Ελλάδα

Eretiki κριτική για την ταινία A Private war

Eretiki κριτική για την ταινία A Private war
ViberViber MessengerMessenger WhatsAppWhatsApp
Ακούστε το άρθρο

Το έργο A Private war βασίζεται στην αληθινή δράση της πολεμικής ανταποκρίτριας, Μarie Colvin.

Σενάριο: Η Αμερικανή Marie Colvin από το 1986 φημίζεται για την εντυπωσιακή της ικανότητα να αψηφά ή μάλλον να μην αφήνει το φόβο να την καταβάλει, ενόσω η ίδια στέκεται ως ρεπόρτερ σε εμπόλεμες ζώνες. Επιπροσθέτως, η ανταποκρίτρια έπαιρνε πάντα το ρίσκο των πιο ριψοκίνδυνων επιλογών, που θα συνεισέφεραν στη δημοσιογραφική καταγραφή και έπειτα στην ανεκτίμητη ανάδειξη της αλήθειας. Στην Αγγλία όλοι οι συνάδελφοί της στην εφημερίδα, τη σέβονταν εμφανώς. Το έτος 2001 οδηγήθηκε στη Σρι Λάνκα, προκειμένου να καλύψει τις εξελίξεις της διαμάχης των ηγετών του Ταμίλ με την τότε κυβέρνηση. Επειδή η χώρα ήταν διχασμένη, προσπαθώντας η Colvin να διασχίσει μια απαγορευμένη περιοχή, αν και η ίδια περιέγραψε την ειρηνική, δημοσιογραφική της, άοπλη οντότητα, δέχθηκε σε κοντινή απόσταση τις εκρήξεις από την εκτόξευση μιας οπλοβομβίδας. Η Marie επέζησε αλλά, δυστυχώς έχασε την όραση από το αριστερό της μάτι. Η ίδια δεν πτοήθηκε, συνεχίζοντας να διαβάζει τις σημειώσεις του ρεπορτάζ από το νοσοκομείο. Κάνοντας φωνητική εγγραφή στο ειδικό της μαγνητόφωνο. Βραβεύτηκε φυσικά για την ακατάπαυστη προσπάθεια άσκησης του επαγγέλματός της, ως καλύτερη δημοσιογράφος του ίδιου έτους.

 

Όμως, η Marie ενδιαφερόταν να εκφράσει την αλήθεια και να καταγράψει την αδικία ακόμη και στα πιο δύσβατα μέρη του κόσμου. Χάνοντας τον ένα οφθαλμό, η σχέση με το σύντροφό της καταστράφηκε. Παρόλα αυτά, η ατρόμητη Colvin συνέχισε το ταξίδι της αυτή τη φορά στο Ιράκ και συγκεκριμένα στη Φαλούτζα. Αποκαλύπτοντας ένα μαζικό τάφο εκατοντάδων ανθρώπων, οι οποίοι αγνοούνταν για 13 χρόνια. Ωστόσο, η επιλεκτική παράβλεψη του φόβου έχει ένα όριο. Η Marie έκανε ό,τι μπορούσε, αλλά η απώλεια του ματιού έφερε στο φως της ψυχής της εικόνες των θυμάτων, που η ίδια συνάντησε στα ρεπορτάζ της. Το μετατραυματικό στρες την επισκέφτηκε! Κάνοντας για λίγο χρονικό διάστημα θεραπεία, η ορκισμένη επαγγελματίας με την πανανθρώπινη συνείδηση επέστρεψε στο επικίνδυνο πεδίο της ενημέρωσης. Οι απώλειες όμως έρχονται πλέον και σε συναδελφικό επίπεδο. Από τη Λιβύη, μετά τη δεύτερη στην καριέρα της συνέντευξη στον Muammar Gaddafi, το κοφτερό μυαλό αυτής της Αμερικάνας θα βρεθεί στη Συρία του Bashar-al-Assad. Στην απαγορευτική από άποψη βαθμού επικινδυνότητας, πόλη Χομς. Σε μια ακόμη ακατόρθωτη αποστολή, με σαφώς μικρότερες πιθανότητες επιβίωσης από κάθε άλλη φορά. Μα με την αίσθηση της απαραίτητα, αποκαλυπτικής μαρτυρίας του ρεπορτάζ να παραμένει αμείωτη….  

 

Σκηνοθεσία:

Ξεκινά με μια επιγραφή λευκών γραμμάτων σε μαύρο φόντο, για τη δράση της γενναίας δημοσιογράφου από το 1986 και μετά. Έπειτα αναγράφεται η λεκτική γεωγραφική επεξήγηση: “Χομς. Συρία.” Ακολουθεί ένα πλάνο από χαμηλή προς όλο και υψηλότερης μορφής καταγραφή ενός διαλυμένου κτιρίου, καθώς και διπλανών, ομοίων του. Είναι τα συντρίμμια ολόκληρης της πόλης. Όσο ταξιδεύει το μέσο (κάμερα) πανοραμικώς, ακούμε τη φωνή της Marie Colvin, ηχογραφημένη από κάποιο άλλο χρονικό διάστημα, να απαντά σε μια ερώτηση. Η Marie μιλώντας για τις αντιξοότητες της δουλειάς της, αναφέρεται στην επίτευξη των στόχων, χωρίς να υπάρξει η αναγνώριση του φόβου. Ο τίτλος της ταινίας έπεται. Η ερωτική ζωή της Marie με τον πρώην άντρα της καταλήγει σε μια ήπια διαφωνία για τη νέα προσπάθεια απόκτησης παιδιού. Καθώς η ίδια δεν είναι πια 35 ετών. Η επαγγελματική καθημερινότητα στο κτίριο της εφημερίδας, όπου εργάζεται η έμπειρη δημοσιογράφος, περιγράφεται σύντομα από το φακό. Όταν η Αμερικανίδα γνωρίζει την καινούργια ρεπόρτερ Cate και παραβλέπει τις οδηγίες του εργοδότη τους, πηγαίνοντας αλλού. Αναγράφεται τότε η χώρα της Σρι Λάνκα.

 

Εκεί, διάφοροι κάτοικοι είναι σε εξαθλιωμένη κατάσταση. Κατά τη διάρκεια των σημειώσεων της θαρραλέας ταξιδεύτριας, ακούμε τη φωνή της με μορφή αφήγησης, να περιγράφει ό,τι η ακούραστη περσόνα κατέγραψε. Το βράδυ επιχειρεί να μεταβεί σε έδαφος, που βρίσκεται στα διαχωριστικά όρια της χώρας. Αν και αναφέρει δυνατά και καθαρά πως είναι μια άοπλη δημοσιογράφος, εκτοξεύεται μια οπλοβομβίδα πολύ κοντά της. Πέφτει στο έδαφος. Τη σηκώνουν με βίαιο τρόπο και αμέσως το μέσο μας μεταφέρει στο διάδρομο ενός νοσοκομείου, ενώ η ίδια λέει “Δε βλέπω” και δε θέλει να την αγγίζουν. Αμέσως όμως, ως πιστή επαγγελματίας ψάχνει το σημειωματάριό της. Κοιτάζοντάς το η κάμερα γίνεται θολή, αλλά όχι από πρώτο πλάνο, μα αποτυπώνοντας το τετράδιο και την ηρωίδα ταυτόχρονα. Έπειτα, η Marie καταγράφει φωνητικά τα γραφόμενά της. Επιστρέφοντας στην Αγγλία, δείχνει άνετη μπροστά στους καλεσμένους της, κάνοντας αστεία, παρά την απερίγραπτη απώλεια του ματιού. Ωστόσο μόλις απομονώνεται, ξεσπά πολύ λογικά σε μια θλιμμένη λύτρωση.

 

Γενικά, στο έργο θα παρακολουθήσουμε τον τρόπο σκέψης της Marie Colvin. Δηλαδή η δημοσιογράφος ως σπίτι της, θεωρεί το πεδίο κίνησης των ανταποκρίσεών της και όχι την επανάπαυση σε μια ήρεμη, με πιο ακίνδυνους και φυσικούς ρυθμούς ζωή. Πράγματι, δεν είναι πολλές οι ειρηνικές στιγμές στη ζωή της. Ακόμα και οι ερωτικές της περιπτύξεις κάποιες φορές λειτουργούν με γνωριμίες από το χώρο εργασίας. Επειδή η επιβίωση όντας πραγματικά δύσκολη, ισοδυναμεί με γιορτή σε αυτό το πόστο. Για αυτό και παρουσιάζεται εύστοχα η ερωτική προσέγγιση με εκτίμηση (Βλέμμα Colvin και συναδέλφου της), με ένα τελείως διαφορετικό και ανθρώπινο τρόπο από ότι θα συνέβαινε σε μια κοινωνία, κάτι αντίστοιχο. Αυτό βέβαια στην ταινία θα το δούμε μόνο μια φορά (υπό τη συνοδεία “χιλίων” άλλων σκέψεων που περιλαμβάνουν φυσικά και τη δουλειά της), αλλά θα ακούσουμε να το διηγείται σαν πιο συχνό φαινόμενο η ίδια, αργότερα στον Tony. Την πρώτη στιγμή βράβευσής της θα κάνει την εμφάνισή του το eye patch. Η Marie θα πει με τη γλώσσα του σώματος ένα ευχαριστώ για την αναγνώριση της δουλειάς της και όχι για την προβολή του ατόμου της. Έτσι ο σκηνοθέτης δεν θα αναλωθεί, περιγράφοντας την ομιλία εκείνης. Ταιριάζοντας το μοντάζ, με την αύρα του χαρακτήρα της.

 

Καθώς μετά η ίδια θα τσακωθεί με το σύντροφό της, λόγω της αμετανόητης στάσης της. Ο τελευταίος θα της πει πως αρχικά ξεχείλισε το ποτήρι της επικινδυνότητας, αλλά και επιπλέον μια ανείπωτη κουβέντα. Τότε θα οδηγηθούμε σε ένα σκηνοθετικό κράμα μιας χρονολογικά αντιθετικής συσχέτισης/απεξάρτησης συμβάντων και αντίδρασης μετατραυματικού στρες. Δηλαδή, κλείνοντας την πόρτα του διαμερίσματος, το όλο σπίτι θα υιοθετήσει στη φαντασία της πρωταγωνίστριας το εφιαλτικό ντεκόρ μιας εμπόλεμης ζώνης. Δεν θα δούμε το άγχος για τον απότομο χωρισμό της, μα η κάμερα θα μας ταξιδέψει στη διαδρομή ενός jeep. Η σκηνοθετική επιγραφή σύνορα Ιράκ 2003 (9 χρόνια πριν το Χομς) μας επεξηγεί πολλά. Αυτός είναι και ένας ακόμη τρόπος γεωγραφικού προσανατολισμού αρκετές φορές. Δηλαδή,  η αναγραφή χωρών ή πόλεων. Όμως, είναι ουσιαστική και όχι κουραστική αυτή η παράμετρος. Καθώς όλα ξεκινούν από την τοποθεσία Χομς, μεσολαβούν κάποιες πόλεις και έπειτα καταλήγει πάλι ο φακός εκεί. Επίσης, ένας ακόμη τρόπος είναι η λεκτική αναφορά από τους ήρωες του έργου. Όπως, για τη Φαλούτζα του Ιράκ. Ή η προβολή μιας σημαίας, όπως για τη χώρα της Λιβύης (σε αντίστοιχα χρώματα της πλευράς του Gaddafi μα και αυτής του λαού, στον τότε εγχώριο διαχωρισμό). Σαφώς η αναφορά στο Ιράκ για τα 9 χρόνια πριν από τα γεγονότα της Χομς, καλλιεργεί ένα συγκεκριμένο κλίμα αγωνίας στους θεατές.

 

Τότε, μετά τη δημοσιογραφική αποκάλυψη του μαζικού τάφου των ανθρώπων που θάφτηκαν στη Φαλούτζα, η Marie γνωρίζει ερωτικά ένα συνάδελφό της. Η προηγούμενη σκηνοθετική πρόσμιξη τώρα επεξηγεί τα κομμάτια, που αποσπάστηκαν πρωτίστως από το κάδρο των θεατών. Η συσχέτιση αφορά τη σωστή χρονολόγηση των τότε αληθινών συναισθημάτων της πρωταγωνίστριας, χωρίζοντας με τον άντρα της. Μα πιο πολύ το πρόβλημα δεν είναι τόσο η ερωτική διάσπαση, όσο η απογοητευτική έλλειψη επικοινωνίας μεταξύ τους. Καθότι εκείνος δεν κατανόησε, ότι η Marie βλέπει την πανανθρώπινη ενσυναίσθηση μέσα από το επάγγελμά της, αγαπώντας το. Αλλά εκείνο ταυτόχρονα της δημιουργεί εικόνες, οι οποίες στοιχειώνουν το μυαλό της. Μετά από μια τελευταία κρίσιμης, ενημερωτικής σημασίας ανταπόκριση, η κυρία Colvin θα παίξει τη ζωή της κορώνα/γράμματα. Η κάμερα, όπως στην αρχή θα υψωθεί σιγά σιγά, περιγράφοντας πανοραμικά τα συντρίμμια της ίδιας πόλης. Η επιγραμματική αναφορά για το θάνατο 500.000 Σύριων πολιτών από τις δυνάμεις του Assad και έπειτα η συνέχιση της απάντησης της εισαγωγής από την αληθινή, υποφαινόμενη πια, Marie Colvin, συνιστούν τον επίλογο.

 

Ερμηνείες:

 

Rosamund Pike: Υποδυόμενη την ηρωική ανταποκρίτρια, Marie Colvin.

 

Αρχικώς, αναφέρουμε πως η ηθοποιός σε όλο το έργο χρησιμοποιεί μια τελείως διαφορετική χροιά φωνής (θυμηθείτε την στο περσινό Hostiles). Μόνο όταν δουν όλοι οι θεατές στο τέλος την αληθινή Marie, κατανοούν πως εκείνη μιλούσε στο ξεκίνημα του έργου. Η ερμηνεύτρια κατόρθωσε λοιπόν να υιοθετήσει επιτυχώς αυτή τη βαθειά, σταθερή, θηλυκή φωνή. Επίσης περιγράφηκε υποκριτικά από εκείνη η ελλειπτική αίσθηση των αποστάσεων και της αίσθησης βάθους, παριστάνοντας επιτυχώς ότι διέθετε μόνο ένα μάτι. Συν τοις άλλοις, η ηθοποιός έχει πραγματικά μεταμορφωθεί. Αποδίδει αυτή την ανθρωπίστρια γυναίκα όταν είναι δημοσιογράφος, φέρνοντας σε δεύτερη μοίρα τη σωματική της ακεραιότητα, αλλά έχοντας επίσης αυτοπεποίθηση και αξιοπρέπεια στην προσωπική της ζωή, ακόμη και με ένα μάτι. Η υποκριτική της διακρίνεται ιδιαίτερα, μόλις η Marie πραγματοποιεί μια εξομολόγηση αντιθέσεων στο συνάδελφό της, Paul, όταν αυτός την επισκέπτεται στο θεραπευτικό ίδρυμα. Εκεί, ξεκινά δειλά δειλά να ειρωνεύεται τις ψυχολογικές ερμηνείες, όμως τελικά κάνει το ολοκληρωτικά εύστοχο ψυχογράφημα της ζωής της.

 

Έχοντας απόλυτη, εσωτερική επικοινωνία. Παρατηρούμε εκφραστικά λοιπόν μετά από μια γρήγορη διακωμώδηση, τη σοβαρότητα, την προσήλωση στα γεγονότα, το θυμό και την ειλικρινή λύτρωση, συνοδευόμενη από ένα απαλό δάκρυ. Είναι δύσκολο έχοντας το eyepatch να αποδώσει οποιαδήποτε/οποιοσδήποτε ηθοποιός, με τόση εκφραστικότητα, αυτά τα συναισθήματα. Ακόμα, η αυτοπεποίθηση μπροστά στους φίλους της παρά την απερίγραπτη απώλεια της μετά το δυστύχημα και η διαδεχόμενη ατομική, τεθλιμμένη παραδοχή της, δείχνει το υποκριτικό της κρεσέντο. Στην ανακάλυψη των μαζικών τάφων λέει “Δείξε σεβασμό”, περιγράφοντας τη δημοσιογραφική, ιδιαίτερη άποψη της Marie, όταν πλαισιώνει πάντα με ανθρωπιστικούς σκοπούς ένα ρεπορτάζ. Στην πρόσμιξη εφιαλτών και πραγματικότητας η ερμηνεύτρια είναι το κέντρο του σκηνοθετικού καμβά. Είναι πολύ καλή ηθοποιός!!

 

Stanley Tucci: Στο ρόλο του Tony Shaw, καινούργιου συντρόφου της Marie.

 

Για ακόμη μια φορά αποδεικνύει τον επαγγελματισμό του. Χωρίς να έχει μεγάλο χρόνο συμμετοχής, κεντρίζει την προσοχή τον θεατών. Γοητεύει τη Marie έχοντας αυτοπεποίθηση, μα ακολουθώντας ταυτόχρονα μια γήινη προσέγγιση. Η ερμηνεία του γενικά στην ταινία εκφράζει μια σωστή ισορροπία. Μεταφέρει το ενδιαφέρον του για τη γοητευτική ρεπόρτερ το επόμενο πρωί, δείχνει όμως και δημοσιογραφικό επαγγελματισμό για την είδηση του Gaddafi στην τηλεόραση. Συνοδεύει με συγκίνηση τη Marie σε μια ακόμη βράβευση ή  παρακολουθεί ανήσυχος τη νέα είδηση στην τηλεόραση, με θέμα μια ανταπόκρισή της, έχοντας απόλυτη σοβαρότητα και θαυμασμό. Όντας βέβαια ένας ηθοποιός που κατέχει την κωμωδία, μεταφέρει και το χιούμορ στο ρόλο. Κυρίως μέσω της έκφρασης, φορώντας την πετσέτα, σαν να έχει μακρυά μαλλιά.

 

Tom Hollander/Nikki Amuka-Bird: Στους ρόλους των Sean Ryan και Rita Williams.

 

Ο πρώτος ως αρχισυντάκτης της εφημερίδας, ξεκινά να κάνει αισθητή την παρουσία του στο δείπνο με την Colvin, λέγοντας της για δεύτερη φορά να σβήσει το τσιγάρο. Μα κυρίως αναδεικνύεται λίγες στιγμές αργότερα, όταν φαίνεται ειλικρινά να κατανοεί το τι έχει προσφέρει η Marie στην εφημερίδα και στον κόσμο, με τις δημοσιογραφικές ανακαλύψεις της. Αποκαλύπτει έναν άνθρωπο που δεν έχει “μηχανικά” συναισθήματα. Αλλά για να μας κάνει να θεωρήσουμε ότι πρωτίστως φαινόταν να ενδιαφέρεται μόνο για τη δημοσιογραφική δουλειά του, αυτό σημαίνει, ότι ακολουθούσε σωστά το ρόλο του. Υποδυόμενος τις κύριες πτυχές αυτού, μέχρι να ξεσπάσει.

 

Η δεύτερη μετέφερε το ενδιαφέρον της Rita για τη Marie, όταν κανείς δεν ασχολήθηκε με την αγχώδη διαταραχή της, μετά το δυστύχημα. Επίσης, βλέποντάς τη να πίνει, της επισημαίνει πως έχει σημασία να προσέχει τον εαυτό της. Μπορεί να φαίνεται απλή η διαδικασία του χαιρετισμού μεταξύ τους αμέσως μετά, μα η ερμηνεύτρια άλλαξε συναισθήματα, επισημαίνοντας την υπάρχουσα, δυνατή φιλία ανάμεσα στους δύο χαρακτήρες.

 

Επιτυχής ή ανεπιτυχής η απόδοση σεναρίου σκηνοθεσίας και ερμηνειών:   

 

Το σενάριο βασίζεται στην πραγματική, δημοσιογραφική πορεία της Marie Colvin. Η ιδέα προέκυψε από τη συνεργασία της Marie Brenner με τον Arash Amel. Το 2012 η Marie Brenner έγραψε στο περιοδικό Vanity Fair ένα άρθρο με τίτλο Marie Colvin’s Private War, για τη δράση της εν λόγω δημοσιογράφου. Ο Arash Amel έκανε την προσαρμογή του σεναρίου σε κινηματογραφικό έργο, μεταφέροντας και κάποια δικά του στοιχεία. Η ίδια η ιστορία αυτής της γενναίας γυναίκας μιλά από μόνη της. Βεβαίως, είναι η έξυπνη η ιδέα της διαμοίρασης της ανθρωπιστικής πλευράς του επαγγελματισμού της ρεπόρτερ, με το ταμπεραμέντο της προσωπικής της ζωής. Η απομόνωση της χρησιμοποίησης των συγκεκριμένων πόλεων με τα αντίστοιχα γεγονότα, καθώς επίσης και η επιλογή της Χομς ως αντίστροφης αφετηρίας της πλοκής, δίνουν ιδιαίτερη μορφή στο έργο.

 

Τη σκηνοθεσία ανέλαβε ο Matthew Heineman. Οι απόψεις της Marie Colvin περί πολέμου θα καταγραφούν με ετεροχρονισμένη, φωνητική αφήγηση από τον χαρακτήρα αυτής, καθώς ταυτόχρονα την παρατηρούμε να γράφει κάποιες, αρχικές σημειώσεις ή να κάνει άλλες ενέργειες. Η αφήγηση αυτή θα δώσει μια παρατηρητική ματιά της ίδιας της περσόνας, στο έργο. Δηλαδή παρέχεται η άποψη πως δεν λειτουργούσε μόνο βιωματικά η ίδια, αποκομίζοντας εμπειρίες, ως μαχόμενη στο πεδίο ανταπόκρισης. Επιπροσθέτως είχε μια ενόραση, ώστε να μιλήσει για αυτές, με σκοπό να αντιληφθεί κάθε άνθρωπος το νόημα της δουλειάς της. Δίχως να βρεθεί επακριβώς στην ίδια θέση με εκείνη. Αλλά να δει τις ίδιες εικόνες.

 

Υπάρχουν εικόνες τραυματιών και νεκρών, στους οποίους παρευρίσκονται και μικρά παιδιά. Όχι πολλές φορές όμως. Γίνονται κάποια κοντινά πλάνα σε οχήματα, που διασχίζουν επικίνδυνες ζώνες. Παρατηρούνται εκρήξεις δημιουργώντας ένα χάσιμο προσανατολισμού των ηρώων. Οι μέθοδοι της πρωταγωνίστριας βρίσκονται εκτός βιβλίου κανόνων ασφαλείας. Με το αντίστοιχο τίμημα κάθε φορά. Και γίνεται σαφές σε κάθε δημοσιογράφο, το πόσο επικίνδυνο είναι κάτι τέτοιο. Κατά την εύρεση των μαζικών τάφων η στιγμή της εκσκαφής εμφανίζει διακριτικότητα και σεβασμό προς τους νεκρούς ταυτοχρόνως. Ο θρήνος των χηρών, με τα μαύρα ρούχα και τον ήλιο στο βάθος να τις “παρηγορεί”, συνιστά ένα ιδιαίτερο πλάνο. Σοκάρει το μοναδικό κτίριο, που έμεινε όρθιο στη Χομς. Αλλά και μια ακόμα δειλή επίθεση.

 

Υπάρχει ένα όμορφο πλάνο απαθανατίζοντας το  κέντρο θεραπείας της Marie. Στη διεύθυνση φωτογραφίας είναι ο Robert Richardson. Ακούγεται μια τολμηρή άποψη της Cate, πως ενδέχεται να μεταδίδουν αμερικάνικη προπαγάνδα. Τότε η Marie της επεξηγεί πως οι νεκροί που είδαν ήταν αληθινοί και όχι ψεύτικοι. Επιπλέον, ότι δεν έχει ιδιαίτερη σημασία η χώρα προέλευσης κάποιου αεροπλάνου και το έθνος που αυτό βομβαρδίζει. Μα το ότι υπάρχουν άνθρωποι, που συνδέονται με αυτά τα γεγονότα. Και πως οι άνθρωποι εξαιτίας αυτών των συνδέσεων, φεύγουν από τη ζωή.

 

Υπήρξαν αναφορές για τα εγκλήματα διαφόρων βιασμών σε κορίτσια, επί δικτατορίας Gaddafi. Είδαμε τη Marie να στριμώχνει δημοσιογραφικά στη συνέντευξή της το Λίβυο δικτάτορα ή να μεταφέρει λεκτικά παγκοσμίως τα εχθρικά γεγονότα του Assad στους Σύριους πολίτες. Όμως, θα μπορούσαν να υπάρξουν περισσότερες πολιτικές αναφορές. Εκτός αν βέβαια, έτσι λειτούργησε η ισορροπία της κινηματογραφικής διάρκειας από το σκηνοθέτη.

 

Τελειώνοντας, στις ονομασίες των συντελεστών διαφαίνονται αρκετοί τίτλοι από αληθινά άρθρα της Marie. Μετά το τέλος των credits οι θεατές θα δουν την αύρα της δημοσιογράφου σε μια φράση. Marie Colvin (1956-2012).        

 

Οι ερμηνείες μας έχουν μεταφέρει την ένταση των στιγμών, ακόμα και όταν αυτή ελοχεύει. Όπως κατά τη διάρκεια της συνέντευξης με τον Muammar Gaddafi. Ή μέσα στην πόλη Χομς. Επίσης προς Φαλούτζα, με την  αναπαράσταση του ελέγχου από τους στρατιώτες, καθώς αποδίδονται ορθά αυτές οι απρόβλεπτες αντιδράσεις των συγκεκριμένων Ιρακινών. Ακόμα, πριν την ανακάλυψη των μαζικών τάφων, την ώρα της ανασκαφής ο διαπληκτισμός είναι πολύ ρεαλιστικός. Χρησιμοποιήθηκαν κάποιες γλώσσες σε αρκετές συνομιλίες, που μοιάζουν με αυτές των ανάλογων κρατών. Μα επίσημα τουλάχιστον δεν ανταποκρίνονται κάπου. Ωστόσο, η Rosamund Pike αναφέρει ότι είχε μεταφραστή για πολλές ξένες γλώσσες στα γυρίσματα της Ιορδανίας.

 

Συνεπώς είναι επιτυχής η απόδοση σεναρίου, σκηνοθεσίας και ερμηνειών.

 

Επιλογή Casting/Σχεδιασμός κοστουμιών/Μακιγιάζ/Κατασκευές:  

 

Υπεύθυνη του τμήματος ήταν η Jina Jay. Η επιλογή της Rosamund Pike στον πρωταγωνιστικό ήταν και απεδείχθη ως κομβικής σημασίας! Σημαντικές ήταν οι προσθήκες του Stanley Tucci (Tony), Billy Hollander (Sean) και της Nikki Amuka-Bird (Rita). Οι υπόλοιποι ηθοποιοί ανταποκρίθηκαν επαγγελματικά και σύμφωνα με τις οδηγίες του σκηνοθέτη. Επομένως, είναι καλές οι επιλογές της υπεύθυνης.

 

Τα κοστούμια είναι πολύ ωραία σχεδιασμένα. Πολλές φορές έχοντας και μινιμαλιστική διάθεση. Στο πεδίο μάχης η Marie φορά μαύρο κράνος και αλεξίσφαιρο γιλέκο. Στην πλάτη του γιλέκου γράφει “δημοσιογράφος”, σε μια ευθεία γραμμή από χαρτόνι. Οι στολές στρατιωτικών ή ηγετών σε διάφορα κράτη είναι πειστικές. Υπεύθυνος ήταν ο Michael O’Connor.

 

Τα 11 άτομα που είναι υπεύθυνα για το μακιγιάζ, έκαναν καλή δουλειά. Οι νεκροί και τραυματίες περιγράφονται μεν ρεαλιστικά, αλλά και σε σωστά κινηματογραφικά πλαίσια αισθητικής, ώστε να μην ταράξουν τους θεατές. Πειστικό απεδείχθη και το περίγραμμα του ματιού, που είχε πληγωθεί.

 

Σίγουρα χρησιμοποιήθηκαν διάφορα οχήματα, για τις δύσβατες τοποθεσίες των πεδίων μάχης της ρεπόρτερ. Όμως υπάρχει μια κατασκευή, που αναδείχθηκε στο κάδρο, ενώ περιελάμβανε μια στιγμή αναψυχής της Marie μαζί με τη φίλη της, Rita. Ήταν η ύπαρξη μιας βάρκας, με όμορφα εντυπωσιακά πανιά μυτερής κατασκευής, βαμμένα στο χρώμα της ανατολής. Υπάρχει ειδικός άνθρωπος, που την κατασκεύασε για το έργο. Ο Jim Dines.

 

Μουσική/Ηχητική Υπόκρουση:

 

Τη μουσική έγραψε ο H.Scott Salinas. Είναι η φύση του έργου όμως τέτοια, όπου εκείνη δεν ξεχωρίζει. Στη Συρία ενώ βλέπουμε κάποιους τραυματίες και έναν πατέρα να θρηνεί το μικρό παιδί του, ακούμε απαλά να παίζουν μαζί κάποια βιολιά. Το τραγούδι της αναφοράς των συντελεστών, συντροφεύει με ωραία αισθητική το τέλος. Το έγραψε η Annie Lennox. Έχει τίτλο Requiem for a private war.

 

Ο ήχος ωστόσο, κάνει αισθητή την παρουσία του. Η έκρηξη της τύφλωσης. Το χειροκρότημα μιας βράβευσης. Η νοητική μετατροπή ενός διαμερίσματος σε πεδίο μάχης. Ο θρήνος κάποιων μαυροφορεμένων γυναικών. Μια αφοπλιστική μετάδοση και ο απότομος, δυνατός ήχος μιας απαίσιας άσκησης πυρών, θα έρθουν κοντά στους ακροατές/θεατές. Οι 17 υπεύθυνοι στο τμήμα ήχου δικαιολογούν το αποτέλεσμα.

 

“Η προσπάθεια της γυναίκας, που δεν φοβήθηκε να μεταβεί στα πιο εχθρικά τοπία, προκειμένου να γίνει μάρτυρας της αντιπολεμικής αλήθειας.  Επικοινωνώντας την στον υπόλοιπο κόσμο”.

 

Μια διανομή της Odeon

 

O Eretikos κριτικός  Γιάννης Κρουσίνσκυ

 

Ολες οι Ειδήσεις

Ειδήσεις Top Stories
X