Επιλογές

Νέο χτύπημα του ΔΝΤ σε συντάξεις και αφορολόγητο-Ζητάει μειώσεις

Νέο χτύπημα του ΔΝΤ σε συντάξεις και αφορολόγητο-Ζητάει μειώσεις
ViberViber MessengerMessenger WhatsAppWhatsApp
Ακούστε το άρθρο
Ε, λοιπόν εκεί στο ΔΝΤ είναι αδιόρθωτοι. Για άλλη μία φορά ζητούν μείωση συντάξεων και μικρότερο αφορολόγητο. Αυτή τη φορά ο Δανός Πολ Τόμσεν, ο χασάπης της Ελλάδας και της ελληνικής οικονομίας, επιμένει μονότονα σαν χαλασμένο γραμμόφωνο στη μείωση του αφορολογήτου και την περικοπή των συντάξεων. «Νομίζουμε ότι είναι κρίσιμο για τη μακροπρόθεσμη ανάπτυξη η Ελλάδα να κάνει αυτές τις φορολογικές και συνταξιοδοτικές μεταρρυθμίσεις, όχι για να τρέχει υψηλότερα πλεονάσματα, το τονίζω αυτό, αλλά για να βρει πόρους για να επενδύσει και να προσφέρει καλύτερες βασικές υπηρεσίες και για να χαμηλώσει τους φόρους». Δηλαδή να πληρώσουν οι φτωχοί φορολογούμενοι, να πληρώσουν οι συνταξιούχοι για να επωφεληθούν κάποιοι άλλοι. Κι΄ αυτό το ονομάζει μεταρρυθμίσεις και οι όμοιοί του, όπως η Μιράντα Ξαφά.
Το νέο χτύπημα του ΔΝΤ στο αφορολόγητο και τις συντάξεις έγινε το βράδυ της Δευτέρας  σε εκδήλωση στο London School of Economics με τίτλο «Το ΔΝΤ και η ελληνική κρίση: Μύθοι και πραγματικότητες».
Πάντως, αναγνώρισε ότι ΔΝΤ έκανε λάθος με το πρόγραμμα που εφαρμόστηκε στην Ελλάδα.

Ο Δανός οικονομολόγος, νυν επικεφαλής του τμήματος Ευρώπης του ΔΝΤ, στάθηκε ακόμα ιδιαίτερα στη διαχρονική έλλειψη πολιτικής στήριξης του προγράμματος στην Ελλάδα, στη συνεχιζόμενη ανάγκη περικοπής των συντάξεων «σε βιώσιμα επίπεδα» και μείωσης του ορίου αφορολόγητου εισοδήματος, ενώ διατύπωσε και μία «αβεβαιότητα» για τη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους, αν και αναγνώρισε ότι δεν είναι ένα θέμα που απασχολεί αυτή τη στιγμή τους επενδυτές.

Όπως μεταδίδει ο ΣΚΑΪ, o κ. Τόμσεν είπε αρχικά αναφερόμενος στους υπολογισμούς του Ταμείου για το ελληνικό ΑΕΠ: «Το 2010 υποθέσαμε ότι η Ελλάδα θα χρειαζόταν οκτώ χρόνια για να επιστρέψει στα προ κρίσης επίπεδα. (…) Το αποτέλεσμα ήταν πολύ χειρότερο. Σήμερα, σχεδόν δέκα χρόνια αργότερα, το κατά κεφαλήν ΑΕΠ είναι ακόμα 22% κάτω από το προ κρίσης επίπεδο. Αν χρησιμοποιήσουμε την πρόβλεψη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής θα πάρει έως το 2031 για να επιστρέψει η Ελλάδα στα προ κρίσης επίπεδα. Αν πάρουμε την πρόβλεψη του ΔΝΤ θα πάρει δυο-τρία χρόνια περισσότερο. Άρα σαφώς έχουμε πολλές εξηγήσεις να δώσουμε».

Στον αέρα οι φοροελαφρύνσεις-Κίνδυνος για εισπρακτικά μέτρα

Έκανε στη συνέχεια λόγο για υψηλές δαπάνες για τις συντάξεις, επισημαίνοντας ως πρόβλημα ότι οι μεταρρυθμίσεις για τη μείωσή τους ανατράπηκαν τα χρόνια μετά από τη φορολογική μεταρρύθμιση του 2016 και τη λήξη του προγράμματος διάσωσης.

Συνέχισε λέγοντας ότι το αφορολόγητο όριο σε σχέση με το μέσο μισθό είναι πάνω από δυόμισι φορές υψηλότερο από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Αυτό σημαίνει ότι σχεδόν το 60% των μισθωτών στην Ελλάδα εξαιρούνται από τη φορολογία εισοδήματος, ποσοστό δραματικά υψηλότερο από το 20% του μέσου όρου στην ΕΕ.

«Θεμελιωδώς, η Ελλάδα συνεχίζει να προσφέρει επίπεδα συντάξεων συγκρίσιμα με αυτά των πλουσιότερων ευρωπαϊκών χωρών, χωρίς τα ίδια επίπεδα φορολόγησης της μεσαίας τάξης», παρατήρησε ο κ. Τόμσεν. «Νομίζουμε ότι είναι κρίσιμο για τη μακροπρόθεσμη ανάπτυξη η Ελλάδα να κάνει αυτές τις φορολογικές και συνταξιοδοτικές μεταρρυθμίσεις, όχι για να τρέχει υψηλότερα πλεονάσματα, το τονίζω αυτό, αλλά για να βρει πόρους για να επενδύσει και να προσφέρει καλύτερες βασικές υπηρεσίες και για να χαμηλώσει τους φόρους», συμπλήρωσε.

Συνέχισε λέγοντας ότι συχνά το Ταμείο κατηγορείται αδίκως, μεταξύ άλλων και από τις ελληνικές αρχές, ότι εισηγείτο περισσότερη λιτότητα. Όπως είπε, αυτό είχε προκαλέσει έναν εκνευρισμό εντός του ΔΝΤ ήδη από το 2012, όταν, έστω καθυστερημένα, το Ταμείο τασσόταν υπέρ χαμηλότερων πλεονασμάτων. Σημείωσε ότι οι ελληνικές αρχές τότε είχαν την τάση να συνταχθούν με τους Ευρωπαίους για υψηλότερα πλεονάσματα, «για να εντυπωσιάσουν τις ευρωπαϊκές χώρες για την ελληνική αποφασιστικότητα».

Πρόσθεσε ότι ο εκνευρισμός αυτός έγινε πολύ μεγαλύτερος τα τελευταία χρόνια όταν οι εκκλήσεις για φορολογικές και συνταξιοδοτικές μεταρρυθμίσεις παρουσιάζονταν ως αιτήματα για περαιτέρω λιτότητα, την ώρα που στην πραγματικότητα στόχο είχαν τη δημιουργία χώρου για δαπάνες σε αναπτυξιακά μέτρα.

«Για την ακρίβεια, η κυβέρνηση εσκεμμένα επιδίωξε υπεραπόδοση έναντι του φιλόδοξου στόχου του 3,5% που συμφώνησε με τους Ευρωπαίους, για να τους δείξει ότι δε χρειαζόταν να κάνει αυτές τις δύσκολες φορολογικές και συνταξιοδοτικές μεταρρυθμίσεις», σχολίασε ο Πολ Τόμσεν.

Σημείωσε ότι αναγνωρίστηκε «σχετικά γρήγορα» από το Ταμείο η ανάγκη για αλλαγή των ελληνικών δημοσιονομικών πολλαπλασιαστών ώστε να είναι πιο αργή η δημοσιονομική προσαρμογή και παραδέχθηκε ότι «αυτή η ανάγκη για αναθεωρήσεις προς τα κάτω ίσως συνέβαλε στην απογοήτευση και στην κόπωση που άρχισαν να γίνονται εμφανείς». Πρόσθεσε ότι «υπό αυτή την έννοια, η υποτίμηση του πολλαπλασιαστή ίσως συνέβαλε στην όλο και πιο βαθιά κρίση, που σύντομα άρχισε να πλήττει την εμπιστοσύνη και την οικονομική απόδοση».

Συμπλήρωσε όμως ότι «η ρίζα αυτής της κρίσης είναι βαθύτερη και δεν μπορεί να εξηγηθεί απλώς με την υποτίμηση των πολλαπλασιαστών – σε αντίθεση με άλλες κρίσεις σε άλλες χώρες υπήρχε μία θεμελιώδης έλλειψη ευρείας πολιτικής στήριξης για το πρόγραμμα από την αρχή». Απέδωσε, ωστόσο, ευθύνες και στους Ευρωπαίους για μειούμενη πολιτική στήριξη προς την Ελλάδα και για αμφιβολίες που υπήρχαν για τη δυνατότητα της χώρας να παραμείνει στην ευρωζώνη.

Ολες οι Ειδήσεις

Ειδήσεις Top Stories
X