Σινεμά

Eretiki Ανάλυση-Αφιέρωμα της ταινίας “Persona” του Ingmar Bergman

Eretiki Ανάλυση-Αφιέρωμα της ταινίας “Persona” του Ingmar Bergman
ViberViber MessengerMessenger WhatsAppWhatsApp
Ακούστε το άρθρο

Η Weirdwave από τις 2/7/2020 επαναφέρει στον κόσμο των διψασμένων σινεφίλ το αξεπέραστο, κινηματογραφικό έργο “Persona” (1966) του δαιδαλώδους εκφραστή της ψυχής, Ingmar Bergman. To έργο προβάλλεται στην Αθήνα στα σινεμά: Κάρμεν, Cinepanathinaia. Ενώ στη θεσσαλονίκη στο Cine Alex.

Ο Εretikos κριτικός απολαμβάνει το εκφραστικό οχυρό του eretikos.gr σε μια δυναμική επιστροφή, αναλύοντας το εν λόγω αριστούργημα.

Υπόθεση: Η λάμψη της ανάδειξης μιας σταρ της υποκριτικής συγκρούεται με υπαρξιακές ανησυχίες του σύγχρονου ανθρώπου, οι οποίες έχουν αλυσοδεθεί με θρησκευτικά κατάλοιπα. Το τίμημα είναι ένα συναισθηματικά εγκαταλελειμμένο, μικρό αγόρι από την ανένδοτη, απούσα, καλλιτέχνιδα μητέρα του. Η ψυχή του συναντά νεκρούς συνοδοιπόρους με περισσότερα ηλικιακά βήματα. Μάταια εκείνο προσπαθεί να διασωθεί, επιζητώντας το λυτρωτικό, μητρικό χάδι μιας διττής, γυναικείας μορφής…

 

Η 25χρονη νοσοκόμα, Alma, σε απομονωμένη, αξιόπιστη κλινική ακούει προσεκτικά τις πολύτιμες υποδείξεις της προϊσταμένης/διευθύντριας/ιατρού του οργανωμένου χώρου περίθαλψης, σχετικά με μια σπάνια περίπτωση ασθενούς. Η νοσηλευόμενη, που αναμένεται να αναλάβει η γλυκιά Alma, δεν είναι άλλη από την πασίγνωστη, θεατρική ηθοποιό, Elisabet Vogler. Σύμφωνα με τις πληροφορίες της ιατρού, μετά το ρόλο της ως “Ηλέκτρα” η ταλαντούχα ερμηνεύτρια, κατά την προετοιμασία του συνταρακτικού έργου σάστισε και έκτοτε απομακρύνθηκε από τις απαιτητικές πρόβες, παρουσιάζοντας μόνιμη απουσία κινήσεων και σταθερή παρουσία σιωπής! Για τρεις μήνες εξακολουθεί να βουλιάζει σε αυτήν την κατάσταση…Ωστόσο η έμπειρη επιστήμων ενημερώνει τη συμπονετική νοσοκόμα, πως η Mrs Vogler δεν φέρει κανένα απολύτως σημάδι υστερίας ή ψύχωσης!

 

Η γνωριμία των δύο γυναικών αναδεικνύει την αναγκαία έκρηξη ανθρώπινης εμπιστοσύνης, μόλις η κάποτε επιλεκτικά κατάκοιτη Elisabet κινεί αιφνιδιαστικά το χέρι της σε μια απρόβλεπτη χειραψία με την αισιόδοξη Alma. Η νεαρή παρόλα αυτά λέει στη διευθύντρια, πως πιστεύει, ότι δεν θα καταφέρει να ανταπεξέλθει ποτέ σε ένα τέτοιο περιστατικό θλίψης. Όμως η πρωτόγνωρη ανθρώπινη επαφή συνεχίζεται, καθότι η Alma εκφράζει ενσυναίσθηση για τους καλλιτέχνες στη φοβισμένη Elisabet, η οποία της ξανακρατά με συμπάθεια στοργικής ταύτισης το χέρι. Μόνη στο δωμάτιο η Mrs Vogler ανασαίνει ξανά, ζωτικά, συντροφιά με το φόβο μιας ανεξέλεγκτης, αναπτερωμένης ελπίδας, για την τόσο ανθρώπινη προσδοκία μιας νέας υποσχόμενης, υγιούς, μα απλής, δίχως κέρδος, νοητικής γνωριμίας. Αντιθέτως, η νοσοκόμα σκέφτεται όλη τη ζωή της περιστοιχισμένη αποκλειστικά μέσα σε ένα οργανωμένο πρόγραμμα συγκεκριμένης ανθρώπινης σχέσης, μέσω του γάμου με παιδιά. 

 

Η Elisabet θα έρθει σε επαφή και πάλι με την πραγματικότητα, παρακολουθώντας όρθια πια στην τηλεόραση σκηνές του πολέμου του Βιετνάμ, καθώς και τον συνταρακτικό αυτοπυρπολισμό ενός διαμαρτυρόμενου πολίτη. Αυτές οι απεγνωσμένες της ανάσες όμως διαβιούν πια όχι στη λάμψη της ζωής, αλλά μέσα στο μίσος άλλων ανθρώπων. Το παρελθόν της ηθοποιού είναι αποφευκτέο. Η υπενθύμιση συζύγου και γιου της προκαλούν ενστικτωδώς αποστροφή. Η οξυδερκής ιατρός κατανοεί την Elisabet Vogler σε μεγάλο βαθμό: Θέατρο και Ζωή κλονίζουν σχέσεις πραγματικής αντίληψης εαυτού και άλλων ανθρώπων εκατέρωθεν. Της προτείνει επομένως να φύγει από την κλινική. Της απαξιώνει την αυτοκτονία, αλλά και τον παροδικό ρόλο της σιωπής. Προτείνει κάτι σαφέστατα ασυνήθιστο! Παρέχει ως ησυχαστήριο τη δική της εξοχική κατοικία στην ακτή. Η διάγνωση από τη θεράποντα ιατρό είναι η γαλήνια διαμονή εκεί, μόνο από την Alma και την Elisabet.

 

Οι εποχές γίνονται καθησυχαστικά πιο αργές σε εκείνο τον τόπο. Η Mrs Vogler ξεχνά τις φρικτές, παλιότερες σκέψεις. Μολονότι η σωματική κίνηση επανήλθε, η σιωπή της δεν νικήθηκε. Η ίδια είναι μια αρίστη ακροάτρια στην ολοένα και πιο πρόθυμη για λεκτική αποκάλυψη, ακόμη και ενοχικών βιωμάτων, ενθουσιώδη συνομιλήτρια, Alma. Μα η σιωπή και η κατανόηση δεν ταυτίζονται απαραιτήτως! Η Alma θα ανακαλύψει τις πραγματικές προθέσεις της Elisabet. Είναι ο δεύτερος άνθρωπος, που κατανόησε τη μεγάλη ηθοποιό καθώς και το αριστοτεχνικό, ομιχλώδες, αμυντικό παιχνίδι της. 

Οι δύο γυναίκες δεν απέχουν από την αναπόφευκτη, επικίνδυνη σύγκρουση μίας παραδιδόμενης, ενοχικής, καμουφλαρισμένης περσόνας! Μιας μαχόμενης περσόνας, που θα επηρεάσει την ψυχή εκείνου του μικρού αγοριού… 

 

 

Ανάλυση:

Γενικώς στο έργο:

Πρωτίστως επισημαίνουμε, πως εάν σε ένα τέτοιο αριστούργημα δεν προσδιοριστεί η οντότητα του κινηματογραφικού σεναρίου, τότε είναι αδύνατον να υπάρξει η αποκωδικοποίηση της ολοκληρωτικής συσχέτισης αυτού με την ελευθέρωση των ουκ ολίγων υπαρξιακών θεμάτων της σκηνοθετικής σκέψης του σπουδαίου Σουηδού Καλλιτέχνη. Σενάριο και Σκηνοθεσία αλληλοσυμπληρώνονται, όπως θα δούμε παρακάτω*. Εν ολίγοις, είναι απλή υπεκφυγή να μην αποκαλυφθεί γραπτώς η φύση του έργου, διότι αυτό θα απέτρεπε μια πραγματική ανάλυση. Τα έργα Τέχνης, (όπως έχουμε τονίσει και παλιότερα σε αυτές τις eretikes κριτικές), είναι πολυδιάστατες μορφές έκφρασης και δεν απειλείται ούτε καν στο ελάχιστο η θαυμαστή ζωντάνια τους, εξαιτίας της αποκεκαλυμμένης πλοκής του σεναρίου. 

 

Συνεπώς…Αυτή η ταινία λειτουργεί στην ανάγνωσή της από τον δημιουργό προς τον θεατή, κατά την εξέλιξή της, με δύο ενημερωτικές, καλλιτεχνικές μεθόδους. Μία “Ορατή” και μία “Υποδόρια.” Σαν δύο ενότητες, οι οποίες τρέφουν η μία την άλλη. Το ενδιαφέρον έγκειται στο γεγονός, πως παρατηρείται μεταξύ τους μια ορθά υπολογισμένη, έγκυρη αντιστροφή. Και επίσης μία διαφορετική αιτία ύπαρξης της εκάστοτε ενότητας. Καθότι, η “Υποδόρια” είναι επί της ουσίας εκείνη με τα σταθερά θεμέλια και όχι τελικά η “Ορατή”. Αυτό φαίνεται, παρά μόνο εάν κοιτάξουμε πολύ προσεκτικά από την αρχή την ταινία…Πιο συγκεκριμένα…

 

Α) Ορατή: Εδώ ό,τι βλέπουμε συνάδει με την απλή πραγματικότητα του φιλμ. Αρχικώς, η μέθοδος μας συστήνει δύο χαρακτήρες με ανθρώπινα λάθη. Την Elisabet και την Alma. Τα λάθη των δύο Κυριών δεν εμφανίζονται στα επαγγέλματά τους, αλλά στην ακατάσχετη εγκαθίδρυση αυτών των ασφυκτικών ασχολιών εντός της αντίστοιχης προσωπικής τους ζωής. Δηλαδή η μεν Elisabet υπήρξε ταλαντούχα ηθοποιός, αλλά ανύπαρκτη σύζυγος και μητέρα, αναμιγνύοντας επικίνδυνα Ζωή και Θέατρο. Η δε Alma εμφανίζεται ως υπεύθυνη και συμπονετική νοσοκόμα, μα εκμυστηρεύεται λανθασμένα, σημαντικές, προσωπικές εμπειρίες στην ασθενή, την οποία όφειλε αντιθέτως να βοηθήσει να θεραπευτεί, δίνοντάς της χώρο, ώστε εκείνη να ξαναβρεί το θάρρος της (συν)ομιλίας. 

 

Β) Υποδόρια: Εδώ υφίσταται μια διαφορετική θεώρηση της πολύ πιο σύνθετης, αντικειμενικής πραγματικότητας των ηρωίδων, σε αντίθεση με τα όσα εκλάμβανε μέχρι πρότινος οπτικά ο θεατής.  Στην πορεία όμως του έργου θα έρθει η όλο και πιο διακριθείσα ανατροπή, η οποία μας ειδοποιούσε τόσες φορές σιωπηλά στο έργο: Σαφέστατα δεν πρόκειται για δύο χαρακτήρες! Διότι η Alma ήταν τελικά μια λυτρωτική Persona ως αμυντικός μηχανισμός μέσα στο μυαλό της εφευρετικής, πιεσμένης ηθοποιού-ανθρώπου-γυναίκας Elisabet. Η ισχυρή, εσωτερική, ανθρώπινη σύγκρουση ωστόσο έρχεται στη συνειδητή επιφάνεια του μυαλού σε πολλά επίπεδα. Αποφάσεων, ιδεών, σκοτεινών και φωτεινών στιγμών, δράσης και απάθειας, αυτοσεβασμού, προσωπικής απαξίωσης, παγίδευσης και ελευθέρωσης.

 

Παρατηρείται αρχικώς ένας αφυπνιστικός, σύντομος πρόλογος εικόνων, που συνδέει ασυνήθιστα, αλλά εύστοχα τον κινηματογράφο με την αντίληψη του θεατή για τη Ζωή και τις Τέχνες: Η λάμψη-έξαψη του σινεμά, ο τρόμος (αράχνη), η διατηρητέα αντίληψη της παιδικότητας (animation κοπέλα), η περιφρόνηση του θανάτου (κωμικοτραγική θέαση του τρόμου), ο αντίκτυπος της θρησκευτικο-κοινωνικής, δηλητηριώδους αλυσίδας στην ανθρώπινη ψυχή (θυσία προβάτου={Είναι απόσπασμα από τον “Ανδαλουσιανό Σκύλο”} και σταυρωμένο χέρι). 

 

Η αληθινή αφετηρία ωστόσο, είναι ο τραυματισμένος, σωματικά ασχημάτιστος, μα ψυχικά ήδη σημαδεμένος και συνεπώς θνησιγενής, σύγχρονος άνθρωπος (“επώαση” σε νεκροτομείο). Δηλαδή, το συναισθηματικά πληγωμένο αγόρι, δίχως τη στοργή της απαραίτητης μητρότητας. Οι ηρωίδες είναι φαινομενικά δύο (επειδή ουσιαστικά αφορούν την ίδια ύπαρξη) ασχημάτιστες προσωπικότητες, που απέχουν παρασάγγας από την προσωπική και όχι την επιβεβλημένη ενηλικίωση, αλλά και από τα θέλω τους. Η Elisabet και η Alma. Η διαφορά τους είναι, πως η πρώτη διεκδίκησε ένα ατονικό χάος, εγκαταλείποντας το θέατρο, την οικογένεια μα και τον εαυτό της. Ενώ η δεύτερη επιχείρησε να επιβάλει την ατομική τάξη διαμέσου του επαγγέλματος (νοσοκόμα) και της δογματικής ακολουθίας ενός γάμου με παιδιά. 

 

Αντιθέτως, η φωνή του απόλυτου ελέγχου της ωφέλιμης λογικής προσωποποιείται από την εμπειρογνώμονα, δίχως όνομα, ιατρό της νοσοκομειακής κλινικής. Εκείνη κρατά μακριά από τις άλλες δύο γυναίκες, μα και από το θεατή τα προσωπικά της προβλήματα και τις αντίστοιχες λύσεις. Τα οποία φαίνεται να τα έχει υπερνικήσει. Παρατηρεί και κατανοεί την αυθόρμητη Alma (προφανώς σαν μία ευφάνταστη ιδέα της ηθοποιού Elisabet), αλλά και την πολύπλοκη Elisabet. Η γιατρός είναι η ώριμη καθοδηγήτρια. Η σύγχρονη γυναίκα στο φιλμ. 

 

Σενάριο:

 

Το έγραψε ο Ingmar Bergman. Η γλώσσα που χρησιμοποιήθηκε, ήταν τα σουηδικά. Λοιπόν, επειδή στο δημιουργό άρεσε το αιφνιδιαστικό χιούμορ, θα ξεκινήσω αντίστοιχα…Ευτυχώς που ο στρεσαρισμένος ψυχοσωματικά οργανισμός του Ingmar Bergman επηρέαζε θετικά τη γέννηση και ανάπτυξη των σπουδαίων έργων του! Τι εννοώ; Κάθε φορά που ο συγκεκριμένος άνθρωπος-καλλιτέχνης έμπαινε στο νοσοκομείο για κάποιο προσωπικό πρόβλημα υγείας, εκεί γινόταν όχι μόνο σωματικά καλά, μα και νοητικά πιο δυνατός, δημιουργώντας παράλληλα την κυοφορία της σπάνιας αναλαμπής της έμπνευσης για τον επακόλουθο σχηματισμό ενός ανεκτίμητου έργου Τέχνης. Έτσι έγινε με τις “Άγριες Φράουλες,” παρομοίως συνέβη και με την “Περσόνα.” 

 

Επί του θέματος τώρα, με την ανάλογη σοβαρότητα που αρμόζει στο βεληνεκές του έργου…Πρόκειται για μία από τις καλύτερες σεναριακές στιγμές της φιλμογραφίας του κινηματογραφιστή της αινιγματικής ψυχής. Θα έλεγα σαν προσωπική εκτίμηση, ότι όπως και στις “Άγριες Φράουλες” έτσι και στην “Περσόνα” ο δημιουργός πλησίασε με το καλλιτεχνικό άγγιγμά του την ευστοχία της ανθρώπινης έκφρασης ακριβώς όσο και η Elisabet την αύρα της Alma…

 

Οι σεναριακές πράξεις δίνουν χώρο στην ανάπτυξη των ισχυρών συναισθημάτων των αντικρουόμενων ηρωίδων μέσα σε εσωτερικούς, αλλά και σε εξωτερικούς χώρους με την ίδια άνεση. Σημαντική για το έργο είναι η απομάκρυνση του συμβατικού, αλλά και οποιουδήποτε μετρήσιμου χρόνου. Θεωρούμε, ως πρωταγωνίστρια τον ισότιμο ψυχισμό με διαφορετικές δυναμικές, Elisabet Vogler/Alma. Κυρίαρχη πηγή του ψυχισμού είναι η Elisabet. Πρώτον, διότι φέρει ονοματεπώνυμο και δεύτερον, γιατί όπως αποδεικνύεται, ελέγχει τα πάντα. Η αφοσιωμένη σιωπή της μίας ηρωίδας (Elisabet) μάχεται με την ηθελημένη αποκάλυψη της άλλης (Alma). Η παρουσία των χαρακτήρων του σεναρίου είναι ολιγάριθμη (Alma, Elisabet Vogler, Victor Vogler, υπεύθυνη ιατρός, μικρό αγόρι) και απέχει από τη μάζα. Για την ακρίβεια, οι συγκεντρώσεις περισσότερων των δύο ατόμων ταυτίζονται στο έργο με τη φρίκη του πολέμου στο Βιετνάμ ή την αιχμαλωσία των θυμάτων των στρατοπέδων συγκέντρωσης από τους ναζί. Τα γεγονότα αυτά τραυματίζουν την καλλιτέχνιδα Elisabet, καθότι απειλούν τον εκπολιτισμό της ανθρώπινης Ζωής/Ψυχής, ενώ η ίδια αντιθέτως εργαζόταν, κοιτάζοντας προς την εξύψωση αυτού. 

 

Η εστίαση (όπως προείπαμε) γίνεται στη δυαδική πρωταγωνίστρια Elisabet/Alma. Κάτι το οποίο μαρτυρά λεκτικά, πως οι μορφές αφορούν το ίδιο πρόσωπο, είναι, ότι το όνομα Alma στα ισπανικά σημαίνει ψυχή! Επιπλέον, από ένα σημείο και μετά ακούγεται από τα χείλη της η λέξη “μας” (“Τι θέλει από εμάς”=για τον σύζυγο/“Μας ικετεύει”= για τον γιο). Επιπροσθέτως, η Alma επιχειρεί να πει, ότι δεν είναι σαν την Elisabet. Και πως θα αγαπούσε το παιδί της…Μα δεν μπορεί να το αρθρώσει. Διότι είναι ακριβώς ο ίδιος άνθρωπος. 

 

Μία από τις πιο ισχυρές θεματικές του κινηματογραφικού έργου είναι βεβαίως η επαναφορά ή διακοπή της ανθρώπινης εμπιστοσύνης. Το βλέπουμε με την προσέγγιση της Elisabet στην Alma μέσω της αφής των χεριών. Αλλά και στη συνέχεια του έργου, στην εξοχική κατοικία. Με τα τρυφερά χάδια στα μαλλιά, το λαιμό και το μέτωπο. Το χέρι που εμπιστεύεται και επιθυμεί ξανά την ανθρώπινη επαφή. Σαφώς, εφόσον η Alma είναι μια χρήσιμη επινόηση του μυαλού της Mrs Vogler, ώστε εκείνη να ελευθερώσει την αποδοχή ακόμη και για τις πιο σκοτεινές της προσωπικές, αμείλικτες αποφάσεις, εκτιμάται, πως η πασίγνωστη ηθοποιός έχει γενικώς κλονισμένη εμπιστοσύνη. 

 

Έτσι λαμβάνουν χώρα στο σενάριο τα δύο αιωνίως μαχόμενα, ισοδύναμα συναισθήματα της Ψυχής! Το Μίσος και η Αγάπη. Το Μίσος της, απομακρύνει την εμπιστοσύνη. Η ίδια Μισεί τον Victor Vogler (σύζυγος), αλλά και τον γιο της. Αυτοί οι ανθρώπινοι παράγοντες απειλούν το Θέατρο και τη Ζωή στα δικά της μάτια. Το Μίσος γίνεται ξεκάθαρο στην πορεία του έργου. Η Αγάπη πάλι είναι εγκλωβισμένη. Δηλαδή, η Elisabet εμπιστεύεται(=ξεκινά να απέχει από το Μίσος=προσπαθεί να αγαπήσει/κατανοήσει), αφιερώνοντας απροσμέτρητο, χρονικό διάστημα, μόνο για μια εκδοχή του εαυτού της. Με την οποία όμως τελικώς συγκρούεται ολέθρια! Το μόνο άτομο που εμπιστεύτηκε τυφλά η Elisabet Vogler, χωρίς να ασχοληθεί πολύ μαζί της ωστόσο, είναι η οξυδερκής γιατρός. 

 

-Οι ομιλίες με τη μορφή Στιχομυθιών-

 

Παίζουν εξαιρετικά σημαντικό ρόλο! Διεκδικούν πρωτόγνωρη, ανθρώπινη ενσυναίσθηση: 

 

Α) Με λακωνικές φράσεις, που αφορούν συγκεκριμένα πρόσωπα (Συμβουλές και αιφνίδια κατανόηση της Ιατρού προς την ηθοποιό Elisabet, υπενθυμίσεις της Alma στην επαληθευμένη εξιστόρηση της μητρικής παρακμής της Elisabet). 

 

Β) Με φιλοσοφικές θεωρήσεις, οι οποίες απευθύνονται γενικώς στην ανθρώπινη ύπαρξη, καταδυναστεύοντας τις αιώνιες, νοητικές εσωτερικές διαμάχες και επομένως καλλιεργώντας σχέση εμπιστοσύνης και με τους θεατές (προβληματισμός από την Alma, σχετικά με τη φιλοσοφική διατύπωση της ζωής, διαβάζοντας στην παραλία αποσπάσματα βιβλίου).

 

-Οι Μονόλογοι εξιστόρησης γεγονότων-

 

Λειτουργούν άψογα μέσα στον κόσμο της σκηνοθεσίας, κερδίζοντας έδαφος από το πεδίο του σεναρίου. Δημιουργούν ολόκληρες εικόνες μόνο με λεκτική αναφορά (!), οι οποίες επιτυγχάνουν να ταρακουνήσουν τον ανυποψίαστο σινεφίλ (Η Alma εκμυστηρεύεται σε Elisabet και κοινό, μια παλιότερη ανισότιμη σχέση της με έναν παντρεμένο, καθώς και τη συμμετοχή της σε ένα παρελθοντικό, ερωτικό όργιο σε κάποια παραλία).

 

-Η οργανωμένη, καλλιτεχνική Αχρονικότητα!-

 

Το έργο, αν και υπερνικά τη σχετική, γαλήνια/απειλητική καταμέτρηση του πανδαμάτορος/βασανιστή χρόνου, παραδόξως φέρει αρχή μέση και τέλος. Ο χρόνος μετρά για το παιδί της εισαγωγής. Για την Alma που, πριν κοιμηθεί, πιστεύει δογματικά στο γάμο και την απόκτηση τέκνων. Για τη διαμονή στο νοσοκομείο. Για τη θεραπευτική παραμονή στην εξοχική κατοικία. Μα και για την τρομακτική συνειδητοποίηση στις πρόβες της παράστασης της Ηλέκτρας. 

 

-Η διαμάχη της Τέχνης με τη Ζωή-

 

Συγκεκριμένα της θεατρικής Τέχνης, εν συγκρίσει με τη Ζωή. Είναι από τα πιο ισχυρά θεμέλια του σεναρίου. Η προσωποποίηση γίνεται άμεσα με την Elisabet. Και έμμεσα με την κατανόηση της θεατρικής, φορτικής έμπνευσης της κυρίαρχης ηρωίδας (Elisabet) από την Alma και την πολυμήχανη γιατρό.

 

Σχετικά με οποιαδήποτε εκδοχή της τραγικής ιστορίας της “Ηλέκτρας” είτε του Σοφοκλή, είτε του Ευριπίδη ή ακόμη και της Ορέστειας του Αισχύλου, μάλλον η Mrs Elisabet Vogler δεν φέρει την παραμικρή ταύτιση. Η μορφή της Ηλέκτρας εξέφραζε αγάπη για την άδικη δολοφονία του πατέρα της, Αγαμέμνονα, από τη γυναίκα αυτού, την Κλυταιμνήστρα. Η Ηλέκτρα ήθελε την ακριβοδίκαιη, αιματηρή εκδίκηση της μητέρας της και του εραστή εκείνης (Αιγίσθου). Παρουσίαζε υπέρμετρη αγάπη για τον πατέρα της, καθώς και έντονη αντιζηλία για τη μητέρα της. Το φαινόμενο ψυχολογικά φέρει τον τίτλο ως το Σύνδρομο της Ηλέκτρας” για τις σύγχρονες γυναίκες, που ερωτεύονται μια αντρική εκδοχή του πατέρα τους. 

 

Αντιθέτως, η Elisabet στο έργο νιώθει, ότι το αντρικό φύλο την πνίγει με κάθε μορφή ανθρώπινης συγγένειας (σύζυγος ή γιος). Δεν υφίσταται κανένα πατρικό/ερωτικό πρότυπο σαν συντροφικότητα για την Elisabet. Η ίδια παλεύει για την απόλυτη ελευθερία ακόμη και από πτυχές του ίδιου της του εαυτού! Επομένως η παράλυση της ερμηνείας της ως ρόλος της τραγικής μορφής της Ηλέκτρας, οφείλεται πιθανότατα, στο ότι δεν μπορεί να ενσαρκώσει αυτό το ρόλο η Mrs Vogler. Αδυνατεί εδώ να βρει την ταύτιση. Για αυτό το λόγο σαστίζει στην πρόβα. Παγώνει. Αυτό σημαίνει, πως στην αναμέτρηση της Ζωής και της Τέχνης το θέατρο ηττάται για πρώτη φορά, γιατί η πρωταγωνίστρια κατάλαβε, πως αυτό απειλεί την αληθινή ατομικότητά της. Η εσωτερική σύγκρουση λοιπόν είναι τεράστια! Παύει η ηθοποιός αναπόφευκτα τις πρόβες. Όμως υπάρχει ένα πρόβλημα. Η εστίαση στην ατομικότητά της δεν είναι ό,τι καλύτερο για την ίδια. Επειδή αυτό συνεπάγεται με παραδοχή της απενοχοποιημένης εγκατάλειψης συζύγου και γιου. Η παράλυση νικιέται, μα όχι η σωτήρια σιωπή. Γεννιέται τότε ως αυστηρή κάθαρση, η ομιλητική, θαρραλέα, επικριτική Alma.   

 

Σκηνοθεσία: 

 

Φέρει την υπογραφή του Ingmar Bergman. Εδώ βρίσκεται (όπως πάντα) όλη η μαεστρία του! Η σκηνοθεσία ενδυναμώνει το σενάριο από ένα μονοπάτι συνεργασίας και ανεξαρτησίας αντιστοίχως. Καταρχάς, παρακολουθούμε εξ’ ολοκλήρου μια ταινία σε ασπρόμαυρο φόντο. Το πρελούδιο ξαφνιάζει, καθώς το σινεμά αγκαλιάζει/αποτελεί κτήμα της αληθινής ζωής. Η εισαγωγή στο νεκροτομείο μαρτυρά σιωπηλά τον ώριμο σπόρο του προβλήματος της Elisabet. Επιπλέον, αποτελεί σιωπηλή έμπνευση από την αληθινή διαμονή του δημιουργού σε νοσοκομείο, όπου κατά την αναισθησία εκείνος λάτρευε το γεγονός της προσωρινής μη συνειδητοποίησης της ατομικής ύπαρξης. Γενικώς, ας μην ξεχνάμε στο πρακτικό μέρος της εικονοληψίας και τη σημαντική συνδρομή των οπερατέρς, Anders Bodin και Lars Johnsson.

 

Στο έργο δεν υφίσταται καμία περίπτωση ερωτικής σχέσης μεταξύ των δύο γυναικών. Υπάρχει μεν στοργή, τρυφερότητα, αφοσίωση, σύγκρουση, προσπάθεια κατανόησης, χάδια, αλλά όλα αυτά τα ανθρώπινα συναισθήματα στην ταινία δεν έχουν καμία σχέση με σεξουαλική φύση.

 

Γενικώς, στην ταινία χρησιμοποιήθηκαν: 

 

Τεχνική Πλάνου Βάθους Πεδίου από διάφορες αποστάσεις. 

-Απόδοση παραστατικότητας με οριοθετημένη επιλογή voiceover

Φωνητική αφήγηση στα μέσα της ταινίας (σε σταθερό περιβάλλον voiceover) από τον ίδιο το δημιουργό. 

-Σπάνια, μα με έντρομη αίσθηση εστίαση του φακού σε ηρωίδες.

-Κατακόρυφη απότομη κίνηση της κάμερας. 

Σταθερή ακολουθία λήψης οριζοντίως δεξιά στις κινούμενες (σε όμοια κατεύθυνση) πρωταγωνίστριες στο βάθος, κατά μήκος της ακτής. 

Ξεχωριστή και συνδυασμένη καταγραφή γενικών, μεσαίων, κοντινών και πολύ κοντινών πλάνων κυρίως στις δύο ερμηνεύτριες. 

Αξιοποίηση φωτός και συσκότισης στο ασπρόμαυρο φόντο.

Αντιστροφή κατεύθυνσης (αριστερά και δεξιά) ή και του βάθους (μπροστά, πιο πίσω) των δύο βασικών χαρακτήρων σε διαδεχόμενα πλάνα. 

Νεταρισμένες και θολές φιγούρες. 

Σταδιακή αποκάλυψη χαρακτήρων στο φακό (η γιατρός και ο Victor Vogler). 

Ταυτόχρονη, διπλή ενημέρωση σε θεατές και χαρακτήρες.

-Δημιουργία σχέσης σκηνοθέτη/θεατή.

Χρήση υποκειμενικού πλάνου μέσα από τα μάτια της Alma.

 

Ανάλυση της ανάπτυξης του όμορφου σκεπτικού του Ingmar Bergman, σε διάφορες επιλεγμένες στιγμές. Ο κινηματογραφιστής αξιοποιεί σενάριο και σκηνοθεσία, έχοντας ως κινητήριο δύναμη τη δεύτερη. 

 

-Το πιο εκπληκτικό όλων είναι, πως επιτυγχάνει ο δημιουργός να ορίσει σε ένα αχρονικό περιβάλλον σεναρίου/σκηνοθεσίας ορατή και εκλογικευμένη, αριστοτέλεια αφήγηση (αρχή, μέση, τέλος). Οι συνδέσεις είναι πανέξυπνες! Εκείνη της εισαγωγής (αγόρι σε νεκροτομείο) με επαναφορά ως κατακλείδα. Του πρελουδίου της αντίληψης σινεμά και ζωής πολύ αργότερα ως επαναφορά φοβιών στο μυαλό της προδομένης Elisabet, λόγω εντοπισμού της σκόπιμης παγίδας της Alma με το γυαλί. Της εγκαταλειφθείσας πρόβας της Ηλέκτρας με αντίστοιχη προσαρμοσμένη διαφοροποίηση παρόμοιας αναφοράς στο τέλος. Της όμοιας ενδυμασίας Elisabet/Alma, μα και της διαχωρισμένης στολής της νοσοκόμας στην εξοχική κατοικία. Στην οπτική επανεξέταση της κλίνης της ασθενούς Elisabet στο τέλος. Τι όμορφες, ωφέλιμες για το καλλιτεχνικό εγχείρημα, συνδέσεις! Διαβιούν ταυτόχρονα σε οργανωμένη ροή και γοητευτική αχρονικότητα. Μαγευτικό! 

 

Η καθηλωτική διαμοίραση του προσώπου της ολότητας μιας ταραγμένης ψυχής. Όπως κοιτάζουμε την οθόνη ως θεατές, στα αριστερά διακρίνεται το μισό πρόσωπο της Alma και στα δεξιά το αντίστοιχο της Elisabet. Είναι ίδιο και διαφορετικό μαζί. Υπάρχει μια απαλή σκίαση κάθετης γραμμής ακριβώς στη μέση του ενωμένου κινηματογραφικού/τραγικού προσωπείου. Ξεχωρίζει από τα εφαπτόμενα διαφορετικά χείλη και ρουθούνια.

 

-Η διάταξη της κλίνης της ασθενούς Elisabet βρίσκεται στην ουσία καθέτως της πόρτας, από την οποία εισέρχεται η νοσοκόμα Alma. Κάτω από τα σκεπασμένα πόδια της ακίνητης/παραλυμένης ασθενούς φαίνονται τα πόδια της όρθιας νοσοκόμας. Είναι η πρώτη ανατροφοδότηση ισχύος.

 

Πλάνο βάθους πεδίου κοντινής απόστασης (διότι προχωρά η ενσυναίσθηση) με την Elisabet αριστερά, κοντά στο φακό και το πρόσωπο της ιατρού δεξιά και πιο πίσω…Όταν η διευθύντρια της κλινικής προτείνει στην ασθενή να παραθερίσει στην εξοχική της κατοικία.

 

Η Alma διαβάζει φιλοσοφικά αποσπάσματα ενός βιβλίου και η εικόνα των βράχων, της ακτής, της ζωής μιας άγονης πραγματικότητας φαίνεται να συμφωνεί με τη βαρύτητα της θεματικής.   

 

-Όπως και στις “Άγριες Φράουλες” έτσι και στην “Περσόνα” ο δημιουργός προκαλεί δράση μέσα στο αυτοκίνητο. Μόνο που αυτή τη φορά η ανθρώπινη σύγκρουση συμβαίνει μεταξύ του ίδιου ανθρώπου (Η Alma αποφασίζει να διαβάσει τα γράμματα). Ο λόγος της χρήσης του αυτοκινήτου πιθανόν να αφορά την οπτικοποίηση της κινητοποιημένης ανεξαρτησίας του σύγχρονου ανθρώπου από ένα σύγχρονο, μεταφορικό μέσο (η ταινία κυκλοφόρησε το 1966).

 

*Σενάριο και Σκηνοθεσία=1

 

-Εφόσον προσδιορίσαμε παραπάνω (Σενάριο), πως η πλοκή αφορά μία ανθρώπινη οντότητα (Elisabet/Alma), τότε είναι φρόνιμο να αναφέρουμε, ποιες σκηνοθετικές στιγμές αποδεικνύουν αυτό το σκεπτικό: 

 

1) Το μικρό αγόρι στην εισαγωγή χαϊδεύει μια διττή, γυναικεία μητρική μορφή.

 

2) Σε κοντινό πλάνο η προβληματισμένη έκφραση ανήκει πλέον (διαδεχόμενη από την ηθοποιό Elisabet Vogler ως Ηλέκτρα) στη νοσοκόμα Alma, ενόσω η διευθύντρια της κλινικής μιλά με voiceover για την περίπτωση της ασθενούς. Η ανησυχία της νοσοκόμας, προτού γνωρίσει την ασθενή, δημιουργεί υποψίες ταύτισης στο θεατή (άρα, η ιστορία είναι στο μυαλό της Alma/Elisabet και με μορφή επικοινωνίας στης γιατρού).

 

3) Έπειτα όσο μιλά η υπεύθυνη ιατρός, υπάρχει “φιλμική μετατροπία” σε μεσαίο πλάνο. Εκεί εισέρχεται και το πλάνο βάθους πεδίου, έχοντας νεταρισμένη μπροστά την πλάτη, τους ώμους και την κώμη με το καπέλο της νοσοκομειακής στολής, που φορά η Alma. Στο βάθος φαίνεται η σκόπιμη, θολή μορφή της προϊσταμένης. Διότι ο σκηνοθέτης, μας εφιστά την προσοχή, υποδεικνύοντας την 25χρονη νοσοκόμα. Είναι ήδη πιο κοντά στην ασθενή Elisabet, από όσο νομίζουμε.

 

4) Προτού ανακοινωθεί στην Alma από τη γιατρό το αποτέλεσμα της διάγνωσης για την ψυχοσύνθεση της Elisabet Vogler, o φακός κατεβαίνει με απότομη κλίση στα σταυρωμένα εκφραστικά, αγωνιώδη χέρια της Alma. Αν επρόκειτο για δύο ανθρώπους, δεν θα υπήρχε τέτοια βιωματική ταύτιση.

 

5) Πολύ αργότερα, η 25χρονη νοσοκόμα επιθυμεί να διαβάσει τα μη σφραγισμένα γράμματα της Elisabet. O φακός κάνει και πάλι την ίδια αιφνίδια δραστική κίνηση προς τα κάτω.

 

6) Η Elisabet, αν και δεν εκινείτο για τρεις μήνες, κατά ύποπτο τρόπο εμπιστεύεται με την αφή υπερβολικά γρήγορα την Alma.

 

7) Η Alma ξαπλώνει και ακολουθεί δογματικά το σχέδιο του έγγαμου βίου σαν ρυθμιστή της ζωής. Αντιθέτως, η Εlisabet σκίζει το γράμμα και τη φωτογραφία συζύγου και γιου αντιστοίχως. Αυτή η αντίφαση παραπλανά, αλλά και προϊδεάζει το θεατή.

 

8) Η διπλή διέλευση προς την κάμαρα της Alma, όπου η Elisabet την πλησιάζει μυστηριωδώς  το βράδυ.

 

9) Το αποκαλυφθέν γράμμα της Elisabet φέρει τηλεγραφικές σκέψεις ανά σελίδες. Όπως δηλαδή είναι πιο πιθανό να παρουσιάζονται μέσα σε ένα μυαλό, παρά σε μια οργανωμένη επιστολή.   

 

10) Η διάδοχη επανάληψη της πιο κρίσιμης σκηνής. Η φωτογραφία που κρύβει στα δάκτυλά της η Elisabet…Στα σχεδόν όμοια λεγόμενα της Alma προς την Elisabet, όπου την πρώτη φορά βλέπουμε την ταραγμένη σιωπή της ηθοποιού και τη δεύτερη διακρίνουμε με όμοια ρούχα ουσιαστικά την αντικρινή, αποφασιστική της περσόνα να διαλευκαίνει την αποκρουστική αλήθεια.

 

11) Η Elisabet τρέφεται από το αίμα της ωφέλιμης περσόνας, Alma.

 

Διεύθυνση Φωτογραφίας και Μοντάζ:

 

Φωτογραφία:

 

Υπεύθυνος ήταν ο Sven Nykvist. Οι ρυθμίσεις στη διεύθυνση φωτογραφίας κορυφώνουν τις πιο ελπιδοφόρες/μυστηριώδεις/δραματικές στιγμές της ταινίας. Είναι πολλές. Ας δούμε ενδεικτικά δύο:

 

Η ασθενής Mrs Vogler απομένει μόνη στη νοσοκομειακή κλίνη της το βράδυ. Σε κοντινό πλάνο το πρόσωπό της από φωτεινή θέαση αρχικά οδεύει οπτικά προς σκοτεινή. Μόνο τα μάτια της σκοτεινής-βυθισμένης ψυχής της λάμπουν στο σιωπηλό της θρήνο. Τελικώς σβήνουν και διακρίνεται μόνο η περιοχή του στόματος. Η καλλιτεχνική συνεργασία σκηνοθέτη/διευθυντή φωτογραφίας και πρωταγωνίστριας αναδεικνύει την ωφέλιμη συνέχεια της ολοκληρίας του ψυχισμού της Mrs Vogler, σύμφωνα με το σενάριο. Η κίνηση του κεφαλιού δημιουργεί τις προϋποθέσεις για την αλλαγή οπτικής, όπου το στόμα της ηρωίδας μοιάζει σαν να βγήκε στην επιφάνεια της ανανεωμένης ελπίδας. Μιας ελπίδας, η οποία εκφράζεται με την αναπνοή της ολοένα και πιο ζωντανής, νεοαποκτηθείσας, ριψοκίνδυνης ανθρώπινης εμπιστοσύνης.   

 

-Μετά τη συνειδητοποίηση της ενιαίας ψυχής, τα πρόσωπα των δύο ηρωίδων είναι σκοτεινά με φόντο το έντονο φως του δωματίου. Βρίσκονται κοντά, απέναντι, σαν δύο μαχόμενες νοήσεις. Η μία δηλώνει ανεξάρτητη. Η άλλη αμυνόμενη σιωπά. Αναδεικνύεται το σκότος και η λευκότητα της κάθε αύρας.   

 

Μοντάζ: 

 

Υπεύθυνη υπήρξε η Ulla Ryghe. Συνολικά μας ξεναγεί στη ζωντάνια του έργου με την εγγύτητα των ολιγάριθμων προσώπων, από τη διήγηση (η ιατρός της κλινικής) στην παρατήρηση (νοσοκόμα Alma) και στο βίωμα (ασθενής Elisabet). Τα πρόσωπα αποκτούν ιδιότητα ομοιάζουσας συνομιλίας, εξαιτίας του μοντάζ (φερειπείν, στην ανάγνωση του γράμματος του συζύγου της Elisabet, τα πρόσωπα των Elisabet και Alma κάνουν οπτικό διάλογο). Ακόμη, τo μοντάζ κατά τη διαμονή των δύο γυναικών στην εξοχική κατοικία προσπερνά εν τάχει τη φυσιολογική, χρονική ροή της καθημερινότητας. Κατά αυτόν τον τρόπο, αν και συντηρεί το αχρονικό, κινηματογραφικό περιβάλλον, κατορθώνει παράλληλα να μας προσφέρει ουσιώδη αμεσότητα εντός εκείνου, ενώνοντας τα κρίσιμα σημεία της αποκτηθείσας εμπιστοσύνης, επικοινωνίας, ενσυναίσθησης και ταύτισης των Elisabet/Alma.   

 

Ερμηνείες:

 

Καταρχάς, εδώ υπάρχουν δύο διαφορετικές, ερμηνευτικές προσεγγίσεις: 

 

Α) Η απαραίτητη, υψηλών απαιτήσεων εκφραστικότητα του προσώπου ενός ρόλου, που δεν φέρει φωνή (Liv Ullmann). 

 

Β) Η αξιοποίηση της υπερέχουσας, φωνητικής υποκριτικής, με χρήσιμες εκφραστικές προσθήκες (Bibi Andersson).  

 

Liv Ullmann: Υποδυόμενη την κυρίαρχη πρωταγωνίστρια. Την επιλεκτικά άφωνη, διάσημη ηθοποιό, Elisabet Vogler.

 

Πρόκειται για την επίτευξη μίας από τις μεγαλύτερες προκλήσεις για οποιαδήποτε καλλιτέχνιδα του σινεμά. Να ερμηνεύσει κυρίαρχο ρόλο σε ταινία του Ingmar Bergman, δίχως να κάνει χρήση ομιλίας (μόνο σε κάποια στιγμή υπάρχει υποψία ψιθύρου παρότρυνσης από εκείνη, ώστε να πάει για ύπνο η Alma). Συνεπώς, η κινησιολογία και η εκφραστικότητα έπρεπε να αγγίξουν το έπακρον. Εν τω μεταξύ, δεν υπάρχει παντελής απουσία ήχου στο ρόλο. Διότι η ερμηνεύτρια όφειλε να δώσει και συναισθηματική έκφραση στις έντονες, διαφορετικής χροιάς, ανάσες της Elisabet. Απέδωσε εκπληκτικά το ρόλο ακόμη και σε πολύ κοντινά πλάνα.

 

Ξεκινά με την απόδοση της σαστισμένης ηθοποιού Elisabet ως Ηλέκτρα σε πρόβες. Ακολουθεί εκεί ένα μειδίαμα. Η στροφή της κίνησης του κεφαλιού ως ασθενής, που ανασαίνει ξανά με ενοχική ελπίδα, αποτελεί κορυφαία, εκφραστική στιγμή, διότι υπερέχει η αύρα στη μεγάλη οθόνη! Τότε το χέρι της, αμέσως κρύβοντας το πρόσωπο, κρύβει όμορφα και το βίωμα της συγκίνησης της Mrs Vogler. Η κινησιολογία της αποδιδόμενης φρίκης για τη συνειδητοποίηση του πολέμου στο Βιετνάμ αποτελεί μια επίσης δυνατή στιγμή της ερμηνεύτριας, η οποία πλέον όρθια αντιμετωπίζει έντρομη την ωμή πραγματικότητα, κοιτάζοντας σπαρακτικές εικόνες στην τηλεόραση. Κρύβει φρίττοντας, σε κοντινό πλάνο, με το χέρι το πρόσωπό της. Τελικώς κλονίζεται με τον αυτοπυρπολισμό ενός πολίτη. Αυτές οι αγχώδεις πλέον ανάσες της, μαζί με τη σωματική απομάκρυνση προς τη γωνία του δωματίου, καταδεικνύουν απογοήτευση του ρόλου για το ανθρώπινο είδος.  

 

Στην εξοχική κατοικία, ερμηνεύει τη σιωπηλή συγκατάβαση προς την Alma με διακριτικό χαμόγελο. Επίσης, κατά τη διαμονή της εκεί, παρουσιάζεται ως μυστηριώδης ακροάτρια της νοσοκόμας, χωρίς να εγκρίνει πάντοτε όσα της διηγήθηκε η δεύτερη. Στη σκηνή της νυχτερινής προσέγγισης στην κάμαρα της Alma, εμφανίζεται ως σκοτεινά υπνωτισμένη. Θα μπορούσαμε να της αποδώσουμε τον ασυνήθιστο χαρακτηρισμό “Κόρη του Μορφέα” για την πολύ καλή μυσταγωγική υποκριτική της. Αρνείται την επομένη τη νυχτερινή επίσκεψη, με αφοπλιστικό χαμόγελο. Εκφράζει την αντίληψη της προδοσίας από την Alma στην παγίδα με το γυαλί στο έδαφος. Στη σύγκρουση των δύο γυναικών η ατομική στιγμιαία μετάνοια, ο θυμός, η περιφρόνηση με χαμόγελο (μόλις δέχεται τσίμπημα στο πρόσωπο), η φυγή και η αμείλικτη στάση άρνησης της επικοινωνίας ανταμείβουν το θεατή. Η προσπάθεια νοητικής υπεκφυγής (φόβος, εσωστρέφεια, ανείπωτος τρόμος) από τη ρίζα του προβλήματος (ανεπιθύμητη μητρότητα) εμφανίζει εκφραστικά μια βαρύτατη ενοχή

 

Bibi Andersson: Στο ρόλο της νοσοκόμας και αναγκαίας/λυτρωτικής περσόνας, Alma.

 

Σε κοντινό πλάνο προβληματίζεται έντονα για την περίπτωση της ασθενούς Mrs Vogler. Στη γνωριμία με την ασθενή κυριαρχεί η αποδιδόμενη αίσθηση της αθωότητας από την ερμηνεύτρια ως νοσοκόμα. Ομοίως και ο θαυμασμός για την Τέχνη της Elisabet. Ο μονόλογος της Alma προτού κοιμηθεί, κρύβει μια διακριτική, εσωτερική πάλη σχετικά με τον χρήσιμο ή όχι προγραμματισμό γάμου/ζωής. Διαβάζοντας δυνατά την 1η επιστολή (του Victor προς την Elisabet) εκφράζει ωραία τη συναισθηματική διστακτικότητα, αλλά και την πρακτική δυσκολία της ανάγνωσης

 

Στην εξοχική κατοικία η ηθοποιός μεταφέρει στο κοινό την ολοένα και πιο αναγκαία εκμυστήρευση πολύ προσωπικών βιωμάτων. Παρατηρείται τότε η αγνότητα, η αναπόληση (για ιστορία ειδυλλίου με παντρεμένο), η θλίψη της υπενθύμισης, η σύγκρουση του εαυτού και η προσπάθεια κατανόησης και επαναπροσδιορισμού του (εκμυστήρευση ερωτικού οργίου). Αποδίδεται η συγκίνηση για την αφοσιωμένη, πρωτόγνωρη ακρόαση. Κατά την ανακάλυψη των επιστολών ξεκινά ο φιμωμένος θυμός και η εκδίκηση (παγίδα με γυαλί). Έπειτα ακολουθεί η απογοήτευση, επειδή η Elisabet συνεχίζει να μην μιλά και τότε έρχεται η αγανάκτηση, προκαλώντας εξωτερίκευση με την ομολογία της οργής και της ανήθικης ανάγνωσης. Η ηθοποιός παρουσιάζει εκείνη τη στιγμή μια απειλητική Alma (απειλή με ρίψη βρασμένου νερού-τσίμπημα στο πρόσωπο) αλλά και άκακη (τελικώς πλένει το ματωμένο πρόσωπο της στενοχωρημένη).

 

Η ταπείνωση στο άκαρπο κυνήγι της επιθυμητής επικοινωνίας (ηρωίδες που τρέχουν) κορυφώνει τη θλίψη. Στις δύο ενότητες της διπλής αποκάλυψης/επαλήθευσης η ηθοποιός αρχικά χρησιμοποιεί (αναγκαστικά) φωνητική ερμηνεία. Ενώ στη δεύτερη ενότητα επικρατεί της φωνής η έκφραση. Σημαντικός είναι στο τέλος ο διαχωρισμός μιας απεχθούς νοσοκόμας με την ίδια στολή εργασίας, που φορούσε ως ευχάριστη επαγγελματίας στην αρχή της ταινίας.    

 

Άλλες καλλιτεχνικές παράμετροι, που προσδίδουν γοητεία στο έργο:

 

1) Μουσική

 

Την έγραψε ο Lars Johan Werle. Τα ορχηστρικά έγχορδα (3 βιολιά, 4 τσέλο, βιόλες) σε συνδυασμό με τα ατμοσφαιρικά, μεμβρανόφωνα και ιδιόφωνα  κρουστά (τυμπάνια, ξυλόφωνο, μεταλλόφωνο) κυριαρχούν (υπήρξαν και άλλα μουσικά όργανα). Η μουσική έτσι όπως χρησιμοποιήθηκε στο έργο, φέρει ένα ρόλο ωφέλιμου, ατμοσφαιρικού στολιδιού σε καθοριστικές, κινηματογραφικές στιγμές. Φερειπείν, οι κάθετες συγχορδίες στο πιάνο δημιουργούν την ιδανική κατακλείδα στην 1η ενότητα της συνταρακτικής υπενθύμισης/επαλήθευσης της κερδοσκοπικής μητρότητας (για να αγαπήσει ο Τύπος την ψευδή προβολή της μητέρας-ηθοποιού Elisabet). Όμως, εξαιτίας αυτής της διαρκούς επιλεγμένης, λακωνικής ένταξης, η μουσική συνολικά στο έργο δεν γίνεται ποτέ ισοδύναμη σύμμαχος της υπερέχουσας, σκηνοθετικής/οπτικής οντότητας. 

 

Επίσης, χρησιμοποιήθηκε η σύνθεση του Johan Sebastian Bach “Κονσέρτο για βιολί σε Μι Μείζονα.” Το ακούμε σε δύο διαφορετικές στιγμές, όπου η Alma ανοίγει το ραδιόφωνο σε κλινική και εξοχική κατοικία αντίστοιχα.   

 

2) Ηχητική υπόκρουση

 

Στο τμήμα ήχου υπεύθυνοι ήταν οι: Evald Andersson. Lennart Engholm, Olle Jacobsson, Per-Olof Pettersson.

 

Η συνδρομή της ηχητικής υπόκρουσης είναι καθοριστική. Όπως προείπαμε, υπάρχει επιλεγμένη χρήση voiceover στα λεγόμενα της ιατρού και σταθερή χρήση όμοιας τεχνικής στα αφηγημένα λόγια του ίδιου του Ingmar Bergman.

 

Επιπροσθέτως, δίνεται βάση στη βιωματική καταμέτρηση του χρόνου από την ανθρώπινη, εγκεφαλική ύπαρξη. Ο ήχος καταμετρά αγχωτικά το πέρασμα του παροντικού χρόνου:

 

Ο ήχος της διαδεχόμενης σταγόνας που πέφτει, συνεχώς μας τραβά την προσοχή στην εισαγωγή του νεκροτομείου με το αγόρι.

 

-Οι χτύποι των δεικτών ενός αφανούς ρολογιού συνοδεύουν τη δογματική/ασφαλή θεώρηση της ζωής της Alma, με προγραμματισμένο γάμο και τέκνα, προτού εκείνη πέσει για ύπνο.

 

-Μόλις η Alma διαβάζει απρεπώς τις επιστολές της Elisabet, επανέρχεται στο προσκήνιο η γήινη, μα και απόκοσμη καταμέτρηση των σταγόνων που πέφτουν. 

 

-Στην εξοχική κατοικία τα βήματα της Alma ακούγονται εκκωφαντικά στα αυτιά της Elisabet. 

 

Ο ήχος περιγράφει/αναλύει εύστοχα στον ακροατή/θεατή τον ακατανόητο άνθρωπο:

 

-Η Εlisabet ανασαίνει ξανά με την ενοχική ελπίδα μιας καινούργιας, ανθρώπινης εμπιστοσύνης. Παράλληλα αναπνέει, αντιμετωπίζοντας με δυσκολία το ανθρώπινο μίσος των πολέμων.

 

3) Casting

 

Η τοποθέτηση των ηθοποιών από τον δημιουργό στους συγκεκριμένους ρόλους αποδεικνύεται ως ιδανική! Η Liv Ullmann θα ήταν μόνο Elisabet Vogler και η Bibi Andersson αποκλειστικά Alma. Είπαμε στις “Ερμηνείες” αναλυτικά το γιατί. Εδώ θα μιλήσουμε για την αφανή ηρωίδα. Τη σοφή ιατρό. Η ένταξη της Margaretha Krook σε αυτόν το ρόλο προσφέρει μια υπερπολύτιμη υποκριτική και κινηματογραφική συνδρομή στο έργο. Η ερμηνεύτρια υποστηρίζοντας σενάριο/σκηνοθεσία και ρόλο σήκωσε στις πλάτες της το ανυπολόγιστο φορτίο της πρυτανεύουσας λογικής. Είναι η ώριμη γυναίκα μεταξύ των άλλων δύο εκδοχών. Παρεισφρέει στον κόσμο της ευθυνόφοβης νοσοκόμας Alma και την συνετίζει αυστηρά, ώστε να μην παραιτηθεί από την ασθενή. Ορμά στην ψυχοσύνθεση της διαμαρτυρόμενης σιωπής της Elisabet, κατανοώντας τη μάχη Τέχνης και Ζωής. Ως Γιατρός, της απαξιώνει την αυτοκτονία, αλλά και το ρόλο της σιωπής. Η σοβαρότητα, ωριμότητα, εξασφαλισμένη ενηλικίωση και η οξυδέρκεια βρίσκονται διαρκώς στην ερμηνεία της σπουδαίας ηθοποιού.   

 

4) Ενδυμασίες

 

Τα κοστούμια σχεδιάστηκαν και κατασκευάστηκαν από τους Mago και Eivor Kullberg. Η απλότητα που εστιάζει σε λεπτομέρειες (όπως η στολή εργασίας της νοσοκόμας Alma) δημιουργεί επιτυχή, κινηματογραφική ατμόσφαιρα. Η μινιμαλιστική προσέγγιση (όμοιες, μονόχρωμες, μαυροφορεμένες ενδυμασίες των Elisabet, Alma) υποστηρίζει άψογα την ελευθέρωση της τεράστιας δυναμικής του αέναου δράματος της ανθρώπινης ψυχής! Τα χειμερινά ρούχα ή τα μαγιό των ηρωίδων διαμορφώνουν τη συντήρηση της αχρονικότητας μέσα σε οργανωμένη, φιλμική δομή. Διότι θεωρούμε ως θεατές, πως με την αλλαγή των ρούχων, στην εξοχική κατοικία περνούν οι εποχές με ανερμήνευτη ταχύτητα.   

 

5) Τίτλοι αρχής

 

Τα ονόματα των συντελεστών του έργου, η διττή γυναικεία μορφή και το εγκαταλελειμμένο αγόρι του νεκροτομείου εναλλάσσονται γρήγορα σε μια ήδη σκεπτική εισαγωγή.

 

Δείτε αυτήν την ταινία. Την έχετε ανάγκη, πιο πολύ από όσο πιστεύετε! Σινεφίλ και θεατές συνεχίστε ή ξεκινήστε να γνωρίζετε τη διάνοια του Ingmar Bergman. Είναι ένας απόμακρος φίλος, που θα σας κάνει να γνωρίσετε καλύτερα την ανθρώπινη ύπαρξη, μα και τον ίδιο τον εαυτό σας…

 

Μια διανομή της Weirdwave  

 

Ο Eretikos κριτικός Γιάννης Κρουσίνσκυ

 

Ολες οι Ειδήσεις

Ειδήσεις Top Stories
X