Eretiki Κριτική

Eretiki κριτική της ταινίας “Η Κυρία με το Σκυλάκι” (1960)

Eretiki κριτική της ταινίας “Η Κυρία με το Σκυλάκι” (1960)
ViberViber MessengerMessenger WhatsAppWhatsApp
Ακούστε το άρθρο

Από τον Eretiko κριτικό Γιάννη Κρουσίνσκυ

Ο Γιοσίφ Κέϊφιτς, κατόρθωσε να παρουσιάσει με παραστατική οπτικοποίηση μια αξιομνημόνευτη ταινία περίτεχνης αισθητικής και δημιουργικών αντιθέσεων!

Διακοπτόμενου, μα ενδυναμωμένου Ρομαντισμού. Μελαγχολικού, μα γλυκομίλητου τόνου. Και διαπροσωπικής Αβύσσου, που υπερβαίνει τα γεγονότα της εποχής. Και τούτο το υφολογικό κράμα δεν είναι κάτι το εύκολο.

Το ζεύγος των Άννα-Ντιμίτρι πράγματι κατορθώνει και βγαίνει διαρκώς στο προσκήνιο. Δίχως να υπάρχει μελοδραματικός τόνος ή εγωκεντρική προσέγγιση μέσα στα τεράστια προβλήματα ενός πολύ μεγαλύτερου γίγαντα που λέγεται κοινωνικοϊστορική ένταξη.

Ανάλυση

Γενικώς…

Η υπόθεση της ταινίας διαδραματίζεται στα τέλη του 19ου αιώνα στη Ρωσία. Όλα ξεκινούν από εκείνο το καλοκαίρι, σε μια εντελώς αλλιώτικη τοποθεσία για τα γνώριμα γεωγραφικά δεδομένα. Στο μαγευτικό θέρετρο της Γιάλτας. Ένα μέρος στο οποίο λόγω καλύτερου κλίματος συνήθως παρευρίσκονταν ευκατάστατοι πολίτες, είτε για να αναρρώσουν από ασθένειες, είτε προκειμένου να αποστασιοποιηθούν από κάποιες καταπιεστικές συνθήκες στον τρόπο ζωής τους, κάνοντας πιο σκεπτική αναψυχή.

Η δεύτερη περίπτωση λοιπόν, αφορούσε δύο φαινομενικά αλλιώτικους ανθρώπους, που έμελε όμως να συναντηθούν σχεδόν μοιραία στη Γιάλτα, βιώνοντας έναν απρόβλεπτα ισχυρό έρωτα! Με έντονη αλληλεπίδραση ιδιωτικού βαθμού, στις μέχρι πρότινος κοινωνικά υπολογισμένες, καταπιεσμένες ζωές τους. Το διαδραστικό, επαναστατικό στοιχείο που θα καταφέρει να τους ενώσει συναισθηματικά είναι η επιθυμητή απόδραση από ένα κοινό τους αφόρητο βίωμα. Τον μη ευτυχισμένο έγγαμο βίο.

Κατά συνέπεια, κάτι μέσα τους επιθυμεί εκτός από το παρελθοντικό-παροντικό αφόρητο αυτό βίωμα να διασπάσει και εκείνο το απειλητικό φόβητρο για ένα προκαθορισμένο μέλλον χωρίς μεγάλους έρωτες. Έτσι, ο σαραντάρης τραπεζικός με φιλολογικές σπουδές Ντιμίτρι Γκούρωφ από τη Μόσχα και η εικοσάχρονη νεαρή αριστοκράτισσα Άννα Σεργκεγιόβνα από την επαρχιακή περιοχή Σαράτωφ, αν και βυθισμένοι σε δύο απόλυτα καθοριστικούς, άκρως δεσμευτικούς γάμους τόσο για την αυστηρά συντηρητική εποχή όσο και για τις οικονομικά εξαρτώμενες διαφοροποιημένες ζωές τους, θα ερωτευτούν παρακινδυνευμένα, με πρωτόγνωρο αμοιβαίο πάθος! Η μυστικότητα του ειδυλλίου ωστόσο είναι κάτι το οποίο κρίνεται ως απαραίτητη τακτική κοινωνικής επιβίωσης και για αυτό το λόγο αδυνατούν να τη διασπάσουν!

Πρόκειται για μια επιτυχημένη καλλιτεχνική μεταφορά από το ομώνυμο διήγημα του σπουδαίου συγγραφέα Αντόν Τσέχωφ στη Μεγάλη Οθόνη. Ο Τσέχωφ έγραψε το βιβλίο επισκεπτόμενος τη Γιάλτα κατά τις θεραπευτικές του διακοπές, τις οποίες του σύστησαν οι γιατροί να κάνει οπωσδήποτε εκεί, ενόσω εκείνος υπέφερε από φυματίωση. Η ταινία του Γιοσίφ Κέϊφιτς (σκηνοθεσία, προσαρμοσμένο σενάριο) βασίστηκε σε μεγάλο βαθμό στο ομότιτλο διήγημα του Τσέχωφ, αλλά παράλληλα διατύπωσε και τη δική της νοηματική, αφηγηματική και πιο κινηματογραφική προσέγγιση. Πιο συγκεκριμένα, από τη μια πλευρά η ψυχοσύνθεση του κεντρικού χαρακτήρα Ντιμίτρι στην πλοκή διατυπώνεται κάπως αλλαγμένη ανάμεσα σε ταινία και βιβλίο. Ενώ αντιθέτως, η σκηνοθεσία, η διεύθυνση φωτογραφίας και το μοντάζ φαίνεται να πλησιάζουν αρκετά την αισθητική του βιβλίου.

Όσον αφορά τις διαφορές πλοκής/σεναρίου, ο ήρωας του Τσέχωφ είναι εμφανώς θυμωμένος και απογοητευμένος από το γυναικείο φύλο, το οποίο προσβάλει πάρα πολύ σκληρά, θεωρώντας το ως “κατώτερο”, παρά το γεγονός ότι ο ίδιος εκτός από τον γάμο του εξακολουθεί να έχει εμπειρίες και με πολλές ερωμένες. Αντιθέτως, ο ήρωας του Κέϊφιτς είναι πικραμένος μόνο από τη δέσμευση στον γάμο του και έχει διάφορες ερωμένες στα επαγγελματικά και μη ταξίδια του, με τις οποίες όμως είναι εμφανέστατα άνετος. Χωρίς κάποιο μένος για εκείνες. Απλώς δεν τις ερωτεύεται. Αδυνατεί. Αλλά και τη γυναίκα του δεν τη μισεί. Ίσως κάποτε να την αγαπούσε κιόλας. Πάντως, κοινός τόπος μεταξύ βιβλίου-ταινίας στην ψυχοσύνθεση του κεντρικού ήρωα Ντιμίτρι παραμένει ο λυτρωτικός έρωτας εκείνου για την Άννα. Αυτός ο έρωτας θα τον αλλάξει!

Τώρα ως προς την αισθητική σκηνοθεσίας, διεύθυνσης φωτογραφίας και μοντάζ, αυτό που αναδεικνύει το έργο του Κέϊφιτς είναι η αρμονική οπτικοποίηση σε σχέση με την εξελισσόμενη ροή στο ειδύλλιο του ζεύγους. Διότι η κινηματογραφική αφήγηση, πέραν της αισθητικής, καλύπτει δύο σημαντικά στοιχεία και για την Ψυχαγωγία του θεατή. Πρώτον, εξακολουθεί να φιλοξενεί το ειδύλλιο των Ντιμίτρι και Άννα ανελλιπώς σε μια γενναιόδωρα ντελικάτη ατμόσφαιρα. Το διασώζει, προσδίδοντάς του ιερό χαρακτήρα, ακόμη και όταν οι δρόμοι εκείνων προσωρινώς χωρίζουν. Δεύτερον, προσαρμόζεται στις διακυμάνσεις των συναισθημάτων του απαγορευμένου ζεύγους. Ο Κέϊφιτς αξιοποιεί το -ασυζητητί απαραίτητο- ασπρόμαυρο κάδρο στην ταινία του, με απόλυτη εκμετάλλευση των αποκαρδιωτικών σκιών ή του ελπιδοφόρου φωτός. Τόσο στα πρόσωπα των ερωτευμένων, όσο και στο μαγευτικό τοπίο που γέννησε τον έρωτά τους! Έτσι, θα μπορούσαμε σε κάποια αισθαντικά σημεία φωτός και σκιάσεων να χαρακτηρίσουμε δικαίως ως λυρική την ταινία.

Αλλά και εγκεφαλική, διότι ο Κέϊφιτς επιλέγει επίσης την εστίαση ή την απομάκρυνση του φακού στα κατάλληλα σημεία ανάδειξης σκεπτικής συναισθηματικής δράσης. Και όλα αυτά, μέσα σε μια αδιαπραγμάτευτη διακριτικότητα, η οποία δεν θα ασχοληθεί ποτέ με τη γύμνια και τις πιο ιδιωτικές στιγμές των εραστών. Έπειτα το μοντάζ χρησιμοποιεί πολλές φορές τεχνική “wipe cut” (κατά την άμεση εναλλαγή πλάνων, διαχωρισμός της εικόνας με γραμμή) από αριστερά, δεξιά και επάνω. Αυτή η τεχνική μάς βοηθά εδώ να αντιλαμβανόμαστε τον έρωτα του ζεύγους σε πιο παραμυθένια πλαίσια και έτσι μας πείθει για την ιερή αξία του, ώστε να τον σεβαστούμε περισσότερο, ως προς το ότι ξεφεύγει δικαιολογημένα από κοινωνικοϊστορικά γεγονότα. Επίσης, μια τέτοια κλασική τεχνική μοντάζ φέρνει αντιστοίχως στην ταινία και την υπενθύμιση της τιμητικής αναφοράς στη σφραγίδα ενός κλασικού συγγραφέα, όπως ο Τσέχωφ.

Κατόπιν, η μουσική της ταινίας αποτελεί απαρέγκλιτο ποιοτικό παράγοντα μύησης των θεατών/ακροατών, αναβαθμίζοντας το έργο. Η εμφάνιση της μουσικής φέρει επεξηγηματικό και παραστατικό χαρακτήρα, ως προς την αναβαθμισμένη κουλτούρα της χώρας σε κάθε οικονομική τάξη. Η Ζένα Γκούροβα, γυναίκα του Ντιμίτρι Γκούρωφ, παίζει πιάνο. Ως εύπορη οικογένεια οι Γκούρωφ έχουν καλέσει στο πολυτελές σπίτι τους έναν βαρύτονο φίλο τους, για να τραγουδήσει. Επιπλέον, ο ίδιος ο Ντιμίτρι παίζει πιάνο. Παράλληλα, πολύ αργότερα θα δούμε και έναν μουσικό να παίζει όμποε έξω στο κρύο, προσπαθώντας να νικήσει τη φτώχεια του, μέσα από τη δυσάρεστη θέση του επαίτη. Γενικώς, μέσα από εικόνες που διαπερνούν το φάσμα εκείνης της κοινωνίας, υπάρχει μια εκπληκτική ωδή στον κόσμο της κινηματογραφικής μουσικής! Η εξαιρετική συνθέτρια Ναντέζντα Σιμονιάν βάζει την υπογραφή της με ιδιαίτερο οίστρο!

Γράφει θέματα απολύτως ταιριαστά στις εικόνες της ταινίας, δημιουργώντας διττή ατμόσφαιρα μουσικής έκφρασης, η οποία ταυτίζεται με τα ανάμικτα συναισθήματα του ζεύγους, αλλά λειτουργεί και ανεξαρτήτως προς τέρψη ή συγκίνηση του θεατή/ακροατή. Μάλιστα, θα χαρακτήριζα ως “γιγάντιο σημείο” ποιοτικά εντεταγμένης κινηματογραφικής μουσικής, το θέμα που ακούγεται από πνευστό μουσικό όργανο, ενόσω βρίσκονται με μυστικότητα σε δωμάτιο ξενοδοχείου της Μόσχας οι ερωτευμένοι Ντιμίτρι και Άννα. Διότι εκτός από την πανέμορφη γραφή, ξαφνικά το μουσικό αυτό θέμα αποκτά μέσω μοντάζ κυριολεκτικά σάρκα και οστά, εφόσον βλέπουμε τότε έναν πνευστό μουσικό να το ερμηνεύει έξω από το ξενοδοχείο τους, αναζητώντας χρήματα για να πολεμήσει τη φτώχεια του! Μου θυμίζει όμποε το μουσικό όργανο αυτό. Άρα, εν έτει 1960 στην ταινία του Γιοσίφ Κέϊφιτς ίσως εντοπίζουμε μία πρώτη ιδέα κινηματογραφικής οπτικοποίησης και σουρεαλισμού του μουσικού που παίζει. Σε πειστική ενωθείσα διάσταση απόδοσης και ηχογράφησης

Για να επανέλθουμε όμως σε πιο αφηγηματικά καθήκοντα, ο Κέϊφιτς επιλέγει να δώσει περισσότερο κινηματογραφικό χωροχρόνο στον Ντιμίτρι από ό,τι στην Άννα. Λόγου χάριν, όταν οι δύο ερωτευμένοι επιστρέφουν προσωρινώς στους δυσάρεστους γάμους τους, τότε ο χωροχρόνος στον οποίο έχει πρόσβαση ο θεατής είναι αποκλειστικά αυτός του Ντιμίτρι. Βλέπουμε τότε εκείνον να περιφέρεται άσκοπα στον ελεύθερο χρόνο του σε λέσχες ευγενών κουβεντιάζοντας και χαρτοπαίζοντας ή να πλήττει σε οικογενειακές και φιλικές συγκεντρώσεις μέσα στην οικία του. Μοναδική του παρηγοριά είναι η ανάμνηση της Άννα. Ξαφνικά ο Ντιμίτρι θα αρχίσει να απορεί με όποιον άνθρωπο δεν εστιάζει κατά τη διάρκεια τη ζωής του επειγόντως στο να ερωτευτεί (μετά από συνάντηση στη λέσχη προσπαθεί να εκμυστηρευτεί τον έρωτά του για την Άννα σε ένα παλιό μέλος, αλλά εκείνο του μιλά βαριεστημένα).

Από ό,τι φαίνεται, η παραχώρηση χωροχρόνου του Ντιμίτρι έναντι της Άννα συμβαίνει ομοίως και στην πλοκή του βιβλίου του Τσέχωφ. Η ομοιότητα ταινίας και βιβλίου για τον χωροχρόνο του Ντιμίτρι εν συγκρίσει με εκείνον της Άννα έχει ενδιαφέρον. Αυτό οφείλεται, κατά πάσα πιθανότητα, στον γενικό θαυμασμό του Κέϊφιτς για τον συγγραφέα Τσέχωφ, καθώς και στην πιο ειδική ταύτιση του ίδιου του συγγραφέα με τον ήρωά του. Διότι λέγεται, πως ο Ντιμίτρι φέρει μεγάλες ομοιότητες με μια αληθινή ιστορία από τη ζωή του ίδιου του Τσέχωφ, γνωρίζοντας κάποια γλυκιά ερωτική σύντροφο στη Γιάλτα. Την οποία ο Τσέχωφ αργότερα παντρεύτηκε μάλιστα. Άρα, το εν λόγω αφοσιωμένο βίωμα στον ελεύθερο χρόνο του Ντιμίτρι (όταν εκείνος χωρίζει προσωρινώς με την Άννα) περνά πλέον αλυσιδωτά υπό άλλη καλλιτεχνική διάσταση ταύτισης για τους Τσέχωφ και Κέϊφιτς. Ο Κέϊφιτς τιμά και κατανοεί βαθύτατα τον Τσέχωφ!

Συμπερασματικά

Η ταινία διαμοιράζει το έντονο δέσιμο του ζεύγους με κείμενο και αφήγηση. Αφενός με τα αρχικά λόγια της συναισθηματικά δοσμένης Άννα. Και αφετέρου με το εν καιρώ συνειδητοποιημένο, οπτικοποιημένο βίωμα του Ντιμίτρι, ο οποίος διαπιστώνει επιστρέφοντας στην παλιά καθημερινότητα, ότι η Άννα του λείπει πραγματικά…Από τότε που γνωρίστηκαν καλύτερα οι δυο τους στη Γιάλτα και στην Ορεάντα η δε Άννα έχει μεγάλη ενοχικότητα σε κοινωνικό επίπεδο και ταυτόχρονα φοβάται σε ιδιωτικό βαθμό μήπως ο Ντιμίτρι τη χαρακτηρίσει ως ανήθικη και τιποτένια. Εκείνος την καθησυχάζει και στην πραγματικότητα εκτιμά πολύ την αμείωτη ευαισθησία και ευθιξία της αγαπημένης του…

Μέσα από το κινηματογραφικό έργο “Η Κυρία με το Σκυλάκι” (1960), ο σκηνοθέτης και σεναριογράφος Γιοσίφ Κέϊφιτς, κατόρθωσε να παρουσιάσει με παραστατική οπτικοποίηση μια αξιομνημόνευτη ταινία περίτεχνης αισθητικής και δημιουργικών αντιθέσεων! Διακοπτόμενου, μα ενδυναμωμένου Ρομαντισμού. Μελαγχολικού, μα γλυκομίλητου τόνου. Και διαπροσωπικής Αβύσσου, που υπερβαίνει τα γεγονότα της εποχής. Και τούτο το υφολογικό κράμα δεν είναι κάτι το εύκολο.

Διότι ο κυρίαρχος μαγνητισμός στον κοινωνικά απαγορευμένο έρωτα των κεντρικών ηρώων Ντιμίτρι και Άννα όφειλε να συνεχίζει να ανασαίνει διαρκώς μέσα στην ταινία, ξεπερνώντας πιο σφαιρικά στοιχεία γύρω από αυτούς. Τις ηθικοπλαστικές παραμέτρους της εποχής, την οικονομική ευρωστία ενός μεγαλύτερου κοινωνικού κύκλου ευγενών, την οικονομική δυστοπία άλλων κοινωνικών ομάδων που υπέφεραν, αλλά και την ακόμη πιο μεγάλη εικόνα των τελευταίων ετών της εξασθενημένης, μα ελεγκτικής ρωσικής αυτοκρατορίας. Κατά τη γνώμη μου, μάλλον η ταινία εντάσσεται ιστορικά μεταξύ τελών 19ου αιώνα και αρχών 20ου, διότι ακούγεται μια ατάκα για τη δουλειά του συζύγου της Άννα, περί αγρονομικών ασχολιών (τέτοιες μεταρρυθμίσεις έγιναν ιστορικά στη Ρωσία το 1905).

Παρόλα αυτά, σαφώς μεγαλύτερη σημασία έχει, ότι η κοινωνικοϊστορική ένταξη δεν επισκιάζει ποτέ τον έρωτα του ζεύγους. Μα αντιθέτως, βρίσκεται πολύ πίσω στο βάθος. Και από την άλλη πλευρά, το ζεύγος πράγματι κατορθώνει και βγαίνει διαρκώς στο προσκήνιο, δίχως να υπάρχει μελοδραματικός τόνος ή εγωκεντρική προσέγγιση μέσα στα τεράστια προβλήματα ενός πολύ μεγαλύτερου γίγαντα που λέγεται κοινωνικοϊστορική ένταξη. Πώς γίνεται όμως όλο αυτό με τόση επιτυχία, σε μια τόσο διεθνή μορφή επικοινωνίας και σε τόσο διαχρονικό βαθμό απευθυνόμενης προβολής για κάθε Σινεφίλ έως και σήμερα; Θυμίζω, ότι μιλάμε για μια ταινία γυρισμένη εν έτει 1960, που ορίζει πλοκή χρονολογικών πλαισίων περίπου μεταξύ 1890 και 1905.

Η απάντηση έρχεται αφοπλιστικά. Η ταινία κατορθώνει να διαχωρίσει τους ανθρώπους, σε εκείνους που έχουν χρήματα και σε άλλους που τα επιζητούν. Τα πράγματα μέσα από τον αντίκτυπο του ύπουλου χρήματος γίνονται τότε πιο απλοποιημένα, πιο διαχρονικά και παραδόξως πιο ανθρωπιστικά για κάθε θεατή. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί ο δευτεραγωνιστής ρόλος Αλεξέϊ Σεμιγιόνοβιτς, καλός φίλος του Ντιμίτρι! Ο ευκατάστατος Αλεξέϊ χρησιμοποιεί τους ανθρώπους, προκαλώντας τους να κάνουν δουλικές-ταπεινωτικές αγγαρείες, με αντάλλαγμα την προσφορά χρηματικής αμοιβής. Ο ίδιος έχει χάσει τον σεβασμό του κοινωνικά προς όλους, διότι φοβάται, ότι η γυναίκα του τον παντρεύτηκε μόνο για την περιουσία. Άρα, θεωρεί πως τούτη η (πιθανή) δόλια συμπεριφορά συμβαίνει πλέον σε κάθε ανθρώπινη σχέση, ξεκινώντας από την (πιθανώς) πληγωμένη ερωτική. Έτσι, δεν σέβεται, ούτε και εμπιστεύεται κανέναν στην ιδέα και μόνο (!) ότι ο έρωτάς του ήταν κάλπικος. Ο κόσμος του -παρά την ασφάλεια της κοινωνικής θέσης- καταρρέει.

Τόση δυναμική μάς δείχνει ο δημιουργός Κέϊφιτς, ότι διαθέτει ο Έρωτας! Οι άνθρωποι γίνονται τότε το αντικείμενο εκδικητικού παιχνιδιού του Αλεξέϊ. Ο Αλεξέϊ φτάνει στο σημείο να κάνει αυτό το αύθαδες ψυχοκοινωνικό παιχνίδι ακόμη και στον καλό του φίλο, Ντιμίτρι. Επομένως, ο ευκατάστατος Αλεξέϊ παίζει σημαντικό ρόλο ψυχοκοινωνικής και κοινωνικοοικονομικής σύνδεσης του Έρωτα (δικού του αλλά κατ’ επέκταση και του εύπορου ζεύγους Άννα-Ντιμίτρι) με τον Κόσμο! Αυτό το κρίσιμο πρόσωπο αντικατοπτρίζει και την κινηματογραφική σκέψη του δημιουργού Κέϊφιτς. Δηλαδή για τον Κέϊφιτς στο “Η Κυρία με το Σκυλάκι” (1960), ο Έρωτας ρυθμίζει τις ψυχοκοινωνικές και κοινωνικοοικονομικές εξελίξεις, ακόμη και μέσα στους πιο καλοβολεμένους κύκλους ευγενών! Το απέδειξε μέσα από τον Αλεξέϊ και το μετέδωσε στον θεατή.

Επιπροσθέτως, η τρομακτική δυναμική του Έρωτα απέναντι σε κάθε γεγονός, φαίνεται και από άλλο σημείο της ταινίας. Μια ατάκα από δύο αγνώστους, όπου εκείνοι βρίσκονται επάνω σε ένα είδος μικρού τραμ, που το σέρνουν άλογα στο χιόνι μάς κάνει να το δούμε ξανά…Μαζί τους κάθεται εκεί και ο σιωπηλός Ντιμίτρι. Ο ένας εκ των δύο αγνώστων είναι ιδιοκτήτης εφημερίδας και συζητούν μεταξύ τους, περί μεγάλων ειδήσεων με αβέβαιη δυναμική…Ο Ντιμίτρι θεωρεί τότε πεπεισμένος μέσα στη σκέψη του, ότι ο απαγορευμένος έρωτάς του για την Άννα αξίζει να γραφτεί περισσότερο από οποιεσδήποτε άλλες ειδήσεις…

Με αυτούς τους τρόπους λοιπόν, το έργο δημιουργεί συνολικά τα ισχυρά θεμέλια, ώστε ο έρωτας του ζεύγους Άννα-Ντιμίτρι να βγαίνει δικαιολογημένα (ή εν πάση περιπτώσει πειστικά) στο προσκήνιο, μέσα στο σύμπαν της ταινίας του Κέϊφιτς.

Σκεπτικό…

Πιάνο-Πρόσωπο-Κερί

Η αισθητική στη διεύθυνση φωτογραφίας μαζί με το μοντάζ κάνει θαύματα εδώ πέρα. Ο Ντιμίτρι αναγκάζεται να παίξει αρχικώς ανόρεκτα ένα μουσικό θέμα στο πιάνο, για τους καλεσμένους και τη γυναίκα του. Βλέπουμε το πρόσωπο του Ντιμίτρι και το κερί, ενώ ακούμε το πιάνο. Το νετάρισμα και η θόλωση μεταξύ προσώπου και κεριού εναλλάσσονται.

Μετά τη συσκότιση στο πρόσωπο του Ντιμίτρι προβάλλει απέναντι από το λιωμένο κερί η μορφή της Άννα. Συσκότιση και…Επανεμφανίζεται το πρόσωπο του Ντιμίτρι. Οι καλεσμένοι και η σύζυγός του τού τονίζουν, ότι εκείνος έπαιξε αξεπέραστα και άκρως συναισθηματικά στο πιάνο. Φυσικά, υπήρχε λόγος. Ο Ντιμίτρι είναι μυστικά ερωτευμένος με την Άννα!

Πιο Αναλυτικά…

Ερμηνείες

Ίγια Σαβίνα (Άννα Σεργκεγιόβνα)

Ένα πραγματικά εντυπωσιακό ντεμπούτο πρωταγωνιστικού ρόλου σε ταινία! Η ηθοποιός μαγνητίζει εκτός από τον Ντιμίτρι και τον θεατή. Όλη η κρυμμένη ομορφιά, η ενοχική ντροπαλότητα και ο ελευθερωμένος έρωτας της γλυκιάς Άννα ενσαρκώνονται ιδανικά! Η ερμηνεύτρια ανταποκρίνεται επάξια και σε κοντινά πλάνα. Στο διστακτικό ξεκίνημα της γνωριμίας του απαγορευμένου ζεύγους η ηθοποιός μεταδίδει την έντονη θλίψη της Άννα ως απόρροια ενός μη ευτυχισμένου έγγαμου βίου. Πολύ δυναμικές οι συναισθηματικές αντιθέσεις στις εκφράσεις της, μόλις ως Άννα συναντά τον Ντιμίτρι στην όπερα. Τότε μολονότι χαίρεται ταυτοχρόνως λυπάται, μέσα σε ένα κλίμα αγωνίας για την αποκάλυψη της απαγορευμένης γνωριμία τους.

Αλεξέϊ Μπατάλωφ (Ντιμίτρι Γκούρωφ)

Ο ηθοποιός δεν απέφυγε την υπερβολική πόζα ενός ζεν πρεμιέ της εποχής για τη χώρα του. Ωστόσο εδώ δεν είναι λάθος κάτι τέτοιο, διότι η γοητεία του Ντιμίτρι ανταποκρίνεται στο πώς εκείνος θα κυριεύσει ερωτικά την Άννα. Αλλά και στο πώς υπενθυμίζει -δίχως προσπάθεια- με ανεπαίσθητο φλερτ σε διάφορες άλλες Κυρίες (οι οποίες του ανταποκρίνονται με λίγα νοσταλγικά και ζηλιάρικα βλέμματα ή νεύματα) το γιατί τις γνώρισε κάποτε καλύτερα. Παρουσιάζει επίσης ένα πιο εσωτερικό μοτίβο του χαρακτήρα, πολλές φορές όταν δεν μιλά, μα κατορθώνει να αποδίδει με εκφραστικό τρόπο την ανησυχία του Ντιμίτρι για τη σχέση του με την Άννα.

Μια επανέκδοση της New Star

Συντελεστές

Σενάριο: Iosif Kheifits, Anton Chekhov (έγραψε το ομώνυμο διήγημα του 1899 στο οποίο βασίστηκε η ταινία). Σκηνοθεσία: Iosif Kheifits. Διεύθυνση Φωτογραφίας: Dmitriy Meskhiev, Andrey Moskvin. Μοντάζ: Elena Bashenova. Πρωταγωνιστούν/συμμετέχουν: Iya Savvina, Aleksey Batalov, Nina Alisova, Panteleymon Krymov, Dmitriy Zebrov, Maryana Safonova κ.ά. Γραμμικότητα Σεναρίου: Irina Tarsanova. Μουσική: Nadezhda Simonyan. Ήχος: Arnold Shargorodsky.

Ολες οι Ειδήσεις

Ειδήσεις Top Stories
X