Eretiki Κριτική

Eretiki κριτική της αριστουργηματικής ταινίας «Μ- Ο Δράκος Του Ντίσελντορφ» (1931)

Eretiki κριτική της αριστουργηματικής ταινίας «Μ- Ο Δράκος Του Ντίσελντορφ» (1931)
ViberViber MessengerMessenger WhatsAppWhatsApp
Ακούστε το άρθρο

Από τον Eretiko κριτικό Γιάννη Κρουσίνσκυ

Η κινηματογραφική πρωτοπόρα έκφραση του κορυφαίου εξπρεσιονιστή, Φριτς Λανγκ. Η υποδόρια, δολοφονική φύση ενός τέρατος με ανθρώπινο δέρμα, απωθεί προσωρινά μια χρόνια έχθρα, στο βωμό της αμοιβαίας Ηθικής…

Η πρώτη ομιλούσα ταινία του σπουδαίου σκηνοθέτη. Ο Λανγκ κοιτά κατάματα την Άβυσσο της Ανθρώπινης Ψυχής, αποκαλύπτοντας στον Σινεφίλ το ψυχοφθόρο ξεγύμνωμα μιας ανέγγιχτης αυτοπραγμάτωσης.

Το έργο καταδεικνύει για πρώτη φορά στην ιστορία του Κινηματογράφου την επείγουσα νομική αποκατάσταση ενάντια στην -εκτός λογικής και ηθικής διάστασης- απειλητική ύπαρξη ενός κατά συρροήν δολοφόνου, μέσα στον κοινωνικό ιστό.

Υπόθεση

Στο ξεκίνημα της δεκαετίας του 1930 κάνει αισθητά τα ίχνη της φρικτής δράσης του στο Βερολίνο ένας ατιμώρητος κατά συρροήν δολοφόνος μικρών παιδιών. Οι αστυνομικές αρχές, καθώς και ο ίδιος ο δράστης διαβάζουν σε όλη την πόλη δημοσιογραφικές επιγραφές με τις παρανοϊκές πράξεις του δευτέρου. Όμως ο ψυχικά διαταραγμένος άντρας “γλιστρά συνεχώς μέσα στις σκιές.” Αγοράζει από έναν τυφλό προμηθευτή του δρόμου ένα μπαλόνι για το ανυποψίαστο, καινούργιο του θύμα, πραγματοποιώντας ένα ιδιαίτερο σφύριγμα από μελωδία σύνθεσης της κλασικής μουσικής…

Αργότερα αφαιρεί πλέον τη ζωή από αυτό το χαριτωμένο κοριτσάκι, την Έλσι Μπέκμαν. Η δική της μέλλουσα τεθλιμμένη μητέρα την περίμενε αδίκως να γυρίσει στο σπίτι. Η Έλσι ήταν το όγδοο θύμα. Ο δολοφόνος γράφει μια επιστολή σε γνωστή εφημερίδα της πόλης, σχετικά με τις παρελθοντικές και μελλοντικές πράξεις του. Ο πανικός έχει φωλιάσει στο μυαλό των πολιτών, καθώς σε κάθε κοινωνική τάξη στις μεταξύ σχέσεις των ανθρώπων επικρατεί καχυποψία και αλληλοκατηγορίες περί δολοφονικής ταυτότητας, σε βαθμό επικινδυνότητας. Οι αστυνομικές αρχές πιέζονται από τον Υπουργό, ώστε να διεξαγάγουν πιο αποτελεσματικές έρευνες. Ο Γενικός Επίτροπος του εξηγεί βεβαίως, ότι το έμψυχο δυναμικό της αστυνομίας, χρησιμοποιώντας κάθε του πόστο, πραγματοποιεί έρευνες από άκρη σε άκρη της πόλης.

Όμως οι κάτοικοι δεν συνεργάζονται με ευθυκρισία, ώστε να βρεθεί ο δράστης. Έτσι λοιπόν, ο Επίτροπος στέλνει τις δυνάμεις του στους κύκλους του υποκόσμου. Συγκεκριμένα ένας συνάδελφος Επιθεωρητής, o Καρλ Λόμαν πραγματοποιεί αιφνιδιαστική έρευνα μετά συλλήψεων στο club “Crocodile.” Αυτή η πληροφορία φτάνει στα αυτιά του φημισμένου για τις αποδράσεις του, μεγαλοκακοποιού Σρένκερ. Ο ίδιος πρεσβεύει τις πεποιθήσεις όλων των εγκληματιών, διαφοροποιώντας τη δράση του σιναφιού του από τις φρικιαστικές πράξεις του δολοφόνου παιδιών!

Μάλιστα, προτείνει να τον πιάσουν όλοι οι κακοποιοί και για δικό τους όφελος. Καθώς οι εξονυχιστικές έρευνες στην πόλη δεν τους αφήνουν να “δουλέψουν.” Κακοποιοί και αστυνομικοί συζητούν έκαστοι στους ιδιαίτερους κύκλους των, σε κρίσιμες συσκέψεις, μέσα σε σύννεφα από είδη καπνιστού…Φαίνεται, πως οι εγκληματίες έχουν μια πιο πονηρή και άμεση προσέγγιση, ενώ οι κρατικές αρχές διαθέτουν λογική και μεθοδικότητα.

Η σκιά του υποκόσμου όμως είναι παντού! Η συνεργασία με τους κοινωνικά απαρατήρητους, αλλά ερευνητικά παρατηρητικούς κατασκόπους/ζητιάνους αποδεικνύεται κρίσιμη για το κυνήγι του τέρατος. Εν τω μεταξύ, ο φαινομενικά άκακος πολίτης κυριεύεται και πάλι από αυτή την ακατανίκητη, νοσηρή, φονική παρόρμηση, η οποία υποδεικνύει στο υποσυνείδητό του μόνο μία επιθυμία! Το σφύριγμα μοιάζει να μην δύναται πλέον να τον συγκρατήσει…

Ανάλυση

Γενικώς…

Θα παρακολουθήσουμε μια από τις πιο άρτια δομημένες ταινίες στην ιστορία του παγκόσμιου Κινηματογράφου! Με πανέξυπνες επιλογές μεθοδολογίας σε σκηνοθεσία, σενάριο, μοντάζ, διεύθυνση φωτογραφίας, ερμηνείες, αλλά και με υποδειγματική χρήση ήχου και μουσικότητας. Ας τα πάρουμε όμως σταδιακά από την αρχή ή μάλλον κάπως αντίστροφα. Μολονότι, είναι η πρώτη ομιλούσα ταινία του Φριτς Λανγκ, ο σπουδαίος δημιουργός δεν πτοήθηκε να πραγματοποιήσει ορισμένες καινοτομίες.

Η καλλιτεχνική φιλοσοφία του είναι αξιοπρόσεκτη. Ο ίδιος εκμεταλλεύτηκε τον ήχο ως μια ποιοτική και όχι ποσοτική πηγή έμπνευσης. Πράγματι, δεν θα ακούσουμε κάθε κίνηση των ηρώων-ανταγωνιστών, αλλά μόνο τα ηχητικά σημεία, που είναι ικανά να προκαλέσουν μεγάλο ενδιαφέρον. Η παρουσία της σιωπής έχει επίσης το νόημά της. Εν έτει 1931 (!) η δε τεχνική voiceover από κάποιες μορφές αφηγητών εντυπωσιάζει το ίδιο ακόμη και στο σήμερα! Δηλαδή κατά περίπτωση, η ένταξη κάθε φορά μίας ανεξαρτητοποιημένης φωνής πάνω σε πλάνο, χωρίς να διακρίνεται-παρευρίσκεται ο ομιλών στην τρέχουσα δράση (αλλά ωστόσο να μπορεί να αποκαλύπτεται εκεί αργότερα και να ξαναχάνεται η μορφή του, κατά την ανάλογη αφήγηση).

Ήχος και μουσικότητα έχουν ιδιαίτερους δεσμούς εδώ. Εκ των πραγμάτων, στον πυρήνα της η συγκεκριμένη ταινία λειτουργεί καλύτερα για την κατανόησή της, όπως ακριβώς η αριστοτεχνική δημιουργία ενός ευφυούς συνθέτη, εντός των πιο εκρηκτικών στιγμών της. Φερειπείν, έχει σημασία, το γιατί και το πότε χρησιμοποιείς μια μελωδία. Αλλά ο Λανγκ κατανοεί πρωτοποριακά επιπλέον τη συγκλονιστική δυναμική μιας μελωδίας, η οποία θα υπερασπιστεί αλλιώτικα μόνο τους σκοπούς της 7ης Τέχνης. Μόλις η ίδια θα μεταμορφωθεί εκεί συνταρακτικά. Διότι στο έργο ακούγεται διαρκώς ο επίλογος μιας εξαιρετικής σύνθεσης, ως οδηγός τρομακτικών εξελίξεων, όπως δεν θα φανταζόταν ποτέ ο θεατής/ακροατής. Μέσω της απόδοσης ενός νευρικού σφυρίγματος από τα χείλη του δολοφόνου.

Αυτή η σπουδαία μελωδία θα μας στοιχειώσει με την απρόσμενα εκπεφρασμένη δραματικότητα της μελετημένης χρήσης της! Πρόκειται για τη μελωδία του επιλόγου στη σύνθεση “Peer Gynt Suite No.1” του Νορβηγού Edvard Grieg, με τιτλοφορημένη ενότητα In the Hall of the Mountain King.” Η μελωδία θα μετασχηματιστεί καλλιτεχνικά, όπως κανείς δεν φανταζόταν, πλέον σε επίπεδο ψυχολογικής αποκρυπτογράφησης μέσα από αυτό το τρομακτικό, νευρικό σφύριγμα του δολοφόνου. Η τεχνική λέγεται “leitmotif” (Χαράσσονται στη μνήμη μας: Το πρώτο σφύριγμα, αγοράζοντας ένα μπαλόνι στη μικρή Έλσι/εκείνο, φεύγοντας από τη βιτρίνα με τα μαχαίρια/και φυσικά στο Cafe με τις φυλλωσιές, το ακόλουθο ψυχαναγκαστικό). Ωστόσο, την ψυχολογία του θεατή μαγνητίζει η πραγματεία της ταινίας, φέρνοντας καλλιτεχνικά στο προσκήνιο για πρώτη φορά τον προβληματισμό, μελέτης και ειδικής αντιμετώπισης, της φύσης των κατά συρροήν δολοφόνων! Ο τίτλος «Μ» περιγράφει τη λέξη Mörder. Η οποία σημαίνει «Δολοφόνος» στα γερμανικά.

Η ταινία βασίστηκε σε ένα άρθρο, που είχε διαβάσει ο Λανγκ για τον αληθινό serial killer από το Ντίσελντορφ, πέτερ κούρτεν (δολοφόνοι, φασίστες, ρατσιστές κ.τ.λ. γράφονται από εμένα σκοπίμως χωρίς κεφαλαία γράμματα, απαξιωτικά). Έχουν αλλάξει μεν αρκετά στοιχεία της αληθινής ιστορίας, αλλά κάποια ομοιότητα παραμένει. Καθώς έκανε έρευνα για το φιλμ, ο Λανγκ πέρασε 8 ημέρες σε ψυχιατρικό ίδρυμα, γνωρίζοντας αληθινούς φονιάδες παιδιών, όπως ο κούρτεν. Κάτι εξαιρετικά σημαντικό στην κινηματογραφική αφήγηση είναι, πως ο δολοφόνος λειτουργεί στην καθημερινότητά του ως φυσιολογικός πολίτης και ξαφνικά μεταστρέφεται η ψυχοσύνθεσή του σε φονική μηχανή μικρών παιδιών. Αυτό που κερδίζει πολλές εντυπώσεις στη διάσταση σεναρίου-σκηνοθεσίας, αφορά την επιλογή οπτικής αποφυγής των τρομακτικών πεπραγμένων του δολοφόνου! Όλη η αγωνία μεγαλώνει, ενόσω η δράση της ταινίας μετατοπίζεται για αρκετή ώρα αλλού.

Τότε διακρίνεται στην κινηματογραφική αφήγηση η διαμοίραση μιας διεκδικήσιμης σύλληψης του δολοφόνου από το έννομο και το παράνομο “στρατόπεδο.” Αστυνομικοί και κακοποιοί συνεδριάζουν σε παρόμοια ατμόσφαιρα με καπνούς, αλλά σκέφτονται πάντοτε διαφορετικά. Χρησιμοποιώντας αλλιώτικα μέσα εντοπισμού για τη σύλληψη του φονιά. Όμως είναι πρωτότυπη η ιδέα της εν τέλει μονοδιάστατης ευθιξίας των κακοποιών. Διότι δεν τους απασχολεί πια να “καθαρίσουν” οι δρόμοι από τους αλλεπάλληλους ελέγχους των αστυνόμων, μα να αποδοθεί Δικαιοσύνη. Ανάμεσα σε κακοποιούς και αστυνομικούς βρίσκονται αντιστοίχως, οι ζητιάνοι σε ρόλο ανιχνευτών κάθε πληροφορίας για το δολοφόνο, αλλά και οι κοινωνικές δομές (ψυχιατρικά ιδρύματα, φυλακές κ.τ.λ.), προσκομίζοντας σημαντικά γραπτά δεδομένα. Ο τυφλός προμηθευτής του δρόμου, που πούλησε ένα μπαλόνι στο δολοφόνο και το θύμα μικρή Έλσι, θα αναγνωρίσει με τρόμο τη φυσική παρουσία του δολοφόνου, εν καιρώ. Από το σφύριγμα.

Ο Λανγκ επιλέγει πέραν του ηχητικού παιχνιδιού να καταγράψει και έντονα προκληθέντα συναισθήματα δια της οπτικής οδού στο κοινό. Επιλέγει την εστίαση (π.χ. μέσα στην ταϊσμένη φτώχεια των ζητιάνων) ή την απομάκρυνση (πλήθος πολιτών που διαβάζει στην πλατεία την είδηση για το δολοφόνο) του μέσου. Ένα αγαπημένο του μοτίβο είναι η απουσία της ανθρώπινης ύπαρξης στα πλάνα, μα με ορατές τις προηγηθείσες ενέργειες των προσώπων (π.χ. μόλις διέλυσαν τα γραφεία οι κακοποιοί από το ισόγειο μέχρι και τη σοφίτα, για να πιάσουν το δολοφόνο). Η καταγεγραμμένη συγκέντρωση και διαχείριση διατεταγμένων πληθών στο έργο αποδεικνύεται πραγματικά εντυπωσιακή! Συντονισμένη κίνηση του πανικόβλητου πλήθους των κακοποιών στο υπόγειο νυχτερινό κέντρο “Crocodile.Το δε πλήθος του εκδικητικού δικαστηρίου εντυπωσιάζει, εξαιτίας της διατήρησης αρμονικής διάταξης και μερικής παρασπονδίας αργότερα…

Το καδράρισμα του Λανγκ, ακόμη και σε πρόσωπα που δεν είναι πρωταγωνιστικά, αποκαλύπτεται υποδειγματικό, είτε κάνει tracking shots (π.χ. στο κοινό του εκδικητικού δικαστηρίου) είτε έχει ακίνητη την κάμερα. Επίσης οι θέσεις που επιλέγει, είναι πανέξυπνες. Από τη μεθοδολογία έρχεται τελικά στην έκφραση. Επί της ουσίας, το τολμηρό Σινεμά του Λανγκ διατυπώνει στις αρχές του 20ου αιώνα, μέσα από δύσβατο ψυχολογικό μονοπάτι, μια διαχρονική προβληματική. Αυτή διαβιεί σε ατμοσφαιρική ανταπόκριση μυθοπλασίας, αλλά και σε προσεκτικό φιλτράρισμα αντανάκλασης στην πραγματική ζωή. Μέσα από μια ενδιαφέρουσα διαμάχη ανθρώπινων αντίπαλων ομάδων, η οποία εκτάκτως έρχεται ατύπως σε σύμφωνη αντίληψη περί κανόνων Ηθικής, με αναγνώριση ενός κοινού εχθρού. Του δολοφόνου παιδιών.

Δηλαδή, το έργο καθιστά αυτή την κατηγορία ανεκδιήγητου όντος (serial killer) σαν κάτι το τελείως διαφορετικό από την τότε γνώριμη διαμάχη μεταξύ των αστυνομικών αρχών (που εδώ ενδιαφέρονται για την ηθική/νομική-κοινωνική αποκατάσταση) αλλά και της αντίπερα όχθης των κακοποιών (οι οποίοι εδώ διαπράττουν μεν εγκλήματα, μα φέρουν κάποιους κώδικες αρχών). Τα όρια Αξιών που θέτει ο Λανγκ, με την απόδοση ενός κατ’ εξαίρεση κοινού κώδικα Ηθικής, έχουν ειρηνικό σκεπτικό, από ασυνήθιστο εγκεφαλικό μονοπάτι. Αλλά ο Λανγκ φτάνει τον προβληματισμό σε ακόμη πιο ειδικές βάσεις. Τον ενδιαφέρει να βρει, τι είναι εκείνο που θα έκανε τους κακοποιούς να θέσουν με οργή το δικό τους όριο Ηθικής. Και το βρήκε! Το συγκεκριμένο διαταραγμένο ον στο σενάριο δολοφονεί μικρά παιδιά. Σοκάροντας ακόμη περισσότερο την τότε σίγουρα όχι ιδανική, αλλά -λογικά κατά πλειονότητα- απομακρυσμένη από κάθε τέτοια σκέψη-πράξη, γερμανική κοινωνία (ασχέτως εάν αυτή η κοινωνία θήλαζε τον εφιαλτικό ναζισμό-ας μην το ανοίξουμε, όπως και για την προδότρια “μετα-ναζί” γυναίκα του Λανγκ).

Έτσι, το έντονο σοκ αγγίζει ταυτοχρόνως τη νομοταγή και παράνομη κοινωνία. Στην υπόθεση, η κοινωνική επιρροή είναι μάλιστα τόσο έντονη, που οι πολίτες αλληλοκατηγορούνται με μανιώδη καχυποψία. Στην εισαγωγή ακόμη και τα παιδιά συζητούν πια για τις δολοφονίες, σχεδόν συνειδητά. Παίζοντας, τραγουδούν για τα πεπραγμένα και τα μελλούμενα του φονιά της πόλης! Από εκεί και πέρα, ο Λανγκ προχωρά ακόμα πιο εύστοχα στη διαφορετική αντιμετώπιση προς τον κατά συρροήν δολοφόνο μικρών παιδιών, από τα δύο στρατόπεδα αστυνόμων και παρανόμων. Βρίσκει δηλαδή ακόμη μία διαφορά μεταξύ τους. Το έργο εν κατακλείδι θίγει έτσι άμεσα το μείζον ζήτημα της εφαρμογής ή όχι μιας επιλεκτικής θανατικής ποινής. Ως αντίποινα. Ένας δυσεπίλυτος προβληματισμός, περί επιβολής ή όχι της θανατικής ποινής, μα αποκλειστικά σε μια τέτοια συγκεκριμένη περίπτωση. Μόνο σε ένα τέτοιο απάνθρωπο ον (δολοφόνο παιδιών).

Συμπερασματικά

Επομένως, ας μην μπερδευόμαστε. Δεν τίθεται εδώ κανένα θέμα αυτοδικίας, γιατί πρακτικά δεν βλέπουμε συγκεκριμένα τις μητέρες των παιδιών να θέλουν να κατασπαράξουν το δολοφόνο (υπάρχει ωστόσο ένα *μητρικό σύμβολο, όπως θα δούμε λίγο παρακάτω). Όμως το πλήθος του παράνομου δικαστηρίου (στο οποίο εκτός από εγκληματίες ίσως έχουν ενταχθεί και νομοταγείς πολίτες) έχει όντως εξαγριωθεί! Ο ρόλος του συνηγόρου του δολοφόνου εκφράζει κοινωνικά την όποια εναπομείνασα λαλιά διατήρησης της Λογικής και του Πολιτισμού. Ακόμη και εάν ο Πολιτισμός έχει απειληθεί με αποκτήνωση πρωτίστως, από το δολοφόνο Χανς Μπέκερτ. Αντιθέτως η φωνή μιας γυναίκας, μέσα από το αυτοσχέδιο ακροατήριο του παράνομου δικαστηρίου, προσωποποιεί την κλονισμένη Ηθική και αφουγκράζεται τη Θέση κάθε *Μητέρας.

Διότι η κάθε Μητέρα φοβήθηκε, προτού μάθει τι συνέβη και πέθανε μέσα της, μόλις γνώρισε την κακή τύχη του παιδιού της. Κατά αυτόν τον τρόπο των συνολικά αθροισμένων διαφωνιών, η Λογική και η Ηθική παραδόξως περιστρέφονται στο έργο, μπλεγμένες σε μια ακανθώδη, αινιγματική δίνη. Και αντί να συνυπάρχουν αρμονικά (ως συνήθως), εδώ αντιθέτως κονταροχτυπιούνται, για το ποια θα νικήσει! Εδώ ο Λανγκ κοιτά κατάματα την Άβυσσο της Ανθρώπινης Ψυχής, αποκαλύπτοντας στον Σινεφίλ το ψυχοφθόρο ξεγύμνωμα μιας ανέγγιχτης αυτοπραγμάτωσης. Όχι, δεν έχουμε ως Δυτικός Πολιτισμός ακόμη αυτή την απάντηση. Ούτε τότε (1931), ούτε και τώρα (2023). Το μόνο σίγουρο είναι, πως η ανθρώπινη απώλεια των θυμάτων δεν διασώζεται. Για αυτό είναι ευφυές το έργο!

Ας μιλήσουμε τώρα εν συνόλω πιο κινηματογραφικά. Η θέαση σε αποκλειστικά ασπρόμαυρο φόντο ευνοεί την όλη κινηματογραφική ατμόσφαιρα. Η έκφραση σεναρίου-σκηνοθεσίας είναι σχεδόν αναπόσπαστη. Λυτρωτικά συνδεδεμένη, με ταύτιση στο θεατή, η ακολουθία της κάμερας στην αποκάλυψη πληροφορίας κρίσιμου στοιχείου από τον Επιθεωρητή Λόμαν (μάρκα τσιγάρων του δολοφόνου). Με ετεροχρονισμένη ακόλουθη, πιο κρίσιμη αποκάλυψη μυστηρίου στον Λόμαν δια στόματος Φρανζ. Τότε ο εγκληματίας, μακριά από τον Επιθεωρητή, φαντάζει σαν μια πρώην θολή σκέψη στο ασυνείδητο του ΛόμανΤο μοντάζ ανταποκρίνεται με καίρια αμεσότητα, λειτουργώντας ως διαλεκτική επεξήγηση κατά την εναλλαγή των πλάνων. Θα θαυμάσουμε ενδεχομένως πρωτοποριακό για την εποχήmatch cut”, με όμοια κίνηση χεριού και νοηματική μεταφορά εξέλιξης από σύσκεψη παρανόμων σε αντίστοιχη αστυνομικών αρχών.

Η παρουσία διαφόρων σχημάτων υποδεικνύει τη σφαιρική, σωστά διατεταγμένη σκηνοθετική άποψη, αλλά και ψυχολογική έκφραση στα κάδρα του δημιουργού Λανγκ. Η διεύθυνση φωτογραφίας αποκτά ρόλο έντονης δραματικής έκφρασης σε καθοριστικές στιγμές της ταινίας. Ο δολοφόνος βρίσκεται σε μια σοφίτα γεμάτη με παλαιά και άχρηστα αντικείμενα στο ημίφως. Οι κλέφτες θα τον ανακαλύψουν με έναν φακό, που καταδεικνύει σαν προβολέας τα εγκλήματά του! Η πρωταγωνιστική ερμηνεία του *Πέτερ Λόρε θα μελετάται κυριολεκτικά για πάντα από ανθρώπους της παγκόσμιας κινηματογραφικής κοινότητας! Πολύ καλοί οι ηθοποιοί Ότο Βέρνικε (Καρλ Λόμαν), Γκούσταφ Κρέντσενς (Σρένκερ) και Φρίντριχ Γκναμπ (Φρανζ). Οι επιλογές του πολυάριθμου casting των ηθοποιών έγιναν από τον Φριτς Λανγκ. Ο ίδιος επιβεβαίωσε, ότι χρησιμοποίησε αληθινούς εγκληματίες ως κομπάρσους στο εκδικητικό δικαστήριο!

Σκεπτικό…

Σενάριο

Οι στιχομυθίες χαρακτηρίζουν ορθά με διακριτικό τρόπο, υπόκοσμο και αστυνομικές αρχές, χωρίς να συναντάμε μεγαλεπήβολες εκφράσεις εκατέρωθεν. Σημασία έχει η κεντρική ιδέα. Όχι η επιφάνεια. Διότι όλοι εντάσσονται στην ίδια πόλη, με μια συμπεριφορά έχουσα αρκετούς κοινούς κώδικες. Επίσης ως θεατές μας αρέσει, το πώς φέρονται και οι δύο πλευρές, γιατί παρατηρούμε εστίαση στον τρόπο σκέψης. Αυτό φυσικά οφείλεται στην απουσία βωμολοχιών! Και αποτελεί παράδειγμα διδαχής, για όποιον νομίζει, ότι σε ιστορίες αστυνομικής εξιχνίασης έχει σημασία το “αληθινό” λεξιλόγιο των χαρακτήρων. Θα ήθελα να μπει κάποια στιγμή αυτό σαν ιδέα και στο κεφάλι Ελλήνων σεναριογράφων

Η ηθική των παρανόμων μέσα από 3 πρόσωπα

1) Οι αστυνόμοι κατεβαίνουν από το λεωφορείο και για πρώτη φορά ακούγεται, από πορτοφολά που συνέλαβαν, η γνώμη της διαφοροποίησης κακοποιών με τον φονιά των παιδιών.

2) Μια υπεύθυνη “επί των τιμών” Κυρία στο nightclub “Crocodile”, λέει το ίδιο.

3) Ο αρχηγός Σρένκερ διαχωρίζει τη θέση των παρανόμων από τον δολοφόνο παιδιών.

Σκηνοθεσία

Στο έργο δεν θα δούμε ποτέ αυτόν τον δολοφόνο παιδιών να αφαιρεί ανθρώπινες ζωές. Αρχικώς μας συστήνεται η μορφή του υπό συνθήκες μυστηρίου (διάσταση τραγικής φήμης, σκιά, πλάτη στο πλάνο, χέρια). Μα λίγο αργότερα θα μας αποκαλυφθεί αυτό το μοχθηρό, συγχυσμένο ον, κοιτάζοντας το “δυαδικής ιδιοσυγκρασίας” είδωλό του στον καθρέπτη. Παρόλα αυτά, το μυστήριο δεν θα χαθεί ποτέ. Το ενδιαφέρον έγκειται στη σύλληψή του και στο ποια κοινωνική ομάδα θα την πραγματοποιήσει: Οι αστυνομικοί ή μήπως οι κακοποιοί;! Και μάλιστα, με ποιον τρόπο επακριβώς θα οδηγηθούν στα ίχνη εκείνου, θα τον συλλάβουν και τελικώς θα επιλέξουν να τον τιμωρήσουν! Επί τούτου, παρατηρούμε βασικούς ρόλους, οι οποίοι προσωποποιούν δύο εκ διαμέτρου αντίθετες κοινωνικές παρατάξεις, γύρω από την έννοια των νόμων (Επιθεωρητής Λόμαν, πλευρά αστυνόμευσης/αρχικακοποιός Σρένκερ, εγκληματική όχθη). Ανάμεσά τους σαν ενοχλητικό παράσιτο, ο δολοφόνος Χανς Μπέκερτ.

Τα σχήματα στον κόσμο του Λανγκ

1) Οι άδειες σκάλες στην πολυκατοικία της ανήσυχης Κυρίας Μπέκμαν διαγράφουν από ψηλά διαδοχικά, ορθογώνια παραλληλόγραμμα.

2) Οι ομόκεντροι κύκλοι στη χαρτογράφηση των ζαχαροπλαστείων της πόλης δεν βοηθούν την αστυνομία στην έρευνά της.

3) Ο Χανς Μπέκερτ κοιτά ένα ημικύκλιο κουταλιών στη βιτρίνα ως φυσιολογικός πολίτης. Έπειτα στρέφοντας το βλέμμα του σε ένα ρομβοειδές σχήμα μαχαιριών, ως εκστασιασμένος δολοφόνος παρατηρεί το είδωλο ενός μικρού κοριτσιού στον ανάλογο καθρέπτη.

4) Το κινούμενο βέλος και η δίνη σε άλλη βιτρίνα οριοθετούν τη συγχυσμένη επιθυμία μέσα στο νοσηρό τρόπο σκέψης του δολοφόνου.

Πιο Αναλυτικά…

Καλύτερη Ερμηνεία

Πέτερ Λόρε (δολοφόνος Χανς Μπέκερτ)

Ενόσω ο γραφολόγος εξετάζει το γράμμα του Μπέκερτ, σκιαγραφώντας το πιθανό ψυχολογικό προφίλ του, ο ερμηνευτής μάς παρουσιάζει το δολοφόνο με την οντότητα της κοινωνικής επικάλυψης να κοιτάζεται στον καθρέπτη. Τα μάτια του είναι απαθή και εκείνος δεν έχει καμία διάθεση να λυπηθεί, για το κακό που προκάλεσε. Χαμογελά ελάχιστα. Παραμορφώνει με τα χέρια το χαμόγελο, ισορροπώντας ανάμεσα σε δολοφονική και γαλήνια φύση.

Σε μια βιτρίνα με σερβίτσια, ως πράος πολίτης Μπέκερτ, o ηθοποιός αυθυποβάλλεται σε μια ανυπόταχτη δύναμη. Με το αριστερό του χέρι στο πρόσωπο “χαράσσει” το αλλιώτικο, θλιβερό χαμόγελο. Αυτό της δολοφονικής επιθυμίας. Έπειτα “βυθίζεται” σε δύο αντικρουόμενες ιδιοσυγκρασίες (παίζοντας και ανεπαίσθητα με την ισορροπία του σώματος), χωρίς να ξέρει ποια θα επικρατήσει. Μόλις όμως φεύγει το κοριτσάκι, η διαταραχή και η οργισμένη έκφραση του Χανς μάς υποδεικνύουν, ποια φωνή ακούγεται πιο δυνατά μες το κεφάλι του.

Στο cafe με τις φυλλωσιές ο ηθοποιός μεταδίδει την ανίκητη, δολοφονική παρόρμηση, υπερτερώντας της μέθης του ρόλου, καλύπτοντας πρώτα τα μάτια και έπειτα τα αυτιά του. Ο φόβος στην έκφραση και στο σώμα του, όταν τον κυνηγούν τρεις άνθρωποι του υποκόσμου είναι αισθητός. Κάνει το θεατή να νιώθει τις αγωνιώδεις, κοφτές ανάσες και το “παγωμένο αίμα” του δολοφόνου, εξαιτίας της θέσης θύματος, στην οποία ο ίδιος για πρώτη του φορά τώρα βρίσκεται. Μέσα στην κρυψώνα της σοφίτας του κτιρίου ο απόλυτος τρόμος αποδίδεται από τον ερμηνευτή ασκαρδαμυκτί, μόλις το πόμολο κουνιέται για δεύτερη φορά.

Δίπλα σε παλιατζούρες και εν αγωνιώδη αναμονή της ανακάλυψής του φαντάζει σαν ένα πραγματικό αγρίμι. Ο δραματικός λόγος υπεράσπισής του σε ένα εναλλακτικό, αμείλικτο δικαστήριο των εγκληματιών ολοκληρώνει μια αρίστη ερμηνεία. Γονατισμένος, ανήμπορος, φοβισμένος με κυρτωμένα δάκτυλα κοντά στο στέρνο, ελευθερώνει την ανεξέλεγκτη, μα και ενοχική παράνοια του ρόλου! Η απελπισμένη, νευρική φωνή του πλαισιώνει άψογα αυτή την τόσο απαιτητική ενσάρκωση.

Μια επανέκδοση της New Star

Συντελεστές

Σενάριο: Fritz Lang & Thea von Harbou (γραφή σεναρίου), βασισμένο σε άρθρο του Egon Jacobsohn. Σκηνοθεσία: Fritz Lang. Μοντάζ: Paul Falkenberg. Διεύθυνση Φωτογραφίας: Fritz Arno Wagner. Πρωταγωνιστούν/Συμμετέχουν: Peter Lorre, Otto Wernicke, Gustaf Gründgens, Friedrich Gnaß κ.α. Σκηνογραφία: Emil Hasler, Karl Vollbrecht. Ήχος: Paul Falkenberg, Adolf Jansen κ.α.

Ολες οι Ειδήσεις

Ειδήσεις Top Stories
X