Eretiki Κριτική

Eretiki κριτική της ταινίας “Η Τελευταία Παμπ”

Eretiki κριτική της ταινίας “Η Τελευταία Παμπ”
ViberViber MessengerMessenger WhatsAppWhatsApp
Ακούστε το άρθρο

Από τον Eretiko κριτικό Γιάννη Κρουσίνσκυ

Ο Κεν Λόουτς κεντράρει ρεαλιστικά την παραστατική οπτικοποίησή του στο κοινό παρόν Άγγλων και Σύριων χαρακτήρων πρωτεύουσας σημασίας, γλυτώνοντας εικόνες του παρελθόντος για αμφοτέρους, τις οποίες όμως δεν παραλείπει να γνωστοποιεί σαν απαρέγκλιτες σκέψεις ή αναμνήσεις λεκτικών (κυρίως) επεξηγήσεων των ηρώων στον θεατή.

Η κατάθεση του Λόουτς έχει ώριμη ματιά, διότι αφορά συγκεκριμενοποιημένες κοινωνικοπολιτικές συνθήκες, αλλά ελευθερώνει και την ανθρωπιστική σκέψη. Η απλότητα της σκηνοθεσίας του, με έμφαση σε πραγματιστικούς τόνους, ενισχύει την όλη κοινωνικοπολιτική ματιά του. Less, is More”, όταν ξέρεις να το χρησιμοποιήσεις.

Ο Λόουτς ξέρει και βρίσκεται σε ειδική κατηγορία έκφρασης! Έχει πει πολλά, χωρίς να χρειαστεί να εξαντλήσει τη σκηνοθετική του σκέψη. Και κάνει τον θεατή να φανταστεί πολλά από τα βιώματα των ηρώων. Για αυτό το λόγο και συγκινείσαι, φεύγοντας γεμάτος από την αίθουσα. Γιατί σου έδωσε το περιθώριο επικοινωνίας και ενσυναίσθησης, του προβλήματος που ο ίδιος έθιξε…

Ανάλυση

Γενικώς…

Πράγματι, ο Κεν Λόουτς μέσα από το έργο “Η Τελευταία Παμπ” (2023) παρουσιάζει στο κοινό μια θαρραλέα κοινωνικοπολιτική άποψη, συνοδευόμενη από πραγματικά ενδιαφέρουσα καλλιτεχνική & κινηματογραφική έκφραση! Στο έτος 2016, οι βαλλόμενοι άνθρωποι από εμπόλεμη ζώνη της Συρίας θα συναντήσουν σε αγγλικό επαρχιακό έδαφος τους επίσης βαλλόμενους ανθρώπους από την κοινωνικοοικονομική περιθωριοποίηση του αγγλικού συστήματος. Το παρόν ορισμένων Σύριων και Άγγλων μοιάζει να μην απέχει και τόσο πολύ. Επιπλέον, το πρόσφατο παρελθόν Άγγλων και Σύριων κρύβει στις ειδικές συνθήκες του καθενός κοινωνικοπολιτικούς αγώνες (αντιστοίχως, μέσα από Σωματεία εργατών ανθρακωρύχων και από πρόσφυγες λόγω πολεμικών αποτελεσμάτων), ώστε οι λίγοι ευσυνείδητοι πολίτες σαν τη Λόρα και τον Τι Τζέϊ Μπάλανταϊν να βλέπουν με διαύγεια, πως η Γιάρα και οι δικοί της άνθρωποι αναζητούν απλώς μια νέα αρχή, μέσα από τα συντρίμμια της διασωθείσας ζωής τους. Η Aλληλεγγύη τότε γεννιέται. Και μάλιστα μεγαλώνει γρήγορα, παραδόξως επειδή μπήκαν ανάμεσα σε αλληλέγγυους αντιρατσιστές ανθρώπους, οι ενάντιοι πάντοτε κοντόφθαλμοι και θρασύδειλοι, ρατσιστές.

Ο Λόουτς δείχνει-καταθέτει στον θεατή, ότι στην πραγματικότητα αυτοί εισβάλλουν στην ανθρωπιστική αγκαλιά, προσπαθώντας να διασπάσουν την Αλληλεγγύη αντιρατσιστών και προσφύγων. Οι ρατσιστές. Η κατάθεση του Λόουτς μέσα στην εν λόγω ταινία έχει ώριμη ματιά, διότι αφορά συγκεκριμενοποιημένες κοινωνικοπολιτικές συνθήκες, αλλά ελευθερώνει και την ανθρωπιστική σκέψη. Αυτό δεν είναι εύκολο να το διαπιστώσει αμέσως ο θεατής. Για αυτό και χρειάζεται να το πάμε λίγο επεξηγηματικά και υπό κλίμα ανθρωπισμού, αλλά και δικηγόρου του διαβόλου. Δηλαδή, το κράτος της Αγγλίας είναι ένα από τα πλουσιότερα παγκοσμίως. Και όμως, η επί του θέματος κοινωνικοοικονομική διαχείρισή του για βοήθεια σε Άγγλους πολίτες ξεχασμένων περιοχών, όπως αυτή του Ντούραμ (βορειοδυτική Αγγλία), παραμένει απαράδεκτη. Ομοίως και σε Σύριους πρόσφυγες, τους οποίους το αγγλικό κράτος έκανε “δεκτούς” σε τέτοιες ήδη οικονομικά πάσχουσες περιοχές.

Δίνει σε αμφοτέρους κάτι αρκετά λιγότερο από τα αυστηρώς απαραίτητα. Έτσι οι ντόπιοι κάτοικοι, που βρίσκονται σε λίγο καλύτερη κατάσταση από τους πρόσφυγες, επιλέγουν πραγματικότητα ή στρουθοκαμηλισμό. Οι αλληλέγγυοι στους πρόσφυγες επιλέγουν την πραγματικότητα, ενώ οι ρατσιστές τον στρουθοκαμηλισμό. Ρατσιστές, που φυσικά βολεύονται να στρουθοκαμηλίζουν, ξεχνώντας ότι το πλούσιο αγγλικό κράτος τούς έχει γονατίσει κοινωνικοοικονομικά επί χρόνια και ξεσπούν τώρα αδίκως στους Σύριους πρόσφυγες, που έχασαν στην πατρίδα τους τα πάντα. Οι ρατσιστές εναντιώνονται όμως και στον ντόπιο Τι Τζέϊ Μπάλανταϊν, μολονότι εκείνος τους φιλοξενεί για τέσσερις δεκαετίες στην παμπ του Η Γέρικη Βελανιδιά.” Και κυρίως λησμονούν, ότι επί χρόνια ο ίδιος ενορχήστρωνε με θαρραλέες κινητοποιήσεις το φάσμα όλων των κοινωνικοπολιτικών αγώνων υπέρ των εργασιακών δικαιωμάτων των ανθρακωρύχων της περιοχής Ντούραμ. Οι περσόνες αντιρατσιστών, προσφύγων και ρατσιστών μοιράζονται ωραία στην ταινία, αντανακλώντας σημαντικό μέρος της πραγματικής ζωής. Καλά μέχρι εδώ τα ανθρωπιστικά στοιχεία…

Και τώρα, η εξεταστική πλευρά του δικηγόρου του διαβόλου. Από εδώ και πέρα, το αν ο Κεν Λόουτς δίνει ένα πιο πανοραμικό μήνυμα γενικότερα όχι μόνο για το προσφυγικό, μα περνώντας και στο μεταναστευτικό ζήτημα στην Ευρώπη, θεωρώ, ότι είναι σχετικό. Ας το εξετάσουμε ψύχραιμα. Καθότι μια τέτοια υπόθεση φεύγει κάπως από τα συγκεκριμενοποιημένα πλαίσια του έργου. Διότι εδώ το έργο πάλι μιλά πολύ συγκεκριμένα, για “δεκτούς” πρόσφυγες από εμπόλεμη ζώνη και όχι γενικώς γιααιτούντες άσυλο” ή για “μετανάστες” σε ένα κράτος. Αυτές οι ορολογίες δεν είναι δικές μου, ούτε και ο Λόουτς ασχολείται με αυτές. Οπότε, αν και αναφέρονται όλες στον Άνθρωπο, συμβαίνει αυτές να υπάρχουν νομικά-θεσμικά, προσδιορίζοντας συγκεκριμένες καταστάσεις. Βάσει του έργου του, ο Λόουτς θίγει σίγουρα μία από αυτές (“δεκτούς” σε άλλο κράτος πρόσφυγες από εμπόλεμη ζώνη).

Μα από την άλλη πλευρά, έχει εν μέρει έγκυρη υποστήριξη και το πιο πανοραμικό-ανθρωπιστικό σκεπτικό. Διότι ο ίδιος ο Λόουτς δεν στρουθοκαμηλίζει, μα αντιθέτως μιλά με το έργο του θαρραλέα, καταδεικνύοντας την υποκρισία του εύπορου αγγλικού κράτους απέναντι στις προβληματικές συνθήκες της Ευρώπης, γύρω από το θέμα της προσφυγιάς και κατ’ επέκταση της μετανάστευσης. Εφόσον μάλιστα διαθέτει διακριθέντα πλούτο σε παγκόσμιο επίπεδο αυτό το κράτος, η κατάθεση του Λόουτς δεν αφορά μόνο την Ευρώπη πλέον, αλλά όλη τη Γη και σε ένα άλλο μείζον θέμα. Αυτό της άνισης κατανομής πλούτου για βασικές ανάγκες κοινωνικής επιβίωσης και αξιοπρέπειας. Η ατάκα του κεντρικού ήρωα Μπάλανταϊν έρχεται αφοπλιστικά, για να μας πιστοποιήσει το πιο πανοραμικό-ανθρωπιστικό σκεπτικό του Λόουτς, λέγοντας: “Προσπάθησα να ταΐσω ανθρώπους, που ήρθαν από εμπόλεμη ζώνη σε μια από τις πιο πλούσιες χώρες παγκοσμίως. Και αυτά τα καθάρματα (εννοεί τους ρατσιστές, που τον σαμποτάρισαν) με σταμάτησαν και γελούσαν…”

Οπότε, για να οδηγηθούμε προς μία πιο σαφή κατάληξη, κατ’ εμέ, απαντά μεν καλλιτεχνικά ο Λόουτς σε παγκόσμια σφαίρα ευαισθητοποίησης από το Ντούραμ, την Αγγλία, τη Βρετανία, την Ευρώπη, την Υφήλιο, αλλά μέχρι να φτάσει εκεί το κάνει αρχικώς με συγκεκριμενοποιημένα κοινωνικοπολιτικά δεδομένα. Θέλω να πω, ότι αυτά τα δεδομένα πέραν ορισμένων χωρών αντίστοιχου πλούτου όπως της Αγγλίας, αντικειμενικά δεν φαίνονται να καλύπτουν το ίδιο θέμα προσφυγιάς ή και μετανάστευσης σε συνθήκες άλλης χώρας με αλλιώτικη οικονομία. Η αλλιώτικη οικονομία μιας χώρας που δέχεται πρόσφυγες ή μετανάστες δύναται να αλλάζει τα δεδομένα του ίδιου θέματος. Εξάλλου, σύμφωνα με κάποιους νόμους-θεσμούς, άλλο “δέχεται” μια χώρα πρόσφυγες και άλλο “φιλοξενεί.” Πάλι ξεπροβάλλει με κυνικότητα ο δικηγόρος του διαβόλου…

Μα ούτως ή άλλως, τελικά πάλι έχει δίκιο ο Λόουτς και ο ανθρωπισμός που ίδιος ελευθερώνει στην πορεία. Διότι εάν σε ένα εύπορο κράτος όπως η Αγγλία υπάρχει άνιση κοινωνικοπολιτική αντιμετώπιση σε ντόπιους κατοίκους καιδεκτούς” πρόσφυγες, δίνοντας έδαφος σε ρατσιστές (οι οποίοι σαφώς έχουν ξεκάθαρα τη δική τους υπαιτιότητα, στο πώς σκέφτονται και δρουν), τότε φανταστείτε, τι μπορεί να συμβαίνει διογκωμένα σε ένα κράτος με μέτρια ή κακή οικονομική κατάσταση, που “φιλοξενεί” πρόσφυγες (έρευνες δείχνουν, ότι αυτή η φιλοξενία από τέτοια κράτη συμβαίνει κατά ποσοστό της τάξεως του 76% πηγή:https://www.europarl.europa.eu/news/el/headlines/priorities/metanasteusi/20170629STO78630/prosfugiki-krisi-kai-ee-stoicheia-kai-arithmoi). Απλά, ο οξυδερκής Λόουτς ανέδειξε το πρόβλημα από τα υψηλά στρώματα (τέζα τελικά ο δικηγόρος του διαβόλου). Άρα συνολικά, ο Λόουτς κινείται κινηματογραφικά με έγκυρο τρόπο, εκπέμποντας άμεσα και έμμεσα, ειδικά και πιο γενικά, συγκεκριμενοποιημένα και πιο ανθρωπιστικά, μα πάντοτε σταθερά αντιρατσιστικά μηνύματα, μέσω της τολμηρής και ενδιαφέρουσας κοινωνικοπολιτικής του σφαιρικής άποψης. Είναι σημαντική η κατάθεση αυτή διαμέσου της τωρινής ταινίας του.

Ο Λόουτς όμως σκάβει και στα ενδόμυχα τμήματα του ρατσισμού, καταθέτοντας και το θέμα του bullying στο Σύγχρονο Κόσμο, διαπερνώντας από το μικροσκόπιο την προηγούμενη γενιά ρατσιστών, που τροφοδοτεί με υπεκφυγές και μίσος την επόμενη γενιά και τούμπαλιν. Δηλαδή, η θρασύδειλη ξενοφοβική “υποδοχή” από τους μεσήλικες ρατσιστές Άγγλους προς τους Σύριους πρόσφυγες, περνά αυτομάτως στη νοοτροπία των γιων-εγγονών τους, οι οποίοι κάνουν bullying σε νεοφερμένους Σύριους μαθητές-πρόσφυγες στο σχολείο, καταγράφοντας επιδεικτικά τη βία σε βίντεο, το οποίο δικαιολογούν οι πατεράδες-συγγενείς τους. Μεσήλικες και ανήλικοι ρατσιστές έχουν παρομοίως αφιλτράριστα ψευδο-επιχειρήματα και συμπεριφορές μικρών παιδιών. Φτάνουν το ρατσισμό στο ξεγύμνωμα της απόλυτης ηλιθιότητάς του, λέγοντας, ότι επειδή οι Σύριοι δεν ξέρουν καλά αγγλικά και αργούν να συμπληρώσουν γραπτές φόρμες, δήθεν καθυστερούν από τις δουλειές τους τούς ντόπιους στις ουρές…

Μια ακόμη ειδική παράμετρος είναι αυτή του χαρακτήρα Τσάρλι, ο οποίος αλλάζει συμπεριφορά, αποκτώντας ρατσιστικά κατάλοιπα, επειδή η γυναίκα του αντιμετωπίζει ένα σοβαρό πρόβλημα υγείας. Έτσι ο Τσάρλι, που δεν έχει πια εδώ και καιρό οικογενειακή αρμονία, μοιάζει να ξεσπά τελικά στα ενοίκια της περιοχής, την κακή γειτονία και την αρνητική γενίκευση για κάθε άνθρωπο που προέρχεται από άλλη χώρα. Εδώ ο Λόουτς με όλα τα παραπάνω στοιχεία (εξέταση γαλουχημένων αντιλήψεων ξενοφοβίας από τη μια γενιά στην άλλη φτάνοντας στο bullying / παρατήρηση προσωπικώνοικογενειακών προβλημάτων υγείας) είπε ήδη πολλά. Και γενικώς αυτό το κινηματογραφικό κλίμα, κατά το οποίο μόλις σε λίγες στιγμές-κουβέντες κατατίθενται σημαντικές απόψεις, κυριαρχεί στην ταινία “Η Τελευταία Παμπ.”

Ωστόσο, θα πρέπει να έχουν οπωσδήποτε υπόψιν τους οι Σινεφίλ, ότι το έργο αυτό κινείται κινηματογραφικά μέσα από μια ειδική κατηγορία ταινίας (κοινωνικοπολιτικό είδος), η οποία με τη σειρά της ακολουθεί ένα ακόμη πιο ειδικό σκεπτικό. Και μάλιστα, όχι απλώς κάθε δημιουργού, μα το σπάνιο σκεπτικό του συγκεκριμένου δημιουργού. Η υπομονή θα ανταμείψει τον Σινεφίλ, εν τη διάρκεια του έργου. Αυτό που θα παρακολουθήσετε να μοιάζει εξελικτικά ως κάτι το απλό, με αποτέλεσμα να είναι τελικά και άκρως επικοινωνιακό, κρύβει όμως αρκετή σκέψη πίσω του. Συνιστά επιλεγμένο ύφος δημιουργών. Δημιουργών, διότι πρόκειται για συνδημιουργία. Με μαέστρο τον Λόουτς φυσικά.

Συμπερασματικά

Ο Κεν Λόουτς κεντράρει ρεαλιστικά την παραστατική οπτικοποίησή του στο κοινό παρόν Άγγλων και Σύριων χαρακτήρων πρωτεύουσας σημασίας (Τι Τζέϊ Μπαλαντάϊν-Γιάρα), γλυτώνοντας εικόνες του παρελθόντος για αμφοτέρους, τις οποίες όμως δεν παραλείπει να γνωστοποιεί σαν απαρέγκλιτες σκέψεις ή αναμνήσεις λεκτικών (κυρίως λεκτικώνυπάρχει μία *εικονική) επεξηγήσεων των ηρώων στον θεατή. Εδώ αναλαμβάνει πια εμφανώς δράση η ωφέλιμη πένα του σεναριογράφου Πολ Λάβερτι. Το εν λόγω κοινωνικοπολιτικά εκπεφρασμένο κινηματογραφικό εγχείρημα φέρει τη σφραγίδα των Λόουτς και Λάβερτι. Θα μπορούσα να το περιγράψω σαν μια ιδανική κινηματογραφική-καλλιτεχνική χειραψία ανάμεσα σε σενάριο και σκηνοθεσία. Και λέω -εκτός από κινηματογραφική- και καλλιτεχνική χειραψία, όχι μόνο για την πληρότητα του καλλιτεχνικού σθένους της ταινίας, αλλά και για το γεγονός πως τούτη η δομή θα μπορούσε να μεταφερθεί ακόμη και σε θεατρικό έργο (με λίγες τροποποιήσεις, βεβαίως).

Πάντως, τα βήματα εξέλιξης της ταινίας “Η Τελευταία Παμπ” είναι καλογραμμένα, με σωστή ακολουθία και η καθρεπτισμένη συνέργεια των Πολ Λάβερτι (σενάριο) και Κεν Λόουτς (σκηνοθεσία) πιστοποιεί σταθερά το γιατί. Κατά συνέπεια, ο σεναριογράφος Λάβερτι είναι συνδημιουργός. Ωστόσο ένας αφανής ήρωας, όσον αφορά την επέκταση της μελετημένης συνδημιουργίας, είναι ο μοντέρ Τζόναθαν Μόρις. Και με τη δική του πινελιά έχουμε συνολικά το δοκιμασμένο (“Εγώ, ο Ντάνιελ Μπλέϊκ” & “Δυστυχώς Απουσιάζατε”) και ενδιαφέρον κινηματογραφικό τρίπτυχο σενάριο-σκηνοθεσία-μοντάζ (ή αλλιώς Λάβερτι-Λόουτς-Μόρις). Οι τρεις τους έφτιαξαν στο “Η Τελευταία Παμπ” μια ενδιαφέρουσα κινηματογραφική αφήγηση με οργανωμένο σκεπτικό, την οποία επιμελείται ο αρχιτέκτονας-πραγματιστής Κεν Λόουτς. Θα εξηγήσουμε λίγο παρακάτω (βλ. κατηγορία “Σκεπτικό” της Eretikis κριτικής), το **γιατί υπερέχει ο δικός του ρόλος.

Ας δούμε όμως πρώτα, τι επίδραση έχει στο κοινό η εξέλιξη της αφήγησης στο έργο “Η Τελευταία Παμπ.” Δηλαδή, πώς ξεκινούν όλα αυτά τα προαναφερθέντα στοιχεία να εισέρχονται στη συνείδηση του θεατή; Ουσιαστικά, η ποιότητα της τωρινής ταινίας του Λόουτς γίνεται ορατή στον κόσμο του θεατή μέσα από τρεις φάσεις. Από το ειδικό, στο όλο και πιο ειδικό εκφραστικό φάσμα. Δηλαδή, σε πρώτη φάση το έργο παραμένει πιστό στην κατηγορία-είδος μιας “κοινωνικοπολιτικής ταινίας.” Τι σημαίνει εν συντομία κοινωνικοπολιτική ταινία; Γενικώς, εν συγκρίσει με άλλα είδη ταινιών αυτή χαρακτηρίζεται ως αλλιώτικο ύφος, από την ανάλογη εννοιολογική αφοσίωση κοινωνικοπολιτικού φάσματος, οριοθετώντας την ίδια τη δημιουργική έκφραση (από τη θεματική, τον καλλιτεχνικό/νοηματικό άξονα, έως και τα ενδότερα σημεία δημιουργικής έκφρασης, του ηθικού διδάγματος/κοινωνικού μηνύματος και φυσικά συμπεριλαμβάνοντας τις εναρμονισμένες κινηματογραφικές παραμέτρους σκηνοθεσίας, σεναρίου, μοντάζ κ.λ.π.).

Αυτά, από άποψη κινηματογραφικών υλικών, είναι τα συγκεκριμένα, συνήθη όρια μιας κοινωνικοπολιτικής ταινίας. Βεβαίως, όλα αυτά τα όρια του Σινεμά είναι ήδη γνωστά στο ενημερωμένο κοινό ή τουλάχιστον γίνονται αντιληπτά (ακόμη και σε όχι τόσο μυημένους θεατές) γύρω από την πιο πρακτική, συγκεντρωτική έννοια της εκάστοτε “κοινωνικοπολιτικής ματιάς” από διάφορους δημιουργούς. Συνήθως σε τέτοιες περιπτώσεις, διακρίνεται περισσότερο είτε η καλλιτεχνική, είτε η κινηματογραφική έκφραση…Έτσι, αν και ο θεατής τη συναντά σε δεύτερη φάση, εν εξελίξει της παρακολούθησης των ταινιών, αυτή η κοινωνικοπολιτική ματιά έχει μεγάλη σημασία, διότι με τη σειρά της σαν επόμενο στάδιο χαρακτηρίζει πάντοτε πρώτα τη γοητεία και έπειτα την υπέρβαση μιας ιδιαίτερης κοινωνικοπολιτικής ταινίας, διαφοροποιώντας την πλέον από μια αντίστοιχη τυπικών πλαισίων. Εν προκειμένω, ξεκάθαρα, η ταινία του Λόουτς είναι κοινωνικοπολιτική ιδιαίτερου επιπέδου και καθόλου τυπική!

Αρκεί βεβαίως να καταλάβεις τον αντίστροφο τρόπο σκέψης εκείνου! Με την αρχικώς σεμνή, κατόπιν επεξηγηματική, εν συνεχεία υπερβατική και (για αυτούς τους λόγους αντίστροφης σχηματοποίησης) εν τέλει αποδεδειγμένα γοητευτική, κοινωνικοπολιτική ματιά του. Να θυμάστε το εξής: Η ιδιαίτερη ματιά φτιάχνει την ιδιαίτερη ταινία, στην ίδια πάντοτε κοινωνικοπολιτική βάση! Από εκεί και πέρα, μιλά το “κάτι παραπάνω.” Το βήμα-στοιχείο ενός σπάνιου βεληνεκούς, σαν του Λόουτς. Το θάρρος, η απόφαση και η αφοσίωση του καλλιτέχνη Λόουτς, πέραν του κοινωνικοπολιτικού φάσματος, της ανάλογης ματιάς, των γνώριμων κινηματογραφικών κανόνων ρεαλισμού, συναντούν και την προσωπική του μεθοδολογία. Αυτή η τελευταία προσθήκη συνιστά και το παραπάνω βήμα. Την αξιοποίηση του σπάνιου βεληνεκούς (παράδειγμα για το παραπάνω βήμα ακολουθεί στην κατηγορία ***Σκεπτικό). Επομένως, η διαφοροποίηση από άλλους δημιουργούς έρχεται στην αντίληψη του θεατή πια σε τρίτη φάση, διαπιστώνοντας μετά το πέρας της ταινίας “Η Τελευταία Παμπ” το αιφνιδιαστικά αντίστροφο, ειδικό σκεπτικό του Λόουτς.

Με πιο απλά λόγια, ο Λόουτς κατορθώνει και πάει το κοινωνικοπολιτικό περιεχόμενο (είδους & ματιάς) ένα βήμα παραπέρα, σε σχέση με άλλους δημιουργούς! Από την σκηνοθετική προσομοίωση μιας ταπεινής καθημερινότητας κοινωνικά περιθωριοποιημένων ηρώων, ο Λόουτς κερδίζει ποιοτικό έδαφος νοηματικά, διατυπώνοντας συνολικά κινηματογραφική κοινωνικοπολιτική άποψη, επί του θέματος της προσφυγιάς Σύριων από εμπόλεμη ζώνη στην αγγλική επαρχία. Η απλότητα της σκηνοθεσίας του, με έμφαση σε πραγματιστικούς τόνους, ενισχύει την όλη ματιά του. Έτσι, η δική του ενισχυμένη ματιά χαρακτηρίζει τελικά με πιο σύνθετο τρόπο και την όλη ταινία του. Less, is More”, όταν ξέρεις να το χρησιμοποιήσεις. Ο Λόουτς ξέρει και βρίσκεται σε ειδική κατηγορία έκφρασης! Έχει πει πολλά, χωρίς να χρειαστεί να εξαντλήσει τη σκηνοθετική του σκέψη. Και κάνει τον θεατή να φανταστεί πολλά από τα βιώματα των ηρώων. Για αυτό το λόγο και συγκινείσαι, φεύγοντας γεμάτος από την αίθουσα. Γιατί σου έδωσε το περιθώριο επικοινωνίας και ενσυναίσθησης, του προβλήματος που ο ίδιος έθιξε…

Σκεπτικό…

Μεθοδολογία

Συνοδηγοί Αλληλεγγύης

Εδώ λοιπόν παρατηρούμε ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα, του **γιατί επικρατεί η σκηνοθεσία του Κεν Λόουτς από το σενάριο του Πολ Λάβερτι. Πρόκειται για τη σκηνοθετική-νοηματική ανάδειξη των συνοδηγών Αλληλεγγύης του Τι Τζέϊ Μπάλανταϊν.

Στην πρώτη περίπτωση, η κάμερα ξεκινά να εξετάζει την Αγγλίδα συνοδηγό Λόρα (αριστερά) στο αμάξι του οδηγού Μπάλανταϊν (δεξιά). Η Λόρα ξεκινά να τον παρακινεί, ώστε να επιδείξει εκείνος Αλληλεγγύη στους Σύριους πρόσφυγες, υπενθυμίζοντάς του, ότι ο ίδιος παλιότερα ξεσήκωνε τους ντόπιους Άγγλους για εργασιακά δικαιώματα.

Στη δεύτερη περίπτωση, η κάμερα ξεκινά να εξετάζει τη γυναίκα πρόσφυγα από τη Συρία, συνοδηγό Γιάρα (αριστερά) στο ίδιο βαν του οδηγού Μπάλανταϊν (δεξιά). Η Γιάρα, με την παρουσία της, ενισχύει πιο αισθαντικά το ίδιο σκεπτικό Αλληλεγγύης.

Ζεύγη Εικονοποίησης

Σχήμα: Καθοριστικές στιγμές του Μπάλανταϊν στην Παραλία-βασικός χώρος της παμπ-εναλλακτικός χώρος με κουζίνα της παμπ-ασπρόμαυρες φωτογραφίες της Γιάρα από την πατρίδα της, μέχρι και το ταξίδι με την άφιξη των Σύριων προσφύγων στο Ντούραμ της Αγγλίας/ασπρόμαυρες φωτογραφίες του Τι Τζέϊ από ιστορία των ανθρακωρύχων-επικίνδυνη βόλτα με σκύλο Μάρα-κεντημένο ορόσημο Αλληλεγγύης, γραμμένο σε αγγλικά και αραβικά.

Τι κοινό έχουν όλα αυτά μεταξύ τους; Είναι τα ζεύγη εικονοποίησης στη σκηνοθετική σκέψη του Λόουτς. Το πιο σημαντικό ζεύγος αφορά τις καθοριστικές στιγμές του Μπάλανταϊν στην παραλία. Διότι, από ό,τι φαίνεται, αφορά και το *μόνο flashback του έργου! Όπως προείπαμε, τα flashbacks αποφεύγονται σε τούτη την ταινία και κυριαρχούν οι λεκτικές επεξηγήσεις, φτάνοντας παρόλα αυτά με αισθαντικό τρόπο, από τη διάσταση σεναρίου-σκηνοθεσίας στους ήρωες και τελικά στον θεατή.

Και όμως, η ανάμνηση της γνωριμίας του Μπάλανταϊν με το σκυλάκι “Μάρα” στην παραλία άξιζε κατ’ εξαίρεση να ζωντανέψει. Γιατί είναι πολύ σημαντική. Ενώνει πολλές και δυναμικές σχέσεις. Τη σχέση του Μπάλανταϊν με τον πατέρα του, τη σχέση παλιών ντόπιων ανθρακωρύχων και νεοφερμένων Σύριων προσφύγων, τη σχέση των Μάρα, Λόρα και Γιάρα (καθόλου τυχαία, με ίδια κατάληξη τα ονόματα) με τον Μπάλανταϊν. Και φυσικά, τη σχέση του Μπάλανταϊν με την ίδια τη Ζωή κόντρα στον θάνατο-αυτοκτονία. Επίσης, η ζωντανή ανάμνηση της Μάρα ενώνει ιδανικά σενάριο-σκηνοθεσία-μοντάζ…Εδώ λοιπόν παρατηρήσαμε ένα από τα ***παραπάνω βήματα του αρχιτέκτονα Λόουτς.

Πιο Αναλυτικά…

Ερμηνείες

Ο πρωταγωνιστής Ντέϊβ Τέρνερ (Τι Τζέϊ Μπάλανταϊν) ενσαρκώνει με απόλυτη επιτυχία το εγχείρημα των Λόουτς-Λάβερτι-Μόρις. Διατυπώνει ερμηνευτικά με πειστικό τρόπο την πολυπρισματική προσωποποίηση των αδικημένων ανθρακωρύχων, των τσακισμένων μα μυαλωμένων Άγγλων πολιτών, των οικογενειαρχών που προσπάθησαν μα δεν τα κατάφεραν, των αγωνιστών που αναγνωρίζουν πρακτικά την έννοια της Αλληλεγγύης. Ο ίδιος γίνεται όλα αυτά, μέσα από την ανθρώπινη μορφή της “Γέρικης Βελανιδιάς”, όπως είναι και ο κανονικός τίτλος της ταινίας.

Η συμπρωταγωνίστρια Έμπλα Μαρί (Γιάρα) θα εκφράσει ιδανικά την ανασυγκρότηση του θάρρους, τη συγκινησιακή φόρτιση και τη διεκδίκηση μιας αξιοπρεπούς διαμονής μακριά από την πατρίδα της. Υπέροχη ερμηνεία! Κάτι μου λέει, ότι θα την ξαναδούμε σε ενδιαφέρουσες ταινίες.

Μια διανομή της Feelgood Entertainment

Συντελεστές

Σενάριο: Paul Laverty. Σκηνοθεσία: Ken Loach. Διεύθυνση Φωτογραφίας: Robbie Ryan. Μοντάζ: Jonathan Morris. Πρωταγωνιστούν/συμμετέχουν: Dave Turner, Ebla Mari, Claire Rodgerson, Trevor Fox κ.α. Κοστούμια: Jo Slater. Διανομή Ρόλων: Kahleen Crawford. Μουσική: George Fenton. Ήχος: Kevin Brazier, Ray Beckett, Ben Brazier, Rowena Wilkinson κ.α.

Ολες οι Ειδήσεις

Ειδήσεις Top Stories
X