Σινεμά

Εretiki Ανάλυση της ταινίας Utøya 22.Juli (22 Ιουλίου)

Εretiki Ανάλυση της ταινίας Utøya 22.Juli (22 Ιουλίου)
ViberViber MessengerMessenger WhatsAppWhatsApp
Ακούστε το άρθρο

Υπόθεση: Στις 22 Ιουλίου του 2011 στην πρωτεύουσα Oslo της Νορβηγίας στις 3:17 μ.μ. λαμβάνει χώρα μία τρομοκρατική επίθεση με τοποθετημένη βόμβα σε αυτοκίνητο του Πρωθυπουργού. Η έκρηξη προκαλεί καταστροφές σε κυβερνητικά κτίρια και χάνουν τη ζωή τους 8 άνθρωποι…Στο νησί Utøya 40 χλμ ΒΔ της πρωτεύουσας υπάρχει μια μεγάλη κατασκήνωση για τη νεολαία του εργατικού κόμματος της χώρας. Εκατοντάδες ενήλικων και ανήλικων παιδιών, διαφόρων ηλικιών, βρίσκονται εκεί χαλαρώνοντας…Ολομόναχα άτομα χωρίς προστασία, ιατρική περίθαλψη ή αστυνόμευση στο χώρο. Στις 5:06 μ.μ. η ενήλικη Kaja επικοινωνεί από την Utøya τηλεφωνικώς με τη μητέρα της. Η ανήσυχη γονέας την ενημερώνει για την επίθεση στο Oslo. Η νεαρή λέει, πως επειδή ακριβώς τα παιδιά βρίσκονται σε απομακρυσμένο νησί, δεν υπάρχει κανένας απολύτως λόγος ανησυχίας. Η Kaja κατασκηνώνει εκεί μαζί με την ιδεολογικά αδιάφορη, συναισθηματικά αποστασιοποιημένη από την επίθεση στο Oslo και όχι τόσο κοινωνική, αδερφή της, Emilie. Αλλά και με τους πιο επικοινωνιακούς και ευγενικούς φίλους της, Petter, Kristine, Issa, Caroline. Γνωρίζει επίσης τον Magnus. 

 

Όλες και όλοι κάνουν παρέα (πλην της Emilie), απολαμβάνοντας το απλό φαγητό και συζητώντας σοβαρά για τις ρίζες της τρομοκρατικής ή όχι ενέργειας στο Oslo. Ξαφνικά ακούγονται στο βάθος κάποιοι κρότοι. Γρήγορα τα παιδιά συνειδητοποιούν, πως σε καμία περίπτωση δεν πρόκειται για πυροτεχνήματα. Νεαρές ψυχές αρχίζουν να τρέχουν, καθώς αυτό που πλησιάζει, αφορά κάτι ασταμάτητα εχθρικό. Πανικόβλητοι οι περισσότεροι κρύβονται σε ένα από τα απλά καταφύγια της κατασκήνωσης, κλειδώνοντας τις πόρτες. Θα έρθουν και άλλα άτομα να κρυφτούν στο καταφύγιο. Ο φόβος κυριαρχεί. Τους έχει καθηλώσει. Είναι πυροβολισμοί, αυτά που ακούγονται! Αμείλικτοι, αλλεπάλληλοι πυροβολισμοί μέσα σε ένα ειρηνικό περιβάλλον. Και μετά… Ουρλιαχτά τρόμου και κραυγές τραυματισμένων παιδιών.   

 

H Kaja αισθάνεται, πως οφείλει να βρει και να προστατέψει τη μικρότερη αδερφή της. Βγαίνουν έξω από το καταφύγιο με την παρέα της. Πηγαίνουν να κρυφτούν στο δάσος. Υπάρχουν σωριασμένα κορμιά. Η Kristine χτυπά το πόδι της, μα η Kaja δεν την εγκαταλείπει. Όλη η παρέα, σαν ομάδα θηραμάτων, κρύβεται μέσα στο δάσος. Κατατρομαγμένες φιγούρες κινούνται γρήγορα δεξιά και αριστερά. Ένα μικρό αγόρι μέσα στα αίματα λέει, πως η αστυνομία πυροβολεί κόσμο. Τα φοβισμένα παιδιά απορούν. Δεν ξέρουν πόσοι πυροβολούν, ούτε το γιατί. Ξεκινούν προτάσεις διάσωσης, οι οποίες κατοικούν στην εσφαλμένη χώρα του φόβου. Η Kaja τηλεφωνεί στους γονείς της. Όμως δεν μπορεί να περιμένει άλλο. Θα φύγει από τη θέση προσωρινής προφύλαξης με κίνδυνο της ζωής της, για να βρει την Emilie. H Kaja ξεκινά να βοηθά και πάλι ανθρώπους…Τα θύματα αυξάνονται. Μέσα στις φιγούρες που τρέχουν, μία μόνο περπατά ήρεμα…

 

Ανάλυση: 

 

Καταρχάς, κινούμαι γραπτώς στο ίδιο πνεύμα με την ταινία, παραλείποντας συνειδητά το όνομα του δολοφόνου, γιατί τελικά είναι καλύτερο να θεωρήσουμε, πως δεν έχει κανένα νόημα η προβολή της επωνυμίας του ίδιου. Διότι απλά, οι δολοφόνοι ονειρεύονται τη διασημότητα της παράνοιάς τους. Καλό θα ήταν να μάθει λοιπόν αυτή η ανθρωπίνα (γιατί είναι ακόμα πιο πίσω εξελικτικά) και όχι ανθρωπίδα, αδυνατώντας να δημιουργήσει οτιδήποτε και μπορώντας μόνο να καταστρέψει άλλες όμορφες ζωές, απλώς χρησιμοποιώντας μια φονική εφεύρεση, ότι δεν πρόκειται να μεταδοθεί ποτέ η αρρώστια του. Μόνο η καταπολέμησή της. 

 

Ενημέρωση ιστορικών γεγονότων:

 

Η ταινία αποτελεί μια καλλιτεχνική διαμαρτυρία για τα αληθινά, τραγικά συμβάντα στις 22/7/2011 στο Oslo και στο νησί Utøya της Νορβηγίας.  Ένας αιμοδιψής υπάνθρωπος, έβαλε πρώτα εκρηκτικό μηχανισμό σε ένα από τα αυτοκίνητα μεταφοράς του τότε Πρωθυπουργού, σκοτώνοντας 8 ανθρώπους και τραυματίζοντας πολλούς άλλους κοντά σε κυβερνητικά κτίρια στο Oslo. Έπειτα, φορώντας αυτοσχέδια στολή αστυνομικού και παριστάνοντας άλλο φυσικό πρόσωπο με χρήση ψευδούς ταυτότητας, πήγε στο νησί Utøya, αναφέροντας δήθεν εκπροσώπηση επιχείρησης απαραίτητου κυβερνητικού ελέγχου μετά την πρόσφατη επίθεση στην πρωτεύουσα. Φτάνοντας, αιφνιδίασε τις υποτυπώδεις (το πολύ 2 άτομα) αστυνομικές δυνάμεις της κατασκήνωσης, μα και τους ομαδάρχες. Δηλώνοντας την ώρα των φονικών “ακροδεξιός εξτρεμιστής” άρχισε με μία καραμπίνα, να τραυματίζει και να δολοφονεί συνεχώς ανθρώπους. Εν ψυχρώ 69 νεαρά ενήλικα και ανήλικα άτομα σκοτώθηκαν. 

 

Ο ίδιος δήλωσε στο δικαστήριο, ότι το έκανε, διότι ήταν κατασκήνωση μαρξιστών, η οποία σύμφωνα με τα λεγόμενά του, απειλούσε το μέλλον της χώρας του. Μάλιστα, είχε και την προστιθέμενη, πνευματική αναίδεια να επικαλεστεί τον νομικό όρο της αναγκαιότητας (Jus necessitatis) για τις ανθρωποκτονίες, που προκάλεσε. Καταδικάστηκε σε φυλάκιση ειδικής ποινής (“preventive detention”), η οποία αφορά 21 έτη με συνεχείς προσθέσεις (μέχρι και ισόβια, εφόσον ο εκάστοτε κατηγορούμενος αποτελεί ακόμη απειλή για την κοινωνία). Τα συμπεράσματα δικά σας… 

 

Σε αντίθεση με την ταινία, στην πραγματικότητα υπήρχε έστω και κάποια υποτυπώδης αστυνόμευση στο νησί. Όμως προτού ειδοποιήσουν για εξωτερική βοήθεια, ο δολοφόνος τους αφαίρεσε τις ζωές.

 

Ας πούμε πρώτα Κάτι:

 

Είναι αδύνατον να ξεκινήσουμε αυτή την ανάλυση, χωρίς να μιλήσουμε πρώτα με σκεπτικό ανθρώπινου προβληματισμού. Την προηγούμενη δεκαετία κάπως έφτασε αυτή η είδηση στη νόησή μας. Μας Σόκαρε. Αν και βρισκόταν στην άλλη άκρη της Ευρώπης, έμεινε στο μυαλό μας. Τα τρομοκρατικά εγκλήματα έγιναν από Νορβηγό. Ήταν ασύλληπτο, διότι δεν δεχόταν αυτή η χώρα γενικώς τέτοιες επιθέσεις. Φανταζόμασταν τα θύματα σαν σκιές, που τρέχουν να γλυτώσουν από διψασμένο, αδίστακτο τέρας. Έγινε αντιληπτό, εκτός από την παράνοια του δολοφόνου τότε, πως οι αρμόδιες αρχές μπορούσαν να είχαν αποτρέψει, εάν υπήρχε καλύτερη οργάνωση και τα δύο τρομοκρατικά χτυπήματα. Κάτι το οποίο μας εξόργισε ακόμη περισσότερο, ήταν, ότι ο δολοφόνος γκρίνιαζε και “διαμαρτυρήθηκε” στο άψογων ανέσεων κελί της φυλακής του (στη Νορβηγία υπάρχει μία συγκεκριμένη πολιτική για τη διαβίωση των τροφίμων), επειδή δεν διέθετε εξελιγμένη παιχνιδομηχανή στην τηλεόρασή του. Το θυμάστε;! Όσοι/όσες δεν το ξέρατε, το διανοείστε;! 

 

Λοιπόν…Τι ακριβώς σημαίνει η φτιαχτή ορολογία “ακροδεξιός εξτρεμιστής;” Θα ανεχτούμε ειλικρινά ως κοινωνία του Δυτικού Πολιτισμού κάτι τέτοιο ή παρόμοιο ως υποτιθέμενη ιδεολογία; Όχι. Αυτές είναι νηπιακές δικαιολογίες. Είναι απλά ένας τιποτένιος δολοφόνος, που του αρέσει να σκοτώνει κόσμο. Στολίζει τις εφιαλτικές πράξεις του με πολιτικές επινοήσεις, όπως και άλλοι με θρησκευτικά παραληρήματα. Δεν έχει σημασία, εάν ήταν κατασκήνωση νεολαίας εργατικού ή άλλου κόμματος. Μπορεί να γίνει τέτοιο έγκλημα, με κάθε αντίστοιχο πολιτικό/θρησκευτικό/κοινωνικό πρόσχημα. 

 

Κάθε πολιτική θεώρηση φεύγει πάντοτε από τη Λογική και την Ηθική. Χωρίς αυτές χανόμαστε από τον Πολιτισμό μας. Την Ανθρωπιά μας. Προσωπικά, την  Ένωση αυτών των τεσσάρων ακολουθώ μόνο. Τέτοιες δολοφονίες είναι πάντα η χειρότερη κατάληξη γενικώς διαφωνούντων ιδεολογιών. Υπάρχουν και πρώιμα στάδια (αλλά αυτή είναι μια άλλη συζήτηση, όπως και για το επίσης διαφορετικό θέμα της επιλεκτικής, θανατικής ποινής). 

 

Όταν μάλιστα πρόκειται για ψευδείς ιδεολογίες και φασίστες, εκεί καταλήγουν όλα. Στις δολοφονίες. Το θέμα είναι ότι, γενικότερα πώς μία κοινωνία του Δυτικού Πολιτισμού ανέχεται να υπάρχει στο υγιές σώμα της ένας νοητικά μολυσμένος άνθρωπος, που δηλώνει ακροδεξιός; Είναι, σαν αυτός να ανακοινώνει ήδη, τι θα κάνει στο μέλλον…Σκεφτείτε το…Θα έπρεπε, η κοινωνία να ανησυχεί για το σωφρονισμό εκείνου, ήδη από τη στιγμή που ο ίδιος αυτοπροσδιορίζεται ως ναζί. Και όχι αφότου αυτός σκοτώσει 77 ανθρώπους και πάει στη φυλακή. Δεν είναι ιδεολογία. Μόνο κτηνωδία. Είναι να απορεί κανείς στον 21ο αιώνα με τη βασική προσέγγιση των νομικών συστημάτων…Πόσους αιμοδιψείς, φρενοβλαβείς μιμητές-απογόνους της φρίκης του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου θέλεις, για να καταλάβεις, ότι κάτι είναι ριζικά εσφαλμένο με ολέθριες συνέπειες για όλη την ανθρωπότητα, επηρεάζοντας τραυματικά ακόμη και 6 γενιές; Δεν διδαχτήκατε τίποτα δηλαδή; Ακόμα; Πόσο ακόμα;!   

 

Επί του κινηματογραφικού αντικειμένου:

 

Σενάριο:  

 

Η γλώσσα που χρησιμοποιήθηκε, ήταν τα νορβηγικά. Και κάποια αγγλικά σε εκφράσεις παιδιών ή στο τραγούδι της Kaja (οι φράσεις στα αγγλικά δείχνουν τη διεθνιστική νοοτροπία των παιδιών της κατασκήνωσης. Εν αντιθέσει με το δολοφόνο). Το έργο βασίζεται μεν σε λεπτομερείς αφηγήσεις πραγματικών επιζώντων της τραγωδίας του 2011, αλλά οι χαρακτήρες του είναι πλασματικοί. Το σενάριο της ταινίας ορίζει την πιθανή πραγματικότητα των συγκεκριμένων θυμάτων, που ανέμεναν από εξωτερικούς παράγοντες τη διάσωση ή προσπαθούσαν να διασωθούν οι ίδιοι από το θάνατο, βοηθώντας και άλλους ανθρώπους…Παρακολουθώντας στη σοκαρισμένη, βαδιστική πορεία τους, τραυματίες ή νεκρούς. Δεν παρουσιάζει η ιστορία του έργου ουδέποτε κάποια αμεσότητα αναζήτησης του προφίλ του δολοφόνου. Δεν γίνεται αναφορά στον ένοχο. Εμφανίζονται οι πράξεις των αθώων. Των θυμάτων και διασωθέντων. 

 

Η παρέα της Kaja αποτελεί τον κεντρικό ανθρώπινο παράγοντα της ιστορίας. Η Kaja είναι η ανεξάρτητη πρωταγωνίστρια. Η αδερφή της, Emilie, κατά τραγική ειρωνεία, είναι εκείνη, που αν και αδιαφορεί αρχικώς για την τραγωδία στο Oslo, θα καταλήξει να διασωθεί στο νησί, φροντίζοντας έναν τραυματία (το κίτρινο πουλόβερ της θα φανεί μαζί με το πρόσωπό της). Αυτό βεβαίως είναι ελπιδοφόρο ηθικό μήνυμα. Διότι εκείνη έγινε καλύτερος άνθρωπος. Ο Magnus είναι επίσης ένα σημαντικό πρόσωπο, σε ό,τι αφορά την μη προσαρμογή του σε ακραίες καταστάσεις, εν αντιθέσει με την Kaja. Μέχρι ένα ψυχολογικό σημείο…Για τις δύο αντιθέσεις χαρακτήρων…

 

Στον αχανή χώρο του νησιού, οι σεναριογράφοι έγραψαν για τη σκηνοθεσία κατάλληλες πράξεις, οι οποίες προσδίδουν δράση σε μια ταινία, αλλά επιπλέον συνδέουν τους ανθρώπους με αλληλεγγύη, συμπόνοια, παρηγοριά και προσπάθεια βοήθειας, ως σημαντική υποστήριξη της θεματικής. Αυτές οι πράξεις του σεναρίου, σχετίζονται κυρίως με προσωπικές ενέργειες της Kaja. Η ηρωίδα μολονότι φοβάται όπως όλοι/όλες, βρίσκει το κουράγιο και κουβαλά, σώζει, παρηγορεί-συμπονά (π.χ. το σοβαρά τραυματισμένο κορίτσι), προτείνει καλύτερα σχέδια (π.χ. σε Tobias: μικρό αγόρι με κίτρινο μπουφάν). 

 

Οι στιχομυθίες της πεσμένης στο έδαφος παρέας της Kaja, αλλά και ενός νεοεισελθέντος προσώπου ενημερώνουν το κοινό, προωθώντας άμεσα την πλοκή του έργου (ο νεαρός που εισήλθε, δίνει πληροφορίες για πιθανά χτυπήματα από την αστυνομία=επειδή ο δολοφόνος έκανε αντιποίηση αστυνομικής αρχής. Απλώς οι χαρακτήρες των θυμάτων της ταινίας δεν το γνωρίζουν). Δηλαδή, το σενάριο μετατρέπεται σε “εφόδιο real time βιώματος γεγονότων” από ήρωες/ηρωίδες και θεατές.   

 

Είναι αισθαντικό το γράψιμο του σεναρίου, οδηγώντας τον Petter σε άρνηση της πραγματικότητας. Προσπαθώντας να πείσει τον εαυτό του, πως όλα αποτελούν ειδική άσκηση ετοιμότητας από αστυνομία/στρατό.

 

Έξυπνη είναι η στιγμή, όπου ο αραβικής καταγωγής Issa πιθανολογεί, πως για την επίθεση στο Oslo ευθύνονταν μουσουλμάνοι. Μοιάζει, σαν Νορβηγός πολίτης με αραβική καταγωγή, να διαφοροποιεί τη θέση του από θρησκευτικά μίση των ριζών του.

 

Παρουσιάζονται Νορβηγοί πολίτες με αφρικανική ή αραβική καταγωγή, ως πλήρως σεβαστά και αφομοιωμένα μέλη της συγκεκριμένης κοινωνίας (και έτσι είναι).

 

Σκηνοθεσία:

 

Είναι πράγματι σε συνεχή καταγραφή;

 

Ας ξεκινήσουμε από τα βασικά! Πιστεύετε ειλικρινά, ότι ήταν ποτέ δυνατόν, για 72΄ (ανεξάρτητα από την εισαγωγή) να συνέβαινε: κινηματογράφηση σε real time (=ήρωες/ηρωίδες και θεατές βιώνουν τον ίδιο χρόνο) και με συνεχή ακολουθία της κάμερας, σε απαιτητικές διατάξεις πλήθους μικρών ομάδων στο έδαφος, άμεση δραματική ανταπόκριση σε ομαδικές και ντουέτων ερμηνείες, χωρίς το παραμικρό λάθος και καταγεγραμμένη οπτική χαρτογράφηση από τα καταφύγια, το δάσος και τις ακτές του νησιού, ακολουθώντας την πρωταγωνίστρια; Χωρίς μοντάζ; Δηλαδή υπήρξαν 5 περίπου διαφορετικών ημερών συνεχή γυρίσματα μονοπλάνων διάρκειας 72΄ και εν τέλει επελέγη το καλύτερο; Συγκεκριμένα το 4ο…Εάν συμβαίνει κάτι τέτοιο, είναι φαινόμενο για την ιστορία του κινηματογράφου! Τότε, ειλικρινά συγχαρητήρια στους δημιουργούς!!! Αλλά ακόμη και να μην συμβαίνει κάτι τέτοιο, το έργο εξακολουθεί να αποτελεί μια σημαντική ταινία, για διάφορους λόγους… 

 

Διεύθυνση Φωτογραφίας/Μοντάζ-Παίζουν κάποιο ρόλο;

 

Ας δούμε, ακολουθώντας πάντα τη Λογική, τι είναι επίσης πιθανό να συμβαίνει φιλμικά: Για τους δύσπιστους θεατές πρωτίστως αναφέρουμε, πως στους τίτλους τέλους των συντελεστών υπάρχει μοντέρ, playback operator, αλλά και forest operator. Δεύτερον, εάν παρατηρήσετε πιο προσεκτικά, θα δείτε, ότι σε πολλά κινηματογραφικά χρονικά σημεία διακρίνεται η θόλωση του φακού. Αυτό πραγματοποιείται βεβαίως, προκειμένου να γίνει ενδιαφέρουσα η επερχόμενη εστίαση κάπου αλλού (φερειπείν, σε κλαδιά και σε προσπάθεια θέσης προσδιορισμού του δολοφόνου/δράστη), αλλά αποτελεί και την κατάλληλη ευκαιρία, ώστε να συμβούν τα πιθανά “αόρατα,” εξαιρετικά cuts. 

 

Ομοίως, όταν έρχεται στην κρυψώνα (δάσος) της παρέας ένα παιδί, παρατηρείται μαύρο, στιγμιαίο, θολό φόντο. 

 

Επίσης, μόλις φεύγει ο φακός από τους ανθρώπους και καταγράφει το περιβάλλον του νησιού (π.χ. από ακτή προς τα πάνω σε άκρες γκρεμών, κάμερα στο πλάι σε μακρινής απόστασης φιλμικό κυνήγι της Kaja, όταν εκείνη κατεβαίνει προς την ακτή, πρώτες κρυψώνες παιδιών στην ακτή, λήψη στο υγρό χώμα του εδάφους και μετά στην πεσμένη-μπρούμυτα Kaja  δίπλα κ.α.) είναι μια καλή ευκαιρία, ώστε θεωρητικά να ενωθούν οι σκηνές. 

 

Άρα, η διεύθυνση φωτογραφίας και το μοντάζ θα μπορούσαν να έχουν συνεργαστεί ωφέλιμα με αποτέλεσμα σκοπίμως να μην φαίνεται η αριστοτεχνική, “σεμνή” ένωση πλάνων. Η γνώμη μου είναι, ότι αυτό ακριβώς συνέβη. Σε αυτή την περίπτωση, μιλάμε τότε για μια εξαιρετική συνεργασία διεύθυνσης φωτογραφίας και μοντάζ. Λειτουργώντας ως μηχανικοί πνεύμονες αναζωογόνησης της σκηνοθεσίας.

 

Μία σύγκριση ταινιών είναι η εξής: Ο σκηνοθέτης του “1917” μοιράζεται με το κοινό τις ενωθείσες κινηματογραφικές στιγμές, καλλιεργώντας σχέσεις θεατή/σκηνοθέτη (π.χ. διμοιρία στρατιωτών καθέτως μπροστά από τους Sko-Blake, πριν εκείνοι φτάσουν στο αγγλικό οχυρό. Τότε γίνεται cut). Σε αυτό το έργο υπάρχουν συνολικά αρκετά καθοριστικά cuts. Αυτό είναι βέβαιο. Αντιθέτως, ο δημιουργός του “Utøya 22.Juli” (μετά την εισαγωγή) είτε το γύρισε με ένα long-take όντως σε real time 72΄ (σαν συμβολική κινηματογραφική απόδοση=όσο δηλαδή διήρκησε η πραγματική επίθεση στο νησί), είτε επιλέγει τεχνικώς να αποκρύψει τις ενωθείσες, κινηματογραφικές στιγμές, προκειμένου να κερδίσει την αίσθηση της ακολουθίας του ρεαλιστικού τρόμου. 

 

-Μοντάζ υπάρχει σίγουρα στην αρχή με τις ενωμένες λήψεις της επίθεσης στο Oslo.

 

-Οι κόκκινοι καπνοί στον ορίζοντα του δάσους είναι μια παραστατική στιγμή του ασταμάτητου, δολοφονικού ενστίκτου. Και μια ακόμη ενδιαφέρουσα στιγμή στη διεύθυνση φωτογραφίας.

 

Που υπάγεται η ταινία:

 

Σχετικά με τη σινεματική κατηγοριοποίηση του έργου…Από φράση του σκηνοθέτη: “This is a work of fiction-based on reality, but not a documentary. It’s basis is one truth. Others may exist.”

 

Το μαύρο φόντο χρησιμοποιείται στην αρχή και στο τέλος του έργου. Παρατίθενται επιγραφές ωρών πριν από κάθε επίθεση, στην αρχή. Στο τέλος, υπάρχει η κατάθεση των δημιουργών με επιγραφές για το φόβο της ανόδου ακροδεξιών ιδεών στην Ευρώπη και στο Δυτικό Πολιτισμό. Καταγράφονται τα τραγικά αποτελέσματα των θυμάτων των 2 επιθέσεων. –77 νεκροί-99 τραυματίες-300 άνθρωποι με ισχυρά ψυχικά τραύματα.

 

Οπτική:

 

-Η σκηνοθεσία ξεκινά με την επίθεση στο Oslo. Μετά το πανοραμικό πλάνο η θέαση προκύπτει μέσα από κάμερες ασφαλείας, κοντά στα κυβερνητικά κτίρια. Στο νησί η κάμερα είναι αρχικώς ακίνητη. Η Kaja εισέρχεται στο πλάνο. Αν και μιλά με handsfree στη μητέρα της, είναι σαν να απευθύνεται σε εμάς, ενώνοντας παρελθόν-παρόν-μέλλον. Πραγματικότητα και φιλμική διαμαρτυρία/ενσυναίσθηση! “Άκουσέ με. Δεν θα καταλάβεις ποτέ.” 

 

-Η οπτική στο έργο είναι των θυμάτων. Τη βιώνουμε μαζί τους ως θεατές. Τα θύματα αισθάνονται σαν ανθρώπινο θήραμα, το οποίο δεν κατανοεί πόσοι, ποιοι και γιατί του επιτίθενται. 

 

-Ο δολοφόνος θα φανεί μόνο δύο στιγμιαίες φορές στο έργο, χωρίς να διακριθεί κάποια λεπτομέρεια από την εμφάνιση ή την έκφραση του μίσους του. Άλλωστε όλα φάνηκαν από τις πράξεις εκείνου: 

 

Α) Είναι η μοναδική όρθια φιγούρα, που δεν τρέχει μαζί με άλλες, μα περπατά ήρεμα μοναχή της στο δάσος.  

 

Β) Πολύ αργότερα, απέναντι από την κάμερα μακριά, στοχεύοντας προς την Kaja (θέση θεατή) και τα υπόλοιπα άτομα.

 

Εικονοληψία:

 

Έγινε, κατά κύριο λόγο, με κάμερα στο χέρι (steadicam).

 

-Η κάμερα, κατά τη μικρή χρονική διάρκεια της ειρήνης στο νησί, ακολουθεί τη συνομιλία των Emilie-Kaja με αντίστοιχες κινήσεις αριστερά και δεξιά (όπως βλέπουμε ως θεατές). Το ίδιο συμβαίνει, όταν όλα τα παιδιά μιλούν για πιθανές τρομοκρατικές ενέργειες, απολαμβάνοντας ορθίως το φαγητό. Οι πολλές γνώμες τότε καταγράφονται με πολλές κινήσεις του μέσου (κάμερα)  δεξιά και αριστερά. 

 

Πως ορίζεται η καταγραφή:

 

-Γενικώς στο έργο, η συνέχεια των κινήσεων της κάμερας ορίζεται με 2 τρόπους

 

1) Από την πορεία των ηθοποιών. Η κάμερα ακολουθεί εκείνους.

 

2) Αλλά και αντιθέτως. Δηλαδή οι ερμηνεύτριες/ερμηνευτές πηγαίνουν προς την ήδη κινούμενη κάμερα (με πίσω βήματα του οπερατέρ-κάμερας (π.χ. μόλις ο Magnus μιλά με την Kaja και πρωτογνωρίζονται).

 

Σκηνικά και επιλογή τοποθεσίας:

 

-Μπορεί να είναι απλά τα σκηνικά, αλλά οργανώθηκε μια πολύ καλή αναπαράσταση κατασκήνωσης, με το λαβύρινθο των σκηνών του camping, όπου η κάμερα ακολούθησε την Kaja, όταν εκείνη έψαχνε την Emilie.

 

-Τα γυρίσματα έγιναν στο διπλανό νησί της Utøya. Η τοποθεσία προσφέρει παραστατικά σημεία θέασης (δάσος, ακτή με πέτρινα τείχη και μικρά σημεία με πρόσβαση ανθρώπων).

 

Ερμηνείες:

 

Ομαδικές ερμηνείες: 

 

Η οργανωμένη διάταξη των ηθοποιών στο έδαφος δείχνει την πολύ καλή κατεύθυνση από τον σκηνοθέτη. Αλλά και την άριστη παρουσία των ηθοποιών σε πλάνα καταγραφής κάτω στο έδαφος, όπου όλοι/όλες ψιθυρίζουν, σε κρίσιμες στιχομυθίες.

 

Ντουέτο-Σκηνή απαραίτητης, συναισθηματικής αποφόρτισης:

 

Οι ρόλοι Kaja και Magnus, παραμένοντας κρυμμένοι μόνοι σε ένα σημείο της ακτής, για λίγες στιγμές αποφορτίζουν το άγχος τους, αλλά και των θεατών. Μιλώντας ανθρώπινα, τρυφερά. Αυτή η στιγμή είναι κρίσιμη. Διότι φέρνει προσωρινή ηρεμία στο κοινό.

 

Andrea Berntzen (Kaja): Η ηθοποιός ως Kaja, μιλώντας στους θεατές (οπτικά), μα και στη μητέρα της (ερμηνεία ηχητική), στο πρώτο πλάνο δημιουργεί μια δραματική, εξωπραγματική επικοινωνία: Προμηνύοντας πόσο ολέθρια και δύσβατη ήταν η φύση αυτής της τραγωδίας. Στη συνομιλία με την Emilie (μέσα στη σκηνή camping) παρουσιάζεται ως η ευαίσθητη, συναισθηματικά αδικημένη, μεγαλύτερη αδερφή. Μας πείθει ως αλληλέγγυα, μα ταυτοχρόνως και πανικοβλημένη με σκέψεις αυτοπροστασίας, βοηθώντας την Kristine, που δεν μπορεί να περπατήσει. Κάτω στο έδαφος, είναι μπροστά στο πλάνο και ανταποκρίνεται σε εκφράσεις αγωνίας, φόβου, έντονης θλίψης. Βοηθά τον μικρό Tobias: Mιλά σαν ώριμος γονέας, αλλά και ενστικτώδης άνθρωπος, λέγοντάς του να βγάλει το κίτρινο τζάκετ. Είναι πειστική στο τηλεφώνημα με τους γονείς, ως συγκινημένη. Παρηγορεί, συμπονά, φροντίζει, “αγκαλιάζει την ψυχή” του θανάσιμα τραυματισμένου κοριτσιού. Μιλά ανθρώπινα και τρυφερά, στην κρυψώνα της ακτής, με τον Magnus. Μεταδίδει τον ελευθερωμένο πανικό της Kaja, παθαίνοντας εξουθενωτικό σοκ απελπισίας, μετά από τόσες γενναίες στιγμές…Η ηθοποιός ανταποκρίθηκε σε μια μεγάλη πρόκληση! Θα θυμάται ευχάριστα αυτή τη συμμετοχή για αρκετό καιρό.

 

Solveig Koløen Birkeland (το σοβαρά τραυματισμένο κορίτσι): Ο φόβος, η απόγνωση, η ανάγκη για ένα ανθρώπινο πλάσμα να παραμείνει κοντά και να της κρατήσει το χέρι, ενώ όλα φαίνεται να σβήνουν, είναι άρτια εκτελεσμένα συναισθήματα. Η απόδοση της τρομαγμένης φωνής, που οδηγείται σε μια εύθραυστη αθωότητα, μαζί με τη ζωτική έκκληση βοηθείας, συγκινούν το κοινό επάξια. Η έκφραση της “βύθισης” στο σοβαρό τραύμα έχει την απόλυτη προσοχή των θεατών. Τι όμορφη ερμηνεία! Είναι σαν βρεθήκαμε μαζί στο εφιαλτικό βίωμά της και ταυτοχρόνως να τη συμπονούμε ως θεατές με αγάπη. Υπέροχη!  

 

Elli Rhiannon Müller Osbourne (Emilie): Μέσα στη σκηνή του camping εκφράζει τη συναισθηματική αποστασιοποίηση από την αδερφή της και από όλα τα παιδιά της κατασκήνωσης. Καθώς και από την προηγηθείσα επίθεση στο Oslo. Στις τελευταίες στιγμές του έργου, με έκφραση μεγάλου ενδιαφέροντος και φροντίδας, έχει γίνει άλλος άνθρωπος.

 

Aleksander Holmen (Magnus): Όταν αρχίζει ο φόβος του Magnus στην κρυψώνα της ακτής, τότε διακρίνεται ο ηθοποιός. Όπως και στη συναισθηματική του αποφόρτιση, μεταδίδοντας την ηρεμία στην Kaja.

 

Magnus Moen (Tobias=αγόρι με κίτρινο μπουφάν): Είναι σημαντική η παραστατική άρνηση της εμπιστοσύνης στην Kaja, με σωματική κίνηση ανένδοτης απαγόρευσης της αφαίρεσης του μπουφάν, αλλά και με αρμόζουσα φοβισμένη έκφραση. 

 

Ήχος: 

 

Μεγάλος πρωταγωνιστής του έργου! Στο πρώτο τρομοκρατικό χτύπημα ακούμε την ισχυρή έκρηξη. Πριν από την επίθεση στο νησί ηχούν οι χαρούμενες φωνές των κατασκηνωτών από το πλάι διαρκώς. Αισθανόμαστε, πως βρισκόμαστε και εμείς μαζί τους. Τα εκκωφαντικά, αλλεπάλληλα ηχητικά στίγματα της παράνοιας του δολοφόνου (πυροβολισμοί) είναι εκείνα, που ταυτίζουν τον ακροατή/θεατή με την κορύφωση της αγωνίας των ηρωίδων/ηρώων, μα και με την πιθανή αίσθηση του πόνου των αληθινών θυμάτων. 

 

Οι αντίστοιχες κραυγές και οι οδυρμοί ανθρώπων (τους οποίους δεν θα δουν ποτέ οι πρωταγωνιστές και οι θεατές) δημιουργούν δραματική ατμόσφαιρα. Η παρέα της Kaja αναγκαστικά συζητά χαμηλοφώνως. Η πρωταγωνίστρια πηγαίνει στη σκηνή camping της Emilie: Τα βήματα τότε κάποιου ανθρώπου κάνουν την ηρωίδα να σιωπήσει. Η φωνή της μητέρας της Kaja ακούγεται μετά βίας στο τηλέφωνο. Ένα ελικόπτερο κάνει την Kaja να κατευθυνθεί προς την ακτή. Magnus και Kaja κάθονται μόνοι σε κρυψώνα της ακτής: Ο ήχος του νερού στην ακτή τότε μπορεί να σηματοδοτήσει ανά πάσα στιγμή έναν επικίνδυνο ερχομό.

 

Συντελεστές:

 

Σενάριο: Siv Rajendram Eliassen (Screenplay), Anna Bache-Wiig (Screenplay), Erik Poppe (Story). Σκηνοθεσία: Erik Poppe. Διεύθυνση Φωτογραφίας: Martin Otterbeck. Μοντάζ: Einar Egeland. Πρωταγωνιστούν/Συμμετέχουν: Andrea Berntzen, Solveig Koløen Birkeland, Elli Rhiannon Müller Osbourne, Aleksander Holmen, Magnus Moen, Brede Fristad, Sorosh Sadat, Ingeborg Enes, Ada Eide, Jenny Svennevig. Casting: Mette Holme Nielsen, Belinda Sørensen, Ravn Wikhaug. Τμήμα Ήχου: Roy Fenstad, Vidar Grande, Gunn Tove Grønsberg, Eirik Linde, Hans Møller, Ingar Pedersen, Yvonne Stenberg, Hans Olan Strand, Mats Lid Støten, Gisle Tveito. Μακιγιάζ: Elisabeth Bukkehave, Steinar Kaarstein, Vidar Svendsen.

 

Μια διανομή της Feelgood Entertainment

 

Ας ελπίσουμε, ότι αυτή η ταινία, με τη σκληρή, μα καλοπροαίρετα αποδιδόμενη θεματική της, θα συσπειρώσει όλους τους Ανθρώπους, που Αγαπούν τον Πολιτισμό και την Ειρήνη.

 

Ο Eretikos κριτικός Γιάννης Κρουσίνσκυ

 

Ολες οι Ειδήσεις

Ειδήσεις Top Stories
X