“Αν το δούμε ψυχρά, χωρίς συναισθηματισμούς, ή ρεαλιστικά, όπως συμβουλεύουν για όλα οι νεολογιστές της ρεάλ πολιτίκ, αυτό που θα αντικρίσουμε θα είναι πολύ επικίνδυνο: Οι δύο εγγυήτριες χώρες της Κυπριακής Δημοκρατίας, μετά από έξι – εφτά χρόνια έντασης και απειλών, γυρίζουν σελίδα. Στήνουν γέφυρες για να δημιουργήσουν συνθήκες φιλίας και καλής γειτονίας. Με μια όλο υποσχέσεις επίσκεψη του Τούρκου Προέδρου στην Αθήνα. Υπογράφτηκε, μάλιστα και μια Διακήρυξη Φιλίας, η οποία δεν είναι δεσμευτική αλλά δημιουργεί προσδοκίες για μια γειτονιά (ούτως ειπείν) σε «ήρεμα νερά».

Η ρεάλ πολιτίκ κι εδώ και στην Αθήνα, ενθουσιάστηκε. Όμως, ρεαλιστικά ομιλούντες, τα «ήρεμα νερά» των εγγυητριών μας, δεν περιλαμβάνουν τα νερά της Κύπρου. Κι αυτό, όσοι ζούμε σε αυτά τα ταραγμένα νερά, δεν μπορούμε να το θεωρούμε θετικό κι εποικοδομητικό. Το θεωρούν έτσι οι ανάδελφοι πολιτικοί και δημοσιογράφοι των Αθηνών, που συχνά συμβουλεύουν τις ελληνικές κυβερνήσεις να προχωρήσουν τη φιλία τους με την Άγκυρα χωρίς ξεριζώνοντας από μπροστά τους το αγκάθι της Κύπρου.

Εμείς τι θετικό έχουμε από αυτή την εξέλιξη; Την προσδοκία ότι με τη βελτίωση των σχέσεων Ελλάδας – Τουρκίας αναπόφευκτα θα επηρεαστεί θετικά και το Κυπριακό; Θα ήταν ένα ευτυχές γεγονός αν ήταν γεγονός. Μα, και μόνο το ότι συνομιλούν οι δυο εγγυήτριες χώρες για την μεταξύ τους φιλία, βάζοντας στο ράφι το κυπριακό αγκάθι, είναι λόγος τεράστιας πρόκλησης και απογοήτευσης.

Είναι η δεύτερη επίσκεψη του Ερντογάν στην Αθήνα κατά την οποία το κυπριακό αγκάθι αφαιρέθηκε για να μην επηρεάζει τα μεταξύ τους συμφέροντα. Τον Δεκέμβρη του 2017, ήταν η προηγούμενη υποσχόμενη επίσκεψη. Τότε, όταν ετοίμαζαν το πρόγραμμα της επίσκεψης τους έβαλε όρο ο Ερντογάν να μην συμπεριλαμβάνεται το Κυπριακό στις συνομιλίες τους και οι Αθηναίοι το δέχτηκαν.

Χθες, συμφώνησαν να πουν δημοσίως από μια ατάκα για το Κυπριακό, χωρίς να αλλάξουν ούτε λέξη από τις θέσεις τους. Ο Μητσοτάκης είπε ότι «δεν υπάρχει άλλη λύση από τις αποφάσεις των Ηνωμένων Εθνών», ο Ερντογάν μίλησε για «λύση με βάση τις πραγματικότητες» (δηλαδή, τα τετελεσμένα της κατοχής) και συνέχισαν με το ευτυχές γεγονός της Διακήρυξης Φιλίας. Στο παρασκήνιο, έκαναν μια επιφανειακή κουβέντα και ο Τούρκος Πρόεδρος «έδειξε διάθεση να βρεθούν λύσεις», όπως είναι η ενημέρωση που έχουμε. Γενικά και αόριστα, να βρεθούν λύσεις. Και το άφησαν πίσω τους. Διότι, η αθηναϊκή ηγεσία και η πολιτικο-δημοσιογραφική ελίτ του Κολωνακίου, δεν αντελήφθησαν ποτέ ότι όποια Διακήρυξη Φιλίας και να υπογραφτεί με τον Ερντογάν, όσο αυτός δεν αναιρεί την ισλαμοφασιστική του φιλοσοφία και παραμένει ανοικτή η πληγή της Κύπρου, θα είναι πάντα μια αιμορραγία που θα πνίγει τις προσδοκίες τους.

Αν το δούμε και συναισθηματικά και εθνικά, η απογοήτευση αγγίζει τα όρια της εθνικής μειοδοσίας. Όταν οι Αθηναίοι ηγέτες, που δεν χάνουν ευκαιρία να τονίζουν πως είναι προτεραιότητα τα εθνικά θέματα και ότι το Κυπριακό είναι στην κορυφή των προτεραιοτήτων τους, αλλά στην πράξη το τοποθετούν στο ράφι της ιστορίας και των όποιων εξελίξεων, τότε η τραγωδία της εθνικής μας μοναξιάς κορυφώνεται. Εάν η όποια διακήρυξη φιλίας και καλής γειτονίας της Ελλάδας με την Τουρκία δεν περιλαμβάνει το Κυπριακό, εάν τα «νερά» που χωρίζουν τις δυο χώρες είναι μόνο τα νερά του Αιγαίου και όχι και της Μεσογείου, τότε πέρα από συναισθηματισμούς, η «μητέρα πατρίδα» πρέπει να είναι μόνο μια εγγυήτρια χώρα που δεν ανταποκρίνεται στις υποχρεώσεις της. Και τίποτε άλλο. Όμως, δεν μπορεί να είναι έτσι, γιατί το εθνικό κέντρο για τον ελληνισμό της Κύπρου, θα είναι πάντα το εθνικό κέντρο. Όπως και να πολιτεύεται το αθηναϊκό κράτος και οι θεωρητικοί του κυπριακού αγκαθιού».

Πηγή: Φιλελεύθερος