Ελλάδα

“Οι 12 Καρέκλες” (του Tomás Gutiérrez Alea)

“Οι 12 Καρέκλες” (του Tomás Gutiérrez Alea)
ViberViber MessengerMessenger WhatsAppWhatsApp
Ακούστε το άρθρο

H New Star μας μεταφέρει αυτή τη φορά με τον ταξιδιάρικο κινηματογραφικό της χάρτη στην Κούβα των μεγάλων αλλαγών του 20ου αιώνα, στην τότε εγχώρια Επανάσταση (1959) και συγκεκριμένα στο θεσπέσιας, κωμικής αισθητικής, καλλιτεχνικό έργο του Tomás Gutiérrez Alea με τίτλο “Οι 12 Καρέκλες” (γυρισμένο το 1962).

 

H ταινία LAS DOCE SILLAS (όπως τιτλοφορείται στα ισπανικά) είναι βασισμένη στο ομώνυμο, σατυρικό μυθιστόρημα των Ρώσων συγγραφέων Ilya Ilf και Yevgeni Petrov (1928). Έχουν γίνει πολλές, καλλιτεχνικές μεταφορές στη μεγάλη οθόνη, αλλά μόνο αυτή φέρει την πολυπρόσωπη, χιουμοριστική και αντικειμενικής διάθεσης, παρατηρητική ματιά του σαρδόνιου, Κουβανού δημιουργού. Όχι μόνο για την έκθεση της απληστίας των ηρώων, αλλά και λόγω της καλειδοσκοπικά εξεταζόμενης, ηθικό-πολιτικών συνθηκών, κουβανικής θέσης, που ο ίδιος με πρωτόγνωρη ψυχραιμία αναρωτιέται, ως ποία πραγματικά  ενδείκνυται, στα τότε κρίσιμα δρώμενα!;

 

Το Studio Art Cinema (Σταυροπούλου 33, Πλατεία Αμερικής) από τις 22/8/2019 ανεβάζει για ακόμη μια φορά ψηλά τον πήχη της κινηματογραφικής σύστασης στους φίλτατους, ορκισμένους σινεφίλ, προτείνοντας άλλο ένα  φιλμ δυσεύρετης ομορφιάς.

 

Σενάριο:

Η κουβανική Επανάσταση ξεκινά με ενθουσιασμό! Βεβαίως, δεν είναι ακριβώς όλοι και τόσο ευχαριστημένοι…Μια ηλικιωμένη, μοναχική αριστοκράτισσα στην έπαυλη Viejo γνωρίζει πολύ καλά, ότι το λουκέτο στη μεγάλη κεντρική, εξωτερική πόρτα του εντυπωσιακού οικήματος δεν είναι ικανό σε καμία περίπτωση να συγκρατήσει την επαναστατική ορμή των στρατιωτών. Οι τελευταίοι θεωρούν, ότι το σπίτι της ανήκει στο κράτος πλέον. Η απελπισμένη πλουσία έχει σαν τελευταία, αναπόσπαστη μορφή αγάπης μια σειρά από πολλά, λαμπερά πετράδια, περασμένα στο λαιμό της. Παρά τα μυστικά περάσματα του σπιτιού και τις πατροπαράδοτες κρυψώνες, θεωρεί, ότι το χρηματοκιβώτιό της δεν αποτελεί ασφαλές μέρος αποθήκευσης. Έτσι αποκτά μια φαεινή ιδέα να κρύψει αυτά τα μεγάλης αξίας κοσμήματα, στην “κοιλιά” μίας εκ των δώδεκα, εγγλέζικων καρεκλών, οι οποίες κοσμούσαν ένα από τα σαλόνια της…

 

Σε κάποια επαρχιακή πόλη, καθώς ήρθε πια εκείνη η ώρα για το “μοιραίο ταξίδι,” η αμετανόητη γαλαζοαίματη εκμυστηρεύεται σε έναν κερδοσκόπο, νέο  ιερέα το μεγάλο μυστικό των κρυμμένων κοσμημάτων. Μεταξύ επιθανάτιου ρόγχου και παντομίμας η βαθύπλουτη Κυρία πληροφορεί και το στενό συγγενή της (όμοιας οικονομικής επιφάνειας) Hipólito Garrigó, περί των πετραδιών που σπέρνουν το δόλο. Μετά από κάποιο καιρό ο άνετος τύπος, Oscar, παρακολουθεί στο σινεμά της εποχής τα ενημερωτικά νέα της εκδίωξης των ξένων μονοπωλίων από τη χώρα και την ανεύρεση θησαυρών από τους Επαναστάτες σε οικίες αριστοκρατών. Βεβαίως δεν συμφωνεί ακριβώς με όλα αυτά.

 

Ο Oscar εργάζεται ως κηπουρός σε μία έπαυλη, η οποία μετετράπη σε γηροκομείο. Το αστείο είναι, ότι παλιότερα ο ίδιος βρισκόταν ξανά εκεί, υπηρετώντας το σεβάσμιο ιδιοκτήτη, Hipólito Garrigó, τον οποίο τώρα κατά λάθος περιέλουσε με νερό! Μην πιστεύοντας στα μάτια του για την κατάληξη της οικίας, ο όχι πια πλούσιος Hipólito θέλει πονηρά να δει το εσωτερικό, μήπως τυχόν  βρίσκονται εκεί οι δώδεκα καρέκλες. Όμως μια άγνωστη φιγούρα εξαφανίζει τη μοναδική καρέκλα από το σετ, η οποία “φώλιαζε” μέσα στο γηροκομείο.

 

Οscar και Hipólito ξεκινούν για το Υπουργείο Ανάκτησης κλεμμένων αγαθών και ο πρώτος καταφέρνει να σπείρει μια αμφιβολία στον πρώην αριστοκράτη, περί επικίνδυνης αναγνώρισής του από τους Επαναστάτες κυβερνώντες. Έτσι ο Oscar γίνεται ανεπίσημα απαραίτητος συνεργάτης σε αυτό το κυνήγι θησαυρού. Ενόσω περιμένει υπομονετικά εκτός Υπουργείου ο υπερήφανος απόγονος των Garrigó, βλέπει μια καρέκλα “με ανθρώπινα πόδια” να περνά! Ο ιερέας παλεύει με τον Hipólito και μεταξύ αγνωστικιστικών-πολιτικών φρονημάτων. Η ουσία είναι, ότι το πολυαναμενόμενο, αντικείμενο επίπλωσης δεν περιείχε τίποτα! Οι δρόμοι τους χωρίζουν…

 

Αντιθέτως, επειδή ο πανούργος Oscar οσμίστηκε το οικονομικό μέγεθος της ανταμοιβής της κερδοφόρας αναζήτησης, “φυτεύει” και πάλι τη γνωστή φοβία  στον επιρρεπή γαλαζοαίματο. Έτσι επισημοποιείται η επαγγελματική συμπόρευση με τον Hipólito. Δέκα καρέκλες βρίσκονται σε πλειστηριασμό και μία στα σπάργανα του σιδηροδρομικού συνδικάτου…

 

Το αντιφατικό αυτό δίδυμο εργάτη/αριστοκράτη θα προσπαθήσει να κάνει τα πάντα, προκειμένου να βρει τη μοναδική καρέκλα, που κρύβει κάτι περισσότερο από ωραία γραμμή επίπλωσης…

 

Ο δαιμόνιος Oscar θα σκαρφιστεί τερατουργίες, προκειμένου να συνδράμει στην κρίσιμη προσέγγιση της “επιπλωμένης ευτυχίας,” διαπερνώντας με μεθοδικότητα τους συνδετικούς, ανθρώπινους κρίκους, οι οποίοι φέρνουν ένα βήμα ή μάλλον ένα κάθισμα πιο κοντά, τον ίδιο και τον όλο και πιο έντρομο στις στρατιωτικές στολές, πρώην ευγενή, συμπατριώτη του.

 

Ο τελευταίος, με κατάπικρο τρόπο θα βρεθεί για πρώτη φορά στη δύσκολη θέση των εργατών και όχι μόνο… Στο μεταξύ ο ανίερος ιερέας νομίζει, πως διανύει την πορεία του σωστά ανιχνεύσιμου, βαθύπλουτου μονοπατιού! 

 

Τα γεγονότα αναδεικνύουν τη ματαιότητα εκείνης της πανικόβλητης απόφασης της “ιδεατής” κρυψώνας από τη γηραιά Κυρία…  

 

Γενικά στο έργο:   

 

Θα παρακολουθήσουμε μία επιτυχή διασκευή, της γνωστής στο χώρο του σινεμά, κωμικής ιστορίας, με τις δώδεκα καρέκλες. Το κάδρο είναι αποκλειστικά ασπρόμαυρο. Το πρελούδιο του έργου έρχεται με αληθινές φωτογραφίες από την Επανάσταση της Κούβας. Η προσωρινή μεταφορά σε animation για την επεξήγηση της κατάργησης της ιδιοκτησίας από τους Επαναστάτες στρατιώτες, εισαγάγει τη χιουμοριστική διάθεση του δημιουργού μαζί με την ελάφρυνση της έντασης των συγκρουόμενων, κοινωνικών θέσεων, αλλά και την ειρωνική, διαφορετική θέαση της πλευράς των αριστοκρατών (η γηραιά Κυρία πασχίζει να κρύψει τα κοσμήματα και όταν το κάνει, χορεύει από χαρά).    

 

Η ιστορία χωρίζεται ουσιαστικά σε δύο προσωποποιημένες μονάδες/ομάδες. Στο μοναχικό, ανεπιτυχή δρόμο του κερδοσκόπου ιερέα και στην απρόσμενη συνάντηση-συνεργασία των Hipólito και Oscar, οι οποίοι φέρουν έναν καλύτερο “ενστικτώδη χάρτη” για το κυνήγι του θησαυρού. Βεβαίως θα υπάρξει και μερική διάσπαση των συνεργατών σε κάποια σημεία. Επί της ουσίας οι πρωταγωνιστές είναι οι δύο συμπατριώτες με τη διαφορετική παρελθοντική, ιδεολογική-ταξική πορεία, μα και το όμοιων πυρετωδών, οικονομικών κινήτρων, παροντικό μονοπάτι. Ως εκ των κοινωνικών συγκυριών ορίζονται ισότιμοι σύμμαχοι. 

 

Η συγκεκριμένη ταινία κρύβει μια ομορφιά, που δεν φαντάζεται αρχικώς ο θεατής! Η σκηνοθεσία και το σενάριο μεταφέρθηκαν με τον πιο ιδανικό, ενδιαφέροντα και τολμηρό τρόπο στην κουβανική πραγματικότητα, λίγο μετά την αντίστοιχη, εγχώρια Επανάσταση. Η μίξη αυτών των δύο κυρίαρχων κατηγοριών της έβδομης τέχνης θα χαμογελάσει πονηρά σε μια απαλλαγμένη από φανατισμούς, πιο ψύχραιμη και ώριμη ματιά του δημιουργού, μέσα από τις τρομαγμένα απορημένες (Hipólito), μα και θαρραλέα απτόητες (Oscar) περσόνες του έργου! 

 

Η θεώρηση αυτή, σε φαινομενικά δευτερεύουσα μορφή, φιλοσοφεί από κάθε ανθρώπινη και ταξική, οπτική γωνία άφοβα και αναίμακτα. Ενώ παράλληλα η ίδια η κινηματογραφική τέχνη προωθεί εν εξελίξει μεθοδικά τα επαγγελματικά στοιχεία (σενάριο, σκηνοθεσία, ερμηνείες, μουσική, ήχος) του μερικώς αποστασιοποιημένου, κύριου αντικειμένου της, σχετικά με τον επιθυμητό στόχο. Δηλαδή εν προκειμένω τις Δώδεκα Καρέκλες. Αντιπροσωπεύοντας την πρώτη, κεντρική ιδέα του άξονα της σκέψης του ευφυούς δημιουργού, Tomás Gutiérrez Alea. 

 

Η όλο και πιο “ηχηρή” παρείσφρηση αυτών των ιδιαίτερων στιγμών αμφισβήτησης ή υποστήριξης του σοσιαλισμού και της έκφρασης επανάκτησης ή κατάργησης της ιδιοκτησίας στον ίδιο διάλογο από τους πρωταγωνιστές, προσφέρει μια ελευθερία, η οποία καθιστά την ταινία ως κάτι πολύ περισσότερο από ένα κωμικό μωσαϊκό! Και τότε ακριβώς έρχεται στα κατάλληλα, χρονικά διαστήματα το κωμικό στοιχείο σε συγκεκριμένες δόσεις, οι οποίες όμως σε κάνουν στιγμιαία να γελάσεις αυθόρμητα και δυνατά!

 

Αυτό που έχει ενδιαφέρον, είναι να σκεφτεί κανείς, πώς o δημιουργός κατόρθωσε να το γυρίσει στην Κούβα (1962), χωρίς να έχει ο ίδιος άσχημες συνέπειες!; Βεβαίως όλα έχουν την εξήγησή τους: 

 

Δεν είναι καθόλου τυχαίο πως ο Tomás Gutiérrez Alea, δεν επέτρεψε στο χρόνο, στα γεγονότα και στις πολιτικές εξελίξεις να τον ξεπεράσουν. Επηρεάστηκε έντονα από τον ιταλικό νεορεαλισμό, τον οποίο κατανόησε ως ιδανική επιρροή αξιοποίησης στο νέο, κουβανικό σινεμά. Επιστρέφοντας τη δεκαετία του 1950 στην Κούβα, εντάχθηκε στην πολιτισμική ομάδα Nuestro Tiempo. Μαζί με το σκηνοθέτη Julio Garcia Espinosa δημιούργησαν το έτος 1955, ένα ντοκιμαντέρ (El mégano), που απαγορεύτηκε από το τότε καθεστώς.  Αργότερα ο ίδιος συμμετείχε ενεργά στον αγώνα, ενάντια στη δικτατορία του batista. Επομένως, είχε αποδείξει ήδη στο fidel Castro (με τον οποίο υπήρξαν και συμφοιτητές στη νομική στην Havana, την ίδια χρονική περίοδο!) από τι είναι ιδεολογικά φτιαγμένος.

 

Υπήρξε επίσης κεντρικό πρόσωπο στην κινηματογραφία της Κούβας μετά την Επανάσταση, ως ένας από τους ιδρυτές του Instituto Cubano del Arte e Industrias Cinematograficos (ICAIC). Το έργο του Tomás Gutiérrez Alea, αντανακλά και καταγράφει τους ιδεολογικούς και πολιτικούς προβληματισμούς στις εσωτερικές ανησυχίες της κουβανέζικης κοινωνίας. Μέσα από τις ταινίες του παρακολουθεί την πορεία της χώρας, από τον αγώνα ενάντια στη δικτατορία του batista, στα πρώτα χρόνια της Επανάστασης και από τις δύσκολες συνθήκες του Ψυχρού Πολέμου, στα χρόνια του οικονομικού αποκλεισμού.  (Πηγή: New Star)

 

Μέσα στην ταινία θα δούμε να αναγράφονται τα αρχικά του ινστιτούτου (ICAIC) δύο φορές, μόλις ο Oscar παρακολουθεί σε σινεμά την κουβανική ενημέρωση της “απόκτησης” των θησαυρών των αριστοκρατών από τους Επαναστάτες. 

 

Εν κατακλείδι, ο Tomás Gutiérrez Alea, ήταν ένας πολύ έξυπνος, θαρραλέος άνθρωπος, αλλά και ασυμβίβαστος καλλιτέχνης. Η ταινία είναι δομημένη με τέτοιο τρόπο, ώστε να θίξει τα κακώς κείμενα του σοσιαλισμού, αλλά και να ορίσει τελικά ως νικητές τους Επαναστάτες. Φέρνοντας επίσης με διδακτικό τρόπο τους αριστοκράτες (Hipólito Garrigó) στην μέχρι πρότινος άγνωστη, δύσκολη θέση των εργατών (Oscar).

 

Λοιπόν, η διατήρηση αυτής της ισορροπίας σε τέτοιες πολιτικές συνθήκες δεν συνηθίζεται και είναι άξια κινηματογραφικού και ανθρώπινου θαυμασμού. Σαν κεντρική ιδέα έξυπνης δράσης του καλλιτέχνη και όχι επακριβώς όμοιας, πολιτικής διοίκησης (το τονίζω, για να μην παρεξηγηθώ!), μου θυμίζει Ρώσους διανοούμενους, όπως το θεατρικό συγγραφέα Nikolai Gogol, που κατόρθωσε να γράψει το θεατρικό έργο “Κυβερνητικός (ή Γενικός) Επιθεωρητής” με την έγκριση του τσάρου, θίγοντας τα άλλα αξιώματα της τότε αυτοκρατορίας, τα οποία ήταν στην ουσία υπό τη διοίκηση του τσάρου, χωρίς ο τελευταίος να καταλάβει την αναφορά. 

 

Στοιχεία Κινηματογραφικής Έλξης προς το κοινό:

 

1) Το σενάριο.

 

Είναι βασισμένο στο ομότιτλο, σατυρικό μυθιστόρημα των Ρώσων συγγραφέων Ilya Ilf και Yevgeni Petrov. Στο συγγραφικό έργο η αναφορά είναι στην Επανάσταση των Μπολσεβίκων. Ο ιερέας επίσης ακολουθεί λάθος μονοπάτι (αλλά τρελαίνεται). Ενώ ο έμπιστος συνεργάτης αντιθέτως, έχει κακές προθέσεις και τελικά ο κληρονόμος τον σκοτώνει. Στην ταινία ο Oscar έχει καλό χαρακτήρα και απλώς προς το τέλος θα καυγαδίσει επικίνδυνα με τον Hipólito Garrigó. 

 

Την προσαρμογή σε σενάριο ταινίας που αφορούσε τη χώρα του, έκανε ο  Tomás Gutiérrez Alea μαζί με τον Ugo Ulive. Η γλώσσα που χρησιμοποιήθηκε, ήταν τα ισπανικά (και λίγα ψευτό-αμερικάνικα από ένα γυναικείο χαρακτήρα). Φυσικά οι σεναριογράφοι πραγματοποίησαν μια επαγγελματικότατη γραφή, οργανωμένης διασκευής και όχι απλώς μια αντιγραφή. 

 

Προφανώς χρησιμοποίησαν τα πολιτικά γεγονότα μιας παρόμοιας (γιατί ο τσάρος και ο batista ήταν από το ίδιο άρρωστο, νοητικό υλικό φτιαγμένοι) επιτυχούς Επαναστατικής Ελευθέρωσης από έναν δυνάστη. Αλλά μετά την πτώση της δικτατορίας ο Κουβανοί δημιουργοί εξέτασαν χωρίς φόβο και τις δύο θέσεις των διαφορετικών, κοινωνικών τάξεων. Στις στιχομυθίες ακούγεται ξεκάθαρα η γνώμη του πρώην αριστοκράτη, Hipólito Garrigó και άλλων ομοίων του περί αδικίας, εξαιτίας της κατάργησης της ιδιοκτησίας. Επίσης εν αντιθέσει με το μυθιστόρημα, εδώ ο χαρακτήρας του Oscar δεν είναι μοχθηρός.

 

Ο τρόπος συνάντησης των δύο ηρώων είναι πανέξυπνος! Ο πρώην υπηρέτης και νυν κηπουρός βρέχει με το λάστιχο κατά λάθος, τον πρώην αριστοκράτη και εργοδότη του, ακριβώς έξω από την πάλαι ποτέ, πολυτελή κατοικία του δευτέρου. 

 

Το χιούμορ στο σενάριο είναι κοφτερό σε κάποια σημεία! Ο Hipólito παρατηρεί με φρίκη, ότι το πολυτελές σπίτι του έγινε γηροκομείο. Λέει στον εργαζόμενο επί της οικίας (και παλιό του υπηρέτη), Oscar, αναζητώντας με κρυψίνοια τη μία εκλεκτή καρέκλα, εάν μπορεί να έρθει στο χώρο και κάποια άλλη φορά. Ο Oscar δίχως να το καταλάβει απαντά: “Σαν στο σπίτι σας!” 

 

Ο χρόνος που αφιερώνεται σε πράξεις σκηνών με διαλόγους και γνωριμία των δύο αντίθετων ηρώων, δεν πηγαίνει χαμένος. Διότι εξυπηρετεί στην ελεύθερη έκφραση των σεναριογράφων περί προβληματισμού πολιτικών δρώμενων, με αποδέκτες τους θεατές. Μάλιστα, το ότι οι δύο πρωταγωνιστές συζητούν ειρηνικά για τέτοια θέματα παρουσιάζει μια πραγματικά ελεύθερη, καλλιτεχνική άποψη. 

 

Από εκεί και πέρα, επί του θέματος της πλοκής, οι καρέκλες θα αναζητηθούν μετά την καταστροφή της πρώτης από ιερέα και αριστοκράτη, ως 11 εναπομείνασες, με διαμοίραση των 10 σε πλειστηριασμό -και έπειτα περαιτέρω αναζήτηση ακόμη και σε τσίρκο από το κωμικό δίδυμο!- και μίας στο σιδηροδρομικό συνδικάτο (όπου εκεί θα φτάσουμε στον επίλογο). 

 

Είναι έξυπνη η αναφορά της φοβίας του  Garrigó σε τακτά, χρονικά διαστήματα του έργου, για τις στρατιωτικές στολές και όσα εκείνες πρεσβεύουν.

 

Δεύτεροι χαρακτήρες, όπως η “εναλλακτικών” επαγγελμάτων, ελκυστική Gertrudis ή ο τρίτης, “σεναριακής ταχύτητας”, συνομωσιολόγος Francisco, κοσμούν ωραία συμπληρωματικώς την εξέλιξη της πλοκής.

 

Ο επίλογος, σχετικώς με την κατάληξη των κοσμημάτων της γηραιάς πλουσίας, θα αποκαλυφθεί κοντά στο κτίριο, που φέρει την επιγραφή: “Patria o Muerte. Venceremos.” Είναι σατανική η σάτιρα!

 

Όμως γενικά η ένταξη του σεναρίου στην τέχνη της σκηνοθεσίας, σαν καλλιτεχνικό άθροισμα κάνει πραγματικά τη διαφορά!*

 

2) Η σκηνοθεσία.

 

Είναι υπογεγραμμένη από τον Tomás Gutiérrez Alea. Τι να πρωτοπεί κανείς! Στην εισαγωγή με μία εστίαση στο λουκέτο της έπαυλης, οδηγούμαστε σε εκείνο το υπέροχο animation, κερδίζοντας χιούμορ και γλυτώνοντας χρόνο ή χρήμα γυρισμάτων. Ακόμα και οι τίτλοι αρχής με τις καρέκλες να βρίσκονται σχεδόν παντού, δημιουργούν ευχάριστη διάθεση.

 

Έπειτα θα ακολουθήσουν κάποιες ενημερωτικές επιγραφές στο φόντο, επεξηγώντας την πλοκή. Η πρώτη μιλά για τις τελευταίες στιγμές της αριστοκράτισσας. Δύο διαφορετικές ορίζουν την ενημέρωση από το ινστιτούτο ICAIC και τρεις όμοιας δομής με την πρώτη, περιγράφουν την ολοένα και πιο απομακρυνόμενη θέση του ιερέα από το οικονομικό έπαθλο.

 

*Η συσχέτιση σεναρίου και σκηνοθεσίας: 

 

Παρουσιάζει με άψογο στιλ τα ψέματα, που λένε διάφοροι χαρακτήρες σε σχέση με την πραγματικότητα, την οποία ατομικά αντιλαμβάνονται ή γνωρίζουν, αλλά δεν θέλουν να αποκαλύψουν δημοσίως. Φερειπείν η ιστορία της Gertrudis (διήγηση με διάφωνη συνύπαρξη λεγομένων και εικόνας αντιπροσώπευσης της πραγματικότητας. Γραμματέας = ερωμένη, μπουτίκ ρούχων = οίκος ανοχής) λειτουργεί με πολύ αστείο τρόπο ανεξάρτητα και σχετικά με τη δράση του έργου. Αντίστοιχα ο ιερέας, μόλις ενημερώνει τον επίσκοπο, υπερβάλλει στα λεγόμενά του.

 

Το μοντάζ φυσικά θα παίξει ρόλο στο πάντρεμα σεναρίου και σκηνοθεσίας:

 

-Εργάτης και αριστοκράτης συζητούν ως πρωταγωνιστές ελεύθερα και ειρηνικά, από μπαρ/ σε ασφαλή για περπάτημα δρόμο/ σε κέντρο αναψυχής εν πλω / και έπειτα περπατώντας και πάλι στο δρόμο, μα μέσα από αμάξια/ σχετικώς με την απαγόρευση Επανάστασης στις Η.Π.Α. Αλλά και περί γνήσιας Δημοκρατίας σε αυτές. Ακούμε για την εντυπωσιακή Gertrudis, η οποία μπορεί πραγματικά να τους βοηθήσει στην υπόθεση με τα κοσμήματα και αμέσως μετά βλέπουμε, πως πρόκειται για μία αρίστη…Χαρτορίχτρα! 

 

-Στον πλειστηριασμό ο δαιμόνιος Oscar ετοιμάζεται να “χτυπήσει” με 200 πέσος για τις πολυπόθητες καρέκλες, μα ο ανήσυχος Hipólito παρακολουθεί έναν Κύριο να ετοιμάζεται να κουνήσει το χέρι του. Κατά αυτόν τον τρόπο, “χτυπά” με 250 πέσος, ασχέτως αν δεν τα διαθέτει ούτε μαζί με τον εν κρυπτώ συνεργάτη του, Oscar. Μα εκείνος ο Κύριος απλώς ήθελε τελικά να φτερνιστεί!!! Μοντέρ υπήρξε ο Mario González.

 

Η αποτελεσματική θέαση της φωτογραφίας: 

 

-O Oscar καταφθάνει μαζί με τον Hipólito στο σπίτι της Gertrudis και όταν εκείνη ανοίγει την πόρτα, ενώ ο αριστοκράτης κρύβεται πίσω από τον άνθρωπο του λαού, ο δεύτερος μοιάζει με κάπως πιο λευκή, αγνή μορφή (δεν είναι μόνο εξαιτίας του ρουχισμού). 

 

-Έπειτα ο Oscar ετοιμάζει πανούργα, φαντασιακά λογύδρια για μια υποτιθέμενη κατάργηση της δράσης των Επαναστατών μέσω νέας κυβέρνησης, ξεγελώντας στο τραπέζι της συζήτησης τους πλούσιους διαμαρτυρόμενους. Υπάρχουν τότε ελάχιστες σκιές στο πρόσωπό του, ενόσω επιχειρεί να τους “βουτήξει” μέσα στο απόλυτο ψέμα!      

 

-Στο ίδιο εργοτάξιο του καυγά των πρωταγωνιστών θα αντιληφθούμε την ψυχοσύνθεσή τους, κατά τη διάρκεια της ατμοσφαιρικής νύχτας και της γαλήνιας, πιο “αγνής” ημέρας. Στη διεύθυνση φωτογραφίας ήταν ο  Ramón F. Suárez.

 

Ένας εργατικός οπερατέρ:

 

Απαθανατίζοντας τη δράση από: Το κρεβάτι της υπό απαγωγή Κυρίας του γηροκομείου. Το σημείο που πραγματοποιήθηκε ο διαγώνιας-αντίθετης κίνησης καυγάς ιερέα/ Hipólito. Την καρότσα του φορτηγού, όπου ανέβηκαν οριακά οι δύο πρωταγωνιστές. Τις φυτείες με τα ζαχαρότευτλα. Την τοποθεσία εγκατάστασης του τσίρκου με πανί, αλλά και κατά τη λήψη από την κορυφή του κλουβιού του λιονταριού, ο  Pablo Martínez ήταν διαρκώς εκεί!

 

Μεγίστης σημασίας είναι η ευαίσθητη αναφορά του σκηνοθέτη σε ρατσιστικά, φυλετικά κρούσματα εντός της κουβανικής κοινωνίας, λόγω διαφορετικού χρώματος επιδερμίδας. Περίπου τρία περιστατικά αναφέρονται. Στο ένα, ο σκηνοθέτης δείχνει τον Hipólito Garrigó στα ζαχαρότευτλα, να σιχαίνεται να πιει νερό, επειδή ξεδίψασε πρώτος από το ίδιο, μεγάλο αντικείμενο μεταφοράς ύδατος (και όχι το ποτήρι), ένας άνθρωπος απλώς με διαφορετικό χρώμα επιδερμίδας.

 

Ο σκηνοθέτης παίρνει όμως τότε τη δεύτερη εκδίκησή του (έτσι και αλλιώς έχει τοποθετήσει ήδη τον αριστοκράτη να κάνει το ζητιάνο ή να κόβει ζαχαρότευτλα), καταγράφοντας εκείνο τον τύπο, που απλώς ήπιε νερό να λέει στον Hipólito, ότι του αρέσει η Επανάσταση για τρεις λόγους. Επειδή είναι: 1) Κουβανός 2) Έγχρωμος και 3) σοσιαλιστής. 

 

Ωστόσο, πάλι ο δημιουργός σατιρίζει από κοινωνικοπολιτικής άποψης και την άρχουσα, Επαναστατική πλευρά. Διότι το φορτηγό, που μετέφερε νεαρούς και νεαρές, αλλά και τους Oscar και Hipólito, “τους παραδίδει” στον “ίσο” αγώνα κατά του ιμπεριαλισμού, σε μια τοποθεσία όπου οι εκείνοι κόβουν με ζέση, ζαχαρότευτλα μέσα στη ζέστη! (Ενώ ο Castro…Μάλλον ήταν κάπου αλλού).

 

Είναι ιδιαίτερη η απεικόνιση του πρωταγωνιστή Oscar ως ενός ανθρώπου, ο οποίος όπως και να φερθεί, ό,τι και να φορέσει, παραμένει ο άνθρωπος του λαού. Ο ίδιος προκαλεί εμπιστοσύνη και αγγίζει εύκολα, μεταφορικά και κυριολεκτικά, με ευγενικό και ανθρώπινο τρόπο τους συμπατριώτες του.

 

Ο επίλογος με τον Oscar να παίζει baseball μαζί με την επόμενη γενιά της Κούβας, δείχνει, ότι αυτό το κράτος αν και διαφωνούσε ριζικά με τις H.Π.Α. ειρωνικά σε κάποιες συνήθειες ήταν ολόιδιο (είναι το εθνικό σπορ και των δύο χωρών με επιρροή από τους Αμερικανούς από το έτος 1864). Ο σκηνοθέτης είναι πραγματικά οξυδερκής και στη θέα της αιώνιας σκέψης του τού βγάζουμε ευγενικά το καπέλο μας! 

 

3) Οι ερμηνείες.

Reynaldo Miravalles: Υποδυόμενος το δαιμόνιο σε ιδέες, μα πράο σε ψυχοσύνθεση, Oscar.

 

Θα συστηθεί στους θεατές παρακολουθώντας σινεμά σοσιαλισμού. Με τις εκφράσεις και την κίνηση του σώματος εν τέλει, θα επεξηγήσει σε εμάς, πως δεν συμφωνεί σε κάθε απόφαση των κυβερνώντων. Παρόλα αυτά, έπειτα στο γηροκομείο (και πρώην κατοικία Garrigó) όπου εργάζεται, ψάχνει πειστικά για κρυψώνες θησαυρού. Στο ατυχές πότισμα θυμώνει, μα αμέσως μιλά ήπια, μόλις βλέπει ποιόν περιέλουσε.

Στο Υπουργείο φέρει ευχάριστη διάθεση και φλερτάρει διακριτικά την κοπέλα. Έπειτα, εφιστά την προσοχή με σοβαρό ύφος στον Hipólito Garrigó, σχετικά με την πιθανή αναγνώριση εκείνου από τις αρχές στο κυνήγι των ιδιαίτερων επίπλων και στη συνέχεια ο ερμηνευτής αποδίδει την αυτοπεποίθηση, επειδή ακριβώς πέτυχε να τον πείσει. Συζητώντας με το συνεργάτη του ειρηνικά περί πολιτικών ιδεών, ο ηθοποιός ως Oscar υποδύεται, ότι πίνει αλκοόλ.

Κατά την υποδοχή της Gertrudis στην πόρτα, φέρει ένα αγνό χαμόγελο, μα αμέσως μόλις περνά μέσα, υιοθετεί αυστηρό ύφος. Ενσαρκώνει τη γαλήνια σιγουριά περί άμεσης “πολιτικής αλλαγής,” πείθοντας τους εν αγνοία ευεργέτες, έχοντας προσηλωμένη έκφραση αποφασιστικότητας στην επιθυμητή εξαπάτηση (ρόλος μέσα στο ρόλο). Στη δημοπρασία αποδίδει τη βεβαιότητα εξασφάλισης του στόχου. Αργότερα έχει ειρωνικό χαμόγελο απέναντι στον πρώην εργοδότη και νυν “συνεργάτη” του, δίχως να μιλήσει. Και σε λίγο συνεχίζει τη χλεύη, καταλαβαίνοντας, ότι ο Hipólito δεν έχει δουλέψει ποτέ. 

Ουρλιάζει από χαρά στις φυτείες ζαχαρότευτλων και σε κοντινό πλάνο προς το τέλος, με σαρδόνια ηρεμία περιγελά τα όνειρα του Garrigó.

Enrique Santisteban: Στο ρόλο του έκπληκτου, λόγω πολιτικών δρώμενων, πρώην αριστοκράτη, Hipólito Garrigó.

 

Θα ξεχωρίσει περισσότερο μόλις πιάσει τον ιερέα επ’ αυτοφώρω να κλέβει το πολύτιμο έπιπλο. Τότε θα καθίσει επάνω στην καρέκλα. Ο δηλητηριώδης θυμός, που εκφράζει το πρόσωπό του, έχει τόσο καλή απόδοση, ώστε να αναρωτιέσαι, εάν στο ασπρόμαυρο φόντο ξαφνικά το κεφάλι του θα πρασινίσει! 

-Γενικώς, σε όλο το έργο αποδίδει ιδανικά το άγχος και έπειτα τη φοβία του ρόλου για τους κυβερνώντες.

Στην αποθήκη, κάθεται στην καρέκλα και πιστεύοντας, ότι αντιλήφθηκε πως εκεί υπάρχουν τα διαμάντια, μεταδίδει με το βλέμμα του, ότι αποκλείεται να χρειαστεί να ψάξουν αλλού, με το συνεργάτη του. Συζητώντας με τον Oscar περί πολιτικών συστημάτων, όταν περπατούν στο δρόμο, ακούμε τη μεθυσμένη χροιά της φωνής του ηθοποιού. Στο επόμενο πλάνο λοιπόν, παρατηρούμε και την ανάλογη ερμηνεία.

Δείχνει πράγματι αγχωμένος, κατά τη διάρκεια της δημοπρασίας. Απεγνωσμένος, ψάχνει μέσα στην τελευταία καρέκλα. 

 

4) Η μουσική.

Την έγραψε ο Juan Blanco. Είναι κουβανική σίγουρα! Κόνγκες, μπάσο και σαξόφωνο θα συντροφεύσουν την ιστορία της Gertrudis. Αλλά στο έργο δεν υπάρχει άρνηση σε μουσικά όργανα πιο δυτικής κουλτούρας: 

-Τα ορχηστρικά τυμπάνια στην εισαγωγή δημιουργούν μια αίσθηση αναμενόμενης έναρξης. 

-Το “πειραγμένο,” γρήγορων ρυθμών πιάνο, στις επιγραφές της “ανορθόδοξης” πορείας του ιερέα, προκαλεί κωμικότητα. 

Το φαγκότο (bassoon) θα ακουστεί περισσότερο συνολικά στο έργο και μάλιστα θα το δούμε κιόλας, από έναν αιωνόβιο καλλιτέχνη, κάτοικο του γηροκομείου!

 

Οι Κουβανοί Hipólito και Oscar, έχουν την ορμητική διάθεση να κυνηγήσουν μέχρι το τέλος στη μεγάλη οθόνη 12 εγγλέζικες καρέκλες. Εσείς, το μόνο που έχετε να κάνετε, είναι να απολαύσετε την κωμική προσπάθειά τους, από τα αναπαυτικά καθίσματα του Studio Art Cinema.

Μια διανομή της New Star  

 

O Eretikos κριτικός Γιάννης Κρουσίνσκυ

 

Ολες οι Ειδήσεις

Ειδήσεις Top Stories
X