Σινεμά

Eretiki κριτική για την ταινία Museo

Eretiki κριτική για την ταινία Museo
ViberViber MessengerMessenger WhatsAppWhatsApp
Ακούστε το άρθρο

Το έτος 1985 στη φιλήσυχη, σε βαθμό ανίας, πόλη Satelite, η οποία βρίσκεται 23 χιλιόμετρα από την πρωτεύουσα του Μεξικού, οι δύο νεαροί φίλοι, φοιτητές της κτηνιατρικής, Juan Nunez και Benjamin Wilson, σχεδιάζουν μια παράτολμη και αποκλίνουσα από το μονοπάτι της ηθικής, αποστολή. Σκοπεύουν να μπουν στο Εθνικό Μουσείο Ανθρωπολογίας της πόλης του Μεξικού και να κλέψουν 140 ιστορικά ευρήματα, ανεκτίμητης αξίας, από την εποχή των Μάγιας. Δηλαδή, αρχαία ευρήματα της μέσης, κεντρικής Αμερικής, που ανήκουν στη χρονολογική περίοδο της προϊσπανικής εισβολής (πριν την έλευση των conquistadores). Ο εγκέφαλος της επιχείρησης είναι ο Juan, ο οποίος αν και δεν έχει αποκτήσει το πτυχίο του ακόμα, αναλαμβάνει όλη την οργάνωση της ιστορικής ληστείας, έχοντας υπολογίσει κάθε λεπτομέρεια, αρκετό καιρό πριν. Ο Benjamin αρχικά διστάζει, αλλά ακολουθεί τον αποφασιστικό Juan, σαν ένα μεγαλύτερο αδερφό με πιο ισχυρή προσωπικότητα. Οι δύο νεαροί γενικά δεν έχουν κάποια ιδιαίτερη, περιπετειώδη ζωή, όπως και όλοι οι κάτοικοι του Satelite. Ονειρεύονται τη μεγάλη χλιδή, στοχεύοντας παράλληλα την επίτευξη μιας συγκλονιστικής γνωριμίας με κάποια εξωτική, χυμώδη γυναίκα, όπως η Sherezada. Μία σταρ ερωτικών ταινιών, που θαυμάζουν σε βιντεοκασέτες. Είναι Χριστούγεννα του 1985 και ο Juan καταφέρνει να αποδράσει το ίδιο βράδυ από την πολυμελή, εξαντλητικών συναναστροφών οικογένειά του, καταστρέφοντας το κλίμα στο γιορτινό τραπέζι. Προκειμένου να συναντήσει τον Wilson, όπως τον αποκαλούσε, για να ξεκινήσουν την αποστολή της αρχαιοκαπηλίας. Ο τελευταίος, έχοντας έναν βαριά άρρωστο, μεγάλης ηλικίας πατέρα, τον οποίο φροντίζει μόνος του, σκέφτεται σοβαρά να αποσυρθεί από το κόλπο. Όμως τελικά συμπληρώνει το ερασιτεχνικό, εγκληματικό δίδυμο.    

 

Η προνοητικότητα του Juan αποφέρει καρπούς και με λίγη τύχη οι δυό τους διαφεύγουν τον κίνδυνο, ολοκληρώνοντας επιτυχώς αυτό που άρχισαν. Η μετάδοση των ειδήσεων από τους τηλεοπτικούς δέκτες την επομένη, σπέρνει την οργή στο σπίτι του Juan. Με τον πατέρα του να μιλά για υποχρεωτικό, εθνικό μαστίγωμα στους δράστες. Τότε, ο Juan αρχίζει να αντιλαμβάνεται ότι αυτή η ληστεία δεν ήταν, όπως ακριβώς την είχε στο μυαλό του. Ωστόσο, δεν πτοείται και μαζί με τον άβουλο Wilson πηγαίνουν οδικώς στο ναό των Μάγιας, ώστε να βρουν τον ξεναγό Bosco. Εκείνος, φέρει άριστα προσόντα διασυνδέσεων, με αγοραστές κλοπιμαίων τέτοιας ποιότητας. Έτσι, μεταβαίνοντας στο Ακαπούλκο θα συναντήσουν έναν οικονομικά πανίσχυρο, Άγγλο μεσάζοντα ιστορικών αντικειμένων, με το ομολογουμένως ταιριαστό όνομα, Frank Graves. Ωστόσο, η ερασιτεχνική προσέγγιση των Juan και Benjamin θα περιπλέξει ακόμα περισσότερο την υπόθεση, σε μια πράξη έτσι και αλλιώς καταδικασμένη. Η φιλία των Juan και Wilson θα δοκιμαστεί σοβαρά. Ο Juan, αν και κατά απίστευτο τρόπο θα έρθει σε στενό τετ α τετ, με την ώριμη, αλλά πάντα σαγηνευτική Serezada, δεν μπορεί να χαλαρώσει, γιατί ανακαλύπτει ότι δεν πρόκειται να εντυπωσιάσει κανέναν με την πράξη αυτής της εθνικής κλοπής. Αντιθέτως, έχει ήδη εξοργίσει πολλούς!  

 

Σκηνοθεσία:

Στο σκοτάδι αναγράφεται η φράση “Αυτή η ιστορία είναι αντίγραφο της πρωτότυπης”. Έπειτα ακούμε μια ανάσα. Μετά κάποιον να λέει: “Έτοιμοι. Ε;” Στα πρώτα πλάνα βλέπουμε ένα πλήθος από παιδιά σε μια σχολική αίθουσα, να κρατούν φλογέρες, κάνοντας ρυθμικές ασκήσεις με τα δάκτυλα. Αρχικώς, απλά χτυπούν συγχρονισμένα με τα δάκτυλα σαν κρουστό, το μουσικό όργανο. Κατόπιν, με το μέτρημα του δασκάλου (που δεν διακρίνεται) ξεκινούν να παίζουν στη φλογέρα την ίδια μελωδία. Ακολουθεί ένα φωνητικό τραγούδι για το θάνατο. Επίσης μουσικά εκπεφρασμένο από πολλά παιδιά, λέγοντας ότι εκείνος, είναι ο μόνος σύντροφος στη ζωή και πως βρίσκεται πάντα στα αριστερά μας. Ξεκινά μια συνειρμική αφήγηση για τον Juan, χωρίς να γνωρίζουμε ποιος την πραγματοποιεί. Ο αφηγητής ισχυρίζεται, ότι ο Juan δεν πίστευε ποτέ σε ερμηνείες πράξεων των ιστορικών προσώπων, γιατί εκτιμούσε ότι κανείς πραγματικά δεν μπορούσε να γνωρίζει το λόγο που εκείνα τις πραγματοποίησαν, μα ούτε και τα ακριβή λεγόμενά τους. Μέσω μιας τηλεοπτικής συσκευής βλέπουμε την είδηση για τα αρχαία ευρήματα του Τλάλοκ, που ήρθαν στο Μουσείο της πόλης του Μεξικού, όταν ο Juan ήταν 5 ετών. Ο πατέρας του τότε, τον πήγε εκεί για να τα θαυμάσουν. Έτσι, ο μικρός Μεξικανός δεν έχασε τη συνάντηση με την ίδια την ιστορία. Αργότερα, παρατηρούμε τον Juan σε πολύ μεγαλύτερη ηλικία, να παρευρίσκεται στο ίδιο Μουσείο και η αφήγηση μαζί με τη λήψη της κάμερας καταλήγουν σε έναν φακό, μιας φωτογραφικής μηχανής. Ο νεαρός εστιάζει σε ένα ιστορικό αγαλματίδιο, ακουμπώντας το τελικά. Κάποιος του λέει, να μην αγγίξει ξανά οτιδήποτε. Ο φακός κάνει κοντινό στο αγαλματίδιο. Ακούμε μια επιβλητική, εντυπωσιακή μουσική, ενώ παρελαύνουν κάποια ευρήματα της περιόδου των Μάγιας.

 

Γενικά, στο έργο υπάρχουν αρκετές πρωτότυπες, σκηνοθετικές εκπλήξεις. Ξεκινά μια απλή αναγραφή για τη γεωγραφική θέση της πόλης Satelite, όπου μένει ο Juan Nunez και η οικογένειά του. Ενώ περιγράφεται το οικογενειακό περιβάλλον και πλησιάζει η γιορτή των Χριστουγέννων, η κάμερα θα αρχίσει να μας δείχνει πως σκέφτεται ο νεαρός, αγοράζοντας διάφορα υλικά για την επερχόμενη κλοπή, ενώ είναι ντυμένος σαν Άγιος Βασίλης, επειδή αντικαθιστά τον παππού του στο συγκεκριμένο έθιμο, ο οποίος πέθανε εκείνη τη χρονιά. Όπως μας ενημερώνει ο αφηγητής. Το ίδιο βράδυ έχοντας καταστρώσει το ανατρεπτικό σχέδιο, ο φοιτητής της κτηνιατρικής περιβάλλεται από ένα σκοτεινό κάδρο, ενώ η υπόλοιπη οικογένεια δείχνει να διασκεδάζει στο τραπέζι. Το ρολόι του Juan τραβά την προσοχή μας. Έπειτα, η σκηνοθετική αφήγηση της ληστείας είναι ιδιαίτερα ατμοσφαιρική. Ξεκινώντας από την ενοχή του Wilson πριν μπουν στο Μουσείο, κοιτάζοντας ένα μεγάλο άγαλμα έξω από το χώρο. Αμέσως τότε, αρχίζει η παράτολμη αποστολή… Σκιές οι οποίες βαδίζουν, μουσική κατάλληλη της περίστασης, κοντινά και μακρινά πλάνα στο σκοτάδι, με τους δυο φακούς σε αυτό, να ανιχνεύουν την περιοχή. Και μόλις φτάνουν στην ειδική αίθουσα, παρατηρείται η ιεροτελεστία της αφαίρεσης του ειδικού, γυαλιού προστασίας. Και εδώ ακριβώς διακρίνεται η μαεστρία του σκηνοθέτη. Επειδή τα αντικείμενα ήταν 140, δεν ασχολείται πάλι με την αριστοτεχνική απαλλαγή του γυαλιού. Αντιθέτως, δείχνει τους δύο ληστές σε μια αναπαράσταση φωτογραφικής απεικόνισης, για περίπου 14 αντικείμενα κλοπής, ενώ ακούγεται κάθε φορά το κλικ της φωτογραφικής μηχανής, μαζί με ήχους που ανήκουν σε άλλο χρονικό διάστημα. Κοιτάζοντας προσεκτικά τους ηθοποιούς, παρατηρούμε ότι δεν λειτουργούν απόλυτα ως αγάλματα. Υπάρχει μια ένδειξη αναπνοής, ή μικρού παλμού κινήσεων. Και αυτό ακριβώς είναι το κλειδί. Άλλοι σκηνοθέτες έχουν επιχειρήσει ξανά αυτή την προσέγγιση, αλλά δυστυχώς όχι με επιτυχία. Έχει σημασία ο τρόπος αυτής της ριψοκίνδυνης σκηνοθετικής επιλογής. Εδώ λειτουργεί πολύ καλά! Τα αναμμένα φώτα από έναν φρουρό φαντάζουν τρομακτικά. Το κοντινό πλάνο στην κλειδωμένη πόρτα εισόδου είναι ουσιώδες, για την αίσθηση της παγίδευσης των ληστών. Οι ασφυκτικές παραισθήσεις του Juan στο σύστημα εξαερισμού, μας μεταδίδουν συναισθήματα από άλλες ταινίες.  

 

Το χιούμορ είναι εκεί ξεπερνώντας τα πάντα, όταν οι ληστές στο “κρυσφήγετό” τους πλένουν με οδοντόβουρτσα την οδοντοστοιχία ενός ιστορικού αγαλματιδίου. Ή μόλις ελέγχονται από τον στρατό, στο δρόμο προς την περιοχή του Bosco. Ένας στρατιώτης λέει στο Nunez, ότι τον ξέρει από κάπου και τελικά τον περνά για ηθοποιό. Οπτικά διακρίνονται ωραίες αντιθέσεις, όπως το  κλασικό Volkswagen Beetle, κόκκινου χρώματος, που εκείνη τη στιγμή διασχίζει την αντίθετη κατεύθυνση του δρόμου. Ενώ οι στρατιώτες και το τοπίο έχουν πράσινες αποχρώσεις. Έτσι συμβολίζεται και το ότι οι πρωταγωνιστές διέφυγαν τον κίνδυνο, παρόλο που ξεχώριζαν. Θα υπάρξουν πλάνα στο ναό των Μάγιας και μια σκηνοθετική ενδιαφέρουσα, ρεαλιστική ματιά στα λεγόμενα του ξεναγού, όπου ο ίδιος ειρωνεύεται τις θεωρίες περί εξωγήινης προσεδάφισης στο συγκεκριμένο τόπο. Το τραγούδι των παιδιών για το θάνατο, με τη μόνιμη, αριστερή του συντροφική θέση στη ζωή των ανθρώπων, εμφανίζεται και πάλι. Αυτή τη φορά και στα λεγόμενα του Juan. Η συνειρμική αφήγηση πολλά, κινηματογραφικά λεπτά αργότερα, επιστρέφει και στο τέλος της ταινίας. Μέσα στο Μουσείο, με τα ίδια λόγια περί αξιοπιστίας της γνώσης των ιστορικών πράξεων από διάφορα πρόσωπα. Ο αφηγητής έχει πλέον αποκαλυφθεί εντελώς.

 

Ερμηνείες:

Gael Garcia Bernal: Υποδυόμενος τον οργανωτή της αρχαιοκαπηλίας, Juan Nunez.

Ο ηθοποιός έχει φτιάξει έναν ειδικό χαρακτήρα. Καβγαδίζει με την οικογένειά του, αλλά τη σέβεται. Είναι πειστικός στις συγκρούσεις με την αδερφή του. Στις σκηνές της οικογενειακής γιορτής, αλλάζει συναισθήματα εύκολα. Αγχώνεται μήπως τα παιδιά ανακαλύψουν τι σχεδιάζει εκείνος, στο δωμάτιο με τα εργαλεία. Λειτουργεί όντως με ευαισθησία συνείδησης, όταν τον επιπλήττει η αδερφή του εξαιτίας της πιθανής αποκάλυψης για την ανυπαρξία του Αγίου Βασίλη στα παιδιά, από τον ίδιο. Είναι μονίμως αποφασισμένος για τη ληστεία. Παρουσιάζεται πειστικός στη σκηνή των παραισθήσεων. Στο Ακαπούλκο αποδίδει εύστοχα μια ξαφνική, πατριωτική ευθιξία, μόλις διαπιστώνει ότι θα δώσουν τα αρχαία, εθνικά ευρήματα σε έναν Άλλο. Υπάρχει μια επιπλέον ερμηνεία όταν ενσαρκώνει ως Juan, τον δήθεν, έμπειρο εκπρόσωπο ενός μεγάλου πωλητή ανεκτίμητων αντικειμένων, με το όνομα West. Εκεί δείχνει πραγματικά νευρικός, προσπαθώντας να μην αποκαλυφθεί ο ερασιτεχνισμός των δύο αρχαιοκαπήλων. Τη χαρά του, διαδέχεται το άγχος μετά τη νύχτα με τη Serezada. Βεβαίως στη σκηνή όπου ταπεινώνεται ενώπιον των γονιών του, μας κάνει να θεωρούμε ότι συμβαίνει στα αλήθεια, μια έντονη οικογενειακή ρήξη. Πολύ καλός!

 

Leonardo Ortizgris: Στο ρόλο του άβουλου, μα λίγο διστακτικού συνεργού Benjamin Wilson.

Σε όλο το έργο θα εκφράσει πολύ καλά το ρόλο του. Η αναποφασιστικότητα του χαρακτήρα είναι παρούσα, μέσα από τη δική του ερμηνεία. Θα αποδώσει και δραματικά στοιχεία μόλις χειροτερέψει η υγεία του πατέρα του. Ή ακόμα περισσότερα, συμπεριλαμβάνοντας το θυμό, τη λύπη και το φόβο μόλις καβγαδίσει με τον Juan. Μεταφέροντας επίσης ότι η περσόνα που υποδύεται, πάσχει από ένα βαθύ ψυχικό τραύμα. Γενικά, εξαιτίας της ερμηνείας του σαν Wilson, τροφοδοτεί συνεχώς το ρόλο του Juan.

 

Simon Russel Beale: Ως Frank Graves, περίφημος μεσάζων αρχαιοκαπηλίας στην κεντρική Αμερική.

Σαφέστατα μεταφέρει την εμπειρία του ρόλου στο συγκεκριμένο επάγγελμα. Αρκεί, να πει ένα απότομο, κοφτό, γεμάτο με δυσπιστία “γιατί;” όταν του πουν ότι ο δήθεν πωλητής West τον επέλεξε προσωπικά. Έπειτα ο οίκτος του για τους δύο ερασιτέχνες είναι εμφανής, με το συλλογισμό του φόβου για το τι θα πάθουν οι δυό τους, να αναπτύσσεται ορατά από τον ίδιο. Παρομοίως, η συμπόνοια του θα περιγραφεί ιδανικά για το μέλλον των άμοιρων ληστών, ελευθερώνοντας ταυτόχρονα και ένα χιουμοριστικό στοιχείο.

 

Leticia Bredice: Στο ρόλο της αισθησιακής Εουχένια, με το ψευδώνυμο Serezada.

Στο καμαρίνι της αποδίδει μια Μεξικάνα, η οποία πέρασε από διάφορες δυσκολίες στην καριέρα της και όμως επιβίωσε. Εκφράζει πολύ καλά τη νοσταλγία της για το νεκρό Pepe. Όπως και την εύκολη ανίχνευση της γυναίκας, που μέσα στα καθάρματα ξεχωρίζει κάποιον καλόκαρδο. Ο δεύτερος χορός της κυρίως, έχει κάτι το ιδιαίτερο! Εκφράζει πως θέλει να ενδώσει όχι λόγω παρελθόντος, μα επειδή ενδιαφέρεται.  

 

Alfredo Castro/Lisa Owen: Ως πατέρας και μητέρα Nunez αντίστοιχα.

Ο πρώτος ενσαρκώνει τον αυστηρό πατέρα του Juan, που ποτέ δεν θα πίστευε, ότι ο γιος του έκανε μια τέτοια πράξη. Στη δραματική σκηνή της αποκάλυψης της κλοπής, είναι πραγματικά αμείλικτος. Δεν είναι το θέμα τα χαστούκια. Είναι η σταθερότητα του θυμού, ο οποίος κινείται σε ένα συγκεκριμένο, αμετάκλητο επίπεδο.

Η δεύτερη, μετά ακριβώς από αυτή τη σκηνή, θα μας τραβήξει την προσοχή, με τη μορφή μιας μητέρας, που πάντα θα συγχωρεί και αγαπά το παιδί της.

 

Επιτυχής ή ανεπιτυχής η απόδοση σεναρίου, σκηνοθεσίας και ερμηνειών:

Το σενάριο γράφτηκε από τους Manuel Alcala και Alonso Ruizpalacios. Το κείμενο ήταν κατά κύριο λόγο στα ισπανικά. Με κάποιους διαλόγους στα αγγλικά (με τον Frank Graves). Πρόκειται για αληθινή ιστορία, όμως εξυπακούεται πως υπάρχουν προσθήκες. Επιπλέον, επειδή κάθε χαρακτήρας σε ένα σενάριο διαθέτει πληροφορίες, που βλέπουν μόνο οι συντελεστές (π.χ. ένα παρελθόν κάθε ρόλου, το οποίο δεν περιγράφεται στην ταινία κ.τ.λ.), ώστε να είναι ισχυρά δομημένος, μπορούμε να πούμε ότι παρουσιάζουν ενδιαφέρον αρκετοί ρόλοι. Ο Frank Graves, η Serezada, ή ο Bosco. Αναρωτιέται ο θεατής, πόσο καιρό μπορεί να κάνουν αυτές τις δουλειές ή ποια ήταν τα κίνητρα, που τους οδήγησαν, ώστε να καταλήξουν εκεί. Οι συμπληρωματικοί ρόλοι του οικογενειακού περιβάλλοντος των δύο αρχαιοκαπήλων, επεξηγούν το φόβο μιας κοινής, κοινωνικής ζωής. Ο πατέρας του Wison οδεύει προς το θάνατο τελείως μόνος, ενώ η οικογένεια του Juan αν και πολυπληθής μοιάζει να μην φέρει καμία αληθινή επικοινωνία μεταξύ της. Έτσι οι δύο Μεξικάνοι διαπράττουν τη συγκεκριμένη ληστεία, προκειμένου να γλιτώσουν από μια παρόμοια ζωή των κατοίκων χωρίς μέλλον, στο Satelite. Δεν είναι τα χρήματα το κίνητρό τους. Οι στιχομυθίες είναι πειστικές. Ειδικά στους Nunez, νιώθουμε σαν να βλέπουμε μια μεξικάνικη οικογένεια της δεκαετίας του ’80, αλλά όχι με τυποποιημένο τρόπο. Μα με τις ιδιαιτερότητές της. Όπως τη χρόνια, μυστική  κάλυψη του θείου στον πατέρα του Juan, για την προκληθείσα φωτιά στο σπίτι. Ο χαρακτήρας του Juan έχει αντιθέσεις. Αναγνωρίζει την ανεκτίμητη, ποιοτική και ηθική αξία των ευρημάτων στο Μουσείο, αλλά θέλει να τα κλέψει με στόχο την πώλησή τους. Βρίσκει τη δύναμη, να εκφράσει την αγάπη και τη συμπόνοια στα πιο απίθανα μέρη (κέντρο όπου δουλεύει η Serezada). Είναι και φαίνεται χειριστικός, αλλά στο παρελθόν έχει βοηθήσει το Wilson. Για τους παραπάνω λόγους αποδεικνύεται, πως πρόκειται για ένα καλογραμμένο σενάριο, το οποίο δεν επαναπαύτηκε στην πολύ μεγάλης σημασίας, απειλητική για τον πολιτισμό του Μεξικού, αληθινή πράξη της αρχαιοκαπηλίας.

Η σκηνοθεσία ανήκει στον Alonso Ruizpalacios. Όπως είπαμε το χιούμορ προστίθεται όμορφα και μάλιστα εκεί που δεν το περιμένουν οι θεατές. Όταν ο Benjamin Wilson προσθέτει σε μια πινακίδα τη λέξη κτηνίατροι (θα δείτε γιατί!). Επιπλέον, ο φακός αφηγείται με σύντομες εικόνες, έναν τόπο. Όπως στο Ακαπούλκο, στην έπαυλη του Frank Graves. Ένα πιάνο παίζει μόνο του, κάποιοι πίνακες περιγράφουν τους εσωτερικούς χώρους και έπειτα ο Juan έχει τύψεις για την εν λόγω παράδοση. Στην αφήγηση του Graves η κάμερα εστιάζει στο ενυδρείο του. Την ίδια στιγμή, το κοινό γνωρίζει ότι οι Juan και Benjamin δεν έχουν καμία εμπειρία από τέτοιες συναλλαγές και μοιάζουν με παγιδευμένα ψάρια. Αργότερα θα παρακολουθήσουμε τη διένεξη του εγκληματικού διδύμου μέσα από το αμάξι, το βράδυ. Η κάμερα σε άλλο χρόνο, κάνοντας ανασκόπηση θα μας δείξει, ότι η ιδέα αυτής της κλοπής ξεκίνησε από τους δύο Μεξικανούς, κατά τη διάρκεια μιας πρωινής βόλτας με ένα άλλο αμάξι. Με όμορφα χρώματα και μια άλλη προοπτική ζωής, από την βαρετή και προβλέψιμη του Satelite. Είναι σαν να βρίσκεται και το κοινό μαζί τους, μέσα στο όχημα. Η σκηνή κατά την οποία ακολουθεί ένας έντονος διαπληκτισμός στο club, όπου δουλεύει η Serezada προκαλεί έκπληξη. Όμως με ευχάριστο τρόπο. Επίσης είναι καθαρά κινηματογραφική μια τέτοια αποτύπωση, δηλαδή να είναι στάσιμες οι κινήσεις των ανθρώπων, που καβγαδίζουν. Φέρνοντας έτσι και μια εκπληκτική σκηνοθετική αντίθεση, σε συνάρτηση με τον υπόλοιπο ρεαλισμό της ιστορίας. Ή μερική ομοιότητα με την αισθητική άποψη της νύχτας της κλοπής. Πάλι όμως και εδώ, έχει σημασία ο τρόπος που έγινε (ήχοι σε άλλο χρόνο και μπουκάλι, το οποίο δεν σπάει αμέσως. Ενώ σε δεύτερη προσπάθεια σπάει, όντας σχεδόν ακίνητο). Ο χορός με τη Serezada στην παραλία είναι ιδιαίτερος! Συνεχίζει να εντάσσεται στο περιβάλλον μιας περιπετειώδους νύχτας. Προστίθεται μια σκηνή όπου η εντυπωσιακή, έμπειρη καλλονή κάνει μια ήπια σκηνή πάλης με το Juan. Συμβολίζοντας φυσικά το κυνήγι της ερωτικής συνεύρεσης και την πάλη των αντίθετων φύλων. Την επομένη κοντά στα κύματα της θάλασσας, η πραγματικότητα έχει άλλο πρίσμα για τον Juan. Στη διεύθυνση φωτογραφίας είναι ο Damian Garcia. Το φινάλε της ταινίας είναι απολαυστικό.

Οι ερμηνείες κινήθηκαν σε άψογο ατομικό επίπεδο. Η ομάδα των ηθοποιών σαν οικογένεια Nunez, συντονίστηκε πολύ καλά, με παιδιά να συμμετέχουν επίσης στις σκηνές.

Συνεπώς είναι επιτυχής η απόδοση σεναρίου, σκηνοθεσίας και ερμηνειών.

 

Επιλογή Casting:

Στο τμήμα αρμόδιος ήταν ο Bernardo Velasco. Η συμμετοχή και τελικά η απόδοση του  Gael Garcia Bernal, (ο οποίος εξελίσσεται όλο και περισσότερο στην καριέρα του) τον δικαιώνει κατά ένα μεγάλο ποσοστό. Που βέβαια συμπληρώνεται από την πολύ σημαντική παρουσία των υπολοίπων. Έκανε πολύ καλές επιλογές ηθοποιών, οι οποίοι απέδωσαν έξοχα ακριβώς για αυτό που τους ανατέθηκε να παίξουν (π.χ. χαρακτήρας Bosco, από τον ίδιο τον Bernardo Velasco!).

 

Μουσική/ηχητική υπόκρουση:

Τη μουσική ανέλαβε ο Thomas Barreiro. Δεν είναι κάτι που βλέπουμε συχνά η παρατήρηση ενός πιάνο που παίζει μόνο του, οπότε σαφώς και ξεχωρίζει. Η μελωδία από τις φλογέρες των παιδιών και το τραγούδι του θανάτου, προσδίδουν μια όμορφη αντίθεση μεταξύ αρχής και τέλους της ζωής. Η μουσική της εισαγωγής αρμόζει σε μια ταινία της μεγάλης οθόνης!

Ο ήχος είναι ο μεγάλος πρωταγωνιστής του έργου. Θα διακριθεί όταν είναι παρών, ακριβώς στο ίδιο χρονικό διάστημα με την εικόνα (φώτα τα οποία ανάβει ένας φύλακας στο Μουσείο). Αλλά και σε ανεξάρτητο χωροχρόνο από την τελευταία (ληστεία των αρχαίων ευρημάτων, διαπληκτισμός στο club της Serezada). Η ηχητική υπόκρουση θα συντροφεύει το κοινό πολύ παραστατικά!

Η τρομερή πράξη της αρχαιοκαπηλίας του Μεξικάνικου Μουσείου Ανθρωπολογίας, θα σας κρατήσει σε εγρήγορση. Μα πιο πολύ θα σας προβληματίσουν οι συνέπειες της.

Μια διανομή της Spentzos film

Ο Eretikos  κριτικός    Γιάννης Κρουσίνσκυ  

Ολες οι Ειδήσεις

Ειδήσεις Top Stories
X