Eretiki Κριτική

Eretiki κριτική της ταινίας “Bob Marley: One Love”

Eretiki κριτική της ταινίας “Bob Marley: One Love”
ViberViber MessengerMessenger WhatsAppWhatsApp
Ακούστε το άρθρο

Από τον Eretiko κριτικό Γιάννη Κρουσίνσκυ

Το χρονολογικό εύρος που επιλέγει να εστιάσει η ταινία, έχοντας σαν πυξίδα βέλτιστης ανθρωπιστικής και μουσικής αναζήτησης τον κεντρικό ήρωα Μάρλεϊ, δεν είναι καθόλου τυχαίο!

Υπάρχει το One Love Συναίσθημα μέσα στο έργο, αλλά σε λίγες στιγμές, όταν ο θεατής ενώσει προσεκτικά τα κομμάτια του παζλ.

Μέσα από το απρόβλεπτο σκοτάδι της ψυχής, ο σκηνοθέτης Γκριν εντοπίζει την ισορροπία παρεξηγημένης, μη κολακευτικής, ιδιοσυγκρασιακής περσόναςΤον Μπομπ Μάρλεϊ τον ενοχλούσε η κακή πρόθεση στην καρδιά των ανθρώπων και όχι τα επιπόλαια λάθη τους!

Ανάλυση

Απαραίτητη Εισαγωγή…

Μετά από τόσες δεκαετίες αναμονής, έρχεται κινηματογραφικά όχι άλλο ένα σχετικό ντοκιμαντέρ, μα αντιθέτως η πρώτη ταινία μυθοπλασίας για τη βιογραφία του σπουδαίου ειρηνιστή μουσικού, Μπομπ Μάρλεϊ! Η ταινία τυπικά αποδίδεται επισήμως σαν κατηγορία Βιογραφικού Μουσικού Δράματος”, βασισμένη στη ζωή του Μπομπ Μάρλεϊ. Είναι βέβαιο λοιπόν, ότι πάρα πολλοί σινεφίλ, ακροατές και μουσικοί θα έχουν ήδη ανάμικτα συναισθήματα, προτού δουν την ταινία “Bob Marley: One Love” (2024).

Από τη μια πλευρά, ελευθερώνεται η έντονη τεκμηριωμένη αγάπη για τον παγκόσμιο αυτό Καλλιτέχνη. Διότι εκτίναξε διεθνώς την ποιότητα της μουσικής Reggae, ταυτίζοντάς την απόλυτα με αντιρατσιστική νοοτροπία και ειρηνική αντιμετώπιση στην προσπάθεια γεφύρωσης των όποιων ανθρώπινων διαφορών, ξεκινώντας βεβαίως από την υπεράσπιση της αφρικανικής φυλής και της απαραίτητης ενότητας των χωρών της. Από την άλλη, δημιουργείται η θολή πλασματική εικόνα που σχηματίζει ασυναίσθητα ο καθένας μας μέσα στο μυαλό του για τον πραγματικά αξεπέραστο Μπομπ.

Αποτέλεσμα αυτών των δύο αντικρουόμενων στοιχείων, γεγονότων και πεποιθήσεων, είναι να υπάρχουν μπερδεμένες ανησυχίες και μεγάλες προσδοκίες θαυμαστών του Μάρλεϊ από τη νέα ταινία του σκηνοθέτη Ρεϊνάλντο Μάρκους Γκριν (γνωστός μέχρι πρότινος για την ταινία “Η Μέθοδος των Γουίλιαμς”). Εδώ βεβαίως χρειάζεται πριν από την κριτική να κάνουμε απαραίτητες επισημάνσεις, ερευνώντας με στοιχεία κινηματογραφικής δημοσιογραφίας. Διότι στο συγκεκριμένο σκεπτικό ο Ρεϊνάλντο Μάρκους Γκριν είχε την έγκριση, επίβλεψη και δυνατότητα συμβουλών από οικογενειακά μέλη και στενούς φίλους του Μπομπ Μάρλεϊ!

Ξεκινώντας για τη συγκατάθεση και συνυποστήριξη στο εγχείρημα αυτό από τα παιδιά (γιο Ζίγκι, κόρη Σεντέλα) και την σύζυγο του Μπομπ (Ρίτα). Και έπειτα του πολύ καλού φίλου και καλλιτεχνικού διευθυντή του Μάρλεϊ, Νέβιλ Γκάρικ, ο οποίος προτού αποβιώσει (2023) παρακολούθησε προσεκτικά μεγάλο μέρος των γυρισμάτων, ως πολύτιμος σύμβουλος σχετικά με την ανταπόκριση σε ιστορικά ακριβή γεγονότα της ταινίας. Τέλος, υπήρξαν ηθοποιοί που υποδύθηκαν τους πατέρες τους, οι οποίοι αποτέλεσαν πραγματικούς μουσικούς συνεργάτες (“Family Man” Barret, Marvin Junior), του ίδιου του Μπομπ Μάρλεϊ.

Επομένως, όλη αυτή η υπεύθυνη οικογενειακή και φιλική καλλιτεχνική πλαισίωση αποδεικνύει περίτρανα, ότι η ταινία βρισκόταν στα σωστά χέρια. Από εκεί και πέρα, εσείς, εγώ και οποιοσδήποτε άλλος σαν Σινεφίλ και λάτρεις της μουσικής στην Ελλάδα ή τον υπόλοιπο κόσμο, ξέρουμε άραγε στα αλήθεια κάτι παραπάνω για τον Μπομπ από αυτούς τους τόσο κοντινούς του ανθρώπους; “Μάλλον” όχι! Ας δούμε επ’ αυτού δύο εξαιρετικά σημαντικές δηλώσεις, από τον γιο Ζίγκι Μάρλεϊ και από τον σκηνοθέτη Ρεϊνάλντο Μάρκους Γκριν:

Ζίγκι Μάρλεϊ: Αυτή η ταινία είναι μία γνήσια αναπαράσταση της Τζαμάϊκα, του Μπομπ και της δημιουργίας για τη μουσική του. Προσεγγίσαμε την ταινία σαν ένα δημιουργικό έργο και όχι όπως μία συναισθηματική κατάθεση. Τα συναισθήματα δεν χωράνε εδώ. Η ταινία πραγματεύεται την αλήθεια.»

Ρεϊνάλντο Μάρκους Γκριν: «Στην ταινία θα δούμε έναν Μπομπ Μάρλεϊ που δεν γνωρίζουν οι περισσότεροι. Θα δώσουμε σε όλους κάτι που δεν έχουν δει, κάτι το οποίο δεν μπορούν να βρουν σε μηχανή αναζήτησης. Κάτι βασισμένο σε πραγματικές συνομιλίες, εκ των έσω!» (πηγές πληροφοριών: Feelgood Entertainment)

Γενικώς…

Τώρα λοιπόν, ας περάσουμε και στην κριτική. Αρχικώς, όσον αφορά τη μουσική που ακούγεται στην ταινία, τα επιλεγμένα αγαπητά τραγούδια είναι βεβαίως υπέροχα και μοιρασμένα σωστά, ώστε να δίνουν σε έγκαιρα χρονικά διαστήματα τον ζεστό παλμό της μπάντας “Bob Marley and the Wailers.” Με αποτέλεσμα να αισθανθεί ο θεατής την αγνή αύρα της Reggae, χορεύοντας δικαίως και λίγο παραπάνω στο κάθισμά του! Ο πολύ καλός ήχος της ταινίας συμβάλλει επίσης στη μετάδοση αυτού του αυθεντικού vibe!

Η ταινία αποτυπώνει την εντυπωσιακή άνεση όλων των μουσικών περσόνων σε επίπεδο αυθεντίας κατά το παίξιμό τους, δείχνοντας ότι το μόνο που τους έλειπε κάθε φορά ήταν το παραπάνω στάδιο, της υπερβατικής μουσικότητας. Το οποίο εκείνοι το βρίσκανε αμέσως, μόλις μετά από λίγα takes στο στούντιο, ενώ άλλοι μουσικοί στην πραγματική ζωή ούτε να το ονειρευτούν δεν μπορούν…Τα κοστούμια μαζί με το μακιγιάζ του ρόλου Μάρλεϊ και των κοντινών του ανθρώπων, με τις πολύχρωμες στιλάτες φόρμες και τα χτενίσματα dreadlocks αντιστοίχως, ήταν πολύ ωραία!

Ο Κίνγκσλεϊ Μπεν-Αντίρ είναι ο κατάλληλος πρωταγωνιστής στο ρόλο αυτού του Μπομπ Μάρλεϊ. Κυρίως για την κατανόηση της κινηματογραφικά αποδιδόμενης αύρας, πάνω σε μια τόσο εμβληματική προσωπικότητα. Πολλή παραστατική και η Λασάνα Λιντς στο ρόλο της συζύγου Ρίτα Άντερσον-Μάρλεϊ (σχολιασμός *καλύτερων ερμηνειών ακολουθεί παρακάτω στην κατηγορία “Πιο Αναλυτικά” της Eretikis κριτικής). Γενικώς, ερμηνείες και διανομή ρόλων τα πήγαν πολύ καλά. Βεβαίως το ομαδικό συναίσθημα, όταν σε απομονωμένες στιγμές επαναλαμβάνουν όλοι μαζί γεμάτα τη λέξη “Ρασταφάρι”, τους κάνει κάπως γραφικούς. Το ίδιο και η ενσάρκωση του φυλάρχου. Αλλά το ξεπερνά γρήγορα ο θεατής…

Από άποψη πιο σφαιρικής κινηματογραφικής προσέγγισης, ο Γκριν σκηνοθετεί υπεύθυνα την ταινία, επιλέγοντας συνειδητά να ασχοληθεί με την απόδοση δημιουργικής έκρηξης και επακόλουθης αποδεδειγμένης έξαρσης στη μουσική και σε άλλες πτυχές του Μπομπ Μάρλεϊ. Με άλλα λόγια, το χρονολογικό εύρος που επιλέγει να εστιάσει η ταινία, έχοντας σαν πυξίδα βέλτιστης ανθρωπιστικής και μουσικής αναζήτησης τον κεντρικό ήρωα, δεν είναι καθόλου τυχαίο! Έτσι, εφόσον βρίσκεται εύστοχα μέσα σε συγκεκριμένο χρονολογικό σημείο συνολικής εξέλιξης στην προσωπικότητα Μπομπ Μάρλεϊ, η ταινία του Ρεϊνάλντο Μάρκους Γκριν αποφάσισε και κατάφερε να χωρέσει στο σύμπαν της αρκετά και ενδιαφέροντα, ψυχοκοινωνικά γεγονότα γύρω από εκείνον.

Διότι αναπόφευκτα το επίκεντρο τούτων των σημαντικών γεγονότων θα ήταν εύλογα ο κεντρικός ήρωας Μπομπ Μάρλεϊ. Παρατηρούμε: Απόπειρα δολοφονίας κατά του Μάρλεϊ στο Κίνγκστον, κατά τη διάρκεια αναζωπύρωσης στο μένος μεταξύ αριστερών και δεξιών πολιτικών παρατάξεων στην Τζαμάϊκα. Αυτοεξορία του ίδιου στο Λονδίνο, η οποία έφερε και τις συγχρόνως πιο διεθνιστικές-παραδοσιακές μουσικές αποφάσεις του. Ειρηνικό μήνυμα, πείσμα, μα τελικά υλοποίηση επίσημης μετάδοσης αυτού του ειρηνικού μηνύματος από τον Μπομπ στην πολυτάραχη, αγαπημένη του Τζαμάϊκα. Αέναη επικοινωνία και σταδιακή σύγκρουση με τη σύντροφο ζωής, Ρίτα Άντερσον-Μάρλεϊ.

Συν τοις άλλοις, στο έργο παρατηρούνται διαμοιρασμένες σεναριακές πράξεις, οι οποίες μας προσανατολίζουν στις συνήθειες (τζόκινγκ και ποδόσφαιρο με φίλους) ή στην αληθινή ιεροτελεστία του Μάρλεϊ (μεγάλες συναυλίες σε ανοικτό χώρο, μουσική εγγραφή σε στούντιο, δημιουργία μουσικών ιδεών στο σπίτι με την κιθάρα). Η ταινία δεν ηρωοποιεί τον Μπομπ. Τον δείχνει να μυείται ως πολύ νεότερος στον Ρασταφαριανισμό διστακτικά και επειδή ξεκάθαρα γνώρισε τότε τη Ρίτα, ενόσω παράλληλα αναζητούσε καθοδήγηση και αποδοχή λόγω απόρριψης από τον πατέρα του. Όσο για την τελετουργία του με τα ναρκωτικά και τη θρησκεία, η ταινία τον δείχνει χαλαρό και σοβαρό ταυτοχρόνως. Επίσης τον δείχνει μέσα σε αντιθέσεις, που δεν είναι δημιουργικές. Δεν ταιριάζει ο αθλητισμός με τα ναρκωτικά. Δεν ταιριάζουν οι Τέχνες με τα ναρκωτικά.

Σε περίπτωση που δεν το καταλάβατε ακόμη, όσες/όσοι έγραψαν ιστορία στις Τέχνες το έκαναν λόγω Ταλέντου και Δουλειάς, όχι λόγω παραισθησιογόνων ουσιών. Το ίδιο και ο Μπομπ. Το Ταλέντο του είχε σημασία. Θέλω να πω, ότι η χρήση ναρκωτικών ουσιών στην πραγματικότητα δείχνει, ότι κάποιος εκείνη τη στιγμή δεν φέρεται έξυπνα στη ζωή του. Άρα, ο Μπομπ δεν εκθειάζεται στην ταινία. Η ταινία τον πλησιάζει σαν προσωπικότητα. Διότι παραδόξως μέσα στη Μουσική Ευφυΐα, το Ειρηνικό Πνεύμα, το Αλληλέγγυο Παναφρικανικό Όραμα, την ενιαία Γνήσια Καλλιτεχνική Έκφραση και Προσωπικότητα και εν τέλει μέσα στην όποια θετική δράση του, στον αντίποδα ο ίδιος δυστυχώς είχε όντως και αρνητικές επιλογές, κάνοντας τέτοιες μεγάλες βλακείες. Εκεί χάνει κατ’ εμέ και ο Ρασταφαριανισμός έδαφος κουλτούρας. Εκτός και αν δεν θεωρείτε, κάποιοι από εσάς αγαπητοί αναγνώστες, τα ναρκωτικά ως τεράστια βλακεία. Εδώ λοιπόν Διαφωνούμε.

Το πρόβλημα όμως τότε δυστυχώς παραμένει καθαρά (ή μάλλον χωρίς διαύγεια) δικό σας. Και σας το λέει ένας άνθρωπος, που είχε προ εικοσαετίας ράστα μαλλιά ή μάλλον dreadlocks (τότε τα λέγαμε “τζίβες”) για 3,5 χρόνια, χωρίς να πάρει ωστόσο ποτέ στη ζωή του ναρκωτικά. Δεν έχω κάποιο άλλο πρόβλημα με το Ρασταφαριανισμό σαν φιλοσοφία ζωής. Πέρα από το ότι -όπως κάθε θρησκεία- φάσκει και αντιφάσκει, ίσα ίσα ο Ρασταφαριανισμός μεταδίδει Ειρηνικές Επιλύσεις προβλημάτων και Παναφρικανικές Αξίες, οι οποίες έχουν Πανανθρώπινο Προορισμό. Ακόμη και η υπερβολική θεία λατρεία τους για τον Σελασιέ φέρει επί της ουσίας γήινο και κοινωνικοπολιτικό πρόσημο. Αλλά όλα γενικώς εξαρτώνται σαν προσαρμόσιμη φιλοσοφία από την προσωπική αλήθεια που αναζητά και βρίσκει στη ζωή του ο κάθε Ρασταφάρι, στον δρόμο για τη “Μια Αγάπη.” Ο Μπομπ τη βρήκε!

Το αληθινό μήνυμα του Μπομπ ήταν πάντοτε ιερό σε μουσικό, φιλοσοφικό, κοινωνικοπολιτικό, ψυχοκοινωνικό, ειρηνικό και ανθρωπιστικό επίπεδο. Ήταν ιερό, γιατί το εξέπεμπε η σπάνια αύρα του ίδιου του Μάρλεϊ, δίχως να έχει ποτέ ανάγκη τα ναρκωτικά: Το ερώτημα είναι: υπάρχει αυτό το αληθινά ιερό μήνυμα μέσα στην ταινία, κάνοντάς μας να θυμηθούμε, ότι όλοι μας σε κάθε ήπειρο έχουμε την ίδια καρδιά, ανεξαρτήτως από το όποιο χρώμα στο δέρμα μας; Υπάρχει το One Love Συναίσθημα μέσα στο έργο; Ναι, υπάρχει! Αλλά σε λίγες στιγμές, όταν ο θεατής ενώσει προσεκτικά τα κομμάτια του παζλ.

Χρονολογικά λοιπόν, το έργο μάς ταξιδεύει στο συνολικό διάστημα 1976-1981, αλλά επικεντρώνεται στην καθοριστική διαδοχή των ετών 1976-1978. Τότε ο Μπομπ και το μουσικό του πλήρωμα δημιουργούσαν το σπάνιο άλμπουμ Exodus” (1977). Το πέρασμα του άλμπουμ αυτού μεταδίδει στον θεατή σεβασμό, διαμέσου μιας απαραίτητης σύστασης-αποκατάστασης. Τόσο κινηματογραφικά όσο και επικοινωνιακά, ο Γκριν επιτέλους συστήνει στο κοινό τον Μπομπ Μάρλεϊ μέσα σε ευδιάκριτο στάδιο οργανωμένης μουσικής έκφρασης, με ένα αξιοσημείωτα εμπνευσμένο αποτύπωμα στην παγκόσμια δισκογραφία!

Έναν δίσκο που δικαίως έφερε και τις επόμενες μεγάλες επιτυχίες. Έναν δίσκο που σύστησε ιδανικά τον Μάρλεϊ, το μουσικό του πλήρωμα, καθώς και την ίδια τη Reggae με τα μουσικά παρακλάδια της, παγκοσμίως! Πείτε μου με το χέρι στην καρδιά, πόσες/πόσοι από εσάς ακροατές, μουσικοί, κριτικοί, σινεφίλ, καλλιτέχνες, δημοσιογράφοι έχετε συνδέσει στη σκέψη σας τα τραγούδια του Μάρλεϊ να εντάσσονται μουσικά αυστηρώς μόνο μέσα στην αλυσιδωτή επιτυχημένη στούντιο (“Exodus”, “Kaya”, “Survival”, “Uprising” και “Confrontation”) δισκογραφία του; Μήπως πολύ πιο αυθόρμητα, τα έχετε στο νου σας μέσα από μουσικές συλλογές της Reggae ή καλύτερες επιτυχίες του ίδιου; Το περίμενα…Άρα ο Γκριν, δίνοντας βάση στο “Exodus”, πέτυχε κάτι ιδιαίτερο εδώ για το κοινό!

Συμπερασματικά

Επιπλέον στην ταινία ο δίσκος Exodus” σηματοδοτεί και την τότε αναγνωρισμένη θέση του Μάρλεϊ στον Κόσμο. Προσωπικά, βρίσκω πολύ ενδιαφέρουσα την κινηματογραφική αφήγηση στο έργο του Γκριν, η οποία απέδωσε γοητευτικά την κομβική έλευση (είχε ξαναπάει στην Αγγλία), παραμονή και συμπεριφορά του Μάρλεϊ και των υπολοίπων Τζαμαϊκανών συνεργατών του στο Λονδίνο των 70’s. Από το ότι παρευρέθηκε σε ζωντανή επεισοδιακή Punk συναυλία των The Clash” κατά το τραγούδιWhite Riot”, μέχρι στο πώς συσχετίστηκε το εμβληματικό λιοντάρι του Ιούδα των Ρασταφάρι με τα αγάλματα των τεσσάρων λιονταριών που “προστατεύουν” τη μορφή του Ναυάρχου Νέλσον στην πλατεία Τραφάλγκαρ του Λονδίνου. Αυτό είναι απευθυνόμενη ποιητική αδεία για τον θεατή του σήμερα, καθότι η πλατεία Τραφάλγκαρ δεν είχε τέτοια προσβασιμότητα στη δεκαετία του 1970.

Εδώ έγινε μια συνολικά ενδιαφέρουσα ταύτιση καταπολέμησης της αδικίας από Punk και Reggae (για την αγγλική μοναρχία στο εσωτερικό και την αποικιοκρατία έξω από το νησί), αλλά και αλλιώτικης υπεράσπισης του δικαίου από αντικρουόμενα λιοντάρια (με αφορμή τον Νέλσον που νίκησε τον Βιλνέβ και τους Τζαμαϊκανούς που δικαιούνται να διεκδικούν πρόοδο σε αγγλικό έδαφος). Η πρώτη περίπτωση γίνεται πιο εύκολα εικόνα στο θεατή. Πράγματι λοιπόν, τα τζαμαϊκανά λιοντάρια με τη χαίτη ράστα κατέκτησαν εδώ τη μουσική έμπνευση στο Λονδίνο, παίρνοντας τα ηνία από τη μοϊκάνα, αλλά και μια γλυκιά ειρηνική εκδίκηση διεθνιστικού χαρακτήρα για τη χρόνια αποικιοκρατία της Αγγλίας (που δυστυχώς έφτασε μέχρι και στο νησιωτικό κράτος της Τζαμάϊκα στην Καραϊβική). Εύστοχος καλλιτεχνικά ο Γκριν και μάλιστα πολύ διακριτικός!

Έτσι συνδέεται νοηματικά στο σενάριο και το αντίστροφο χρονολογικό ταξίδι του παρελθόντος, του ψυχολογικά τραυματισμένου από έλλειψη πατρικής στοργής μικρούλη Μπομπ, με τον αποικιοκρατικά απεσταλμένο λευκό Άγγλο πατέρα του στην Τζαμάϊκα. Η απόμακρη πατρική μορφή στην ταινία ιππεύει και φαίνεται να εγκατέλειψε συναισθηματικά τον Μπομπ και τη μητέρα του, Σεντέλα Μάλκομ. Χωρίς να τους θεωρήσει ως αληθινή οικογένειά του (πληροφορίες στο διαδίκτυο λένε, ότι ο Μάρλεϊ έχασε τον Άγγλο πατέρα του τελικά από καρδιακή προσβολή και πως η μητέρα του παντρεύτηκε μετά Αμερικανό).

Αυτή η εγκατάλειψη μάς οδηγεί αλληλένδετα σε ένα μυστηριώδες επαναλαμβανόμενο μοτίβο της ταινίας μέσα στη φαντασία του ρόλου Μάρλεϊ. Σε μια εναλλακτική πατρική μορφή με αφρικανικές ρίζες, η οποία ιππεύοντας επίσης θα αναπληρώσει ένα τεράστιο κενό. Θα τον διασώσει, από τις φλόγες που κινδυνεύει εκείνος και όλη η γενιά του. Θα μπορούσε η μορφή να είναι ο Χαϊλέ Σελασιέ. Άλλωστε, ο Μάρλεϊ είχε εκθειάσει κυριολεκτικά τις ιστορικές ενέργειες κατά της δουλείας ή υπέρ της αντιφασιστικής δράσης από τον Σελασιέ στην Αιθιοπία. Αλλά και την ιστορική επίσκεψή του στην Τζαμάϊκα. Εδώ ο Γκριν θα κάνει και ένα κινηματογραφικό χιούμορ, παραλληλίζοντας την κοσμοσυρροή κατά την επιστροφή του Μάρλεϊ στο αεροδρόμιο του Κίνγκστον, με την ιστορική παλιότερη επίσκεψη του Σελασιέ.

Η μέθοδος της επανάληψης δεν τελειώνει όμως εδώ. Ο Γκριν μαζί με το μοντάζ των Νικ Χάουϊ και Πάμελα Μάρτιν παντρεύει ετεροχρονισμένα αυτή την επαναλαμβανόμενη αισθητική και με τον άνθρωπο που επιχείρησε να δολοφονήσει τον Μπομπ, τη Ρίτα και τον Ντον. Η επανάληψη αυτή ταξιδεύει ακόμη και μέσα σε ζωντανές συναυλίες του πικραμένου Μάρλεϊ, ο οποίος ξαναβλέπει νοητικά μέσα στο πλήθος τον μοναδικό άνθρωπο με ίδια εθνικότητα που ανέλαβε -έστω και διστακτικά- να τον πυροβολήσει.

Όλες οι επαναλήψεις αυτές στην ταινία του Γκριν μεταδίδουν κάτι από τον παλμό της ανήσυχης ψυχής του Μάρλεϊ, ταξιδεύοντάς μας σε ένα πιο σκοτεινό του σημείο, που ομολογουμένως μέχρι τώρα δεν γνωρίζαμε. Ναι, η ψυχή του διέθετε φόβο! Ναι, ήταν συναισθηματικά τρωτός! Αλλά και χωρίς επαναλήψεις, το έργο αποκαλύπτει πληροφορίες με αιφνιδιαστικές κουβέντες. Ναι, ο Μπομπ ζήλευε ανεξέλεγκτα τη Ρίτα. Ναι, είχε και άλλες γυναίκες. Όπως και εκείνη είχε και άλλα φλερτ. Συνεπώς, ο Γκριν με διάφορους τρόπους, κάνει, αυτό που υποσχέθηκε! Δείχνει μαζί γνώριμες, δυσεύρετες, γοητευτικές, μη κολακευτικές πλευρές της ζωής του Μάρλεϊ! Με την έγκριση οικογενειακών μελών του Μάρλεϊ. Κάτι τέτοιο το εκλαμβάνω μόνο θετικά στο Σινεμά του. Εσείς;

Σκεπτικό…

Ειρηνική Ψυχή/Αδιαπραγμάτευτη Οργή

Είχατε φανταστεί ποτέ τον Μπομπ να χτυπά λυσσασμένος έναν άνθρωπο, ο οποίος με ύπουλες πράξεις πίσω από την πλάτη του πρόσβαλε λεκτικά την ηθική, την καλοσύνη και την ανιδιοτέλεια του ονόματος Μάρλεϊ; Είστε μεγάλοι ψεύτες, εάν πείτε ναι! Στον αντίποδα, είχατε σκεφτεί ποτέ να μην αναζητά απολύτως καμία εκδίκηση ή τιμωρία ο Μάρλεϊ, από τον άνθρωπο που στάθηκε απέναντί του πυροβολώντας τον; Να μην τον αντιπαθεί καθόλου; Έχετε όλη την αλήθεια του κόσμου, λέγοντας όχι.

Μέσα από το απρόβλεπτο σκοτάδι της ψυχής, ο σκηνοθέτης Γκριν εντοπίζει την ισορροπία παρεξηγημένης, μη κολακευτικής, ιδιοσυγκρασιακής περσόναςΤον Μπομπ Μάρλεϊ τον ενοχλούσε η κακή πρόθεση στην καρδιά των ανθρώπων και όχι τα επιπόλαια λάθη τους! Θα ήταν μεγάλη αχαριστία, να μην αναγνωρίσουμε κινηματογραφικά στον Γκριν αυτή την τόσο καλλιτεχνική συσχέτιση.

Πιο Αναλυτικά…

*Ερμηνείες

Κίνγκσλεϊ Μπεν-Αντίρ (Μπομπ Μάρλεϊ)

Ένας low profile ιδανικός πρωταγωνιστής! Όταν συζητά για τις τότε ανύπαρκτες υποδομές μουσικών συναυλιών-περιοδειών στην Αφρική και απαντά απλούστατα, χαμογελώντας με ενήλικη υπευθυνότητα και αδιαπραγμάτευτη παιδικότητα μαζί: “Ε, τότε να φτιάξουμε!” εκεί ακριβώς βρίσκεται όλη η αύρα του Μάρλεϊ! Όπως και στο πως ο ερμηνευτής ως Μπομπ, κοιτά τον δράστη, μεταδίδοντάς του χωρίς λόγια, ότι είναι μέγα λάθος αυτό που σκοπεύει να κάνει, προτού τον πυροβολήσει. Πολύ καλός και στην αφοσίωση της μουσικής δημιουργίας είτε σε στούντιο μαζί με όλους είτε σε ατομική έμπνευση με κιθάρα στο σπίτι. Έδωσε οντότητα και σε σημεία σιωπηλής θλίψης του Μπομπ…

Λασάνα Λιντς (Ρίτα Άντερσον-Μάρλεϊ)

Δυναμικά εξελισσόμενη ερμηνεία! Η σκηνή της δραματικής σύγκρουσης της Ρίτα με τον Μπομπ γίνεται τόσο παραστατική, εξαιτίας της ηθοποιού. Εκεί ως Ρίτα δεν θα κάνει μόνο τον ρόλο Μπομπ να καθίσει και να την ακούσει, βάζοντάς του μυαλό. Μα και κάθε ζευγάρι, το οποίο τείνει να ξεχνά τι σημαίνει δοκιμασμένη συντροφικότητα στα δύσκολα! Εκεί που του είπε, ότι μίλαγε ανέκαθεν μαζί του για μουσική και για τα πάντα, ακόμη και όταν ο ίδιος διέθετε κάποτε μόνο ένα πουκάμισο.

Μια διανομή της Feelgood Entertainment

Συντελεστές

Σενάριο: Terence Winter, Frank E. Flowers, Zach Baylin, Reinaldo Marcus Green. Σκηνοθεσία: Reinaldo Marcus Green. Διεύθυνση Φωτογραφίας: Robert Elswit. Μοντάζ: Nick Houy, Pamela Martin. Πρωταγωνιστούν/συμμετέχουν: Kingsley Ben-Adir, Lashana Lynch, Sheldon Shepherd, James Norton, Anthony Welsh, Aston Barrett Jr., David Marvin Kerr Jr., Nadine Marshall κ.ά. Διανομή Ρόλων: Kareen Blake Chin, Kharmel Cochrane, Avy Kaufman. Κοστούμια: Morris Aberdeen, Anna B. Sheppard. Μακιγιάζ: Ellen D’Andrade Brown κ.ά. Διεύθυνση Σκηνογραφίας: Andrew Bennett, Neal Callow, Daniel Kearns κ.ά. Εσωτερική Διακόσμηση: Maudie Andrews, Raquel Anita Parke. Μουσική: Kris Bowers. Ήχος: James Mather κ.ά.

Ολες οι Ειδήσεις

Ειδήσεις Top Stories
X