Σινεμά

Eretiki Ανάλυση της ταινίας “Τσάρλι” του Θανάση Τσαλταμπάση

Eretiki Ανάλυση της ταινίας “Τσάρλι” του Θανάση Τσαλταμπάση
ViberViber MessengerMessenger WhatsAppWhatsApp
Ακούστε το άρθρο

Όπως καταλαβαίνετε, η εν λόγω στήλη των eretikon αναλύσεων-παρουσιάσεων-κριτικών ενδιαφέρεται πάρα πολύ για την τόλμη των δημιουργών της 7ης Τέχνης. Σαφέστατα όμως, όταν εκείνοι/εκείνες μέσα από την ελευθέρωση της καλλιτεχνικής τους τόλμης έχουν να παρουσιάσουν και την υλοποίηση μιας συγκεκριμένης αισθητικής εντός της κινηματογραφικής σκέψης τους. Ακόμη και αν από την τελευταία ξέφυγαν κάποια ανθρώπινα λάθη. 

Για το συγκεκριμένο έργο, με την ανεξίτηλη επιρροή της περσόνας του Charlie Chaplin, από τον ομολογουμένως ριψοκίνδυνο/τολμηρό δημιουργό, Θανάση Τσαλταμπάση, λέμε λοιπόν, ότι… 

“Ο Τολμών δεν χάνει!”

Υπόθεση: Ο Τσάρλι ζει στα τέλη της δεύτερης δεκαετίας του 21ου αιώνα σε μια γειτονιά, κοντά στο κέντρο της Αθήνας. Τελευταία, τα οικονομικά του δεν βρίσκονται σε “πολύ καλή κατάσταση…”Εκείνος το διασκεδάζει παρόλα αυτά, παρακολουθώντας και αναπαριστώντας την κίνηση του ηλεκτρικού σιδηροδρόμου από απέναντι, τσουλώντας κάτω προς το σταθμό του μετρό ή ξεγελώντας την πείνα του, αλλά και τον μανάβη κάποιας κοντινής συνοικίας, τρώγοντας (με τα ψέματα) λίγα φρούτα από το μαγαζί εκείνου. Όμως χρειάζονται πιο δραστικά μέσα για την κοινωνική επιβίωση, καθώς η πείνα προκαλεί στον καπελοφόρο μποέμ ευφάνταστα οράματα. Ο Τσάρλι θα αναγκαστεί να κάνει την παντομίμα ενός σκύλου σε διερχόμενους πεζούς, προκειμένου να αποκτήσει τα προς το ζην. Ωστόσο, κάτι το οποίο υπερέχει της πείνας, είναι η ευαισθησία του καλόκαρδου ήρωα. Ο ίδιος δίνει αυτά τα χρήματα σε αστέγους. Με τον έναν ή τον άλλο τρόπο ο Τσάρλι κατορθώνει πάραυτα σε ένα εστιατόριο να ξεδιψάσει, να φάει και να χορτάσει με λυτρωτικό, εμφατικό και επιβλητικό τρόπο αντιστοίχως. 

 

Η ζωή του πρόκειται να αλλάξει σύντομα! Διαβάζοντας την εφημερίδα ενός άλλου Κυρίου, καθισμένος σε ένα παγκάκι, ο φτωχός μα ιδιόρρυθμα κομψός τύπος με το άνετο σακάκι ανακαλύπτει, πως μέσα από κάποια γραπτά μηνύματα, τα οποία μόνο ο ίδιος βλέπει, του ανατίθενται πέντε μελλοντικές αποστολές. Εάν τις ολοκληρώσει επιτυχώς, τον περιμένει ένας άγνωστης μορφής θησαυρός. Αρχής γενομένης από την πρώτη: “Σώσε το παιδί, Τσάρλι!” 

 

Ο αεικίνητος πολίτης θα βρεθεί αντιμέτωπος με: Τη δυσαρεστημένη νοικάρισσά του. Τη σπείρα αδίστακτων κακοποιών-απαγωγέων, συναντώντας δύο “πρωτοστάτες” της. Την άκρως λανθασμένη εκτίμηση δύο αστυνομικών με υπερβάλλοντα ζήλο. Αλλά και την θολωμένη κοινή γνώμη. Ωστόσο, θα κάνει και πολλούς φίλους. Όπως ένα μικρό κοριτσάκι το οποίο πουλά λουλούδια, μία πλουσία Κυρία, διάφορους performers του δρόμου, το παιδί που απειλείται η ζωή του, έναν φιλότιμο παλιαντζή, έναν χαρούμενο ιδιοκτήτη μπαρ, αλλά και ένα ακόμη πρόσωπο…Τη Ροδάνθη…Μια κοπέλα, η οποία επίσης πουλά λουλούδια, χωρίς όμως να μπορεί να δει την εμφάνισή τους… 

 

Ο βραχύσωμος, αισιόδοξος, ρομαντικός Τσάρλι αντιλαμβάνεται στην πορεία αυτού του ασυνήθιστου ταξιδιού της ψυχής, πως κάθε αποστολή θα αφορούσε έτσι και αλλιώς την εκάστοτε ανιδιοτελή επιλογή της ευαίσθητης καρδιάς του…

 

Ανάλυση: 

 

Σενάριο:

 

Σεναριογράφοι υπήρξαν οι Θανάσης Τσαλταμπάσης και Μαρία Κίτρα. Το έργο ανήκει στον βωβό κινηματογράφο, με την απαραίτητη παρουσία των ανάλογων, επεξηγηματικών διατίτλων (intertitles). Σε αυτούς η γλώσσα που χρησιμοποιήθηκε, ήταν τα ελληνικά. Σημαντικό είναι το γεγονός, πως απαράβατα δεν χρησιμοποιούνται βωμολοχίες στην ταινία. Λειτούργησαν θετικά στο έργο οι διάτιτλοι, όμως θα μπορούσαν να είναι συνολικά λιγότεροι, προκειμένου να επεξηγεί ακόμα περισσότερο η εικόνα τις στιγμές. Δηλαδή, ήταν μεν απαραίτητη και εύστοχη, η επιγραφή που προσέφερε μια ενδιαφέρουσα και απρόβλεπτη γέφυρα επικοινωνίας του ήρωα με το κοινό, όταν ο πρωταγωνιστής γυρίζοντας στην οθόνη είπε στον έναν αρχιαπαγωγέα-κακοποιό: “Ναι! Είναι για όλη την οικογένεια.” Στον αντίποδα όμως, στη σκηνή όπου η νοικάρισσα διαβάζει το σημείωμα του Τσάρλι με την εξόφληση των ενοικίων, θα αρκούσε να δούμε απλώς το συναίσθημά της (εφόσον στον βωβό κινηματογράφο δίνεται χώρος στην υποκριτική διάσταση).

 

Υπάρχει ένας πρόλογος και επίλογος στην ταινία, στους οποίους αποτίνεται με σεβαστή αισθητική, *φόρος τιμής στον Charlie Chaplin και συγκεκριμένα στο ρόλο, που όλοι/όλες γνωρίσαμε ως “Σαρλώ” ή The Tramp=Ο Αλητάκος (Αλλά αυτό, εξαιτίας της υπερέχουσας αισθαντικής, καλλιτεχνικής φύσης αυτών των στιγμών, θα το συζητήσουμε στην κατηγορία της σκηνοθεσίας, παρακάτω). Μέσα λοιπόν σε πρόλογο και επίλογο εμπεριέχεται μια συγκεκριμένη δομή. Ουσιαστικά η δομή του σεναρίου χωρίζεται σε δύο μέρη: 

 

Α) Στην εποχή όπου ο Τσάρλι ζει, όπως μπορεί, την οικονομικά ασθενή ζωή του. Χωρίς να χάνει την ενέργεια και διάθεσή του.

 

Β) Στο σημείο της ιδιωτικής ειδοποίησης, με την ανάθεση των πέντε αποστολών στον Τσάρλι.

 

Στο πρώτο μέρος, από άποψη πράξεων σε χαρακτήρες του σεναρίου διακρίνεται η αύρα του πρωταγωνιστή με τις εκρηκτικές κινήσεις. Καθώς και η σκηνή με τον αρχικώς δύσπιστο σερβιτόρο, σχετικά με τις οικονομικές απολαβές του Τσάρλι. Αλλά και η μετέπειτα διαφορετική στάση του υπαλλήλου προς εκείνον. Ώσπου τελικά εκείνο το προαίσθημα…

 

Στο δεύτερο μέρος, παρατηρούμε λοιπόν το στοιχείο της κρίσιμης αλλαγής στην καθημερινότητα του ήρωα! Από την ανάθεση των αποστολών και έπειτα η ζωή του αλλάζει. Εφόσον βλέπουμε βωβό κινηματογράφο, μέσα σε ένα κλίμα επιρροών από τον Charlie Chaplin, σχετικό πάντοτε με τον συγκεκριμένο ρόλο του “The Tramp” (Σαρλώ), εάν θέλουμε να είμαστε απολύτως δίκαιοι, μπορούμε να πούμε, ότι η αφαιρετικότητα στο σενάριο δεν αποτελεί πρόβλημα. Ο Τσάρλι αυτής της ταινίας είναι και λίγο τυχερός (βρήκε στην τρίτη αποστολή ένα πορτοφόλι και πλήρωσε τα χρωστούμενα ενοίκια). Δεν είναι κακή σύλληψη ιδέας η ανάδειξη του παράγοντα της τύχης. Σε κινηματογραφικό περιβάλλον βρισκόμαστε, εξάλλου.

 

Αυτό που παρουσιάζει ενδιαφέρον, είναι, πως τα πρόσωπα του έργου θα “κρατηθούν” με καλλιτεχνική συνεκτικότητα μεταξύ τους, όσο προχωρά η πλοκή. Λόγου χάριν, το κοριτσάκι που πουλά λουλούδια, θα είναι κοντά στα γεγονότα είτε “δουλεύοντας,” είτε παρακολουθώντας επάνω από ένα δέντρο τον γεμάτο από μπλεξίματα Τσάρλι. Όπως επίσης τακτικά θα φαίνεται στο φακό και ο αινιγματικός φωτογράφος. Η πλουσία Κυρία δεν θα φύγει τόσο γρήγορα από τη ζωή του Τσάρλι. Μα ούτε και οι δύο απαγωγείς-κακοποιοί. Επιπροσθέτως, η νοικάρισσα θα μας απασχολήσει με την καθοριστική, κοντινή παρουσία της στη ζωή του Τσάρλι. Ομοίως και ο φιλότιμος παλιατζής, αλλά εκτάκτως. Στο τέλος θα συνυπάρξουν οι ρόλοι, σε μια ιδιαίτερη προβολή…

 

Υπάρχουν λοιπόν, διάφορα κοινωνικά θέματα, τα οποία θίγονται: Της φτώχειας του Τσάρλι, της εκμετάλλευσης του μικρού κοριτσιού με τα λουλούδια, της ύπαρξης σπείρας απαγωγέων, της παραπληροφόρησης μέσω εφημερίδων, της λανθασμένης αστυνόμευσης = κυνηγώντας τον αθώο Τσάρλι, της εμφάνισης των σχεδόν αόρατων κοινωνικά performers ή του βιοπορισμού του παλιαντζή.

 

Μέσα σε αυτά είδαμε: (την πρόσκληση του κινηματογραφικού πρελουδίου της αύρας του Chaplin). Την ολοζώντανη, πρωταγωνιστική περσόνα, Τσάρλι. Την εξέλιξη της πλοκής του σεναρίου. Τους καθημερινούς και μη χαρακτήρες, που πλαισιώνουν τον ήρωα. Το ακατάπαυστο κυνηγητό από τους δύο διψασμένους  ανθρώπους για δικαιοσύνη (αλλά κυνηγώντας τον λάθος άνθρωπο). Και ένα αιφνιδιαστικά ρομαντικό-αλτρουιστικό τέλος (μετά ακολούθησε ο φόρος τιμής στον Charlie Chaplin). Σας φαίνονται λίγα όλα αυτά;

 

Εστιάζοντας στον ήρωα, παρατηρούμε μια εξελισσόμενη περσόνα. Μοιάζει αρχικώς με έναν απλό άνθρωπο, αλλά δεν είναι λαϊκός ήρωας. Ο Τσάρλι γράφει ευαισθητοποιημένο βιβλίο για την ψυχή και τα μάτια (ενδεχομένως να υπάρχει επιρροή του Θανάση Τσαλταμπάση από το έργο “City Lights”) της Δεσποινίδας Ροδάνθης, η οποία (όπως και το μικρό κοριτσάκι) πουλούσε λουλούδια. Ο Τσάρλι δεν είναι απαραίτητα λόγιος, αλλά αποδεικνύεται εν τέλει, πως είναι ταλαντούχος εκφραστής. Δηλαδή Καλλιτέχνης. Και μάλιστα ανιδιοτελής, παραβλέποντας τις απολαβές της επιτυχίας. Αυτή η ανακάλυψη είναι μία πολύ σημαντική προσθήκη στο σενάριο. Προσδιορίζει το χαμένο και κερδισμένο χρόνο του ήρωα, μέχρι τελικά εκείνος να βρει το ταλέντο του. Πολύ δυνατό σημείο από τους σεναριογράφους! 

 

Επίσης, όπως και στο “Πέμπτη και 12” ο δημιουργός φέρνει τον ήρωά του στη θέση του απαχθέντος. Σε αυτή τη δραματική/κωμική σκηνή ο Τσάρλι μέσα σε λίγες στιγμές περνά από μια ψυχική μετάβαση, εξαιτίας της απειλητικής για τη ζωή του και άλλων ανθρώπων, πράξης.

 

Σκηνοθεσία:

 

Την υπογράφει ο Θανάσης Τσαλταμπάσης. Η ταινία αν και βωβή, είναι σε έγχρωμο κάδρο (με μερικές, κατά στιγμές, ασπρόμαυρες πινελιές). Ξεκινάμε από τον πρόλογο. Μαύρο φόντο και…Το περίφημο κυκλάκι ανοίγει τους ορίζοντες της ταινίας. Εκεί βλέπουμε αρχικώς σε ασπρόμαυρο φόντο την παρουσία του Τσάρλι να εμφανίζεται στην οθόνη ξαφνικά, μα και τόσο φυσιολογικά…Σαν εκείνος να αποφάσισε να επισκεφτεί στον αιώνα μας την Αθήνα. Όμως είναι μοναδικός. Έχει φαντασία. Επιθυμεί μουσική, ατμόσφαιρα και χρώματα…Ξεκινά το έγχρωμο μοτίβο. Η παρουσία διατίτλων είναι σε ασπρόμαυρη εμφάνιση. Τα χείλη των προσώπων, ενόσω οι χαρακτήρες μιλούν, εφάπτονται λεκτικά πότε ακριβώς, πότε κοντά στους διατίτλους. Δηλαδή, ως είθισται στον βωβό κινηματογράφο. 

 

Εμφάνιση χαρακτηριστικών προσώπου του ήρωα: 

 

Ο Τσάρλι έχει ξανθά μαλλιά {κάτι μου λέει, ότι ο σκηνοθέτης έχει μελετήσει και μεταγενέστερες (σε σχέση με τον Αλητάκο=Σαρλώ=The Tramp) περσόνες του Chaplin = “Ο Κύριος Βερντού”=ξανθά μαλλιά}. Διαθέτει το γνώριμο μουστάκι εποχής “Ο Μεγάλος δικτάτωρ,” αλλά επίσης και ένα μικρό, αυτοσχέδιο γένι. Διαπιστώνουμε λοιπόν, πως ο δημιουργός έχει δώσει ακόμη και διαστάσεις καθημερινότητας σε αυτή την περσόνα! Διότι δείχνει αξύριστος σε κάποιες στιγμές, από όλο το πρόσωπο μόνο σε αυτό το γενάκι (ενώ εάν δείτε την αληθινή εμφάνιση του σκηνοθέτη/σεναριογράφου/ηθοποιού, θα διαπιστώσετε, πως εκείνος έχει περισσότερα γένια =Αυτό αποδεικνύει, πως ο ίδιος φρόντισε να ζήσει περισσότερο τον ήρωά του!). 

 

Χώρος στην αύρα του “τύπου με το φθινοπωρινό σακάκι:” 

 

Οι σκηνές της ανθρώπινης αναπαράστασης (παντομίμα) του ηλεκτρικού σιδηροδρόμου, του τρόπου της κατάβασης προς το μετρό, της εξαπάτησης και ψευτοπάλης με το μανάβη, καταδεικνύουν, ότι έχει μελετηθεί η αιφνιδιαστική περσόνα του γνώριμου στους σινεφίλ, Charlie.

 

Τα οράματα της πείνας του Τσάρλι φιλοξενούν τη σαρκαστική φαντασία (Μακαρόνια με σάλτσα, ως μαλλιά κούκλας στη βιτρίνα; Περιστρεφόμενοι δίσκοι πικάπ με μετατροπή υποψήφιων πιάτων μουσακάδων; Έχει ενδιαφέρον).

 

Η σκηνή στο εστιατόριο είναι ωραία από την είσοδο του μαγαζιού. Η εμπιστοσύνη του μέχρι πρότινος απαξιωτικού σερβιτόρου, κατακτάται από τον ήρωα. Το θηλυκό, καταιγιστικό πάθος, λόγω εκνευριστικής συνοδείας, θα κάνει τον Τσάρλι να φάει αμάσητο το προσφερόμενο λουλουδάκι. Ο πρωταγωνιστής θα καταναλώσει πολύ από το αληθινά απαραίτητο ποτό. Θα χορτάσει επίσης. Αλλά αυτά τα συνεχόμενα (τεχνικώς εφαπτόμενα) ρεψίματα δυστυχώς αδίκησαν όλο το καλό κλίμα των προηγούμενων σκηνών (είναι ένα από τα μικρά και ανθρώπινα λάθη προστιθέμενων επιλογών στη σκηνοθεσία). Μετά, ακόμη και η οπτική υποστήριξη της φράσης με το 166, εφόσον το κλίμα είναι (ευτυχώς) αυστηρώς απομακρυσμένο από βωμολοχίες, δεν είναι άσχημη. Διότι ενώνονται ορθά, κατά αυτόν τον τρόπο, δύο αιώνες με διαφορετικές αντιλήψεις αστείων.

 

Υπάρχει ένα καλλιτεχνικό στοίχημα σε σχέση με την τοποθεσία αυτής της ταινίας. Εάν κάποια/κάποιος είναι κάτοικος Αθήνας έχει δύο διαφορετικά συναισθήματα. Αφενός χαίρεται, βλέποντας αυτόν τον Τσάρλι σε γνωστά της/του τοπία και δρόμους. Αφετέρου δυσκολεύεται να ταξιδέψει κινηματογραφικά, λόγω των καθημερινών, γνώριμων εικόνων της/του. Όμως οι ταινίες είναι για όλες/όλους και εάν κάποια/κάποιος θεατής δεν έχει βρεθεί ποτέ στην Αθήνα, δεν θα αντιληφθεί καν κάτι τέτοιο. Αναπόφευκτα, η τόση κίνηση στην ταινία συνδυάζεται και με την επιλογή γυρισμάτων, κατά το καλό κλίμα της Αθήνας, στη μεγαλύτερη διάρκεια του έτους (δηλαδή, δεν νομίζω να καταγραφόταν ποτέ σε γυρίσματα εξωτερικών χώρων το κυνηγητό της ταινίας, φερειπείν κατά το μήνα Φεβρουάριο).

 

Σε τρεις στιγμές, δυστυχώς χάνεται η κινηματογραφική μαγεία. Για τον ίδιο λόγο.

 

Α) Όταν ο Τσάρλι προτού κινηθεί, βρίσκεται στο παγκάκι καθισμένος δίπλα σε έναν Κύριο (όχι αργότερα “φλερτάροντας” με την εφημερίδα του Κυρίου).

 

Β) Στη στιγμή όπου ο Τσάρλι στέκεται και σχεδόν κάθεται στο έδαφος πριν φύγει με το παιδί, ενώ παράλληλα έρχονται οι δύο εγκληματίες. Αλλά εδώ, η κίνηση και κυρίως το χιούμορ σώζουν τη συνέχεια της στιγμής: καθώς οι δύο κακοποιοί στο τρέξιμο μιμούνται το κουβάλημα του Τσάρλι στο παιδί.

 

Γ) Στο χρονικό σημείο, όπου έχει αποκοιμηθεί ο Τσάρλι μέσα στο έργο τέχνης. Πάλι είναι προσωρινά ακίνητος.

 

Σε αυτές τις τρεις στιγμές χάνεται η αίσθηση της παρακολούθησης στο σύμπαν του ήρωα. Οι συγκεκριμένες αφορούν γυρίσματα σε εξωτερικούς χώρους, σε συνδυασμό με την προσωρινή ακινησία του πρωταγωνιστή.

 

-Όμως, σε όλες τις άλλες στιγμές υπάρχει είτε η σημαντική κίνηση των ηρώων/ηρωίδων, είτε η κατάλληλη, κινηματογραφική πλαισίωση.

 

Μοντάζ και Φωτογραφία:

 

Το μοντάζ είναι επικοινωνιακό στο έργο. Εξυπηρετώντας την ιστορία της ταινίας 1) είτε με άμεσο 2) είτε με έμμεσο τρόπο. 

 

Άμεσα: -Δείτε εκείνη την εκπληκτική σκηνή στο μπαρ, όπου ο Τσάρλι δίνει το “είναι” του, ώστε να ανάψει το τσιγάρο της θελκτικής κοπέλας. Και όταν τελικά τα καταφέρνει, ο ίδιος μέσα σε “σύννεφα φλερτ” αιωρείται…Και αμέσως χιουμοριστικά το επόμενο cut μας αποκαλύπτει τον πραγματικό λόγο!

 

-Προσέξτε, τις εναλλαγές των τοπίων, κατά το μεγάλο κυνηγητό. Μας ταξιδεύουν όντως μακριά, χωρίς ωστόσο να είναι και…“Στα πέρατα του κόσμου.”

 

Έμμεσα: Στο ίντερνετ καφέ ο Τσάρλι θα αγχωθεί με την τελευταία πληροφορία της τρίτης αποστολής, δίχως να δούμε το γιατί. Πολύυυ αργότερα θα επεξηγηθεί, ποια ακριβώς ήταν η κρίσιμη οδηγία, μέσω επαναφοράς και αποκάλυψης του τότε γραπτού κειμένου στο p.c.

 

Μοντέρ: Ανδρέας Γιαννακόπουλος

 

Η φωτογραφία ξεχωρίζει σε πολλά σημεία: 

 

Καταρχάς, στον πρόλογο της εμφάνισης του Τσάρλι στην Αθήνα. Υπάρχει κάτι το μαγικό, μέχρι εκείνος να κατέβει τα σκαλιά του Συντάγματος. 

 

-Στην προβολή των performers (ξυλοπόδαρα κ.α.)

 

Στο “ματάκι” της πόρτας, μόλις φαίνεται το αγχωμένο βλέμμα του Τσάρλι, μέσα από το διαμέρισμα.

 

Στον απλό τόπο απαγωγής του Τσάρλι, υπάρχει η γοητεία του σινεμά στην ατμόσφαιρα.

 

Αλλά και στον επίλογο, με θέαση μιας άλλης εποχής,  παρουσιάζεται η αίσθηση της βαριάς κληρονομιάς της σπουδαίας, κωμικό-δραματικής περσόνας του μεγάλου Charlie. 

 

Διεύθυνση Φωτογραφίας: Ευγένιος Διονυσόπουλος. 

 

Σενάριο με συνδυασμένη Σκηνοθεσία:

 

Το μεγάλο κυνηγητό με τους αστυνομικούς και τον Τσάρλι βρίσκεται μέσα στην καρδιά του βωβού κινηματογράφου. Ξεχνάμε την επικινδυνότητα μιας αληθινής καταδίωξης και μέσω ποδηλάτων, σκεϊτμπορντ, πατινιών με τιμόνι ή  δια της καταγραφής στιλάτου βάδην και ασταμάτητου τρεξίματος μεταφερόμαστε στην υπεράσπιση της κωμωδίας από ήρωες/ηρωίδες της μεγάλης οθόνης. Η επιβράβευση με κατάποση νερού είναι ευχάριστη (και μας θυμίζει συμπεριφορά χαρακτήρων animation, είναι η αλήθεια) !

 

Αν και σε αυτό το σύμπαν αναγνωρίζεται η πρόοδος της τεχνολογίας (ίντερνετ καφέ), αποδίδεται ως κύριο μέσο μαζικής ενημέρωσης η εφημερίδα. Ορθώς, διότι η παράμετρος αποτελεί μια ρομαντική προσέγγιση και εύστοχη ένωση με το περιβάλλον των ταινιών του  Charlie Chaplin.

 

Παρατίθεται ένα ελληνικό, λαογραφικό στοιχείο ηθικής αντίληψης του προηγούμενου (κυρίως) αιώνα, εκπεφρασμένο με τις ίδιες δύο, σχεδόν ολόιδιες, λέξεις. “Φτου σας!” Και αργότερα “Φτου σου!” Εκφράζοντας ντροπή στην πρώτη περίπτωση (περαστική, απευθυνόμενη σε απαγωγείς, επειδή νομίζει, ότι έκαναν όντως το κοριτσάκι να κλάψει). Και περηφάνια στη δεύτερη (νοικάρισσα και φίλες της, όλες λίγο πιο επίσημα ντυμένες, θαυμάζοντας τον πλέον αγαπητό πολίτη, Τσάρλι). Ενδιαφέρουσα ένταξη από τον δημιουργό!

 

Ο φόρος τιμής στον Charlie Chaplin γλυκαίνει την ταινία. Ειδικά στον επίλογο. Μεταδίδοντας παράλληλα την αυτογνωσία του δημιουργού, σχετικά με το τολμηρό μεν, αλλά τρομακτικά δύσκολο, καλλιτεχνικό εγχείρημά του.

 

Ερμηνείες:

 

Θανάσης Τσαλταμπάσης: Υποδυόμενος τον αεικίνητο, καλόκαρδο και ρομαντικό πρωταγωνιστή, Τσάρλι.

 

Αρχικώς αναφέρουμε, ότι παρατηρώντας την κινησιολογία του ηθοποιού, διακρίνεται, ότι εκείνος έχει μελετήσει τον Charlie Chaplin, αλλά αυτοσχεδιάζει κιόλας. Στον πρόλογο το χέρι του μετατρέπει την ομπρέλα σε δοξάρι βιολιού και έπειτα δίνει κομψά το έναυσμα στους σκηνοθετικούς χρωματισμούς. Κατόπιν, περπατώντας ευθεία (αλλά στην ουσία παραλλήλως της οπτικής της κάμερας), αναπαριστά με σαρκαστική κινησιολογία τo σφύριγμα (από άλλη εποχή) του τρένου. Η στάση ετοιμοπόλεμης, χιουμοριστικής πάλης του σώματός του, αλλά και η “τελευταία λέξη” μέσω της ήπιας “ομπρελιάς” στον άτυχο μανάβη, μας δείχνουν, ότι ο ερμηνευτής μελέτησε πολύ τον Chaplin! Όχι τόσο η παντομίμα του σκύλου, όσο η αναπαράσταση της διεκδικούσας, αξιοπρεπούς υπόκλισης στο πρώην χαιρέκακο κοινό έχει ενδιαφέρον. Η έκφραση ευαισθησίας για τους απόρους είναι εμφανής κινηματογραφικά και ρεαλιστικά στο πρόσωπό του.

 

Στο εστιατόριο ο τρόπος με τον οποίο ο πρωταγωνιστής τρώει το λουλουδάκι, είναι όντως αστείος, γιατί πάλι ενώνεται μια εκδοχή της πραγματικότητας με το σινεμά (γρήγορη λύση για αποφυγή παρεξηγήσεων, άνευ βίας). Μόλις κινείται αργότερα στο παγκάκι, σώζει τη σκηνή, πλησιάζοντας την εφημερίδα. Η σκηνή στο μπαρ με το “αιωρούμενο φλερτ” φέρει την κωμική σφραγίδα του! Ενόσω διηγείται στη Ροδάνθη, ότι έγραψε ένα ποίημα δήθεν για την κοπέλα του, μας μεταδίδει την περηφάνια του Τσάρλι, που προσπαθεί να ακουστεί άνετος στη Δεσποινίδα. Και επειδή ο Τσάρλι παρασύρεται (η Ροδάνθη δεν βλέπει), προσπαθεί να ανέβει στο μάρμαρο, για να ακουστεί πιο τρανός. Στο κυνηγητό τα έδωσε όλα! Το στυλιζαρισμένο βάδην ξεχωρίζει! Αλλά η επιβράβευση με αθλητικό ύφος κατάποσης νερού έχει κάτι παραπάνω. Στην σκηνή της συγκυριακής οντισιόν έγιναν πολλά, όμως εκείνη η φιγούρα στον αέρα με τα δύο οριζοντιωμένα πόδια μαρτυρά την εξάσκηση σε χορογραφία. Μόλις τον “επευφημούν παραδοσιακά” οι Κυρίες-φίλες της νοικάρισσας, ο ερμηνευτής εκφράζει ορθά με κωμικότητα την αγανάκτηση.

 

Εν κατακλείδι, μεταφέρει στο κοινό την εκπεφρασμένη αυταπάρνηση του ρόλου, ακολουθώντας την αφοσίωση της υποστήριξης ανώτερων σκοπών. Για ανθρώπους όπως η Ροδάνθη. Και ως Τσάρλι κομπιάζει μπροστά στο θρύλο του μέγα Chaplin. Αλλά στέκεται, έχοντας το γνώθι σαυτόν και κοιτά το ίνδαλμά του, διαθέτοντας αξιοπρέπεια και νιώθοντας σεβασμό.    

 

Γιώργος Γαλίτης: Ενσαρκώνοντας τον απαξιωτικό και εν συνεχεία έξαλλο σερβιτόρο.

 

Αρχικώς αναφέρουμε, πως ο ηθοποιός είχε συμμετάσχει επίσης στο “Πέμπτη και 12.” Εκεί είχε αξιοποιηθεί, η μοναδική δυνατότητα αυτού του ερμηνευτή να διαβιεί υποκριτικά ανάμεσα σε στυλ animation και πραγματικότητας. Λοιπόν, στο έργο “Τσάρλι” αυτή η παράμετρος τριπλασιάστηκε! Ο ερμηνευτής παρουσιάζει ιδανικά ένα υπέρ-απαξιωτικό, αξέχαστα κωμικό ύφος προς τον υποψήφιο για γεύμα Τσάρλι. Είναι τόσο εκφραστικός, που σχεδόν ακούμε το: “Τι θέλετε;!” Στη συνέχεια, γίνεται έξω φρενών, διότι “απλώς” έλειπε μόλις το 96,38% των χρημάτων από την τσέπη του Τσάρλι για το λογαριασμό! 

 

Πολλοί σκηνοθέτες δουλεύουν συνεχώς με καλλιτεχνικά έμπιστους συνεργάτες. Εξαιτίας αυτού του ρόλου, είναι δίκαιο να  ξαναδούμε τον ηθοποιό στην επόμενη δουλειά του δημιουργού…

 

Αλίκη Αλεξανδράκη: Υποδυόμενη τη νοικάρισσα του Τσάρλι.

 

Φυσικά η εμπειρία της ερμηνεύτριας είναι εμφανής. Κατάφερε να εκφράσει δύο διαφορετικά πρόσωπα από τον ίδιο χαρακτήρα. Την απαιτητική, απειλητική νοικάρισσα, όταν τα οικονομικά του Τσάρλι είναι σε κακή πορεία…Και την καλοκάγαθη, φιλικότατη περσόνα, που καμαρώνει για τον άξιο ενοικιαστή της.

 

Βίκυ Κυριακοπούλου: Στο ρόλο της Ροδάνθης.

 

Είναι πολύ σημαντικό, το ότι σε λίγες σκηνές η ηθοποιός αποδίδει τον ντροπαλό χαρακτήρα της Ροδάνθης, πριν και μετά την ιατρική αποκατάσταση στα μάτια της.

 

Μαριάννα Τουντασάκη: Στο ρόλο της Αστυνομικού.

 

Ενόσω οι διάτιτλοι γράφουν: “Άνοιξε την πόρτα” η υποκριτική της παρουσία εκφράζει όντως θυμό και μάλιστα πιο σοβαρό από το κωμικό μοτίβο. Προσφέροντας έτσι μια ενδιαφέρουσα, ερμηνευτική απόδοση. Στο κυνηγητό, παρατηρώντας τις εκφράσεις της, μπορούμε εύκολα να διακρίνουμε, ότι εκείνη θα ήθελε περισσότερο να συλλάβει τον Τσάρλι. Όταν ζαλίζεται στην τυχαία οντισιόν (σηκώνοντας τα χέρια), είναι πειστική.

 

Γιώργος Κοψιδάς: Στο ρόλο του αρχι-κακοποιού.

 

Πέτυχε, με μεγάλη ακρίβεια στην πορεία του έργου, την αναπαράσταση του villain ενός κωμικού σύμπαντος. Ο οποίος απειλεί τον πρωταγωνιστή και το χαίρεται με την καρδιά του. 

 

Καλλιτεχνικές παράμετροι, οι οποίες προσδίδουν κινηματογραφικά εφόδια στο έργο: 

 

1) Επιμέλεια κίνησης/Χορογραφία: Υπεύθυνη ήταν η Άννα Αθανασιάδη.

 

Έπαιξε στην ταινία, αλλά συγκέντρωσε την καλλιτεχνική ενέργειά της στην κινησιολογία των ηρώων/ηρωίδων. Ευθύνεται για το τελικό αποτέλεσμα της δραστήριας κινησιολογίας του πρωταγωνιστή και συνεπώς αξίζει πολλά μπράβο! Αλλά και η σκηνή με την προσομοίωση του Τσάρλι και των δύο αστυνομικών στη στάση σώματος του “Δρομέα” είναι ωραία. Και μάλιστα είναι εύστοχα ειρωνική, αν σκεφτεί κανείς, ότι ο “Δρομέας” βρίσκεται σε επιτάχυνση, ενώ οι ρόλοι δημιούργησαν την σωματική παύση, σαν ανθρώπινα αγάλματα. 

 

Στην σκηνή της συμπτωματικής οντισιόν, οι περιστροφές του Τσάρλι με την ισορροπημένη, επαναλαμβανόμενη κίνηση της χορευτικής κλωτσιάς, η μπερδεμένη πορεία των αστυνομικών δεξιά και αριστερά και τελικά η φιγούρα του ήρωα, που οριζοντιώνει τα πόδια του σε “εναέρια, διαρκή βόλτα” αποδεικνύουν οργάνωση. Η συνδρομή της είναι πολύτιμη στην ταινία! 

 

2) Σκηνογραφία: Αρμόδιος ήταν ο Γιάννης Κοντορουχάς. 

 

Το διαμέρισμα του Τσάρλι γενικώς έχει ενδιαφέρον. Τρεις ομπρέλες στην κρεμάστρα…

 

3) Color: Υπεύθυνος ήταν ο Άγγελος Μάντζιος.

 

Απλώς, δείτε όλη την ταινία! Πολύ πιο ειδικά, στον πρόλογο, προστίθενται οι χρωματισμοί στο αθηναϊκό τοπίο. Στο “ματάκι” της πόρτας του Τσάρλι, η θέαση είναι λίγο πιο ζωηρή. 

 

3) Μακιγιάζ: Ανέλαβε ο Γιώργος Κεραμίδας.

 

Το μακιγιάζ, γενικώς σε όλο το πρόσωπο, προσδίδει την αύρα του Τσάρλι. Εκείνος έρχεται από άλλο αιώνα. Αλλά και πιο συγκεκριμένα, η κάλυψη σχεδόν όλων των πραγματικών γενιών του ηθοποιού είναι χρήσιμη. Βοηθώντας  τελικά να εστιάσει ο θεατής στο αξύριστο, μικρό γένι. Το οποίο φτιάχνει μια πιο υπαρκτή αίσθηση καθημερινής όψης του πρωταγωνιστή.

 

4) Ενδυματολογία: Υπεύθυνη ήταν η Δομνίκη Βασιαγεώργη. 

 

Ας εξετάσουμε ενδυματολογικά τον ήρωα. Στο κεφάλι διαχρονικός μπερές. Κοντομάνικο, λευκό μακό με λίγα κουμπιά, θυμίζοντας με λίγη φαντασία τον προηγούμενο αιώνα. Φθινοπωρινό σακάκι με μπορντώ επενδύσεις στους αγκώνες (και μαντήλι πιο ερυθρού χρώματος στο πέτο παρακαλώ!). Παντελόνι σαλβάρι με αλυσίδα από τη μία πλευρά. Και γνωστά, πάνινα υποδήματα. Πράγματι, ο Τσάρλι/Charlie ήρθε στην Αθήνα στον 21ο αιώνα! Success! Μην ξεχνάμε και τα σκουλαρίκια στα αυτιά…

 

Είναι καλή η μικρή προσθήκη κίτρινου χρώματος στις στολές των ρόλων των αστυνομικών. Εκμεταλλεύεται ωραία η ενδυματολόγος το έγχρωμο φόντο και την κωμική αύρα. Υπάρχει μια θεωρία, που περιγράφει το κίτρινο, ως χρώμα του γέλιου, της ευχαρίστησης.  

 

5) Μουσική/Ηχητική υπόκρουση: Σε πολλά σημεία συνυπήρξαν, αποτελώντας αναπόφευκτα εκφραστικό, καλλιτεχνικό παράγοντα του έργου (Μην ξεχνιόμαστε! Βλέπουμε βωβό κινηματογράφο μεν, αλλά η αξιοποίηση μουσικο-ηχητικών ιδεών δεν απαγορεύεται). Το έργο λοιπόν βρίθει από  μουσικές και ήχους… 

 

Α) Πρωτότυπη Μουσική: Την έγραψαν οι Γαβριήλ Γαβριηλίδης, Χρύσα Τσαλταμπάση, Βασίλης Γκορίτσας.

 

Είναι άδικο να ξεχωρίσουμε κάτι στην πραγματικότητα. Γιατί συμβαίνουν πολλά. Ακούσαμε μελωδία από μουσικό κουτί. Η μουσική του μπαρ στο μοιραίο, “ουρανοκατέβατο φλερτ” είναι απλή, μα ρυθμική. Στο κυνηγητό η μουσική είναι αυτή, που μας ταξιδεύει στα “πέρατα του κόσμου.” Τα ορχηστρικά έγχορδα “στριγγλίζουν,” μόλις γελούν χαιρέκακα οι εγκληματίες, μαζί με τον αρχηγό τους. 

 

Β) Ήχος: Τα μασημένα επιφωνήματα ή λόγια χαρακτήρων τραβούν την προσοχή. Στον αντίποδα, ο ήχος στο “αμάσητο”, φαγωμένο λουλουδάκι κάνει πιο αστεία τη σκηνή. Αργότερα το χτύπημα στην πόρτα του ενόχου -κατ’ ευφημισμόν- Τσάρλι (κυρίως σύμφωνα με τις εφημερίδες) είναι σοκαριστικό.

Ο σεναριογράφος/σκηνοθέτης/ερμηνευτής Θανάσης Τσαλταμπάσης επιχείρησε κάτι πραγματικά ριψοκίνδυνο στην καριέρα του και κατόρθωσε να μην ηττηθεί. 

Απεναντίας, ο ίδιος έχει πολλά θετικά, καλλιτεχνικά στοιχεία να κρατήσει στο δημιουργικό του εργαστήριο, μέσα από αυτή την τολμηρή περιπέτεια…

Μια διανομή της Village 

Ο Eretikos κριτικός Γιάννης Κρουσίνσκυ  

 

Ολες οι Ειδήσεις

Ειδήσεις Top Stories
X