Eretiki Κριτική

Eretiki κριτική, μέσα στις Ν. Πρεμιέρας: Όχι & Νύχτα της Φωτιάς

Eretiki κριτική, μέσα στις Ν. Πρεμιέρας: Όχι & Νύχτα της Φωτιάς
ViberViber MessengerMessenger WhatsAppWhatsApp
Ακούστε το άρθρο

Από τον Eretiko κριτικό Γιάννη Κρουσίνσκυ

Το 27ο Φεστιβάλ μπορεί να ολοκληρώθηκε, αλλά οι ποιοτικές ταινίες καταγράφηκαν!

Στις 30/9/2021 παρακολουθήσαμε 2 ευχάριστες κινηματογραφικές εκπλήξεις! Σύγχρονου Σινεμά.

Σύμφωνα, με τη σειρά ωρών που προβλήθηκαν αμφότερες στο Σινέ Δαναός, αντιστοίχως:

1) “Όχι” (2021) του παρατηρητικού, πρακτικού σκηνοθέτη, Ντίτριχ Μπρούγκεμαν

2) “Νύχτα της Φωτιάς” (2021) της ατμοσφαιρικής και διαμαρτυρόμενης σκηνοθέτριας, Τατιάνα Ουέσο

Όχι/

Η προσέλευση του κόσμου υπήρξε ικανοποιητική. Η ανταπόκριση: Οι θεατές ένιωσαν εξοικείωση με το χιουμοριστικό και σουρεαλιστικό μοτίβο του έργου. Επίσης, φάνηκαν να αντιλαμβάνονται υπομονετικά την ενδιαφέρουσα πορεία αυτής της μεθοδικής, σκηνοθετικής δομής μέσα στο χρόνο.

(Η ταινία προβλήθηκε ξανά την Κυριακή 3/10/2021 στο σινέ Ριβιέρα)

! Παροτρύνω τους Σινεφίλ να αναζητήσουν φυσικά το έργο, μα και να ασχοληθούν πάλι με κάποια μελλοντική συνεργασία των Brüggemann (Anna και Dietrich). Επίσης, αξίζει τη διανομή στις αίθουσες αυτή η ταινία!

Η καλλιτεχνική προσέγγιση

Τα αδέρφια Brüggemann συνεργάστηκαν όμορφα σε σενάριο (Anna και Dietrich) και σκηνοθεσία (Dietrich). Είχαν συγκεκριμένο τρόπο έκφρασης και τον μετέδωσαν. Η θεματική πυροδότησε τα πάντα, σχετικά με τη διάσταση της παρατήρησης: Η έννοια της επιλεγμένης, τυπικής παράλειψης του γάμου δεν σημαίνει απαραίτητα και αντισυμβατικότητα στον τρόπο σκέψης/ζωής ενός ζεύγους. Ο πιο αποτελεσματικός έρωτας στις ζωές των Michael και Dina ήταν η μεταξύ τους γνωριμία. Νόμιζαν, πως επικοινωνούν απολύτως, ως προς το τι θεωρούν από κοινού ως αδιάφορο, ώστε κάθε φορά να το απορρίπτουν. Αυτό το επιπόλαιο στοιχείο, μαζί με ένα παρελθόν ερωτικής συντροφικότητας 5 ετών έμοιαζε να επαρκεί, προκειμένου να παραμείνουν μαζί και να κάνουν οικογένεια. Σε ένα σύνολο 9 παραστατικών ετών, όπου έγιναν και γονείς.

Η λειτουργική, παραστατική δομή αυτής της ταινίας θα μπορούσε με κάποιες παραλλαγές να αφορά ακόμη και θεατρικό έργο διακριτής σπιρτάδας, έχοντας τις ίδιες ακριβώς 13 πράξεις. Διότι υπάρχει η δυναμική εξέλιξη, που βελτιώνει δημιουργικά τη φύση αυτής της απλής, κεντρικής ιδέας-θεματικής. Η σκηνοθεσία θα το εκμεταλλευτεί αυτό, προσφέροντας επιπροσθέτως στο θεατή, λόγω των πλεονεκτημάτων εμβάθυνσης της κινηματογραφικής θέασης, την αμεσότητα στη ζωή του ζεύγους, αλλά και την έμμεση συμπλήρωση του καλλιτεχνικού μοτίβου από άλλους χαρακτήρες, που αντανακλούν ωστόσο ανελλιπώς τις μεγάλες ανησυχίες των Michael και Dina.

Κινηματογραφικές παράμετροι

– Το σενάριο διαχωρίζει μεθοδικά 13 πράξεις. Με εξαίρεση τις 2 πρώτες, που είναι αρκετά αδιάφορες, οι υπόλοιπες 11 παρουσιάζουν πραγματικό ενδιαφέρον, όσο εξελίσσεται η πλοκή! Η αντίληψη του χρόνου ορίζεται σύντομα από έτη, μήνες ή εβδομάδες, που πέρασαν. Αυτή η ειδική χρονολόγηση προσφέρει ταυτοχρόνως την έννοια του ρεαλισμού και της απόστασης στο θεατή, που μπορεί να παρατηρήσει πιο ψύχραιμα τις αλλαγές στη ζωή του ζεύγους. Όμως κοιτάζουμε πάντοτε μπροστά στο μέλλον. Με μία εξαίρεση, που αντανακλά τις ρίζες ενός πανίσχυρου, ερωτικού παρελθόντος (φιλιά στο κουπέ του τρένου). Υπάρχει η ιδέα του σουρεαλισμού, το χιούμορ, η ενδυναμωμένη συσπείρωση, η υγιής επαγγελματική ανεξαρτησία του ζευγαριού και η προσπάθειά του να “σπάσει τον κύκλο” (όπως λέγεται στην ψυχανάλυση) των γονιών του. Ωστόσο, οι Michael και Dina δεν μπορούν να ξεφύγουν εύκολα από εσωτερικευμένες φοβίες, ευθυνών ως μελλοντικοί γονείς (Michael) ή παλαιότερων, προσωπικών αμφιβολιών (Dina). Ως σημείο σύνδεσης στη διάσωση ενός υπαρκτού-ιδεατού έρωτα, που βίωσαν για 9 ολόκληρα χρόνια οι Dina-Michael, υπήρξε η εμπειρία με τα φιλιά τους στο κουπέ του τρένου!

– Η σκηνοθεσία αποτελεί το μεγάλο, εκφραστικό πλεονέκτημα του έργου! Η κυρίαρχη ιδέα είναι το αρχιτεκτόνημα μιας ταινίας με βάση το πλάνο βάθους πεδίου στο 90%! Είτε από ακίνητη κάμερα, είτε με κίνηση του μέσου. Η σκηνοθεσία έχει δώσει λοιπόν και επιπλέον οδηγίες στους ηθοποιούς, για το πότε θα εισέρχονται στην οθόνη από το βάθος, από το πλάι ή κάτω από το πεδίο της λήψης. Αυτό το αιφνιδιαστικό στοιχείο της εισερχόμενης παρουσίας χαρακτήρων θα το παρατηρήσουμε πολύ συχνά. Μπορεί, σε άλλες περιπτώσεις, να βρίσκονται ήδη στο βάθος, μα να μην έχει αποκαλυφθεί ακόμη ο σημαντικός ρόλος τους, μέχρι ένα χρονικό σημείο (π.χ. αδερφός του Michael, κάνοντας εργασίες στον κήπο ή οδεύοντας με χείριστες προθέσεις προς την φαινομενικά ήπια κήδευση του πατέρα του). Εκτός από την επιλογή της οριοθέτησης του χρόνου με σχετικές επιγραφές (ετών, μηνών ή εβδομάδων που πέρασαν) στο μαύρο φόντο, υφίσταται επίσης η έννοια της απαλής παύσης με απλό, μαύρο φόντο.

Από τις 13 πράξεις, όπως προείπαμε, αξίζουν οι 11. Από αυτές ξεχωρίζουν πιο πολύ τέσσερις:

Α) Η συζήτηση στο μπαρ του πλοίου με τους γονείς του Michael και η εκ φύσεως εξωτερικευμένη ανακοίνωση εγκυμοσύνης από την Dina. Ένα κλειστό δοχείο με καραμέλες μετακινείται αρκετές φορές στη μπάρα, προσομοιάζοντας την πλεύση του καραβιού.

Β) Η έξοδος από το νοσοκομείο, όπου η Dina αφότου γεννήσει, θα αποκτήσει μητρικό ένστικτο, αντιλαμβανόμενη ατομικά, πως το παιδί της θα μεγαλώσει σε έναν βίαιο κόσμο. Ενώ τότε ταυτοχρόνως ο Michael νιώθει περιχαρής, διότι έκανε το βιολογικό καθήκον του.

Γ) Το χειρουργείο στο οποίο επιστρέφει ο ιατρός Michael, αλλά δεν μπορεί στιγμιαία να συγκεντρωθεί, διότι τον επισκέπτεται η ανασκόπηση των σημαντικών αποφάσεων της ζωής. Εκεί, καθώς ο χρόνος παγώνει, ο ασθενής του χειρουργείου ξεπερνά την αναισθησία και ζητώντας τσιγάρο γίνεται περιπαικτικός συνομιλητής. Σαν μια ζωντανή αντανάκλαση των σκέψεων του Michael.

Δ) Η επαγγελματική επιστροφή της Dina στο χώρο του θεάτρου. Εκπαιδεύτρια και θεατρική ομάδα ξεγυμνώνουν με ενθάρρυνση την ψυχή της Dina. Στα σημεία Γ) και Δ) ασθενής και εκπαιδεύτρια αντιστοίχως, έχουν ρόλο ψυχαναλυτή. Ενώ από άλλη πράξη ρόλο Ερινυών φέρει ο ιδιόμορφος οδοντίατρος!

– Η διεύθυνση φωτογραφίας έχει καταλυτικό ρόλο. Διαθέτει ειδική ρύθμιση, που επιτρέπει να διαφαίνονται όλες οι λεπτομέρειες των περσόνων, οι οποίες θα εισέλθουν σε ακίνητη λήψη σε πλάνο βάθους πεδίου, είτε αρκετά κοντά στο φακό (πράξη στο μπαρ του πλοίου), είτε ακόμη και από πολύ μακριά, κινούμενες προς αυτόν (πράξη κηδείας). Όμως παρόμοιες απαιτήσεις ισχύουν και για τις κινήσεις της κάμερας σε κάποιες πράξεις (π.χ. σε μεταμοντέρνα γκαλερί ή σε θεατρική ομάδα).

Το μοντάζ, εξαιτίας της κυρίαρχης δομής με ακίνητη κάμερα και πλάνο βάθους πεδίου σπανίζει. Έχει ωστόσο σημαντικό ρόλο σε σημεία, που δεν τα παρατηρεί εύκολα ο θεατής. Εξάλλου (μιλώντας για τη γενικότερη διάταξη), το πώς θα παραταχθούν συνολικά οι 13 πράξεις-εικόνες στην πορεία του έργου, στην πραγματικότητα μοιάζει πιο πολύ να αποτελεί μία απόφαση μοντάζ, παρά σεναρίου.

– Οι ερμηνείες, βάσει της σκηνοθετικής προσέγγισης, είχαν ήδη ιδιαίτερες απαιτήσεις. Την καλή ερμηνεία του Alexander Khuonichael) με γήινη υποκριτική προσέγγιση, που δημιουργεί ταύτιση στο θεατή, επισκιάζει η αντίστοιχη συμπρωταγωνιστική της Anna Brüggemann (Dina). Η ίδια φαίνεται να γνώριζε άριστα ως σεναριογράφος/ηθοποιός, πώς θα έδινε έμφαση στην ανάπτυξη της προσωπικότητας της Dina, αφότου εκείνη έγινε μητέρα. Ωραίες οι οικογενειακές συγκρούσεις με μητέρα, αδερφή ή και πεθερό, καθώς και η τρομαγμένη, δραματική εμβάθυνση στο χώρο του θεάτρου!

Έπειτα, οι αποδόσεις των έμπειρων ηθοποιών ανεβάζουν τον πήχη της υποκριτικής:

1) Στους γυναικείους ρόλους: η εμπειρία της Isolde Barth (μητέρα του Michael) προσκολλάται άριστα στην ευχάριστη, αλλά χαμηλών τόνων παρουσία της ανατροφής του Michael. H Nina Petri (μητέρα της Anna) θα εκφράσει εκρηκτικά μία ανεξάρτητη γυναίκα, που υπερέβαλε στη σοβαροφάνεια της επαγγελματικής της καριέρας. Πολύ ωραία και γεμάτη ζωντάνια η υποκριτική της Dulcie Smart (δασκάλα θεάτρου) όπου μεταδόθηκε το πάθος της καθηγήτριας, αλλά και μια πιο προσιτή-πειστική μέθοδος διδασκαλίας, που δημιουργεί οικειότητα στο θεατή.

2) Στους αντρικούς ρόλους: H ερμηνεία του Rüdiger Vogler (χειρουργημένος ασθενής, που ξεπέρασε σουρεαλιστικά την αναισθησία) υπερνικά οποιονδήποτε άλλον. Η άνεση, η μετάδοση του χιούμορ, η αύρα της αντανάκλασης ενός εκλαϊκευμένου ψυχαναλυτή αποδίδονται, χωρίς καλά καλά να σταθεί όρθιος ο ηθοποιός,

Συντελεστές

Σενάριο: Anna Brüggemann, Dietrich Brüggemann. Σκηνοθεσία: Dietrich Brüggemann. Μοντάζ: Vincent Assmann. Διεύθυνση Φωτογραφίας: Alexander Sass. Πρωταγωνιστούν/συμμετέχουν: Anna Brüggemann, Alexander Khuon, Isolde Barth, Andreas Döhler, Rüdiger Vogler, Hanns Zischler, Dulcie Smart, Nina Petri. Μουσική: Dietrich Brüggemann. Σχεδιασμός Κοστουμιών: Juliane Maier. Μακιγιάζ: Annett Schulze.

Νύχτα της Φωτιάς/Prayers for the Stolen/Noche de Fuego

Η προσέλευση του κοινού ήταν παραπάνω από ικανοποιητική! Σχετικά με την ανταπόκριση: Όλες/όλοι περίμεναν με κομμένη την ανάσα μέχρι το τέλος. Προκάλεσε και συγκινήσεις αυτό το ατμοσφαιρικό έργο.

(Η ταινία παίχτηκε ξανά την Παρασκευή 1/10/2021 στο σινέ Ριβιέρα)

! Προτείνω στους Σινεφίλ να το αναζητήσουν. Επίσης, δεν θα μου έκανε εντύπωση, εάν το έργο έπαιρνε διανομή μέσα στη σεζόν…

Η καλλιτεχνική προσέγγιση

Το έναυσμα προέρχεται από την ομώνυμη νουβέλα. Η αλήθεια είναι, πως το βιβλίο Prayers for the Stolen” της Jennifer Clement, διαθέτει ένα αρκετά πιο σκληρό περιεχόμενο, εν συγκρίσει με την ταινία (πηγή: https://www.nytimes.com/2014/03/02/books/review/prayers-for-the-stolen-by-jennifer-clement.html). Βεβαίως, υπάρχουν και σημαντικές διαφορές ανάμεσα σε βιβλίο και ταινία, σε σχέση με τις εξελισσόμενες στιγμές. Η ταινία, μολονότι κρατά πολύ πιο διακριτική στάση απέναντι στην απόδοση του βιβλίου, παραμένει συνταρακτική!

Το τοπίο στα πυκνά, πράσινα βουνά του Μεξικού και οι χείριστες προθέσεις των αντρών στρατιωτών ως προς την εκμετάλλευση ανήλικων κοριτσιών διαμορφώνουν τη βίαιη ατμόσφαιρα. Μια ατμόσφαιρα, όπου οι μητέρες αναγκάζονται να κουρεύουν από το τέλος της παιδικής ηλικίας τα μαλλιά των κοριτσιών και να κρύβουν τις θυγατέρες τους σε λάκκους στο έδαφος, όποτε γίνονται έλεγχοι από στρατιώτες. Η πειστική αναπαράσταση των φτωχών σπιτιών μέσα στην πυκνή βλάστηση, η αντίφαση με τις διεργασίες στο λατομείο και φυσικά ο χρόνος που φεύγει, σαν υπαρκτός εχθρός κάθε μητέρας, η οποία φοβάται για την κόρη της, ενόσω εκείνη εισέρχεται στην εφηβεία, δημιουργούν ταύτιση και αγωνία στο Σινεφίλ.

Κινηματογραφικές παράμετροι

Το σενάριο της ταινίας ορίζει σαν πρωταγωνίστριες τρεις μικρούλες φίλες. Ana, Maria και Paula. Τα κορίτσια έχουν ανιδιοτελή φιλία με ιδιαίτερο τρόπο επικοινωνίας μεταξύ τους. Η Rita, μητέρα της Ana, διακρίνεται περισσότερο από τον κόσμο των ενηλίκων. Ο άντρας της δεν θα επιστρέψει ποτέ. Ο αλκοολισμός έρχεται στη ζωή της. Όμως, αν και δεν είναι πάντοτε ιδανική η σχέση μητέρας-παιδιού, η ίδια φροντίζει να κρύβει με τον ίδιο ζήλο την κόρη της, κατά τους απειλητικούς, στρατιωτικούς ελέγχους. Υπάρχει μια ενδιαφέρουσα αντίφαση στο σενάριο: Ομορφιά και θηλυκότητα έχουν γίνει πια φόβητρο, αντί για σημεία απελευθέρωσης. Η κεντρική ιδέα στο σενάριο δείχνει, πως οι γυναίκες δεν περιμένουν κάτι καλό από τους άντρες, ακόμη και αν πρόκειται για συμπολίτες τους. Η εμπιστοσύνη έχει χαθεί…Βεβαίως υπάρχουν εξαιρέσεις.

Η εξαφάνιση του πρώτου δασκάλου, που έψαξε με ενδιαφέρον, πώς χάθηκε ξαφνικά ένα κοριτσάκι, έκανε τους κατοίκους να σκύψουν το κεφάλι, μα να προβληματιστούν. Ο ερχομός του καινούργιου δασκάλου, Leonardo, δείχνει μια διαφορετική προσέγγιση εκμάθησης στα παιδιά και στον τρόπο σκέψης τους. Όμως, χωρίς απόδραση από αυτόν τον τόπο, οι καταστάσεις δεν αλλάζουν. Η Paula στην πορεία ανάπτυξής της κυνηγήθηκε από ελικόπτερο. Η Ana μεγαλώνοντας, θα εδραιώσει τη θηλυκότητά της, χορεύοντας σε τοπική γιορτή με τον Margarito. Αν και ένιωσε συναισθήματα για αυτόν, αργότερα ο ίδιος θα την απογοητεύσει οικτρά…

– Η σκηνοθεσία διαμόρφωσε συνολικά το πλαίσιο της πειστικά αμφίβολης καθημερινότητας, με την απεικόνιση στις φτωχές κατοικίες και στην αναγκαστική εργασία των κατοίκων στα λουλούδια ή στο λατομείο. Θα ξεκινήσει με την παρατήρηση ενός μικρόκοσμου εντόμων και με τους λάκκους, όπου κρύβονται τα κορίτσια από τα πρώτα χρόνια της ζωής τους.

Το απομονωμένο ταξίδι της φιλίας των κοριτσιών Ana, Maria και Paula διασώζει μαζί με την αθωότητα εκείνων και την ελπίδα του θεατή, πως ίσως αυτές τελικά να τα καταφέρουν. Η φιλία των κοριτσιών ξεπερνά τα πάντα! Η επικοινωνία που έχουν αυτά τα τρία κορίτσια, επιστρέφει σε βαθιές ρίζες ενσυναίσθησης, αναδεικνύοντας την ουσία του ανθρώπινου συντονισμού. Οι αγκαλιές, το μάντεμα, το τραγούδι τους, είναι όλα τόσο τρυφερά! Αποτελούν παιχνίδι και ωριμότητα μαζί.

Το μοντάζ θα βοηθήσει πάρα πολύ στην κανονικοποίηση μιας αφήγησης, που αποδεικνύεται αριστοτέλεια, μόνο και μόνο επειδή την πορεία του χρόνου τη διαμορφώνουν οι άνθρωποι. Τα στήθη και τα σώματα των κοριτσιών μεγαλώνουν, ενώ ο δάσκαλος στο σχολείο τους αντικαθίσταται επαγγελματικά. Το μοντάζ λειτουργεί, προσπερνώντας αιφνιδιαστικά την παιδική ηλικία, εισερχόμενο στην απότομη εμφάνιση της εφηβείας, η οποία, λόγω ειδικών συνθηκών μαγνητισμού του κινδύνου, φοβερίζει τις μητέρες των κοριτσιών. Ένα ακόμη στοιχείο που ορίζει το χρόνο, είναι οι εκρήξεις στο βουνό. Το οποίο γίνεται από μακρινή θέαση, αρχικώς από πράσινο, τελικώς όλο και πιο γκρι-ασημένιο, εξαιτίας των συνεχιζόμενων διεργασιών του λατομείου.

Η διεύθυνση φωτογραφίας συνολικά, στη θέαση του νυχτερινού μυστηρίου ή κατά τη διάρκεια της πιο ασφαλούς ημέρας, ασχολείται με τη γη και τον άνθρωπο. Η βλάστηση του τόπου με τα ζωντανά χρώματα θα δώσει σε στιγμές τη θέση της στο έντονο, γκρι-ασημένιο, οπτικό στοιχείο των διεργασιών του λατομείου. Έχει σημαντικό ρόλο θέασης και στις σωτήριες κρυψώνες των λάκκων ή στις υδρόβιες λήψεις των κοριτσιών που παίζουν ανέμελα, η διεύθυνση φωτογραφίας.

– Στις ερμηνείες αξίζει ένα γενναιόδωρο “μπράβο!” για την ιδανική πλαισίωση των συναισθημάτων των Ana, Maria και Paula, κατά την παιδική ηλικία, αντιστοίχως από τις Ana Cristina Ordóñez González (Άννα κοριτσάκι), Blanca Itzel Pérez (Μαρία κοριτσάκι) και Camila Gaal (Πάουλα κοριτσάκι). Στις ανάλογες, εφηβικές ενσαρκώσεις υπάρχει επίσης πολύ ωραίο αποτέλεσμα και μάλιστα πλήρως εναρμονισμένο στις περσόνες από τις Marya Membreño (Άννα έφηβη), Giselle Barrera Sánchez (Μαρία έφηβη) και Alejandra Camacho (Πάουλα έφηβη). Περισσότερο διακρίνεται ερμηνευτικά η Marya Membreño.

Στους ρόλους των ενηλίκων, ιδιαίτερη υπήρξε η ερμηνεία της Mayra Batalla στο ρόλο της Rita (μητέρα της Ana). Εκεί παρατηρούμε τη μητρική αγάπη, αλλά και το οριακό μίσος της ατομικής, γονεϊκής φροντίδας, από μια γυναίκα που μάλλον δεν την εκτίμησε ο άντρας της.

– Η μουσική επηρεάζει με ενδιαφέροντα τρόπο την ταινία. Με πνευστά μουσικά όργανα, όπως κλαρινέτο, συνοδεύεται η ημερήσια ηρεμία στην συνύπαρξη των τριών φιλενάδων, μέσα στην ιδιαίτερη βλάστηση της περιοχής. Το μουρμουρητό, γλυκό τραγούδι με τις φωνούλες των τριών κοριτσιών το προσμετρώ για μουσική, τόσο τρυφερό που ήταν!

– Η σκηνογραφία είτε στα σπίτια των κατοίκων είτε στο σχολείο των παιδιών αντικατοπτρίζει τη διαβίωση μέσα σε αυτόν τον φτωχό οικισμό. Τι ιδιαίτερη εικόνα δίνει το ψυγείο μέσα στο πέτρινο σπίτι της Rita (μητέρα της Ana). Σημαντικές είναι και οι αυτοσχέδιες εφαρμογές απόκρυψης των κοριτσιών στους λάκκους, ακριβώς επειδή δείχνουν απλές.

Συντελεστές

Σενάριο: Jennifer Clement (νουβέλα-σενάριο), Tatiana Huezo. Σκηνοθεσία: Tatiana Huezo. Μοντάζ: Miguel Schverdfinger. Διεύθυνση Φωτογραφίας: Dariela Ludlow. Πρωταγωνιστούν/συμμετέχουν: Mayra Batalla, Memo Villegas, Alejandra Camacho, Marya Membreño, Giselle Barrera Sánchez, Julián Guzmán Girón, Camila Gaal, Ana Cristina Ordóñez González, Blanca Itzel Pérez. Μουσική: Leonardo Heiblum, Jacobo Lieberman. Σκηνογραφία: Lala Samyn. Σχεδιασμός Κοστουμιών: Ursula Schneider. Μακιγιάζ: Ilse Vargas Villasenor.

Ολες οι Ειδήσεις

Ειδήσεις Top Stories
X