Ελλάδα

«Ο Λαλιώτης… έβαλε τα τανκς και οι φοιτητές διαδήλωναν υπέρ του στρατού»

«Ο Λαλιώτης… έβαλε τα τανκς και οι φοιτητές διαδήλωναν υπέρ του στρατού»
ViberViber MessengerMessenger WhatsAppWhatsApp
Ακούστε το άρθρο

Σε κείμενό του με τίτλο «Η δικαίωση των τανκς» στην «Εφημερίδα των Συντακτών» ο Δημήτρης Ψαρράς καταρρίπτει τους συκοφαντικούς και χυδαίους ισχυρισμούς ενός καταδρομέα, σχετικά με τον ρόλο του Κώστα Λαλιώτη και τους φοιτητές κατά την εξέγερση του Πολυτεχνείου.

Ειδικότερα, ο Δημήτρης Ψαρράς παραθέτει ένα απόσπασμα από παραλειπόμενα της πρόσφατης συλλογής μαρτυριών για την εξέγερση του Πολυτεχνείου από τον Ι. Χανδρινό, όπου ένας καταδρομέας ονόματι Βουλιέρης επιχειρεί να αντιστρέψει πλήρως τη διαδοχή των γεγονότων που οδήγησαν στην εισβολή, υποστηρίζοντας ότι ήταν οι εκπρόσωποι των φοιτητών εκείνοι που ζήτησαν την εισβολή και ότι ο εκπρόσωπος των εγκλείστων Κώστας Λαλιώτης ήταν εκείνος που ζήτησε την επέμβαση των τανκ!

 

Αναλυτικά το κείμενο του Δημήτρη Ψαρρά στην « ΕΦ.ΣΥΝ. »

Παραλειπόμενα της πρόσφατης συλλογής μαρτυριών για την εξέγερση από τον Ι. Χανδρινό.

Μπορεί να έχουν περάσει 46 χρόνια, αλλά καθώς φαίνεται η εξέγερση του Πολυτεχνείου εξακολουθεί να ενοχλεί. Και μοναδικός τρόπος να αντιμετωπιστεί η ανάμνησή της είναι ακόμα και σήμερα η άθλια συκοφάντησή της. Δεν αναφέρομαι βέβαια στα έντυπα και τα μέσα ενημέρωσης της Ακροδεξιάς που εξακολουθούν να υμνούν τον Παπαδόπουλο, ούτε καν στα στελέχη της κυβερνητικής παράταξης που κλείνουν το μάτι στην ακροδεξιά τους πτέρυγα.

Το τελευταίο κρούσμα μιας παρόμοιας συκοφαντίας περιλαμβάνεται στο φιλόδοξο πόνημα του ιστορικού Ιάσονα Χανδρινού «Ολη νύχτα εδώ. Μια προφορική ιστορία της Εξέγερσης του Πολυτεχνείου» (εκδ. Καστανιώτη, Αθήνα 2019), το οποίο παρουσιάστηκε από τις στήλες της «Εφ.Συν.» το περασμένο Σάββατο. Μεταξύ των 84 «ατομικών βιωματικών αφηγήσεων» που έχει συγκεντρώσει ο επιμελητής της έκδοσης περιλαμβάνεται η μαρτυρία του Κώστα Βουλιέρη, αντισυνταγματάρχη καταδρομών, επικεφαλής των ειδικών δυνάμεων το βράδυ της 16ης προς 17η Νοεμβρίου 1973.

Με την αφήγησή του ο Βουλιέρης επιχειρεί να αντιστρέψει πλήρως τη διαδοχή των γεγονότων που οδήγησαν στην εισβολή, υποστηρίζοντας ότι ήταν οι εκπρόσωποι των φοιτητών εκείνοι που ζήτησαν την εισβολή. Αυτό δεν το έχει πει μέχρι σήμερα κανείς. Ούτε καν οι στρατιωτικοί που καταδικάστηκαν στη δίκη του Πολυτεχνείου.

Διηγείται ο Βουλιέρης:

«Εμείς θέλαμε ν’ ανοίξουμε την πύλη. Παίρνει, λοιπόν, ο Μακρυγιώργος τον τηλεβόα και λέει: “Ας πηδήσουν τρεις ή τέσσερις να το κουβεντιάσουμε”. “Ναι! Ναι!” φωνάζαν από μέσα. Διαδήλωσις υπέρ του στρατού κατά κάποιον τρόπο. Και βγήκαν απ’ έξω τρεις. Ο ένας ήταν το λεγόμενο “θείον βρέφος” του Ανδρέα Παπανδρέου, ο Λαλιώτης, ο οποίος είχε τότε στρατευτεί νομίζω, γιατί ήταν κουρεμένος με την ψιλή μηχανή. […] Μερικοί λέγανε να ’ρθει μια μπουλντόζα, αλλά θα έκανε πέντε ώρες μέχρι να έρθει, οπότε ρίχνει την ιδέα ο Λαλιώτης: “Κύριε συνταγματάρχα, εδώ παρακάτω έχετε άρματα μάχης” (ήταν πράγματι άρματα μάχης, εκατό μέτρα δεξιά κι αριστερά απ’ το Πολυτεχνείο). Η ιδέα υλοποιήθηκε. Ηρθε το τανκ –νεκρική σιγή μέσα–, είχε γυρίσει τον πυργίσκο ανάποδα. […] Φύγαν όλοι εκτός από μια φανατική: “Φασίστες, δεν φεύγω, φασίστες δεν φεύγω”» (σ. 160).

Τίποτα από όσα περιγράφονται εδώ δεν είναι αλήθεια. Από τα πιο απλά (λ.χ. ο Λαλιώτης δεν είχε στρατευθεί και είχε μακριά μαλλιά) έως τα πιο σημαντικά: οι δυο εκπρόσωποι των φοιτητών (ο Κώστας Λαλιώτης και ο αξέχαστος Κυριάκος Σταμέλος) στάλθηκαν από τη Συντονιστική Επιτροπή και πήδηξαν έξω από τα κάγκελα προκειμένου να διαπραγματευθούν μια παράταση, ώστε να μην μπουν οι πολιορκητές στο Πολυτεχνείο μέχρι να ξημερώσει και να εξασφαλιστεί η ειρηνική έξοδος των εγκλείστων, με τη μεσολάβηση κάποιων θεσμικών φορέων, ακόμα και της Εκκλησίας, ως εγγυητών. Το τανκ δεν ήταν 100 μέτρα μακριά, αλλά μπροστά στην πύλη, και η είσοδός του επιβλήθηκε με διαταγή από τους επικεφαλής της στρατιωτικής δύναμης. Και βέβαια η «φανατική» δεν ήταν άλλη από την ηρωική Πέπη Ρηγοπούλου.

Τη σοβαρότητα της μαρτυρίας προδίδουν οι λεπτομέρειες: Υποτίθεται ότι στην πύλη του Πολυτεχνείου υποδέχτηκαν τον Βουλιέρη κάτι κοριτσάκια, λέγοντας «κύριε αξιωματικέ ήρθαμε εδώ για να διασκεδάσουμε λιγάκι. Μη μας σκοτώσετε». Και μέσα στο Πολυτεχνείο, μετά την εισβολή, ο Βουλιέρης βρήκε «αχούρι, σπασμένα τα πάντα» και κυρίως «ολίγα χρησιμοποιημένα προφυλακτικά και δυο τρία κουτάκια αχρησιμοποίητα». Πάντως θυμάται ότι μέσα στο Πολυτεχνείο οι κοπέλες «τον αγκάλιαζαν και τον φιλούσαν».

Πέρα από τη γελοιότητα, το σοβαρό είναι βέβαια ο συκοφαντικός ισχυρισμός ότι ο εκπρόσωπος των εγκλείστων Κώστας Λαλιώτης ήταν εκείνος που ζήτησε την επέμβαση των τανκς!

Ασφαλώς όλες οι μαρτυρίες είναι πολύτιμες. Και απ’ αυτόν τον κανόνα δεν εξαιρούνται οι «ανεπιθύμητες» ή ακόμα και οι εξόφθαλμα αναξιόπιστες. Από τη μαρτυρία του χουντικού στρατιωτικού μαθαίνουμε τον τρόπο που έχει προσλάβει η δική του πλευρά τα δραματικά γεγονότα. Ομως δεν είναι δυνατόν να μην παρατίθεται ούτε μια υποσημείωση που να προειδοποιεί τον αναγνώστη για τη διαστρέβλωση της ιστορίας.

Γνωρίζω τον αντίλογο. Θα πει κανείς ότι παρατίθενται απλώς ασχολίαστες οι μαρτυρίες και ότι αυτό επιβάλλει η δομή του βιβλίου και οι κανόνες της «προφορικής ιστορίας». Μόνο που ο επιμελητής της έκδοσης εδώ έχει προδοθεί. Σε ένα σημείο της αφήγησης Βουλιέρη έχει περιλάβει υποσημείωση, με την οποία καλεί τον αναγνώστη να το παραβάλει με κάτι ανάλογο που αναφέρει άλλος αφηγητής (σ. 161). Οχι μόνο, λοιπόν, δεν φρόντισε να προφυλάξει τον αναγνώστη από την αθλιότητα με μια άλλη υποσημείωση ουσίας, αλλά ενίσχυσε την αξιοπιστία της μαρτυρίας. Το χειρότερο είναι ότι στην εισαγωγή ο επιμελητής δεν διστάζει να πει ότι ο Βουλιέρης «αφηγείται τα γεγονότα με βάση συγκεκριμένους –και άκρως ενδιαφέροντες– θεματικούς/μνημονικούς άξονες» (σ. 28).

Δυστυχώς δεν πρόκειται για μια τεχνική αστοχία. Πολύ φοβάμαι ότι η ασχολίαστη αναπαραγωγή της αθλιότητας πηγάζει από μια εντελώς ανιστόρητη εικόνα της πολιτικής περιόδου. Στην Εισαγωγή του ο επιμελητής εξηγεί ως εξής τη δολοφονική επέμβαση των αστυνομικών δυνάμεων:

«Η αιματηρή τροπή των γεγονότων από την Παρασκευή το απόγευμα δεν κατέδειξε παρά αυτό που προκύπτει από την τυπολογία των κινημάτων διαμαρτυρίας, η οποία ξεκίνησε να μελετάται στις ΗΠΑ την ίδια περίοδο, στις αρχές της δεκαετίας του ’70: πως ακόμα και η πλήρης απόρριψη βίαιων μεθόδων από την ηγεσία μιας οποιασδήποτε κινηματικής εκδήλωσης (κατάληψης, απεργίας, διαδήλωσης) δεν είναι συνθήκη επαρκής για να εξασφαλίσει ότι αυτή θα εκδιπλωθεί ειρηνικά. Σχεδόν πάντοτε η βία προκύπτει μέσα από τη δυναμική της αλληλεπίδρασης διαδηλωτών – αστυνομίας και η έκτασή της οφείλεται σε μικρούς, αστάθμητους παράγοντες, όπως η ψυχολογική φόρτιση των δύο μερών, συναισθήματα οργής, φόβου, κόπωσης, εκδηλώσεις πρόκλησης, χειρονομίες, βρισιές κ.ά.» (σ. 37, υποσ. 37).

Το σφάλμα του επιμελητή είναι νομίζω προφανές και χοντροκομμένο. Αντιμετωπίζει την εξέγερση ως ένα απλό κίνημα διαμαρτυρίας σε ένα σύνηθες αστικό καθεστώς, λησμονώντας ότι πρόκειται για κορύφωση του ειρηνικού μαζικού αγώνα εναντίον μιας στυγνής δικτατορίας. Αυτό το σοβαρό επιστημονικό λάθος τον οδήγησε στην ασχολίαστη αναπαραγωγή της αθλιότητας.

Πηγή:«Εφημερίδα των Συντακτών»

Δείτε ακόμη:

Ηράκλειο: Έκοψε τα δάχτυλά του για να τα… χαρίσει στον φίλο του

Ολες οι Ειδήσεις

Ειδήσεις Top Stories
X