδους.

Τα… καλά νέα είναι ότι ούτε ο γράφων ούτε κανείς από τους αναγνώστες αυτού του άρθρου θα βρίσκεται εκεί για να δει το τέλος που υπολογίζεται σε 250 εκατομμύρια χρόνια από σήμερα.

Κλιματικά μοντέλα που επεξεργάζονται υπερυπολογιστές βρήκαν ότι στα επόμενα 250 εκατομμύρια χρόνια, σχεδόν όλα τα θηλαστικά μπορεί να έχουν εξαφανιστεί καθώς ο πλανήτης θα έχει θερμανθεί σε επίπεδα που αυτά δεν θα μπορούν να επιβιώσουν.

Το σενάριο επιδεινώνεται από την πρόβλεψη σχηματισμού μιας νέας υπερηπείρου που θα μορφοποιηθεί σταδφιακά κοντά στον σημερινό ισημερινό, σύμφωνα με μια νέα μελέτη που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Nature Geoscience.

Το ανθρώπινο είδος βρίσκεται στη γραμμή του πυρός σε αυτό το σενάριο εξαφάνισης. Ωστόσο, έχουμε περισσότερες πιθανότητες από άλλα είδη να επιβιώσουμε λόγω της τεχνολογικής προόδου.

«Αν κοιτάξουμε μόνο τη φυσική ικανότητα των ανθρώπων να επιβιώνουν από την ακραία ζέστη (χωρίς βοήθεια από την τεχνολογία), τότε υπάρχουν αρκετά όρια θερμικής καταπόνησης που δεν μπορούν να ξεπεραστούν γενικά», δηλώνει στο Newsweek Alexander Farnsworth, επικεφαλής συντάκτης της εργασίας και ανώτερος ερευνητικός συνεργάτης στο Πανεπιστήμιο του Μπρίστολ.

«Η έκθεση σε θερμοκρασίες υγρού βολβού (είναι αυτή που αισθανόμαστε όταν εκθέσουμε κάποιο σημείο μουσκεμένου ανθρώπινου σώματος σε διερχόμενο ρεύμα αέρα) πάνω από 35 βαθμούς για περισσότερες από έξι ώρες θα ήταν θανατηφόρα

Ανάλογα σε θερμοκρασία ξηρού βολβού, (η συνήθης θερμοκρασία του υγρού αέρα)  πάνω από 40 βαθμούς και με χαμηλή υγρασία για μια παρατεταμένη περίοδο μπορεί επίσης να είναι θανατηφόρα

«Αν λάβουμε υπόψη την τεχνολογία, μπορούμε να επιβιώσουμε χάρη στην κατασκευή περιβαλλοντικά ελεγχόμενων καταφυγίων με κλιματισμό. Αλλά πιθανότατα θα έπρεπε να χτίσουμε και άλλες εγκαταστάσεις για να στεγάσουν και την παραγωγή τροφίμων», είπε.

Αυτές οι ακραίες θερμοκρασίες -πιθανώς μεταξύ 50 και 70 βαθμών Κελσίου- προβλέπεται ότι θα συμβούν λόγω του αυξημένου διοξειδίου του άνθρακα στην ατμόσφαιρα, σε μεγάλο βαθμό ως αποτέλεσμα της τεκτονικής δραστηριότητας που θα προκαλεί ηφαιστειακές εκρήξεις , καθώς και λόγω του ίδιου του ήλιου που θα παράγει περίπου 2,5 τοις εκατό περισσότερο ακτινοβολία.

«Στη μελέτη μας δείχνουμε ότι οι παγκόσμιες θερμοκρασίες θα μπορούσαν να είναι περίπου 10-15 βαθμούς Κελσίου υψηλότερες από σήμερα και στο έδαφος  θα μπορούσε να είναι μεταξύ 25-30 βαθμούς Κελσίου θερμότερες από σήμερα», είπε ο Farnsworth.

Οι συγγραφείς της μελέτης προβλέπουν ότι το ζήτημα της θερμότητας θα γίνει μείζον πρόβλημα μόλις δημιουργηθεί και η επόμενη υπερήπειρος -η Pangea Ultima, η Απώτατη Παγγαία. Μόνο ένα μικρό ποσοστό μεταξύ 8 και 16 τοις εκατό της Γης θα είναι κατοικήσιμο για τα θηλαστικά, συμπεριλαμβανομένου του ανθρώπου. Αυτό συμβαίνει επειδή το ηπειρωτικό μέρος της Γης θα βρίσκεται συγκεντρωμένο γύρω από τον Ισημερινό, όπου ο καιρός θα είναι πιο ζεστός, καθώς το CO2 θα εκτοξεύεται από την τεκτονική δραστηριότητα λόγω της μετατόπισης των ηπείρων.

«Υπάρχουν τρεις κύριοι παράγοντες που θα οδηγήσουν σε μια ακραία κλιματική κατάσταση η οποία θα καταστήσει τη Γη σε 250 εκατομμύρια χρόνια αφιλόξενη.

  • Πρώτον, χωρίς να αλλάξουν οι συγκεντρώσεις διοξειδίου του άνθρακα στην ατμόσφαιρα ούτε η φωτεινότητα του ήλιου (δηλαδή η ποσότητα ενέργειας που εκπέμπει ο ήλιος), και μόνο ο μετασχηματισμός των ηπείρων σε μία υπερήπειρο, αυτό από μόνο του θα αυξήσει σημαντικά τις θερμοκρασίες καθώς το μεγαλύτερο μέρος της γης θα βρίσκεται πλέον στους τροπικούς», εξηγεί ο Farnsworth.
  • Δεύτερον, ο ήλιος θα είναι περίπου 2,5 τοις εκατό φωτεινότερος σε 250 εκατομμύρια χρόνια, προσθέτοντας περισσότερη ενέργεια στη Γη θερμαίνοντας ακόμη περισσότερο τον πλανήτη.

  • Τρίτον, το τεκτονικό συγκρότημα αυτής της υπερηπείρου δημιουργεί περισσότερη ηφαιστειακή εξάχνωση στην ατμόσφαιρα αυξάνοντας τα επίπεδα διοξειδίου του άνθρακα.

Τα θηλαστικά απειλούνται ιδιαίτερα από αυτές τις αυξήσεις της θερμοκρασίας. Eχουμε εξελιχθεί ώστε να αντέχουμε τις ψυχρότερες θερμοκρασίες πολύ καλύτερα από ό,τι μπορούμε να χειριστούμε θερμότερες.

Σύμφωνα με τη μελέτη, τα θηλαστικά έχουν μειώσει το χαμηλότερο όριο θερμοκρασίας τους με την πάροδο του χρόνου, αλλά το ανώτερο όριο μας έχει παραμείνει αρκετά σταθερό, θέτοντάς μας σε κίνδυνο έναντι υψηλότερων ακραίων θερμοκρασιών.

«Τα θηλαστικά παράγουν τις δικές τους θερμοκρασίες του σώματός τους, οι οποίες είναι γενικά σταθερές μέσω της θερμορύθμισης. Για παράδειγμα ο άνθρωπος έχει θερμοκρασία γενικά γύρω στους 37 C . Όταν κάνει ζέστη δροσιζόμαστε με τον ιδρώτα. Αυτή είναι η αντίδραση του σώματος στην υπερθέρμανσή του. Για να λειτουργήσει η διαδικασία απαγωγής θερμότητας, ο περιβάλλων αέρας πρέπει να είναι πιο δροσερός από το δέρμα. Και το δέρμα πιο ψυχρός από τη θερμοκρασία του πυρήνα του σώματος», λέει ο καθηγητής Farnsworth.

“Ετσι το πιο ψυχρό δέρμα απορροφά την υπερβολική θερμότητα από τον πυρήνα και την απελευθερώνει στο περιβάλλον. Εάν όμως η θερμοκρασία είναι υψηλότερη από τη θερμοκρασία του δέρματος, τότε η μεταβολική θερμότητα δεν μπορεί να απελευθερωθεί εύκολα και μπορεί να επέλθει δυνητικά επικίνδυνη υπερθέρμανση ανάλογα με το μέγεθος και τη διάρκεια του θερμικού στρες. Σε παρατεταμένες περιόδους αυτή η υπερθέρμανση μπορεί να οδηγήσει σε θερμοπληξία που μπορεί να προκαλέσει πρήξιμο του εγκεφαλικού ιστού ή άλλων ζωτικών οργάνων, με αποτέλεσμα μόνιμη βλάβη».

Επιπλέον, η υπερβολική ζέστη θα καταστρέψει τον βιότοπο στον οποίο βασίζονται πολλά θηλαστικά, συμπεριλαμβανομένων των πηγών τροφής μας.

“Τα φυτά, γενικά, δεν αρέσκονται σε θερμοκρασίες πάνω από 40 βαθμούς και δυστυχώς, σε μεγάλο μέρος της ηπείρου μπορεί να εμφανιστούν θερμοκρασίες πάνω από αυτή.

Τα φυτά επίσης στηρίζουν την τροφική πυραμίδα. Εάν αρχίσουν να αφαιρούνται από τεράστιες περιοχές, αυτό πιθανότατα θα επηρεάσει και άλλες κατηγορίες ζώων, αλλά αυτή η μελέτη επικεντρώθηκε ιδιαίτερα στα θηλαστικά.

«Είναι δύσκολο να πούμε για τα άλλα είδη, καθώς δεν επικεντρωθήκαμε σε αυτά σε αυτή τη μελέτη. Ωστόσο, αυτό που μπορεί να ειπωθεί ο κόσμος εκείνος δεν θα είναι πολύ φιλόξενος για πολλά από αυτά».

Πηγή: Daily MailGuardian

Ολες οι Ειδήσεις

Ειδήσεις Top Stories
X