Eretiki Κριτική

Εretiki κριτική-αφιέρωμα: “Μπάρτον Φινκ”, η πολυνοηματική ταινία των αδερφών Coen

Εretiki κριτική-αφιέρωμα: “Μπάρτον Φινκ”, η πολυνοηματική ταινία των αδερφών Coen
ViberViber MessengerMessenger WhatsAppWhatsApp
Ακούστε το άρθρο

Το 26ο Φεστιβάλ “Νύχτες Πρεμιέρας” μέσα από την κατηγορία “Το Σινεμά Ονειρεύεται” στις 24/9 παρουσίασε στο θερινό Cine “Άνεσις”, έναν από τους ταπεινούς θησαυρούς του κινηματογράφου: “Μπάρτον Φινκ” (Barton Fink, 1991) των Ethan & Joel Coen.

Η ταινία προβλήθηκε ξανά στις 2/10 στο Cine “Ριβιέρα.” Όπως θα διαπιστώσουμε και παρακάτω, έχετε κάθε λόγο, για να την παρακολουθήσετε!

Υπόθεση: Tο έτος 1941 ο θεατρικός συγγραφέας Barton Fink έχει ήδη αποκτήσει στη Νέα Υόρκη σημαντική εμπειρία και σεβαστή αναγνώριση επάνω στην Tέχνη του. Ωστόσο, συζητώντας σοβαρά με τον μοναδικό του έμπιστο κριτικό Tεχνών, Garland Stanford, ο ίδιος θα αποφασίσει να κάνει μια τολμηρή μετάβαση στην καριέρα του. Το επόμενο βήμα περιλαμβάνει, μια σαφώς πιο δαιδαλώδη, μα όχι πάντοτε και τόσο ποιοτική σκηνή…Εκείνη του Hollywood. Ο Barton θα ταξιδέψει στο Los Angeles, προκειμένου να εργαστεί ως κινηματογραφικός σεναριογράφος για την Capitol Pictures. Τα υποσχόμενα χρήματα είναι σαφέστατα σε πλαίσια ικανοποιητικών, οικονομικών απολαβών.

Πρώτα όμως ο διάσημος καλλιτέχνης της γραφής θα γνωρίσει το χώρο της φιλοξενίας, αφενός για την ελευθέρωση της δημιουργικής του φαντασίας και αφετέρου για την απαραίτητη ανάπαυση. Η διαμονή στο ξενοδοχείο Earl δεν είναι ωστόσο ακριβώς, αυτό που φανταζόταν ο Barton Fink. Ο ταπεινός, εξυπηρετικός ρεσεψιονίστ, ονόματι Chet, θα τον πληροφορήσει για τα απαραίτητα. Ο Fink μετά τον λιγομίλητο χειριστή του ασανσέρ, Pete, θα οδηγηθεί εντελώς μόνος μέσα από ένα μυστήριο, ατελείωτο διάδρομο δωματίων, στο διαμέρισμα υπ’ αριθμόν 621. Το μοναδικό φως στο δωμάτιο, από το ένα εκ των δύο παραθύρων, έρχεται απλώς, για να εγκλωβίσει τις ηλιαχτίδες του στο καταδικασμένο για εσωστρεφή, δημιουργική εργασία, μοναχικό διαμέρισμα. Η μοναδική συναισθηματική απόδραση επιτρέπεται, διαμέσου της φωτογραφίας μιας ελκυστικής κοπέλας σε κάποια ονειρική παραλία.

Στον αχανή διάδρομο του ξενοδοχείου ξεχωρίζουν τα τοποθετημένα ζευγάρια των παπουτσιών έξω από τις πόρτες των ενοίκων. Από τα γειτονικά διαμερίσματα μοιάζουν να προέρχονται ορισμένοι παράξενοι θόρυβοι…Όμως, σημασία έχει η δουλειά! Την επομένη το πρωί ξεκινά η γνωριμία με τον απαιτητικό, πολυάσχολο, φαφλατά και όχι και τόσο πνευματικά καλλιεργημένο ιδιοκτήτη της Capitol Pictures, Jack Lipnick και τον δουλικό-λειτουργικό βοηθό του, Lou…Το ανατεθέν “β΄ κατηγορίας” έργο αφορά τη ζωή ενός παλαιστή. Κάτι το οποίο είναι αρκετά έξω από την πένα της ποιητικής υπογραφής του Fink. Αλλά οι δουλειές είναι δουλειές.

Οι θόρυβοι συνεχίζονται στο ξενοδοχείο και τα παράπονα του Barton για το διπλανό δωμάτιο 623 γίνονται αμέσως κατανοητά τηλεφωνικώς στα αυτιά του Chet. Η πόρτα του υποσχόμενου σεναριογράφου θα χτυπήσει γρήγορα και δυνατά, μα αποδεικνύεται ότι απ’ έξω στέκεται ένας άγνωστος, μεγαλόσωμος, κάπως θυμωμένος, τύπος με τιράντες. Ονομάζεται Charlie Meadows και ευθυνόταν για το θόρυβο. Ο Charlie αφαιρεί ξαφνικά το αρχικό, αυστηρό ύφος και προτείνει ευδιάθετα στον Barton να του προσφέρει ένα ποτό, προκειμένου να απαλύνει την αναστάτωση. Ο καινούργιος γείτονας είναι ασφαλιστής. Ο φιλόδοξος, εσωστρεφής σεναριογράφος τον συμπαθεί και εκμυστηρεύεται το όραμά του, σχετικά με την ηρωική ανάδειξη της προσωπικότητας του απλού/καθημερινού εργαζόμενου ανθρώπου στις Τέχνες. Προσωπικοτήτων, ακριβώς όπως ο Charlie. Ο φιλικός γείτονας λέει, πως έχει αρκετές ιστορίες να του πει, αλλά…Ο Barton μολονότι επικοινωνεί όντως με τον απλό άνθρωπο, στην πραγματικότητα ποτέ δεν τον ακούει αρκετά…Η ζέστη στο διαμέρισμα κάνει την ταπετσαρία να ξεκολλά.

Την επομένη ο Fink θα συναντήσει τον έμπειρο, αλλά αποστασιοποιημένο επικοινωνιακά παραγωγό, Ben Geisler. Έναν άνθρωπο με τεράστια αυτοπεποίθηση, μα μόνο όταν όλα βαίνουν καλώς στη δουλειά του. Παράλληλα στις τουαλέτες του εστιατορίου θα συνομιλήσει εντελώς τυχαία με το σπουδαίο, διάσημο σεναριογράφο, μα θύμα του αλκοολισμού, Bill MayHew. Ο Barton προσπαθεί να βρει έμπνευση για το άγνωστο μονοπάτι ενός έργου με ήρωα τον παλαιστή. Ο Bill προσκαλεί το νέο συγγραφέα, για να συζητήσουν πολλά περί σεναρίων. Όμως ο Barton μιλά έξω από την πόρτα του διαμερίσματος του ινδάλματός του μόνο με την απολογητική, γοητευτική Odrey Taylor. Γραμματέα και σύντροφο του Mayhew…

Ο Barton Fink μοιάζει να έχει στερέψει από έμπνευση, κοιτάζοντας το υπερέχον λευκό χαρτί της “αμίλητης” γραφομηχανής και τη λυτρωτική φωτογραφία εκείνης της δροσερής κοπέλας στην παραλία. Ο Charlie εν τω μεταξύ εξακολουθεί να έρχεται σαν τακτικός επισκέπτης στο διαμέρισμα του “άνυδρου” σεναριογράφου. Η γνωριμία με το ζεύγος Bill και Odrey αποκαλύπτει την άσημη, καθαρματένια φύση του πασίγνωστου Mayhew. Ο Barton όμως αποκτά αλλιώς δημιουργικό έναυσμα, εξαιτίας ενός “ξενοδοχειακού ατυχήματος”, μπαίνοντας κυριολεκτικά στα παπούτσια του Charlie. Και βρίσκοντας έτσι μια ομοιάζουσα, ηρωική μορφή για το έργο του.

Όμως ο φιλικός ασφαλιστής λέει, πως θα αποχωρήσει προσωρινώς. Ο Barton θα ζητήσει συγγραφική βοήθεια τότε πανικόβλητος από την Odrey, αλλά θα βρει και ερωτική παρηγοριά. Το επόμενο πρωί όμως ένας εφιάλτης, από τα πιο τρομακτικά σενάρια, προκαλεί παραλυτικό φόβο στον Fink.

Ο Charlie έχει τη λύση!

Κινηματογραφικός Χάρτης:

Γενικώς στο έργο:

Θα παρακολουθήσουμε μια ταινία, η οποία σαγηνεύει το κοινό με την ομορφιά της κυριολεκτικά αμέσως. Είναι ένα υπέροχο κράμα ιδεών, οι οποίες καθρεπτίζονται σε όλες τις καλλιτεχνικές παραμέτρους του σινεμά (σενάριο, σκηνοθεσία, διεύθυνση φωτογραφίας, μοντάζ, κοστούμια, ερμηνείες, μουσική/ηχητική υπόκρουση κ.τ.λ.). Θα μπορούσαμε να τη χαρακτηρίσουμε με τον παράξενο όρο ως “Πολυνοηματική”. Καθότι η κινηματογραφική μαγεία της στολίζει: Τους αντιμαχόμενους κόσμους του ανήσυχου δημιουργού Barton Fink, της αδηφάγας βιομηχανίας του Hollywood, της ενασχόλησης με τις Τέχνες σε αντιπαράθεση με τον απλό, σεβαστό εργαζόμενο (“Common Man”=Charlie Meadows), της αυτοκαταστροφής (αλκοολισμός=Bill Mayhew) μέσα στη φαινομενική επιτυχία, της αναπόφευκτης, μηχανικής ένταξης σε ένα περιοριστικό, κοινωνικό σύστημα ακόμη και για τον ονειροπόλο-ρεαλιστή συγγραφέα. Ωστόσο μέσα σε αυτό το περιβάλλον θα έρθει η κλιμάκωση μίας έντονα διαμαρτυρόμενης στιγμής, καταδικάζοντας με αντιστρεφόμενη εχθρότητα το ναζισμό.

Το έργο δημιουργεί σχέσεις παρατήρησης σε όλους τους χαρακτήρες. Σχέσεις ενσυναίσθησης με τον πρωταγωνιστή Barton Fink. Σχέσεις αινιγματικής εγγύτητας με τον Charlie Meadows. Αλλά και σχέσεις αποστασιοποίησης με όλες τις υπόλοιπες, δυναμικές περσόνες. Το σινεματικό τρίπτυχο σενάριο/σκηνοθεσία/μοντάζ κυριαρχεί στο έργο. Ωστόσο, εναποτίθεται μέσα σε αυτό και η ήδη ατμοσφαιρική διεύθυνση φωτογραφίας.

-Το σενάριο είναι πανέξυπνα γραμμένο, ώστε να μπορεί να αναλυθεί σωστά και συγκεκριμένα από σχολαστικούς σινεφίλ, μα παράλληλα έχοντας τη σκόπιμη, σπάνια εφεδρική δυνατότητα να παραμείνει στη χαμαιλεοντική ισορροπία αρκετών πιθανών επιπέδων οριοθετημένης επεξήγησης, για το θεατή, που είναι λάτρης της αφαιρετικότητας και του άλυτου μυστηρίου. Ο κόσμος είναι η νόηση/αντίληψη του κεντρικού ήρωα. Δηλαδή, η σκέψη και η ζήση του πρωταγωνιστή. Σε αυτό το δίπολο διασταυρώνονται χαρακτήρες. Σε αυτή τη διασταύρωση χαρακτήρων κύριος συντελεστής είναι φυσικά ο πρωταγωνιστής Barton Fink. Μα τον αινιγματικό καταλύτη του έργου αποτελεί ο μοναδικός τουπραγματικός φίλος” στο Los Angeles, Charlie Meadows.

σκηνοθεσία παρουσιάζεται σε πλήρη αρμονία με αυτό το εξαιρετικά ενδιαφέρον, καλλιτεχνικό μοτίβο. Επιπροσθέτως, διαθέτει στη φαρέτρα της πολλά μέσα, τα οποία με απλή και ωφέλιμη χρήση επικοινωνούν το γρίφο της μίας αληθινής πλοκής στο κοινό. Η σκηνοθεσία θα κάνει την έκρηξή της, όταν ο εφιάλτης της ζήσης του μυαλού (“Life of the Mind”) θα προσπαθήσει να πάρει τα ηνία της πραγματικής ροής.

διεύθυνση φωτογραφίας πιστοποιεί έναν από τους λόγους, που ωθεί το κοινό σε μαγνητική μύηση στο 1941, αλλά ταυτοχρόνως και σε άχρονη, μαγευτική αισθητική ενός ανήσυχου, ευφάνταστου, μοναχικού σεναριογράφου, ονόματι Barton Fink.

-Το μοντάζ συνολικά εναρμονίζεται, κατά τακτοποιημένες ενότητες προσώπων, τα οποία διασταυρώνονται, ακολουθώντας πιστά την καλογραμμένη οδό του σεναρίου. Μας μαρτυρά και η τμηματική ένωση των πλάνων, ποια είναι η πραγματικότητα στις διασταυρώσεις των χαρακτήρων (π.χ. συναναστροφή Barton με Charlie). Το μοντάζ θα λειτουργήσει και συνειρμικά σε ορισμένες περιπτώσεις.

-Οι πρωταγωνιστικές ερμηνείες των ηθοποιών υποστηρίζουν ατομικά έντονους, συναισθηματικούς κόσμους. Βεβαίως, εξαιτίας της ποιοτικής υποκριτικής, όλοι οι χαρακτήρες συνυπάρχουν με δυναμισμό, είτε οι ρόλοι διασταυρωθούν είτε αποτελέσουν απλώς άλλο ένα κομμάτι στη βιβλιοθήκη των ανοικτών περσόνων, που απολαμβάνει να διαβάζει ο θεατής.

-Τα κοστούμια είναι ιδανικά και αξιοποιούν την υπερέχουσα επιλογή των εσωτερικών γυρισμάτων, ώστε να ταξιδέψουμε τάχιστα στο έτος 1941.

σκηνογραφία (δωμάτιο Fink, διάδρομος, Lobby ξενοδοχείου, καρέκλες στο γραφείο του Lipnick κ.α.) όσο εξελίσσεται η ταινία, μας εντυπωσιάζει όλο και περισσότερο.

-Το casting, βάσει της απόδοσης των ηθοποιών, αποδείχθηκε ως χρυσοφόρα καλλιτεχνική δυνατότητα εκλογής. Ειδικά όταν παίζουν έστω και για λίγο ηθοποιοί σαν τους Steve Buscemi=Chet (που από τότε φαινόταν το ταλέντο του), David Warrilow=Garland Stanford και John Mahoney=Bill Mayhew.

μουσική παραδίδει σεμινάριο για τη λακωνικότητα μιας κινηματογραφικής ακρόασης. Προκαλεί την αποκάλυψη και την ανάπτυξη των συναισθημάτων των ηρώων. Το ίδιο και τα σπουδαία ηχητικά τοπία, γεννώντας το μυστήριο στον κόσμο του ακροατή/θεατή.

Και τώρα Πιο Αναλυτικά…

Αρχικώς, έχει σημασία να αναφέρουμε, πως εάν κάποιος κριτικός κινηματογράφου δεν πάρει συγκεκριμένη θέση, σχετικά με την ερμηνεία της τροπής του έργου, τότε αυτό σημαίνει, πως δεν έχει αγγίξει τον πυρήνα της κατανόησης της ταινίας. Αυτά τα έργα ακόμη και όταν αποκαλυφθεί κάτι τέτοιο, δεν χάνουν τη δυναμική τους επ’ ουδενί λόγω. Ίσα ίσα αποκτούν περισσότερο ενδιαφέρον! Συνεπώς, από αυτό το σημείο είναι στην κρίση σας να διαβάσετε πριν ή μετά την παρακολούθηση της ταινίας τη συνέχεια αυτού του κειμένου.

Η αληθινή, καλλιτεχνική διαμαρτυρία έρχεται “ωφέλιμα απρόσκλητη”:

Καταρχάς, δεν πρόκειται μόνο για μια εξαιρετικά γοητευτική, αποδιδόμενη κινηματογραφική μαγεία. Η δημιουργία αυτή αφορά και ένα καλλιτεχνικό έργο με απρόβλεπτες, αποκαλυφθείσες, καλλιτεχνικές διαμαρτυρίες, μέσα από δύσκολο/επίπονο, μα εν τέλει λυτρωτικό, νοητικό δρόμο, απευθυνόμενο με επιτυχία στα συναισθήματα του κοινού των σινεφίλ. Διότι, κατά την εξέλιξη του έτους 1941 (έτος υπόθεσης σεναρίου), η ταινία θα βγει έξω από τον ενδιαφέροντα μικρόκοσμο των επαγγελματικών προβληματισμών του εβραϊκής καταγωγής Αμερικανού Βarton Fink και θα συναντήσει στο σωστό φιλμικό χρόνο, μέσω του ζωντανού και απόμακρου φλεγόμενου εφιάλτη μιας διαμαρτυρόμενης, φανταστικής αντεκδίκησης, ό,τι δυστυχώς συνέβαινε στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού. Στην πληγείσα από τους ναζί Ευρώπη, με στόχο και την εβραϊκή κοινότητα. Γιατί ο Barton Fink έχει εβραϊκή καταγωγή και στην πραγματικότητα, εκτός από τα σενάρια, που καθορίζουν το επαγγελματικό του πολύτιμο μέλλον, στα αβαθή ύδατα του μυαλού του τον απασχολούν πάρα πολύ, όσα έχει ακούσει για το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο (χωρίς να τα δούμε ποτέ εμείς ως θεατές στο συγκεκριμένο φιλμ).

Σαφώς, εν έτει 1991 (έτος παραγωγής της ταινίας) το έργο έδωσε επίσης ένα μήνυμα από τους δημιουργούς, αδερφούς Coen (ομοίως με εβραϊκές ρίζες) στο αληθινό Hollywood: Πως τότε 50 ή εν πάση περιπτώσει 54 χρόνια μετά από το Ολοκαύτωμα οι μνήμες ήταν ακόμη ολοζώντανες! Και ότι οφείλουν πολλοί δημιουργοί να ασχοληθούν κινηματογραφικά με την ανάδειξη-ενημέρωση της φρίκης του B΄ Παγκοσμίου Πολέμου, για τις επόμενες γενιές. Οι Joel και Ethan Coen μπορεί να μην παραδέχονται τη σημασία αυτών των συμβολικών, καλλιτεχνικών αναφορών στην ταινία τους. Ωστόσο, το έργο είναι παντοτινό και αντικειμενικά δείχνει την παρούσα κατάθεσή τους.

Ομολογώ, πως δεν καταλαβαίνω αυτές τους τις ανερμήνευτες, ενοχικές (;) δηλώσεις. Eφόσον οι λέξεις στα λόγια του Charlie Meadows: “heil hitler” είναι ξεκάθαρα εκδικητικά αντιστρεφόμενες και ηθικά αποστειρωμένες από εκείνον, ως συμβολικά ενάντιες στο πρόσωπο του Γερμανού ντετέκτιβDeutsch”. Όπως και η ύπαρξη Γερμανού {D.t. Deutsch} και Ιταλού {D.t. Mostrionotti} ντετέκτιβ στα ίχνη των Charlie και Barton, εν έτει 1941, μαρτυρά μια ακόμη εύστοχη, καταδικαστική αναφορά στους δράστες/υποστηρικτές του Ολοκαυτώματος και γενικώς του ναζισμού/φασισμού.

Αυτά τα ζητήματα δεν είναι απλά και είτε κάνεις καλλιτεχνική αναφορά είτε ενδοσκοπική, καλλιτεχνική κατάθεση ως δημιουργός σε μια ταινία, αναπόφευκτα τότε ακολουθείς τη βαρύτητα των κρίσιμων γεγονότων. Και το Ολοκαύτωμα των Εβραίων δεν προσπερνάται έτσι απλά (εννοείται, πως δεν χρειάζεται να είσαι Εβραίος, για να συγκινηθείς)…Θέλω να πω δηλαδή, ότι η σύντομη, ουσιώδης, καλλιτεχνική κατάθεση στην ταινία, κατά του ναζισμού, είναι μια χαρά! Αλλά οι μετέπειτα ατυχείς δηλώσεις, δυστυχώς όχι = “we just wanted them to be representative of the Axis world powers at the time. It just seemed kind of amusing. It’s a tease. All that stuff with Charlie – the “heil hitler!” business – sure, it’s all there, but it’s kind of a tease” (πηγή:Wikipedia)

Σενάριο:

θα παρακολουθήσουμε μια ταινία, η οποία ακροβατεί συνεχώς με αριστοτεχνικά, κινηματογραφικά βήματα ανάμεσα στη χώρα της γόνιμης φαντασίας, του απρόσκλητου ονείρου, της κρίσης, μα και έμπνευσης στη γραφή του πρωταγωνιστή Barton Fink. Φαντασία και Πραγματικότητα θα αναμετρηθούν μέχρι το τέλος, μα η πρώτη, μέσα από την προσεκτική παρατήρηση καθοριστικών σημείων σύνδεσης, αποδεικνύεται, πως είναι η αληθινή νικήτρια. Η καθημερινότητα εμφανίζεται ελάχιστα και μοιάζει βαρετή για τον ήρωα Barton Fink. Για εκείνον η απειλητική έλλειψη ιδεών και η απόκτηση γόνιμης έμπνευσης είναι όλος του ο κόσμος! Η εναλλαγή ημέρας και νύχτας φέρει συγκεκριμένο νόημα στο έργο, σε συνάρτηση με τις πραγματικές συναναστροφές εκτός και εντός του ξενοδοχείου.

Οι σχέσεις *πρωταγωνιστή/θεατή παρατηρούνται πολλές φορές στη γραφή του σεναρίου! Παρόλα αυτά, υπάρχουν στοιχεία απόκρυψης πληροφοριών σε αυτή τη σχέση…

Όλα είναι οργανωμένα και επανέρχονται στον κατάλληλο χρόνο. Οι συζητήσεις για ασφάλειες, σπιτονοικοκυρές και τη μόλυνση του Meadows στο αυτί. Η αρχική, βραδινή έξοδος μετά τη θεατρική παράσταση και πολύ αργότερα το γλέντι, έπειτα από την ολοκλήρωση του σεναρίου του Fink.

Οι επιρροές των δημιουργών Coen αποκαλύπτουν αναφορές σε έργα των Roman Polanski, Alfred Hitchcock και Stanley Kubrick, αλλά το θέμα δεν είναι σε μια κριτική να κάνουμε αναπαραγωγή της Wikipedia. Σημασία έχει, ο καθένας να συνεισφέρει με το δικό του στοιχείο. Ακούστε λοιπόν αυτό: Όταν ξυπνά ο Barton Fink, προτού μπει η Odrey στο δωμάτιο, εκείνος έχει τα γυαλιά του επάνω από το μαξιλάρι, σαν να σχηματίζεται ένα πρόσωπο. Είναι εκεί ορατή η επιρροή από την ταινία ο “Αόρατος Άνθρωπος” του James Whale ή όχι;

-Οι Barton Fink και Bill Mayhew εμπνεύστηκαν από αληθινά πρόσωπα σεναριογράφων με διαφορές και ομοιότητες στην προσωπική τους ζωή.

Οι Στιχομυθίες:

Είναι πραγματικά καλογραμμένες και προσαρμοσμένες στην αύρα των τόσο διαφορετικών, μα δυναμικών περσόνων. Τα ωραία λεγόμενα των ηρώων/ηρωίδων είναι πάμπολλα…Ας δούμε όμως την κεντρική απόδοσή τους. Ο Charlie Meadows χρησιμοποιεί εκφράσεις ενός ανθρώπου, που μοχθεί για τη ζωή. Ο Fink είναι πιο λόγιος. Υπάρχουν αναφορές, κατά τα τραγουδιστά λεγόμενα του Bill Mayhew στην ανθρώπινη δουλεία, καθώς εκείνος αποτελεί έναν εξευγενισμένο σκλάβο-δέσμιο, σεναριογράφο του Hollywood (καθ’ υπερβολήν και μη). Ο Jack Lipnick είναι φαφλατάς και μέσα στο παραλήρημά του επεξηγεί τα αυτονόητα (όπως για το καθάρισμα της πισίνας και όχι την έμπνευση του Barton). H Odrey κρύβει τον πόνο της. Οι δύο ντετέκτιβ συμπληρώνουν τέλεια ο ένας τα λεγόμενα του άλλου (καθόλου τυχαία ως Γερμανός και Ιταλός στη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου), κατά την έρευνα στο Lobby του ξενοδοχείου.

Οι Περσόνες:

Καθορίζουν την έκβαση των δράσεων του σεναρίου. Ο Barton Fink ορίζει το βίωμα των θεατών. O Charlie Meadows (σαν Karl Mount αποτελεί απλώς εκδοχή των ντετέκτιβς) ρυθμίζει την ένωση Πραγματικότητας και Φαντασίας του πρωταγωνιστή. Ο Bill Mayhew αποτελεί το συγγραφικό πρότυπο του Barton, αν και στην πορεία κατακρημνίζεται (αλκοολισμός, μισογυνισμός, σφετερισμός γραφής). O Jack Lipnick, παρουσιάζεται ως γραφικός, φαφλατάς, μα τελικά τραντάζει το σύμπαν του Fink, αποκαλώντας τον ως εγωκεντρικό αλαζόνα! Ο βοηθός του Lipnick, ονόματι Lou, ελίσσεται επαγγελματικά. Ο Chet είναι πάντοτε κάπου εκεί. Η Odrey παραπονείται σιωπηλά. Ο κριτικός Τεχνών, Garland, είναι σεβαστό πρόσωπο, μα όχι όταν δεν κατανοεί το όραμα του Fink.

Χρήσιμη Απουσία/Παρουσία περσόνων:

Οι Charlie, Mayhew, Odrey, Lipnick, Geisler, Garland, Chet φεύγουν προσωρινά και επανέρχονται στο έργο, συμπληρώνοντας ο ένας τα “κενά” του άλλου. Ο Barton Fink βρίσκεται όμως σε κάθε ξεχωριστή συναναστροφή μαζί τους! Οι Chet και Garland έχουν “χαραγμένη παρουσία” ακόμη και μέσω τηλεφώνου. Ωστόσο ο βοηθός Lou, στις δικές του σκηνές έρχεται και φεύγει μέσα στην ίδια θεματική, ενόσω μιλά ο Lipnick με τον Fink. Αυτό μας δείχνει: Πρώτον, πόσο πολύτιμος είναι o Lou για τον Jack Lipnick (εξού και η επαναπρόσληψη). Δεύτερον, ότι παραμένει βοηθός (απομάκρυνση από το διάλογο).

Ανατροπή σε δύο πράξεις:

Μολονότι όλοι αναμένουμε να εξυβρίσει ο Jack Lipnick τον Barton Fink, επειδή ο τελευταίος δεν αποκαλύπτει πόσα στοιχεία έχει γράψει (δηλαδή τίποτα, όπως ξέρουμε *μόνο εμείς και ο Fink {Εντάξει και ο Geisler, μα επειδή του το είπε ο Fink=ουσιαστικά, σχέση σεναριογράφου/πρωταγωνιστή/θεατή}), τελικά ο αποδέκτης των προσβολών γίνεται ο Lou. Ο Jack σέβεται την καλλιτεχνική “παραξενιά”. Αργότερα, μόλις παραδίδεται το ολοκληρωμένο σενάριο, τις προσβολές εισπράττει o Fink. Τραγική ειρωνεία λοιπόν από τους δημιουργούς, για το σεβασμό στο “τίποτα” και απαξίωση στο καλογραμμένο σενάριο, που παρέδωσε ο Barton.

Κομβικό σημείο:

Η ολοκλήρωση του σεναρίου του ήρωα, τον κάνει να θεωρήσει εαυτόν ανώτερο από άλλους, λέγοντας “Είμαι Δημιουργός, τέρατα!” Δείχνει το μυαλό του ως στολή υπηρεσίας προς τον απλό άνθρωπο. Αλλά στην πραγματικότητα, πέρα από τον αμυντικό του μηχανισμό, αναιρεί τα λεγόμενά του.

Αινιγματικό σημείο:

Μία απορία των θεατών στο σενάριο μπορεί να είναι, γιατί ο Jack Lipnick φορά στο τέλος τη στολή ενός Συνταγματάρχη; Το στοιχείο αφορά την περασμένη επίθεση στο Pearl Harbor (το λέει ο Lipnick, αλλά υπάρχει και πριν η κλακέτα “9/12/1941” στο ατάλαντο φιλμ της Capitol Pictures) και το ξεκίνημα της συμμετοχής των Η.Π.Α. στο B΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Επίσης, ο Barton αποτελεί έναν στρατιώτη-συγγραφέα της Capitol Pictures, υπακούοντας πλέον χωρίς αντίρρηση σε διαταγές.

Σκηνοθεσία:

Παρατηρούνται συνολικά τρεις φιλμικές σχέσεις: 1) Σκηνοθέτη/θεατή, 2) σκηνοθέτη/πρωταγωνιστή/θεατή (ανάμεσα σε πραγματικότητα και τη χώρα του ονείρου). 3) Μια ανεξάρτητη σχέση μέσα από τη θέαση άλλων περσόνων ή θεατών προς τον Barton (σκηνοθέτης/περσόνες/θεατής), μα από απόσταση ασφαλείας.

Χρησιμοποιούνται: Εστίαση και απομάκρυνση του φακού, κίνηση του μέσου από δεξιά προς τα αριστερά και αντιστρόφως, μεσαία, γενικά και κοντινά πλάνα, πλάνο βάθους πεδίου, κανόνας των 180 μοιρών, ακολουθία των ηθοποιών προς την κάμερα (με πίσω βήματα του εικονολήπτη=π.χ. ορισμένες στιγμές στο γραφείο του Lipnick), θέαση από ακίνητη λήψη του μέσου, χαμηλή τοποθέτηση της ακίνητης κάμερας, μικρή κατάβαση του μέσου στα παπούτσια του Fink.

Η πρωταγωνιστική, θέαση:

Πάρα πολλές φορές παρατηρούμε υποκειμενικά πλάνα μέσα από τα μάτια του Barton Fink. Η άφιξη στο ξενοδοχείο Earl. Η απομάκρυνση από το γραφείο του Jack Lipnick. Η κοντινή θέαση του καινούργιου του σεναριακού ήρωα, Charlie Meadows.

O σεβασμός του Barton Fink στο μοναδικό κριτικό…

…Garland Stanford γίνεται με την ανάπτυξη του κανόνα των 180 μοιρών εναλλάξ σε κοντινές αποστάσεις (με την ολοκλήρωση του κανόνα, κατά το τελικό πλάνο επεξήγησης των δύο απέναντι συνομιλητών στο ξεκίνημα του έργου).

Τα υποδήματα, μέσα από σεμνό μονοπάτι, δείχνουν το δρόμο:

Πράγματι, τα υποδήματα στο έργο βοηθούν καλλιτεχνικά τους δημιουργούς να εκφραστούν, ενισχύοντας εννοιολογικά σκηνοθεσία & σενάριο. Παρατηρούνται σε πολλές στιγμές. Στο διάδρομο του ξενοδοχείου με τα αναρίθμητα ζευγάρια παπουτσιών έξω από τις πόρτες. Στη λανθασμένη παράδοση, μεταξύ Barton και Charlie. Στη θέαση της κάμερας από χαμηλό ύψος, όταν ο Fink πηγαινοέρχεται ανήσυχος στο δωμάτιό του. Και κυρίως μόλις ο Fink μπαίνει μέσα στα παπούτσια (δηλαδή στη θέση) του Meadows. Τα υποδήματα ενώνουν με ταπεινότητα τα διαφορετικά επαγγέλματα και συνεπώς την οικονομική επιφάνεια των κοινωνικών τάξεων (σεναριογράφος/ασφαλιστής).

Καλλιτεχνικές καταθέσεις της σκηνοθεσίας:

-Όλες οι λυτρωτικές αποδράσεις του Fink στη διάσταση της φωτογραφίας του δωματίου με την ονειρική παραλία και την ακόμη πιο ονειρική κοπέλα!

-Το φιλί του Fink με την Odrey μοιάζει σαν την απαθανάτιση δύο αγαλμάτων, τα οποία γίνονται όλο και πιο ανθρώπινα, παραδίδοντας εαυτούς στην αγνότητα της έλξης.

σεξουαλική τους πράξη στη συνέχεια δεν θα γίνει ορατή από εμάς τους θεατές. Ο φακός θα οδηγηθεί στη μαύρη τρύπα του λευκού νεροχύτη και στο φαντασιακό εσωτερικό της. Έχουμε λοιπόν συνειρμική, σκηνοθετική προσέγγιση, που μας δείχνει την εσωστρέφεια της ηδονής, τις βρώμικες σκέψεις και φυσικά μια νουάρ άποψη για την ερωτική πράξη.

-Το ξέφρενο, επεισοδιακό, μεταμορφωμένο γλέντι του καυγά των ναυτών/στρατιωτών σε αργή κίνηση και η κατάληξη του φακού στο στόμιο της τρομπέτας!

-Ο ήσυχος διάδρομος του ξενοδοχείου, εν τέλει φλέγεται στο διάβα του Charlie, ο οποίος φωνάζει “Θα σου δείξω τη Ζήση του Μυαλού=Life of the Mind” στον Fink στην πραγματικότητα (ως ήρωας ενός συγγραφέα).

Σκηνοθεσία = Η Οδηγός της αποκεκαλυμμένης πλοκής:

Η πραγματικότητα φέρει ελάχιστες στιγμές στο έργο. Η δημιουργική Φαντασία του Fink επεξηγεί τα πάντα:

1) Πρωτίστως αναφέρουμε, πως οι αρχικές συναναστροφές του Barton Fink με τον Charlie Meadows απαρτίζονται από μεσαία πλάνα διαφορετικών αποστάσεων. Δηλαδή, μόλις μπει στο δωμάτιο, καθίσει και μιλήσουν, ο Charlie διακρίνεται σε μεσαίο πλάνο πιο κοντινής απόστασης. Αντιθέτως ο Barton βρίσκεται πιο μακριά στο δικό του αντίστοιχο, μεσαίο πλάνο. Αυτό μάλιστα γίνεται πιο διακριτό, μόλις αρχίσει ο Charlie να μιλά για τη ζωή του ως ασφαλιστής. Δηλαδή για το ποιος είναι. Αυτή η σκηνοθετική επιλογή πλάνων, σε απόλυτη αρμονία με το σενάριο και το μοντάζ, μας μαρτυρά το πόσο ξέρει ο Barton ήδη τον Charlie. Διότι είναι ένας χαρακτήρας, που επινόησε η γόνιμη, συγγραφική του φαντασία.

Παρόμοιος, κινηματογραφικός καθρεπτισμός διαλόγου ακολουθεί με τον Bill Mayhew στις τουαλέτες. Μα μόνο μόλις ο Barton τον θεωρεί ως τον καλύτερο σεναριογράφο της εποχής τους. Πάλι τότε ο Barton είναι πιο μακριά (εδώ με γενικό πλάνο), ενώ ο Bill πιο κοντά (μεσαίο πλάνο). Όλα έχουν να κάνουν με τη νόηση του Fink. Είναι λοιπόν φανταστική η γνωριμία με τον Bill; Όχι. Είναι όμως φανταστική η εγγύτητα-οικειότητα μεταξύ τους…

2) Η ζέστη στο δωμάτιο του Barton (ξεκολλούν οι ταπετσαρίες) συνοδεύεται με την παρουσία του Charlie στο ξενοδοχείο. Αυτό μας δείχνει, πως ό,τι σχετίζεται με τον Meadows, είναι αποκλειστικά στο μυαλό του Fink.

3) Την παρουσία των κουνουπιών αντιλαμβάνεται μόνο ο Fink. Ναι μεν κάτι έχει το πρόσωπό του (τσιρότα, μικρό σημάδι), όμως μάλλον δεν υπάρχουν κουνούπια, όπως του εξηγούν όλοι.

4) Πολλές φορές ο Fink μετά από κάποιες συναναστροφές ξυπνά. Όλα βαδίζουν μεταξύ έμπνευσης και ονείρου. Η έμπνευση είναι μονίμως στο κεφάλι του Barton, μέχρι να αποτυπωθεί στη γραφομηχανή του.

5) Οι δύο ντετέκτιβς που κατηγορούν τον Charlie και τον Fink δεν είναι καθόλου τυχαία Γερμανός και Ιταλός, εν καιρώ Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου.

6) Η είδηση στην εφημερίδα για τον αποκεφαλισμό του Bill Mayhew πιστοποιεί απλώς την κατάρρευση του πρώην προτύπου του Barton Fink. Το ζωντανό πρότυπο είναι ο Charlie.

7) Το γεγονός ότι οι φλόγες κατακλύζουν ανεξήγητα το χώρο, αλλά κυρίως πως ο Charlie επιστρέφει κανονικά στο φλεγόμενο δωμάτιο 623, ενώ παράλληλα ο Fink φεύγει από το ξενοδοχείο απλώς περπατώντας, ενισχύει την εκτίμηση της καλπάζουσας φαντασίας του Barton.

8) Ο θάνατος της Odrey έχει να κάνει με την άποψη του Barton για την προσωπική ζωή. Δηλαδή το σεξ υπάρχει μεν στη μοναχική ζωή ενός σεναριογράφου, μα όχι η συντροφικότητα. Αν προσέξετε, (αφού ξεφορτώθηκε το πτώμα της Odrey o Charlie), μόλις μπει μετά από κάποιες σκηνές ο Barton στο δωμάτιο, οι ήδη ευρισκόμενοι εκεί, καθήμενοι ντετέκτιβς διαβάζουν το σενάριο εκείνου. Τότε η τεράστια κηλίδα του αίματος υπάρχει ακόμη στο κρεβάτι. Εάν ήταν αληθινός ο θάνατος, τότε οι Charlie και Barton θα είχαν γυρίσει το στρώμα από την άλλη πλευρά ή θα το καθάριζαν.

9) Ο Charlie προσφωνεί τον Barton ως τουρίστα με γραφομηχανή, ενώ αντιθέτως αποκαλύπτει, πως ο ίδιος ζει μονίμως στο δωμάτιο 623 του ξενοδοχείου Earl. Ο Barton μπορεί να φύγει για πάντα, ενώ ο Charlie μόνο προσωρινά. Ζει μονίμως στη φαντασία του σεναριογράφου.

10) Ο Fink γενικώς βλέπει σενάρια παντού, ακόμη και σε βιβλία θρησκειών…Τα οποία στα κείμενά τους μιλούν για ερμηνεία ονείρων.

Διεύθυνση Φωτογραφίας:

Συνολικά είναι εκπληκτική! Αλλά ας δούμε κάποιες από τις πολλές Σημαντικές Στιγμές:

-H εισχώρηση της μεγάλης φωτεινής δέσμης στο σκιερό Lobby του ξενοδοχείου Earl με τα πολλά πορτατίφ, μόλις ο ήρωας περνά για πρώτη φορά το κατώφλι του οικήματος. Aλλά και πολύ αργότερα η ίδια εικόνα διακρίνεται, όταν τον καλούν στη ρεσεψιόν να συναντήσει τους ντετέκτιβς.

H διαγώνιας κατεύθυνσης δέσμη του φωτός από το ένα παράθυρο του δωματίου 621, μόλις μπαίνει για πρώτη φορά μέσα ο ήρωας.

-Σε πλάνο βάθους πεδίου οι Fink και Meadows καταγράφονται. Μόλις ο Charlie πάει να ανοίξει περισσότερο την ψυχή του, τότε η ρύθμιση του φακού αλλάζει με ήπια θόλωση! Διότι, ακριβώς τότε ο Barton μονοπωλεί και πάλι την κατεύθυνση της κουβέντας.

Η εστίαση στη γραφομηχανή και τα συστήματά της μέχρι να φτάσουμε στη λευκή σελίδα.

Μοντάζ:

!Σημείωση: Έγινε από τους Ε. & J. Coen με χρήση ψευδωνύμου περσόνας ονόματι, Roderick Jaynes! Γενικώς, ακολουθεί σε απόλυτη αρμονία τα σκηνοθετικά πλάνα, τα οποία σχετίζονται άμεσα με το σενάριο (π.χ. μεσαία εναλλασσόμενης απόστασης πλάνα, ή συνδυασμός με γενικά πλάνα σε διαλόγους).

Αμεσότητα:

-Η εστίαση στα συστήματα της γραφομηχανής με τις ελάχιστες γεμάτες γραμμές διαδέχεται το πρόσωπο, που εμπνέει συνεχώς τον Βarton Fink. Δηλαδή τον Charlie, ο οποίος τότε καθόλου τυχαία κάνει αμέσως μετά μια επίσκεψη. Αυτό είναι ακόμη ένα στοιχείο για την φανταστική ύπαρξη του Meadows.

Αργότερα, ο συγγραφέας κυριολεκτικά-μεταφορικά μπαίνει στα παπούτσια του Charlie. Στη γραφομηχανή φαίνεται γραπτώς (“A large man in tights”) η έμπνευση. Η σύνδεση των σκηνών γίνεται κατόπιν με τον Charlie να κρατά τα παπούτσια του “γείτονα” Barton.

-Από την άδεια γραφομηχανή του συγγραφέα οδηγούμαστε στο ταξίδι της “ζωντανής” ίδιας συσκευής της γραμματέως του Ben Geisler.

Σωστή, Ετεροχρονισμένη σύνδεση:

κυματισμός επάνω στο βράχο παρουσιάζεται με την άφιξη του Barton Fink στο Los Angeles και το ξενοδοχείο της στέγασης ενός υποσχόμενου σεναριογράφου. Αντιστοίχως, μόλις τελειώνει η ιστορία, παρακολουθούμε τον ήρωα να βρίσκεται σε εκείνη ακριβώς την παραλία.

-Η λυτρωτική απόδραση στη φωτογραφία της ερωτικής κοπέλας στη φανταστική παραλία θα ενταχθεί καταλλήλως σε καίρια σημεία της ταινίας. Η συνάντηση με το αληθινό μοντέλο της φωτογραφίας θα “καταταγεί” σαν ιδανικό κλείσιμο.

Ερμηνείες:

John Turturro (ως Barton Fink): Υπολήπτεται τη γνώμη του κριτικού Garland Stanford. Υπερασπίζεται την αγνή έμπνευση. Παθαίνει καλλιτεχνικό σοκ, φρίττοντας ενώπιον της ρηχότητας του Lipnick. Εκφράζει αρχικώς αποστασιοποίηση στην πρώτη γνωριμία με τον Charlie, μα τελικά τον εμπιστεύεται. Μιλώντας τότε με πάθος, για το όραμα του απλού ανθρώπου χαμογελά και συμπαθεί τον καινούργιο επισκέπτη. Φέρει εκτίμηση για τα έργα του Mayhew. Μονοπωλεί την κουβέντα από το συνομιλητή Charlie.

Απογοητεύεται με την κατάντια της προσωπικής ζωής του Mayhew. Εμπνέεται μόνο από την περσόνα του Charlie.

Συζητώντας με την Odrey χάνει πάσα ιδέα για το μύθο της συγγραφής του Mayhew. Εκεί έκφραση και κινησιολογία είναι ένα: Πηγαινοέρχεται, ταράσσεται, απογοητεύεται, θυμώνει, αγωνιά! Στη θέα του θανάτου ουρλιάζει με έναν ρεαλιστικό, τσιριχτό ήχο, μακριά από τα υποτιθέμενα στερεότυπα του αντρικού προτύπου. Κλαίει, όπως ένας ενήλικος, που θέλει να διατηρήσει παιδική ψυχή, μόλις φεύγει προσωρινώς ο μοναδικός του φίλος, Charlie. Χορεύει με επιτηδευμένη κωμικότητα και αφέλεια, γιορτάζοντας το σενάριο της καριέρας του. Αντιμετωπίζει υπεροπτικά τους ναύτες/στρατιώτες.

John Goodman (ως Charlie Meadows): Κάνει είσοδο με αυστηρό, θυμωμένο, σχεδόν επιθετικό ύφος. Αλλάζει έκφραση με πιο ευχάριστο χαμόγελο. Μπαίνει μέσα και ξαφνικά γίνεται φιλικός, συμπαθής. Γενικώς ο ηθοποιός, αν και ο Charlie Meadows είναι ασφαλιστής, διαχωρίζει την περσόνα από το επάγγελμα του ρόλου. Δηλαδή, αρχικώς φέρει το σκεπτικό/λεξιλόγιο του ασφαλιστή. Όμως ως προσωπικότητα είναι ευγενικός, συμπαθής, με χρωματισμένη φωνή. Εκεί ξεκινά η απόδοση κινηματογραφικής μαγείας. Το χαραγμένο χαμόγελο χωρίς ήχο, δίνει αξία στην ερμηνεία! Κατόπιν ντρέπεται για την άγνοιά του στις Τέχνες.

Η ταραχή και εν συνεχεία η ψυχρής λογικής αντιμετώπιση στην κατάληξη της Odrey ξεχωρίζουν. Έρχεται μέσα από τις φλόγες του ασανσέρ με περπάτημα σεσημασμένου τύπου. Οι κραυγές φαντάζουν τρομαχτικές. To σφύριγμα και η ήρεμη φωνή μετά στην κουβέντα με τον Barton είναι ακόμη πιο τρομακτικά. Η τεχνική αφορά το κλείσιμο των ματιών και την αποτυπωμένη θλίψη με τελική, φωνητική σίγαση (“…too much noise…”) και μορφασμό στο σαγόνι. Κάθε χαιρετισμός φτάνοντας στην πόρτα, έχει ενδιαφέρον!

Judy Davis (ως Audrey Taylor): Η υποκριτική της εντάσσεται σε ένα νουάρ σύμπαν, αλλά φέρει και προσωπικά στοιχεία. Η χρήση ζεστής φωνής ξεχωρίζει. Μας μεταδίδει μια γυναίκα, που δρα περισσότερο από όσο μιλά. Φροντίζει τον Μayhew. Αποκαλύπτει τη σχέση της στον Barton, φλερτάροντας ωστόσο διακριτικά/οριακά με χαμόγελο μαζί του. Είναι εκπληκτικό τότε, το πως η ερμηνεύτρια χρησιμοποιεί το κλείσιμο των ματιών ως ριψοκίνδυνη μέθοδο υποκριτικής και όμως είναι τόσο εκφραστική στη μετάδοση πολλών συναισθημάτων, σε προσπάθεια ελέγχου επίπονων αναμνήσεων!!! Υπομένει την παρακμή του Bill Mayhew. Αμήχανη, με παύσεις στην ομιλία και κούνημα του κεφαλιού, ομολογεί, πως εκείνη έγραφε τα σενάρια. Σιωπηλή, ντρέπεται για την αδυναμία του Bill να γράψει.

Michael Learner (ως Jack Lipnick): Αποδίδει αμέσως την αίσθηση της επιτυχίας, καθώς και την άρνηση της αποτυχίας του ιδιοκτήτη της Capitol Pictures. Ως Lipnick είναι πομπώδης, φαφλατάς και απαιτητικός. Ευγενικός με τον Fink. Ανυπόμονος για την πρόοδο του έργου του Barton. Απάνθρωπα εξουσιαστικός με τον βοηθό Lou. Αντιστρεφόμενα δουλικός προς τις “παραξενιές” του καλλιτέχνη. Λάτρης της ιεραρχίας και πρεσβευτής της αμφισβήτησης του σκεπτικού του Fink. Κερδοσκοπικός υπέρμαχος της Show business.

Tony Shalhoub (ως Ben Geisler): Είναι ο μόνος ηθοποιός, που παίζει με μίξη τακτικής θεατρικότητας και απλής απόδοσης του ρόλου. Πολυάσχολος ως παραγωγός. Εμφανίζει έπαρση, χωρίς να δίνει μεγάλη προσοχή αρχικώς στον Fink. Αργότερα, χαιρετά ένα φίλο-συνεργάτη με χαρά/ οικειότητα και αμέσως αλλάζει σε σοβαροφανή/αποστασιοποιημένη έκφραση, μόλις έρχεται ο Fink να του πει τα νέα για την πρόοδο του σεναρίου. Η αυτοπεποίθηση του ρόλου εξαφανίζεται και έρχεται η αγωνία, ο θυμός και η απογοήτευση, με απόδοση απολίτιστης κινησιολογίας (σκαρφαλώνει στιγμιαία στο γραφείο) για το αγνοούμενο, άμεσο επαγγελματικό του μέλλον.

Μουσική/Ηχητική υπόκρουση:

-Βιολιά, πιάνο και μεταλλόφωνο θα χρωματίσουν τα συναισθήματα του κεντρικού ηρώα και την κρισιμότητα των στιγμών του πάρα πολλές φορές. Προστίθεται κοντραμπάσο στο ανήσυχό του μοναχικό περπάτημα στο διαμέρισμα. H πρώιμη jazz συνοδεύει τον εκρηκτικό καυγά, κατά τη γιορτή της ολοκλήρωσης του σεναρίου του Barton.

-Κραυγές, κλάματα, γέλια και θόρυβος ακούγονται από τα γειτονικά δωμάτια. Μόλις ουρλιάζει ο Barton, ο ήχος των κινήσεων του Charlie ταξιδεύει προς την πόρτα. Η ηδονή της Odrey πάλλεται στα αυτιά μας. Η φωνή του Charlie Meadows ξεθωριάζει στο μυαλό του Fink, επειδή ο δεύτερος, λόγω του πανικού του για το φονικό, δεν ακούει πολλά. Αρκετές φορές αφήνεται απλώς η δυναμική των διαλόγων του έργου, χωρίς πρόσθετη, ηχητική ενίσχυση.

Συντελεστές:

Σενάριο: Εthan & Joel Coen. Σκηνοθεσία: Ehan & Joel Coen. Διεύθυνση Φωτογραφίας: Roger Deakins. Μοντάζ: Ehan & Joel Coen με ψευδώνυμο Roderick Jaynes. Πρωταγωνιστούν/Συμμετέχουν: John Turturro, John Goodman, Judy Davis, Michael Learner, Tony Shalhoub, Steve Buscemi, David Warrilow, John Mahoney, Lou Breeze, Richard Portnow, Christopher Murney. Μουσική: Carter Burwell. Ήχος: Skip Lievsay, Jean Marie Caroll, Frank Kern, Blake Leyh, Marissa Littlefield, Bruce Pross, Philip Stockton,Steven Visscher. Casting: Donna Isaacson, John S. Lyons. Σκηνογραφία: Robert C. Goldstein, Leslie McDonald, Nancy Haigh. Ενδυμασίες: Richard Hornung.

Μια Υπέροχη, φιλμική επαναφορά από το Φεστιβάλ Νύχτες Πρεμιέρας

O Eretikos κριτικός Γιάννης Κρουσίνσκυ

Ολες οι Ειδήσεις

Ειδήσεις Top Stories
X